Τέχνη και Ψυχολογία
Τέχνη και Ψυχολογία

Τέχνη και Ψυχολογία

Για την συστημική οπτική, η  ψυχική ασθένεια δεν γίνεται αντιληπτή ως  κάτι που κατοικεί εντός των ανθρώπων,  αλλά περισσότερο  ως   μια σχεσιακή δυσλειτουργία που εκφράζεται στο μεταξύ των.  Οι τρελοί της κάθε εποχής δεν είναι επομένως, το αποτέλεσμα   μιας προκαθορισμένης βιολογικά ποιότητας, αλλά οι φορείς και οι εκφραστές της τρέλας  των ανθρωπίνων σχέσεων.

Αν λοιπών υιοθετήσουμε αυτή την σχεσιακή  οπτική,  οι παθολογίες των καιρών και των τόπων γίνονται αντιληπτές ως  συνθήκες που υπερβαίνουν ή είναι εν πάση περιπτώσει διαφορετικές,  απ’ το σύνολο των παθολογιών των κοινωνικών δραστών μιας συγκεκριμένης  ιστορικής συγκυρίας.

Ας αναρωτηθούμε για  παράδειγμα,  “Τι  ανέλαβε να πει από τα ανείπωτα (unspoken)  της εποχής της η Guernica; Πόσο δυνατός υπήρξε ο “λόγος” της,  πόσο διαχρονικά ισχυρός   και πόσο ικανός να νοηματοδοτεί, ανεξαρτήτως χώρου,  χρόνου και συγκεκριμένων  ιστορικών συγκείμενων;”. Η Guernica στο ανίδεο μάτι  φαίνεται τουλάχιστον παράδοξη. Ανθρώπινα μέλη και  λάμπες φωτισμού, μοσχαροκεφαλές, λύκοι, άλογα  και λυχνίες,   όλα μαζί ατάκτως ειρημένα, δίχως ρεαλισμό και  συνοχή μοιάζουν  σίγουρα η γέννα ενός τρελού μυαλού. H μήπως η γέννα  μιας τρελής εποχής;

“….Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες
υψώνονται σαν δάχτυλα στα χάη
στην κορυφή τους το άπειρο αντηχάει
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.
Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε
στα όνειρά μας μπερδεύεται όλη η φύσις
στο σώμα στην ενθύμηση, πονούμε
κι η ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε….”

Θύματα  του περιβάλλοντος και των εποχών, οι καλλιτέχνες είναι σύμφωνα με τον Καρυωτάκη, αντένες που αντηχούν τα χάη. Ευαίσθητοι δέκτες και πομποί συνάμα,  συμβολοποιητές [sic]  του  πνεύματος  των παρόντων και μελλούμενων  καιρών (zeitgeist), δομούν και αποδομούν ταυτόχρονα το είναι και το δέον,  μέσα από τον τόσο οικεία αλλότριο  κώδικα της τέχνης τους  σαν κεραίες τεντωμένες μεταβολίζουν  τα σήματα των μελλούμενων καιρών, σαν  αλεξικέραυνα  γειώνουν τα ρεύματα των εποχών.  Αλλά φευ, γρήγορα θα σπάσουν απ τους ανέμους και τις θύελλες  ή ακόμη χειρότερα θα χαθούν μέσα στην βουή και την σύγχυση, θα βυθιστούν στον πόνο των πραγμάτων και τον πόνο τ’ ανθρώπου και θα σιγήσουν οριστικά

Άλλα έτσι είναι οι καλλιτέχνες. Πρωτοπόροι, αλαφροΐσκιωτοι και αποδιοπομπαίοι,  αναλαμβάνουν τον ρόλο που οι συμβατικότητες τους έχουν αναθέσει. Εφελκύουν   την αλλαγή, αντιστεκόμενοι  με σθένος στις ομοιοστατικές κοινωνικές δυναμικές   και ανοίγουν δρόμους  μέσα από το χάος των εποχών προς τις νέες κανονικότητες (mainstream art) και τα καινοφανή  ήθη. Και αυτή η δουλειά έχει κόστος, μεγάλο συναισθηματικό κόστος και πολύ μοναξιά.

