Μερικές σκέψεις για το «Frozen» της Bryony Lavery

Λίγα λόγια για το έργο:


Τρεις χαρακτήρες σαν ήρωες αρχαίας τραγωδίας στη σκιά του πιο αποτρόπαιου εγκλήματος. Τρεις κοινοί θνητοί καλούνται να υπερβούν την ανθρώπινη φύση τους. Αυτοί είναι οι τρεις πρωταγωνιστές του Frozen, που εγείρουν ερωτήματα: Μπορεί μια μάνα να ξεπεράσει τον θάνατο του παιδιού της; Μπορεί ακόμα και να συγχωρέσει τον δολοφόνο του; Μπορεί ένας κατά συρροή δολοφόνος παιδιών να γίνει συμπαθής; Η συγγραφέας Bryony Lavery καταρρίπτει ένα προς ένα κλισέ και στερεότυπα που μας κρατούν κλειδωμένους στον εαυτό μας και απέναντι στους άλλους. Κι επιμένει, μέσα από μια διαδικασία επίπονη και ψυχοφθόρα, προτείνοντάς μας το «κλειδί» της συγχώρεσης:


Αξίζει άραγε τον κόπο;
Και τι θα μείνει όταν λιώσουν «οι πάγοι»;
Μα φυσικά το ύψιστο αγαθό, η μεγαλύτερη δύναμη που κρύβει ο άνθρωπος. Η αγάπη…
 

Πόσα γνωρίζουμε για την ανθρώπινη συμπεριφορά; Μέχρι ποιο βάθος του απύθμενου της ψυχής μπορεί να φτάσει άραγε η επιστήμη;

Θα μπορούσε η ψυχολογία να απαντήσει στα βασανιστικά ερωτήματα του έργου; Φοβάμαι πως όχι! Αν υποθέσουμε πως η Ισλανδία (πατρίδα της ψυχολόγου ) σχηματικά αναπαριστά τα όσα ξέρουμε για τον εγκέφαλο μας, τότε δεν θα ήταν άτοπο να υποστηριχθεί πως ο Βόρειος παγωμένος ωκεανός είναι η άγνοια που μας περιβάλει.


Οπότε τι χρειαζόμαστε την επιστήμη; Μα φυσικά για να εξασκηθούμε στο να θέτουμε ερωτήματα με τρόπο οργανωμένο και συστηματικό. Χρειαζόμαστε την ψυχολογία για να αμφισβητούμε, για να παραμένουμε περίεργοι, για να ανατρέπουμε (φαντάζομαι αρκετοί δεν στοχαζόμαστε συχνά πάνω σε αυτή την ριζοσπαστική διάσταση της επιστήμης).


Η ψυχολογία δεν μπορεί να κάνει την ψυχή μας να ημερέψει. Για τον λόγο αυτό έχουμε την φιλοσοφία, την θρησκεία και την τέχνη. H ψυχολογία έρχεται για να μας ανοίξει τα μάτια, να μας διδάξει ταπεινά την αμάθεια μας. Πρακτικά αυτό δεν έχει ιδιαίτερη αξία.


Αν υποθέταμε, με ένα υπερβατικό τρόπο την πιθανότητα της αυτοκτονίας του Ράλφ , βασισμένοι στα στοιχεία της έρευνας της Αγκνέθα , θα μιλούσαμε για κάποιον αυξημένο κίνδυνο. 50-50 είναι η απλή τύχη. Τότε προς τι όλος αυτός ο θόρυβος; Θα θεωρούσαμε βάσιμα πως υπήρχε αυτός ο κίνδυνος ακόμη και αν δεν είχαμε ιδέα από ψυχολογικές θεωρίες και στατιστική!


Αλλά η επιστήμη μας βοηθάει να στοχαζόμαστε πάνω στους στοχασμούς μας, στις εύκολες γενικεύσεις, τα αφαιρετικά σχήματα μας. Η επιστήμη μας κρατά πειθαρχημένους όταν ηχούν οι σειρήνες της αφελούς σοφίας. Η αποδοχή της άγνοιας είναι πάντα το πιο σημαντικό βήμα για την γνώση.


Ευτυχώς τα θεατρικά έργα τα γράφουν καλλιτέχνες, καλλιτέχνες τα σκηνοθετούν και καλλιτέχνες ποιούν το ήθος τους. Η επιστήμη δεν μπορεί να γράψει κείμενα που συγκινούν που διεγείρουν αισθήσεις, μπορεί μονάχα να ρωτά και να ρωτά, εμμονικά σαν κακομαθημένο παιδί, σαν άσχημη γεροντοκόρη που συλλογίζεται ατέρμονα τα αίτια της αιώνιας μοναξιάς της.


Η επιστήμη δεν μπορεί να συγγράψει ένα κόσμο κατά παραγγελία, δεν μπορεί να στήσει μια πραγματικότητα κατά το δοκούν, δεν μπορεί να υποκριθεί αυτό που δεν είναι. Η επιστήμη δεν θα φέρει ποτέ την κάθαρση, τον λυτρωμό, τη μέθεξη στα άχραντα μυστήρια τής ύπαρξης. Αυτά θα τα φέρει η ζωή που γεννιέται στο κεφάλι του συγγραφέα.


Λέω στα νέα παιδιά που οραματίζονται το μέλλον τους ως θεραπευτές ψυχών! Μπορείτε να αντέξετε το αβέβαιο, το απρόβλεπτο, τη ρευστότητα, το ευμετάβλητο της ανθρώπινης φύσης;


Μπορείτε να σαλπάρετε στο ωκεανό της ανθρώπινης ψυχής με μόνη συντροφιά ένα χάρτη συχνά πολυκαιρισμένο και πιθανότατα εντελώς λαθεμένο; Τίποτε δεν θα σας εγγυηθεί ποτέ πως ο χάρτης σας (οι ψυχολογικές θεωρίες) αποτελεί γνήσια αντανάκλαση του υπαρκτού κόσμου εκεί έξω!


Μόνοι λοιπών στις παγωμένες θάλασσες του Βορρά. Τι απομένει να έχουμε; Πως θα δουλεύαμε με ανθρώπους που πονάνε όσο η μάνα, η αδερφή, η ψυχολόγος, ίσως κι αυτός ακόμη ο στυγερός φονιάς; Με ένα μονάχα τρόπο, σχετιζόμενοι.


Και αυτό νομίζω πως είναι και το βαθύτερο νόημα του έργου. Ότι η σχέση είναι αυτό που πραγματικά (μας) λυτρώνει.