Το σώμα θυμάται: Το τραύμα αφήνει διαρκή βιολογικά αποτυπώματα

Το βιολογικό στρες στους επιζώντες της τρομοκρατίας
Προηγούμενες μελέτες έχουν εξετάσει το βιολογικό στρες και τα ψυχολογικά συμπτώματα σε επιζώντες τρομοκρατικών επιθέσεων, αλλά μια πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα πιστεύεται ότι είναι η πρώτη του είδους της που μελετά τρία διαφορετικά βιολογικά συστήματα σε ιατρικά υγιείς ανθρώπους που επέζησαν από το ίδιο τραυματικό γεγονός:
- Τα επίπεδα της κορτιζόλης, η οποία είναι ορμόνη που παίζει καθοριστικό ρόλο στην απόκριση του σώματος στο στρες.
- Τον καρδιακό ρυθμό και την αρτηριακή πίεση.
- Τις ιντερλευκίνες, οι οποίες είναι φλεγμονώδεις ουσίες που παίζουν ρόλο στο ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού.
Στην έρευνα συμμετείχαν 60 επιζώντες της βομβιστικής επίθεσης στην Οκλαχόμα Σίτι, ενώ η ομάδα ελέγχουν αποτελούταν απο κατοίκους της Οκλαχόμα που δεν επηρεάστηκαν από τη βομβιστική επίθεση. Τα άτομα και στις δύο ομάδες ήταν υγιή.
Τι απέδειξε η μελέτη της Tucker
Η μελέτη διαπίστωσε ότι τα επίπεδα κορτιζόλης ήταν χαμηλότερα στα άτομα που επέζησαν από τον βομβαρδισμό. Οι επιζώντες είχαν υψηλότερη αρτηριακή πίεση αλλά χαμηλότερο καρδιακό ρυθμό ως απόκριση σε ενδείξεις τραύματος, υποδηλώνοντας ότι η απόκρισή τους μπορεί να έχει αμβλυνθεί με την πάροδο του χρόνου.
Μετρήθηκαν δύο ιντερλευκίνες. Η ιντερλευκίνη 1Β, η οποία συνδέεται με την φλεγμονή, ήταν σημαντικά υψηλότερη στους επιζώντες και η ιντερλευκίνη 2R, η οποία παίζει προστατευτικό ρόλο, ήταν χαμηλότερη.
«Το κύριο συμπέρασμα από τη μελέτη είναι ότι το μυαλό μπορεί να είναι ανθεκτικό και να μπορεί να αφήσει πράγματα πίσω του, αλλά το σώμα δεν ξεχνά. Μπορεί να παραμείνει σε επιφυλακή, περιμένοντας να συμβεί το επόμενο πράγμα», δήλωσε η Phebe Tucker, M.D., επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και ομότιμη καθηγήτρια ψυχιατρικής στο OU College of Medicine.
«Πιστεύαμε ότι θα υπήρχε συσχέτιση μεταξύ αυτών των βιοδεικτών και των ψυχολογικών συμπτωμάτων των συμμετεχόντων στην έρευνα, αλλά οι βαθμολογίες στις κλίμακες του PTSD και της κατάθλιψης δεν ήταν αυξημένες και δεν συσχετίστηκαν με βιοδείκτες στρες», πρόσθεσε.
Το σώμα θυμάται ανεξάρτητα από την συναισθηματική αντίδραση του εγκεφάλου
«Αυτό μας λέει ότι υπάρχει μια αντίδραση στρες στο σώμα που δεν υπάρχει στα εκφραζόμενα συναισθήματα. Επιπλέον, η αυξημένη ιντερλευκίνη 1Β εμφανίζεται συνήθως σε άτομα με ασθένειες και φλεγμονές, αλλά αυτή η ομάδα ήταν αρκετά υγιής. Ωστόσο, εγείρονται ανησυχίες για πιθανά μακροπρόθεσμα προβλήματα υγείας».
Η Tucker και οι συνάδελφοί της διεξήγαγαν τακτικά μελέτες που αφορούσαν επιζώντες βομβαρδισμών ξεκινώντας αμέσως μετά το συμβάν. Σε αυτή τη νέα εργασία, χρησιμοποιούν δεδομένα που ελήφθησαν επτά χρόνια μετά τον βομβαρδισμό. Εκείνη την εποχή, δεν μελέτησαν τους ίδιους βιοδείκτες, καθιστώντας αυτή τη νέα μελέτη μοναδική.
«Βασικά, αυτό που δείχνει αυτή η εργασία είναι ότι αφού έχετε βιώσει σοβαρό τραύμα, τα βιολογικά σας συστήματα μπορεί να μην βρίσκονται πλέον σε τυπική βάση. τα πράγματα έχουν αλλάξει», δήλωσε η συν-συγγραφέας της μελέτης Rachel Zettl, M.D., κλινική επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχιατρικής και Συμπεριφορικών Επιστημών, OU College of Medicine.
Αrt: Seated Figure by Joseph Csáky
Μετάφραση-προσαρμογή: Κ.Μπλέτσος
Τίτλος πρωτότυπου: The Body Remembers: Trauma Leaves Lasting Biological Imprints (Neuroscience news.com)
Τραυματική μνήμη και συμπεριφορικά μοτίβα



Γιατί η τραυματική μνήμη καθορίζει την συμπεριφορά
Τα πρώιμα ψυχικά τραύματα έχουν μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με τον τρόπο που έχουν αποθηκευτεί στην μνήμη. Λόγω της καθυστερημένης ανάπτυξης των κέντρων του λόγου του αριστερού εγκεφαλικού ημισφαιρίου αποτελούνται συνήθως από διάχυτες αισθήσεις, έντονα συναισθήματα, διάσπαρτες εικόνες και σωματικές διεγέρσεις.