Με τον τρόπο αυτό  οι τρελοί καλλιτέχνες επιτρέπουν σε εμάς (τους κατά σύμβαση λογικούς)  να απολαμβάνουμε την αυτάρεσκη κανονικοτητά, καθόσον  εκείνοι παραμένουν  τόσο τρελοί όσο να μοιάζουμε εμείς  λογικοί και τούμπαλιν, σε μια κυκλική διάταξη όπου η τρέλα και η λογική δεν είναι πράγματα αλλά σχέσεις και πράξεις νοήματος (Bruner, 2011).

Η τέχνη έχει την δύναμή της αφήγησης  (narrate)  χωρίς απαραίτητα να χρησιμοποιεί τον λόγο (discourse), συμπυκνώνει την μνήμη σε ένα στίχο, δυο φιγούρες , τρεις  πινελιές. Κινείται αναστοχαστικά στο χωροχρονικό συνεχές, χωρίς να υπόκεινται στον έλεγχο των   φορμαλισμών. Αλλάζει τόπους και συναισθήματα, βγάζει αυτάρεσκα τη γλώσσα σε κάθε συμβατικότητα, δεν είναι υπόχρεη  αναφοράς  στην (όποια) πραγματικότητα.

Πόσο κοντινό είναι τούτο σε αυτό που οι άνθρωποι ονομάζουμε  τρέλα; Ο καλλιτέχνης γίνεται Θεός καθώς ποιεί, καθώς δημιουργεί εκ του μη όντος την δική του αλήθεια στην οποία μας καλεί να γίνουμε κοινωνοί. Και αυτό είναι σίγουρα μια  μεγάλη ευθύνη.

Από την άλλη βέβαια είναι ο πόνος (των πραγμάτων και τ’ ανθρώπου που λέει ο αγαπημένος Καρυωτάκης),  που μας ξυπνάει από την μακάρια γαλήνη μιας ρομαντικής μυθοποίησης.

Αυτή η σκέψη με οδηγεί σε ορισμένες – νομίζω- ενδιαφέρουσες ερωτήσεις:

Είναι άραγε η ενδοσκόπηση κίνητρο για την τέχνη ή μήπως αντίθετα είναι αποφυγή;
Ο πόνος  κρατάει  άραγε  το πινέλο ή αντίθετα το πινέλο είναι ο μετουσιωμένος (κατά Freud) τρόπος που ο καλλιτέχνης επιλέγει για να βγει απ το συναισθηματικό του αδιέξοδο;
Είναι ή τέχνη το δηλητήριο ή μήπως είναι η γιατρειά για τις βασανισμένες ψυχές;
Εν τέλει ο καλλιτέχνης  ψάχνει (ή ενδεχομένως) προκαλεί τον πόνο του ή μήπως αντίθετα ψάχνει τρόπους να απαλλαγεί από αυτόν;

Δεν ξέρω καν αν έχουν πρακτική αξία  τούτες οι ερωτήσεις. Ο Bakhtin θα λεγε πως όλες αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι πάρα οι πολλαπλές εσωτερικές  φωνές που πραγματεύονται την πολυφωνία, τη μορφή, την απαρτίωση και εν τέλη το νόημα.
Το νόημα όμως δεν υπάρχει έξω από την ανθρώπινη εμπειρία.  

Αποτελεί προσωπική ευθύνη του καθενός η απόδοση του νοήματος στη ζωή, μας διδάξαν οι Υπαρξιστές Φιλόσοφοι όπως ο Kierkegaard.  Και είναι συχνά ο λόγος που δίνει νόημα στα πράγματα. Οι αφηγήσεις που καθείς πλάθει, όχι μόνο για να εξηγήσει αλλά και να βιώσει αυτό που είναι (dasein), την ύπαρξή του.