Τους λείπει συχνά η απαρτίωση η νοηματική συνέχεια και το αφηγηματικό κομμάτι καθότι δεν ήταν διαθέσιμο την στιγμή που φτιάχτηκαν.
Επειδή δε είναι συνδεδεμένα με την επιβίωση έχουν "προτεραιότητα" σε σχέση με άλλες ουδέτερες μνήμες και καθοδηγούν την συμπεριφορά ως επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Όλα τους σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό συνδέθηκαν κάποτε με την υποσυνείδητη ανάγκη επιβίωσης και όλα τους κάποτε υπήρξαν λειτουργικά.
Για παράδειγμα αν η σχέση μιας κόρης με τον πατέρα της υπήρξε πηγή πόνου και δυστυχίας, η κάθε παρουσία στην ζωή της ενός άντρα θα πυροδοτήσει τα προστατευτικά μοτίβα που είναι βαθιά εγγεγραμμένα στην μνήμη της.
Η επιλογή ερωτικού συντρόφου πέρα από τα προφανή και λογικοφανή (πχ ομορφιά, ευφυία, κοινωνική θέση, οικονομική ευμάρεια κλπ.) στηρίζεται και σε μη λεκτικά στοιχεία (πχ βλέμμα, εκφράσεις προσώπου, στυλ) που δημιουργούν μια αίσθηση οικειότητας (και την ψευδή ασφάλεια) που συνήθως συνοδεύει την οικειότητα στις ζωές μας.
Παράλληλα αν ο άντρας της επιλογής της είναι συναισθηματικά μη διαθέσιμός, απρόβλεπτος, ασταθής και ακραία ελεγκτικός, αλλα επίσης υπερσυναισθηματικά εμπλεκόμενος, "ευαίσθητος" και υπερδοτικός κατά διαστήματα (σαν τον πατέρα της πάνω κάτω) εξασφαλίζει για τον εαυτό της μια διαλείπουσα σχέση με ελεγχόμενες- παροδικές δόσεις πόνου και αντίστοιχα ισχυρές δόσεις ενδογενών oποιοειδών και ωκυτοκίνη να ρέει άφθονη στα "φωτεινά" μεσοδιαστήματα. Η νευροχημεία του τραύματος καθορίζει την εξαρτητική της ανάγκη να παραμένει, την ίδια στιγμή που οι "ασφαλείς" προβλέψεις του εγκεφάλου της πιστοποιούν το μάταιο της φυγής μιας και "κάθε άλλος εκεί έξω θα είναι σίγουρα χειρότερος!".
Τα πράγματα είναι φυσικά εξαιρετικά πολύπλοκα σε σχέσης με την σχηματική εξήγησή μου αλλά σε γενικές γραμμές σκιαγραφείται νομίζω η δυσκολία απαγκίστρωσης από παρόμοιες καταστάσεις.
Όπως είναι σαφές η επίγνωση των μηχανισμών και των μοτίβων είναι το πρώτο βήμα για την θεραπεία. Το δεύτερο και συνήθως δυσκολότερο είναι το σπάσιμο των μοτίβων και η απαγκίστρωση από τα δεσμά της ψυχαναγκαστικής επανάληψης.
Αυτό απαιτεί μεγάλη προσπάθεια γιατί προϋποθέτει ανάπτυξη εμπιστοσύνης (προς τον εαυτό) και ανάληψη ρίσκου δηλαδή ανοχή στην αβεβαιότητα των καταστάσεων...
Το πρώιμο ψυχικό τραύμα καλωδιώνει τον εγκέφαλο για επιθετικότητα και αυτοτραυματισμό
Η σχέση μεταξύ επιθετικότητας και αυτοτραυματισμού
Η επιθετικότητα και ο αυτοτραυματισμός συχνά συνυπάρχουν σε άτομα με ιστορικό τραύματος στην πρώιμη ζωή – μια σύνδεση που έχει τεκμηριωθεί σε μεγάλο βαθμό από την αυτοαναφορά σε ερευνητικά και κλινικά περιβάλλοντα.
Προσθέτοντας σε αυτή τη σύνδεση, τα άτομα που υποβάλλονται σε θεραπεία για αυτοτραυματισμούς έχουν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να εμπλακούν σε υπερβολική επιθετικότητα.
Τι συμβαίνει στον εγκέφαλο για να συνδέσει αυτές τις δύο συμπεριφορές μεταξύ τους;
Μια νέα μελέτη από την Sora Shin, επίκουρο καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας Fralin στο Κέντρο Έρευνας Νευροβιολογίας του VTC, εντόπισε ένα εγκεφαλικό κύκλωμα που αλλάζει μετά από τραύμα.
Η μελέτη της Shin
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η επιθετικότητα και ο αυτοτραυματισμός μπορεί να φαίνονται πολύ διαφορετικές συμπεριφορές, αλλά στην πραγματικότητα, θα μπορούσαν να μοιράζονται μια κοινή νευρική βάση», είπε ο Shin. «Και τα δύο μπορεί να υπάρχουν κατά μήκος ενός συνεχούς που έχει τις ρίζες του στον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τα σήματα πόνου.
Η Shin και η ομάδα της διερευνούν πώς οι αντιξοότητες της παιδικής ηλικίας οδηγούν σε αλλαγές στον εγκέφαλο που οδηγούν σε δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές ενηλίκων. Η προηγούμενη έρευνά της εξέτασε πώς το πρώιμο τραύμα συμβάλλει στην υπερφαγία αργότερα στη ζωή και πώς το άγχος επηρεάζει τη συναισθηματική διατροφή.