Ο Νίτσε για παράδειγμα  ακούγεται σαν μια απελπισμένη κραυγή απέναντι σε μια επερχόμενη νεωτερικότητα. Και ο Νίτσε τράβηξε αυτή την κραυγή μέχρι το απώτατο σημείο, που ήταν η πνευματική του κατάρρευση. Η τρέλα του Νίτσε έχει την ίδια σημασία με την απονενοημένη φυγή του Ρεμπώ, ή την αυτοκτονία του Καρυωτάκη. Είναι η “η μεγάλη άρνηση” η οποία τρέφει ακόμη όλη τη δυτική σκέψη του 20ου αιώνα, και όλες τις κριτικές μας αντιστάσεις απέναντι σε μια πραγματικότητα που έχει όλο και περισσότερο τη φύση της πέτρας Προγούλης, 2015

Oι καλλιτέχνες έχουν στη διάθεση τους  πλήθος συμβόλων και υλικών για να μιλήσουν. Μάρμαρο, γύψο,  ξύλο, χαρτί, πινέλα, χρώματα, ακουαρέλες, κινήσεις, εκφράσεις, μονολόγους , σιωπές. Και το κάνουν συχνά αδιαφορώντας αν μοιράζονται με το κοινό,  τους αυτούς κώδικες επικοινωνίας. Είπαμε, το νόημα είναι προσωπική υπόθεση του καθενός. Όπως και προσωπική ευθύνη.
Άλλα σε κάποιο βαθμό τουλάχιστο, όλοι είμαστε (και) καλλιτέχνες όπως όλοι είμαστε (και) τρελοί. Είμαστε καθημερινοί άνθρωποι που  λειτουργούν  πάντοτε εντός συγκεκριμένων πλαισίων που καθορίζουν τα (συχνά δυσδιάκριτα)  όρια μεταξύ της λογικής και του παραλόγου.

Vincent van Gogh – Wheat Field with Crows

«Αν ακούσεις μέσα σου μια φωνή να λέει δεν μπορείς να ζωγραφίσεις  τότε χωρίς δισταγμό ζωγράφισε, κι η φωνή αυτή θα σιωπήσει». Vincent Van Gogh.

Στη εξελικτική μας πορεία πρώτα ζωγραφίσαμε σύμβολα σε σπηλιές και έπειτα (πολύ αργότερα) ανακαλύψαμε την δυνατότητα να εκφραζόμαστε μέσα από τον γραπτό λόγο. Επομένως είμαστε παλαιότεροι  ζωγράφοι από ότι  ποιητές, παλαιότεροι  γλύπτες από ότι συγγραφείς, παλαιότεροι χτίστες από ότι ηθοποιοί.

Ο λόγος και ή λογική εδράζονται στο ομιλών αριστερό εγκεφαλικό ημισφαίριο, ή φαντασία και το όνειρο στο βωβο δεξιό. Τα συναισθήματα φωλιάζουν στις υποφλοιικες περιοχές του ιππόκαμπου και της αμυγδαλής. Η  ικανότητά έκφρασης του ανθρώπου εμπλουτίζεται και γίνεται πιο εκλεκτική (elegant) παράλληλα με την βιολογική εξέλιξή των ανωτέρων συνειρμικών κέντρων του εγκεφαλικού φλοιού.

Όπως αναφέρεται στο lifeslittlemysteries.com έρευνα επιστημόνων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, οι οποίοι μελέτησαν τη συμπεριφορά 700.000 δεκαεξάχρονων Σουηδών, αποκαλύπτει ότι εκείνοι που είχαν άριστες σχολικές επιδόσεις διέθεταν επίσης τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διπολική διαταραχή, δηλαδή μανιοκατάθλιψη, σε σχέση με τους μέτριους μαθητές.