Από καιρό αναρωτιόταν για τις αιτίες της επιθετικότητας και του αυτοτραυματισμού. Είναι άγχος ή κατάθλιψη; Ή θα μπορούσε κάτι βαθύτερο – ίσως ο τρόπος με τον οποίο ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τον πόνο – να βρίσκεται στον πυρήνα;
Το κανάλι ασβεστίου στον πυρήνα επανασύνδεσης
Χρησιμοποιώντας μοντέλα ποντικών, η Shin διαπίστωσε ότι τόσο το τραύμα στην πρώιμη ζωή όσο και η υπερδραστηριότητα ενός συγκεκριμένου καναλιού ασβεστίου στους νευρώνες κατά μήκος της οδού του εγκεφάλου που συνδέει τον πυρήνα επανασύνδεσης (nucleus reuniens) του θαλάμου και τον ιππόκαμπο αυξάνουν τον κίνδυνο παρορμητικής επιθετικότητας και αυτοτραυματικής συμπεριφοράς.
Ο πυρήνας επανασύνδεσης συνδέει τον προμετωπιαίο φλοιό και τον ιππόκαμπο και εμπλέκεται στη μνήμη, το συναίσθημα και τη λήψη αποφάσεων. Η απορρύθμιση αυτής της περιοχής έχει εμπλακεί σε παρορμητικότητα και συμπεριφορές που σχετίζονται με το άγχος.
Σε αυτή τη μελέτη, η Shin εντόπισε συγκεκριμένα κανάλια ασβεστίου μέσα σε αυτό το μονοπάτι που είναι κρίσιμα για την ανάπτυξη επιθετικότητας και αυτοτραυματισμού.
«Το τραύμα αύξησε πραγματικά τη δραστηριότητα του καναλιού», είπε η Shin. «Άλλαξε τον εγκέφαλο και τις μοριακές ιδιότητες και προκάλεσε υπερενεργοποίηση του νευρώνα. Η υπερβολική δραστηριότητα σε αυτό το κύκλωμα αυξάνει την ευαισθησία στην επιθετικότητα και τον αυτοτραυματισμό».
Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι ο πόνος, συμπεριλαμβανομένου του συναισθηματικού πόνου, μπορεί να χρησιμεύσει ως πύλη για την εμφάνιση αυτών των συμπεριφορών.
Εντοπίζοντας τη νευρολογική σύνδεση μεταξύ του πρώιμου τραύματος και των επιπτώσεών του, η μελέτη προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση που υπερβαίνει τις υποκειμενικές, αυτοαναφερόμενες αξιολογήσεις.
«Η επιθετικότητα, ειδικά η παθολογική επιθετικότητα, είναι ένα κρίσιμο κοινωνικό πρόβλημα που μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην κοινωνία μας», είπε η Shin.
«Ο αυτοτραυματισμός είναι επίσης μια πιεστική ανησυχία σε πολλούς κλινικούς πληθυσμούς. Η μελέτη μας παρέχει πιο ανοιχτές, ενεργές γνώσεις σχετικά με τη βάση του νευρικού κυκλώματος που βασίζεται σε αυτά τα αποτελέσματα και μπορεί τελικά να καθοδηγήσει την ανάπτυξη πιο αποτελεσματικών θεραπειών».
«Το έργο της Dr. Shin αποτελεί την επιτομή της δύναμης του συνδυασμού πρωτοποριακής τεχνολογικής καινοτομίας με εννοιολογικές προόδους για την αντιμετώπιση προκλήσεων υγείας που όχι μόνο έχουν τεράστιο αντίκτυπο στην προσωπική ζωή του ατόμου αλλά και στην κοινωνία γενικότερα», δήλωσε ο Michael Friedlander, εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Βιοϊατρικής Έρευνας Fralin και αντιπρόεδρος της Virginia Tech για τις Επιστήμες και την Τεχνολογία Υγείας.
Μετάφραση – προσαρμογή από το πρωτότυπο Early Trauma Hardwires the Brain for Aggression and Self-Harm
Η σύνδεση ως θεραπεία
Αν σταθούμε για λίγο αναστοχαστικά απέναντι στη ζωή μας θα διακρίνουμε ανθρώπους που ήταν πάντοτε πρόθυμοι, έτοιμοι και ικανοί να μας “δώσουν τα πάντα”. Από αυτούς τους ανθρώπους αιτηθήκαμε συνήθως τα λιγότερα. Θα διακρίνουμε επίσης άλλη μια σημαντική κατηγορία ανθρώπων. Τους ανθρώπους για τους οποίους ήμαστε πάντοτε πρόθυμοι, έτοιμοι και ικανοί να "δώσουμε τα πάντα". Και ήταν συνήθως οι άνθρωποι που αιτήθηκαν από εμάς να τους παρέχουμε τα ελάχιστα.
Θα μπορούσαμε να το θεωρήσουμε όλο αυτό ως ανισορροπία επιλογών ή καλύτερα ως επιλογή ανισόρροπων (σχεσιακών) καταστάσεων. Αλλά αποτελεί πραγματική επιλογή το εύρος των συναισθηματικών αποστάσεων που κρατάμε από τους ανθρώπους;
Δύσκολά, γιατί η κάθε επιλογή προϋποθέτει μια αρμονική μίξη συναισθήματος και λογικής επίσης την πολυτέλεια ενός -κάποιου βαθμού- ελευθερίας στη λήψη αποφάσεων, αλλά και κάποια σταθερά κριτήρια που δύσκολα θα στεκόταν στην κινούμενη άμμο των σχέσεων.
Αντιθέτως το φαινόμενο της ανισορροπίας διαμορφώνεται υποσυνείδητα ως συνισταμένη αυτοματισμών που προέρχονται από τα τραυματισμένα (συνήθως παιδικά) κομμάτια του εαυτού μας, τις αποφάσεις των οποίων “λογικά” και “συνειδητά “ αιτιολογούμαι -πάντοτε εκ των υστέρων- με το φιλοσοφικό ιδεολόγημα του “έτσι είναι η ζωή”.
Δεν ξέρω φυσικά πως είναι η ζωή, ξέρω όμως πως όπου εμπλέκονται συναισθήματα, τις αποφάσεις μας δεν τις καθορίζει η παρούσα και η μελλοντική ζωή μας αλλά - δυστυχώς- η ζωή που ζήσαμε ή δεν καταφέραμε να ζήσουμε στο παρελθόν.
Μέσα στον αναδυόμενο κυκεώνα θραυσμάτων, που η εγγύτητα κινητοποιεί την κάθε φορά που πλησιάζουμε έναν άνθρωπο, το παρελθόν χαράσσει και χαράσσεται εξακολουθητικά πάνω στις ίδιες ανεξίτηλες τροχιές των αρχαϊκών μας τραυμάτων που σαν βελόνα σε κολλημένο γραμμόφωνο αναπαράγουν εμμονικα τις ίδιες και τις ίδιες φωνές:
- “Γίνε απαραίτητος ώστε να μην -μπορούν- παρά να σε αγαπήσουν”
- “Φύγε μακρύτερα για να αυξήσεις τον πόθο της επιστροφής”
- “Να φοβάσαι την μοναξιά, να παραμένεις μόνος, γιατί ο μόνος δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί..”
Και είτε εν τέλει αγαπηθήκαμε μέσω της αντιπαροχής, είτε όχι, είτε αγαπήσαμε ως παρακολουθήματα είτε όχι, η οποια αγάπη μας δεν μπορούσε παρά να είναι η ντοπαμινοεξαρτώμενη κατάσταση ενός μυαλού παγιδευμένου στο αυτοαναφορικό και ανεστραμμένο είδωλο της βαθιάς (και παράλογης) απέχθειας για τον εαυτό και του παραλυτικού (αλλά διόλου παράλογου) φόβου για τον άλλο.
Από τα παραπάνω γίνεται νομίζω ευκρινές το θεμελιώδες και αναντικατάστατο συστατικό κάθε θεραπείας. Την ίδια την θεραπευτική σχέση. Γιατί. όπως σοφά είχε σημειώσει ο Gabor Mate, “Απέναντι στην εξάρτηση δεν στέκει η νηφαλιότητα αλλά η σύνδεση”.
The Beach at Sainte-Adresse Artist: Claude Monet
Η Ομαδική Ψυχοθεραπεία στην κλινική πράξη
Εισαγωγή στην Ομαδική Ψυχοθεραπεία
Η ομαδική ψυχοθεραπεία είναι μια κλινική πρακτική που συνδυάζει την ψυχολογική παρέμβαση με τη δυναμική της ομάδας. Αφορά τη συνάντηση ατόμων που μοιράζονται κοινές προκλήσεις και δυνατότητες, προκειμένου να επωφεληθούν από την υποστήριξη και την αλληλεπίδραση των μελών της ομάδας. Αυτή η μορφή θεραπείας αναδείχθηκε ως σημαντικός τρόπος προσέγγισης των ψυχολογικών θεμάτων, προσφέροντας εναλλακτικές δυνατότητες σε άτομα που μπορεί να δυσκολεύονται να αναζητήσουν ατομική θεραπεία.
Η σημασία της ομαδικής ψυχοθεραπείας δεν περιορίζεται απλώς στην αλληλεπίδραση. Αντιθέτως, αυτές οι συνεδρίες επιτρέπουν στους συμμετέχοντες να μάθουν ο ένας από τον άλλο και να προσφέρουν υποστήριξη, ενισχύοντας ταυτόχρονα την αίσθηση της κοινότητας και της προθυμίας προς την αλλαγή. Ως εκ τούτου, η ομαδική ψυχοθεραπεία αναγνωρίζεται ως εξαιρετικά αποτελεσματική για μια ποικιλία θεμάτων όπως άγχος, κατάθλιψη, και διαταραχές της προσωπικότητας.
Οι θεμελιώδεις αρχές των ομαδικών συνεδριών περιλαμβάνουν την εμπιστοσύνη, την αλληλεπίδραση και την αποδοχή, στοιχεία που διαφοροποιούν την ομαδική από την ατομική ψυχοθεραπεία. Ενώ η ατομική θεραπεία εστιάζει στο ανώτερο ψυχολογικό πρόβλημα του ατόμου, η ομαδική διαδικασία ενθαρρύνει την κοινή εξερεύνηση των συναισθημάτων και των συμπεριφορών μέσα σε ένα πλαίσιο συνοχής και υποστήριξης.
Yalom και Agazarian
Ο Irvin D. Yalom και η Anna A. Agazarian είναι δύο εμβληματικές προσωπικότητες στον τομέα της ομαδικής ψυχοθεραπείας, με πλούσιες ακαδημαϊκές διαδρομές και σημαντικές συνεισφορές στη σύγχρονη ψυχολογία. Ο Yalom, ψυχίατρος και καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, είναι γνωστός για τις θεωρίες του στον τομέα της ομαδικής ψυχοθεραπείας και τη φιλοσοφία της υπαρξιακής ψυχιατρικής. Η επιδραστική του εργασία αφορά την κατανόηση της δυναμικής της ομάδας και των μηχανισμών που εμπλέκονται στη θεραπευτική διαδικασία. Βιβλία του όπως το “The Theory and Practice of Group Psychotherapy” έχουν διαμορφώσει το πεδίο, προσφέροντας πρακτικές οδηγίες στους θεραπευτές και νέα προοπτική στους ασθενείς.