Η διπολική διαταραχή συνεπάγεται δραματική εναλλαγή της διάθεσης ανάμεσα στην  υπερβολική ευτυχία (γνωστή ως «μανία») και την κατάθλιψη. Πώς μπορεί αυτός o βίαιος κύκλος να προκαλεί δημιουργικότητα; Έρευνα από ένα μέλος της ειδικής ομάδας, James Fallon, νευρολόγο του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Irvine, προτείνει μια απάντηση.

«Οι άνθρωποι με διπολική διαταραχή τείνουν να είναι δημιουργικοί όταν βγαίνουν από βαθιά κατάθλιψη» δήλωσε ο Fallon. Όταν η διάθεση του ασθενούς βελτιώνεται μετατοπίζεται αντίστοιχα και η εγκεφαλική του δραστηριότητα: η εγκεφαλική δραστηριότητα «κοπαζει» στο κάτω μέρος μιας περιοχής του εγκεφάλου που ονομάζεται μετωπιαίος λοβός, και εξάπτεται στο υψηλότερο τμήμα αυτού του λοβού. Περιέργως, η ίδια μετατόπιση συμβαίνει όταν οι άνθρωποι βιώνουν εξάρσεις δημιουργικότητας. «Εκεί εντοπίζεται αυτή η σχέση μεταξύ αυτών των κυκλωμάτων που έχουν να κάνουν με τη διπολική διαταραχή  και τη δημιουργικότητα», είπε ο Fallon.

Όσο για το πώς τα πρότυπα του εγκεφάλου μεταφράζονται σε συνειδητή σκέψη, o Elyn Saks, καθηγητής Νομικής ψυχικής υγείας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, εξήγησε ότι οι άνθρωποι με ψύχωση δε φιλτράρουν τα ερεθίσματα, όπως οι άλλοι άνθρωποι. Αντ ‘αυτού, είναι σε θέση να φιλοξενούν ταυτόχρονα αντιφατικές ιδέες και να συνειδητοποιούν χαλαρές λεκτικές ενώσεις τις οποίες το ασυνείδητο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων δεν θα θεωρούσε αντάξιες της αποστολής τους στην επιφάνεια της συνείδησής. Τη στιγμή που η εισβολή ανοησιών στη συνειδητή σκέψη μπορεί να είναι συντριπτική και να προκαλεί αναστάτωση παράλληλα , «μπορεί να είναι πάρα πολύ δημιουργική», δήλωσε ο Saks, ο οποίος ανέπτυξε σχιζοφρένεια ως νεαρός ενήλικας.

Για παράδειγμα, μελέτες σε λεκτικές ενώσεις, που ζητούν από τους συμμετέχοντες να απαριθμήσουν όλες τις λέξεις που τους έρχονται στο μυαλό σε σχέση με μια λέξη ως ερέθισμα (όπως «τουλίπα»), αποδεικνύουν ότι οι διπολικοί ασθενείς που υφίστανται ήπια μορφή μανίας μπορούν να δημιουργήσουν τρεις φορές περισσότερες ενώσεις στη λέξη που τους έχει δοθεί σε δεδομένη χρονική περίοδο από το γενικό πληθυσμό.

Φυσικά, κανείς δε χαρακτηρίζεται από άπλετη δημιουργική ενέργεια κατά τη διάρκεια μιας περιόδου σοβαρής κατάθλιψης ή σχιζοφρένειας. Πάνω απ ‘όλα, οι προϋποθέσεις αυτές είναι εξουθενωτικές, ακόμα και απειλητικές για τη ζωή, λένε οι επιστήμονες. Παρόλο που η κοινωνία ωφελείται από την παραγωγικότητα των ιδιοφυιών της , τα  πάσχοντα άτομα δεν θεωρούν πάντα ότι οι στιγμές της λαμπρότητας τους αξίζει αυτή την εκτεταμένη δυστυχία.

Μπλέτσος Κωνσταντίνος
Ψυχολόγος