Η Anna A. Agazarian, από την άλλη, έχει συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της θεωρίας των διαπροσωπικών σχέσεων στην ομαδική θεραπεία. Η ακαδημαϊκή της πορεία περιλαμβάνει σπουδές στη διοίκηση και την ψυχολογία, ενσωματώνοντας πτυχές οργανωτικής συμπεριφοράς στο πλαίσιο της ομαδικής ψυχοθεραπείας. Τις αρχές της τις επεξεργάζεται με βάση τις σχέσεις και τη συνεργασία των μελών της ομάδας, εστιάζοντας στις δυναμικές και τις αλληλεπιδράσεις που προκύπτουν. Η εργασία της έχει αναδείξει τη σημασία της ομάδας ως μέσου για την προσωπική ανάπτυξη και την πρόοδο στη θεραπεία.
Οι συμβολές και των δύο έχουν διαμορφώσει τις θεμελιώδεις αρχές της ομαδικής ψυχοθεραπείας, προσφέροντας έναν πλούσιο θεωρητικό και πρακτικό βηματισμό στους επαγγελματίες. Η δουλειά των Yalom και Agazarian συνεχίζει να εμπνέει νέες γενιές θεραπευτών, και οι θεωρίες τους παραμένουν ζωτικής σημασίας για όσους επιθυμούν να κατανοήσουν και να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τις έννοιες της ομαδικής ψυχοθεραπείας.
Η Θεωρία της Ομαδικής Ψυχοθεραπείας του Yalom
Η ομαδική ψυχοθεραπεία αποτελεί έναν από τους πιο αποτελεσματικούς θεραπευτικούς μηχανισμούς, όπως αποδεικνύει η θεωρία του Irvin D. Yalom. Ο Yalom, με την καινοτόμο προσέγγισή του, τόνισε την σημασία της «διευκόλυνσης της ωριμότητας» μέσα σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο. Αυτή η έννοια σχετίζεται με την ικανότητα των μελών της ομάδας να εξελίσσονται προσωπικά και να αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της ζωής τους μέσω της κοινής τους εμπειρίας.
Ένα άλλο κρίσιμο στοιχείο της θεωρίας του Yalom είναι η «εμπιστοσύνη», η οποία είναι θεμελιώδης για την επιτυχία των ομαδικών θεραπευτικών διαδικασιών. Σε ένα περιβάλλον θετικής αλληλεπίδρασης, οι συμμετέχοντες έχουν την ευκαιρία να μοιραστούν προσωπικά τους βιώματα, κάτι που ενισχύει την αίσθηση του «ανήκειν» και της υποστήριξης. Η εμπιστοσύνη επιτρέπει σε κάθε μέλος να αισθάνεται ασφαλές και να εκφράζει ελεύθερα τα συναισθήματά του, συμβάλλοντας έτσι στην ψυχολογική του ανάπτυξη.
Επιπλέον, η «συναισθηματική αλληλεπίδραση» παίζει καθοριστικό ρόλο στην ομαδική ψυχοθεραπεία, καθώς οι συμμετοχές δημιουργούν διαισθητικές συνδέσεις μεταξύ τους. Αυτές οι συνδέσεις μπορεί να οδηγήσουν σε αναγνωρίσεις και διορθωτικές εμπειρίες που εμβαθύνουν την κατανόηση του εαυτού. Μέσω της συναισθηματικής αλληλεπίδρασης, η ομάδα κατανοεί καλύτερα τους κοινούς τους φόβους και τις ελπίδες, προάγοντας έτσι την αλληλοϋποστήριξη και την ανάπτυξη.
Η Θεωρία της Ομαδικής Ψυχοθεραπείας της Agazarian
Η θεωρία της ομαδικής ψυχοθεραπείας της Anna Agazarian προσφέρει μια ουσιαστική προοπτική για τις δυναμικές που αναπτύσσονται μέσα σε μια ομάδα θεραπείας. Από τη στιγμή που οργάνωσε τα θεμελιώδη στοιχεία της ομαδικής θεραπείας, η Agazarian εστίασε στο ρόλο της ομάδας ως σύνολο και όχι μόνο στις ατομικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών. Αυτή η προσέγγιση αναδεικνύει την ανάγκη να κατανοήσουμε την ομάδα σαν ένα αυτόνομο σύστημα, όπου οι σχέσεις και οι ρόλοι των μελών διαθέτουν καθοριστική σημασία για τη θεραπευτική διαδικασία.
Ένα από τα κεντρικά σημεία της θεωρίας της είναι η έννοια των ρόλων που παίζουν τα μέλη εντός της ομάδας. Οι ρόλοι αυτοί είναι ποικίλοι και μπορούν να περιλαμβάνουν όχι μόνο τους θεραπευόμενους αλλά και τον θεραπευτή, και επηρεάζουν τη δυναμική της αλληλεπίδρασης. Η Agazarian διακρίνει τους ρόλους σε λειτουργικούς και μη, υπογραμμίζοντας το πώς η κατανόηση αυτών των ρόλων μπορεί να συμβάλει στην αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Μέσα σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο, οι ρόλοι αυτοί παίζουν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ενός υποστηρικτικού και προοδευτικά θεραπευτικού περιβάλλοντος.
Η Agazarian επίσης εξετάζει τις δυναμικές σχέσεις που αναδύονται καθώς οι θεραπευόμενοι αλληλεπιδρούν ο ένας με τον άλλον. Οι συγκρούσεις, οι συμμαχίες, και οι αλληλεπιδράσεις αυτές προσφέρουν μια βαθύτερη κατανόηση των προσωπικών ζητημάτων των συμμετεχόντων. Με την ανάλυση και το επεξεργασία αυτών των σχέσεων, η ομάδα μπορεί να οδηγηθεί σε θεραπευτική πρόοδο και αυτογνωσία, προσδιόριση των προκλήσεων και ανάπτυξη μιας ομαδικής ταυτότητας. Η ομαδική ψυχοθεραπεία, σύμφωνα με την Agazarian, επιτρέπει τη συσχέτιση και την αναγνώριση των θεραπευτικών διαδικασιών που συμβαίνουν μέσα σε έναν κοινόχρηστο χώρο, καθιστώντας την ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία στον τομέα της ψυχικής υγείας.
Σημασία της Ομαδικής Δυναμικής
Η ομαδική δυναμική παίζει καθοριστικό ρόλο στη θεραπευτική διαδικασία της ομαδικής θεραπείας, επηρεάζοντας όχι μόνο την αποτελεσματικότητα των συνεδριών αλλά και τη συνολική εμπειρία κάθε συμμετέχοντα. Η αποτελεσματική δυναμική της ομάδας καλλιεργεί ένα περιβάλλον όπου τα άτομα αισθάνονται αρκετά ασφαλή ώστε να μοιραστούν τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες τους. Αυτή η αίσθηση ασφάλειας είναι απαραίτητη για την ενθάρρυνση της συμμετοχής και της ανοιχτής επικοινωνίας, που είναι θεμελιώδεις για τη διαδικασία επούλωσης.
Μια σημαντική πτυχή της δυναμικής της ομάδας είναι η προώθηση των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ των μελών. Αυτές οι σχέσεις μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα να αισθάνονται λιγότερο απομονωμένα στους καθώς αναγνωρίζουν ότι οι άλλοι μοιράζονται παρόμοια συναισθήματα και εμπειρίες. Αυτή η αίσθηση σύνδεσης μπορεί να μειώσει τα συναισθήματα μοναξιάς και να ανοίξει το δρόμο για ουσιαστικές ανταλλαγές που συμβάλλουν στην προσωπική ανάπτυξη. Επιπλέον, καθώς τα μέλη αλληλεπιδρούν και μοιράζονται, συχνά αποκτούν γνώσεις για τις δικές τους συμπεριφορές και μοτίβα μέσω σχολίων και παρατηρήσεων που γίνονται από άλλους.
Επιπλέον, η αναγνώριση προσωπικών προτύπων συμπεριφοράς στο πλαίσιο της ομάδας είναι θεμελιώδης για την αυτοανακάλυψη και την αναστοχασμό. Οι συμμετέχοντες μπορούν να εντοπίσουν επαναλαμβανόμενα θέματα στις αλληλεπιδράσεις τους όχι μόνο με τον θεραπευτή αλλά και με τους συνομηλίκους τους. Μια τέτοια αναγνώριση επιτρέπει στα άτομα να κατανοήσουν πώς οι πράξεις και οι αντιδράσεις τους μπορεί να επηρεάσουν τους άλλους και να εξερευνήσουν τα υποκείμενα κίνητρα πίσω από αυτά τα μοτίβα. Αυτή η βαθύτερη κατανόηση μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική αυτογνωσία και να ενθαρρύνει θετικές αλλαγές, τόσο εντός όσο και εκτός του θεραπευτικού πλαισίου.
Ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή, αναγνωρίζοντας τις διαπροσωπικές σχέσεις και καθοδηγώντας τα μέλη προς την αναγνώριση των προτύπων συμπεριφοράς τους, η ομαδική θεραπεία μπορεί να γίνει μια μεταμορφωτική εμπειρία που εμπλουτίζει την αυτογνωσία και ενισχύει τις συνδέσεις μεταξύ των ατόμων.
Ερευνητικά Δεδομένα και Μελέτες Περίπτωσης
Η ομαδική ψυχοθεραπεία έχει αναδειχθεί σε ένα σημαντικό και αποτελεσματικό εργαλείο για την υποστήριξη ατόμων που αντιμετωπίζουν ψυχικές διαταραχές. Στην συστηματική ανασκόπηση των Rosendahl et.al, (2021), η ομαδική ψυχοθεραπεία αποδείχθηκε εξίσου αποτελεσματική με την ατομική ψυχοθεραπεία
Επιπλέον, συγκριτικές αναλύσεις έχουν δείξει ότι οι ομάδες θεραπείας προσφέρουν έναν μοναδικό χώρο για κοινωνική μάθηση και αλληλοκατανόηση, παράγοντες που ενισχύουν τη θεραπευτική διαδικασία. Σύμφωνα με δεδομένα από μια μακροχρόνια μελέτη που αφορούσε περισσότερους από 500 συμμετέχοντες, οι ομάδες θεραπείας αποδείχθηκαν πιο αποτελεσματικές σε μακροχρόνια βάση, βοηθώντας τους συμμετέχοντες να αναπτύξουν καλύτερες δεξιότητες διαχείρισης του άγχους, αλλά και να αποδεχτούν τις δικές τους εμπειρίες μέσω της κοινότητας.
Εφαρμογές στην Ψυχική Υγεία
Η ομαδική ψυχοθεραπεία έχει αναδειχθεί ως ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για την αντιμετώπιση διαφόρων ψυχικών διαταραχών, όπως η κατάθλιψη, το άγχος, και οι διαταραχές προσωπικότητας. Μέσα από την ομαδική διαδικασία, οι συμμετέχοντες μοιράζονται τις εμπειρίες τους και υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον, δημιουργώντας ένα υποστηρικτικό περιβάλλον που διευκολύνει την προσωπική ανάπτυξη και την επίλυση ψυχολογικών προβλημάτων.
Στην περίπτωση της κατάθλιψης, οι ομάδες παρέχουν ένα χώρο όπου τα μέλη μπορούν να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Αυτή η διαδικασία βοηθά στην αποδόμηση του αισθήματος απομόνωσης που συνοδεύει τη διαταραχή, ενισχύοντας ταυτόχρονα τη συλλογική ενσυναίσθηση και κατανόηση. Συχνά χρησιμοποιούνται τεχνικές όπως η θετική αναδόμηση σκέψεων και η ενθάρρυνση της ενεργούς συμμετοχής, προκειμένου να προαχθεί η αυτοεκτίμηση των συμμετεχόντων.
Όσον αφορά τις διαταραχές άγχους, η ομαδική ψυχοθεραπεία περιλαμβάνει στρατηγικές για την ανάπτυξη δεξιοτήτων ψυχολογικής αντοχής, οι συμμετέχοντες μαθαίνουν να αναγνωρίζουν και να αντιμετωπίζουν τους μη εποικοδομητικούς τρόπους σκέψης. Επίσης, η αλληλεπίδραση με άλλους οι οποίοι αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις συμβάλλει στην απορρόφηση του άγχους και στην ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων.
Τέλος, σε περιπτώσεις διαταραχών προσωπικότητας, οι ομαδικές συνεδρίες προσφέρουν ένα μοναδικό πλαίσιο για τη μελέτη των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και των μηχανισμών άμυνας των συμμετεχόντων. Οι τεχνικές που εστιάζουν στη διαχείριση των σχέσεων και στην ανάπτυξη ενσυναίσθησης αποδεικνύονται κρίσιμες, καθώς οι συμμετέχοντες προσεγγίζουν τις συναισθηματικές τους προκλήσεις από διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Προκλήσεις και Οριοθετήσεις στην Ομαδική Ψυχοθεραπεία
Η ομαδική ψυχοθεραπεία, παρά τα πλεονεκτήματά της, συνοδεύεται από πολλές προκλήσεις που οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας πρέπει να διαχειριστούν. Μία από τις κύριες προκλήσεις είναι οι περιορισμοί που επιβάλλει η ίδια η ομάδα στη διαδικασία της θεραπείας. Η παρουσία πολλών ατόμων με διαφορετικές προσδοκίες και ανάγκες μπορεί να καταστήσει δύσκολη την ευθυγράμμιση της θεραπευτικής προσέγγισης. Η προσαρμογή των τεχνικών και των στρατηγικών στις ειδικές απαιτήσεις κάθε μέλους αποτελεί μια σημαντική πρόκληση για τον θεραπευτή.
Επιπλέον, οι δυσκολίες επικοινωνίας ανάμεσα στα μέλη της ομάδας μπορεί να προκαλέσουν εμπόδια στην πρόοδο της θεραπείας. Οι διαφορές στον τρόπο έκφρασης, η παρόρμηση ή ο φόβος να εκφράσουν κάποια συναισθήματα μπορεί να συμβάλλουν σε παρεξηγήσεις και συγκρούσεις. Ο θεραπευτής καλείται να εντοπίσει και να διαχειριστεί αυτές τις δυναμικές, προκειμένου να επιτύχει έναν ασφαλή και υποστηρικτικό χώρο.
Σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία της ομαδικής ψυχοθεραπείας είναι η ικανότητα του θεραπευτή να θέσει σαφή όρια. Η καθορισμένη δομή της ομάδας, οι κανόνες συμμετοχής, η εμπιστευτικότητα και η αμοιβαία στήριξη είναι κρίσιμα στοιχεία που συμβάλλουν στην αποτελεσματική θεραπευτική διαδικασία. Ο θεραπευτής θα πρέπει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου οι συμμετέχοντες θα αισθάνονται ασφαλείς να εκφραστούν, ενώ παράλληλα θα διατηρεί τη dynamiki της ομάδας λειτουργική και εποικοδομητική.
Συμπεράσματα και Μελλοντικές Προοπτικές
Η ομαδική ψυχοθεραπεία έχει αναδειχθεί ως μια αποτελεσματική μέθοδος θεραπείας, παρέχοντας μοναδικές ευκαιρίες για θεραπευτική δράση μέσα από την αλληλεπίδραση και την υποστήριξη ομάδων. Όλο και περισσότεροι θεραπευτές αναγνωρίζουν την αξία των ομαδικών συναντήσεων, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη νέων προσεγγίσεων και μοντέλων.
Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές προκλήσεις. Η ανάγκη για εξειδικευμένη εκπαίδευση των θεραπευτών και η κριτική αξιολόγηση των μεθόδων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας είναι σημεία που απαιτούν προσοχή. Παράλληλα, η επιτυχία της ομαδικής ψυχοθεραπείας θα μπορούσε να ενισχυθεί μέσω περαιτέρω ερευνών που θα διερευνούν τις διαφορετικές προσεγγίσεις και την εφαρμογή τους σε ποικίλες πληθυσμιακές ομάδες.
Η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και η εξερεύνηση της διαδικτυακής ψυχοθεραπείας προσφέρουν ευχάριστες προοπτικές για το μέλλον, διευρύνοντας τις δυνατότητες πρόσβασης στη θεραπεία και δημιουργώντας νέες δυναμικές στις ομαδικές δυναμικές.
Βιβλιογραφία
Agazarian, Y.M. (2012). Systems-centered group psychotherapy: Putting theory into practice. InternationalJournal of Group Psychotherapy, 62(2) 171-195. doi: 10.1521/ijgp.2012.62.2.171
Rosendahl, J., Alldredge, C. T., Burlingame, G. M., & Strauss, B. (2021). Recent Developments in Group Psychotherapy Research. American Journal of Psychotherapy, 74(2). https://doi.org/10.1176/appi.psychotherapy.20200031
Rusu, Alina Simona, and Rebecca Davis. “Interdisciplinary Approach of Yalom’s Group Therapy Factors: A Theoretical Model for Including Animal Presence in Social Work Education and Practice.” Frontiers in Veterinary Science, vol. 9, no. 9, 12 Oct. 2022, p. 1024355, www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC9596786/, https://doi.org/10.3389/fvets.2022.1024355.
Το γονεικό στύλ μεταβάλεται καθώς οι επιστήμονες ξεκλειδώνουν τα μυστικά του παιδικού εγκεφάλου
Laura Hood- Politics Editor & Assistant Editor, The Conversation UK
Ένας φίλος μου είπε πρόσφατα: «Είναι τόσο εύκολο να κάνω την κόρη μου να συμπεριφερθεί σωστά μετά τα γενέθλιά της – υπάρχουν τόσα πολλά νέα παιχνίδια που μπορώ να της αποσπάσω όταν είναι κακή!»
Αν και υπάρχει σίγουρα μια μεγάλη επιθυμία για ένα τόσο ισχυρό γονεϊκό hack, η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν σημαντικά μειονεκτήματα στην ανατροφή των παιδιών με τιμωρίες.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι επιστήμονες ανακαλύπτουν όλο και περισσότερα για τον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο. Αυτή η εξερεύνηση της νευροβιολογίας έχει οδηγήσει σε νέους τύπους θεραπειών του τραύματος, σε βαθύτερη κατανόηση του νευρικού συστήματος και σε κατανόηση του τρόπου με τον οποίο περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες αλληλεπιδρούν για να διαμορφώσουν τη συμπεριφορά ενός παιδιού.
Καθώς η επιστήμη εξελίσσεται, περισσότερες στρατηγικές που βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα διαχέονται σε προγράμματα γονικής μέριμνας και εκπαίδευσης. Η έρευνα προσφέρει μερικούς χρήσιμους οδηγούς για το πώς οι γονείς και οι φροντιστές μπορούν να αλλάξουν τους τρόπους της συμπεριφοράς τους απέναντι στα παιδια ώστε να προωθήσουν την υγιή τους ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη.
Εχει πλέον αποδειχθεί ότι πολλές γονικές και εκπαιδευτικές προσεγγίσεις της παλιάς σχολής που βασίζονται σε ξεπερασμένα μοντέλα συμπεριφοράς δεν είναι αποτελεσματικές, ούτε αποτελούν βέλτιστη πρακτική, ιδιαίτερα για τα πιο ευάλωτα παιδιά.
Γιατί η μέθοδος της "παλιάς σχολής" είναι προβληματική
Είμαι επιστήμονας της συμπεριφοράς και καθηγητής δημόσιας υγείας με πτυχία στα μαθηματικά και τη βιοστατιστική. Όταν τα παιδιά μου ήταν μικρά, διάβασα όλα τα βιβλία για γονείς και εφάρμοσα μια κάπως ακαδημαϊκή στρατηγική στη δουλειά μου ως γονείς. Υποστήριξα σθεναρά τις συμβατικές συστάσεις από συγγραφείς και παιδιάτρους: Έστειλα ευσυνείδητα τα παιδιά μου στα δωμάτιά τους για να σκεφτούν τις επιλογές τους και επέβαλα συνέπειες με κάθε δυνατό τρόπο.
Μόλις τα παιδιά μου έφτασαν στο γυμνάσιο και το λύκειο, άρχισα να βλέπω τι μας κόστιζε η εστιασμένη στην πειθαρχία προσέγγισή μου.
Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί έχουν από καιρό υιοθετήσει αρχές που σταχυολογήθηκαν από πειράματα του ερευνητή του 20ου αιώνα B.F. Skinner, ενός συμπεριφορικού ψυχολόγου που μελέτησε πώς οι ανταμοιβές και οι τιμωρίες θα μπορούσαν να αλλάξουν τη συμπεριφορά των αρουραίων, με αποτέλεσμα τις κλασικές στρατηγικές καρότου και μαστιγίου, ανταμοιβής και πειθαρχίας. Με απλά λόγια, οι αρουραίοι που συμπεριφέρθηκαν με τον τρόπο που ήθελαν οι ερευνητές – πιέζοντας ένα μοχλό – έλαβαν μια λιχουδιά και οι αρουραίοι που δεν συμπεριφέρθηκαν έλαβαν ένα ελαφρύ σοκ.
Αυτά τα πειράματα στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, βασισμένα σε αρουραίους διαμόρφωσαν μια γονεϊκή προσέγγιση που έπιασε στην αμερικανική κουλτούρα και γρήγορα έγινε δόγμα. Γενιές γονέων έμαθαν να χρησιμοποιούν ανταμοιβές όπως γραφήματα με αυτοκόλλητα, μπιχλιμπίδια ή παιχνίδια ή μια επιπλέον ιστορία πριν τον ύπνο για να ενισχύσουν τις συμπεριφορές που ήλπιζαν να δουν περισσότερο και να χρησιμοποιούν αρνητική ενίσχυση, όπως τάιμ άουτ και απώλεια προνομίων για να μειώσουν τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές.
Αλλά ξεκινώντας από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, πολλοί συγγραφείς άρχισαν να θεωρούν ότι αυτές οι στρατηγικές δεν ήταν μόνο αναποτελεσματικές αλλά και δυνητικά επιβλαβείς.
Ο B.F. Skinner μελέτησε κυρίως αρουραίους και περιστέρια για να δει πώς τα ζώα μαθαίνουν και τροποποιούν τη συμπεριφορά τους ως απόκριση σε διαφορετικά ερεθίσματα και συνέπειες.
Η νευροεπιστήμη της συμπεριφοράς του παιδιού
Όλοι έχουμε μια ενσωματωμένη απόκριση του νευρικού συστήματος που μας προετοιμάζει για «μάχη ή φυγή» όταν νιώθουμε ότι απειλείται η ασφάλειά μας. Όταν αισθανόμαστε κίνδυνο για οποιονδήποτε λόγο, η καρδιά μας χτυπά πιο γρήγορα, οι παλάμες μας ιδρώνουν και η εστίασή μας στενεύει. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο προμετωπιαίος φλοιός μας το τμήμα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για την ορθολογική λήψη αποφάσεων και τη συλλογιστική – παροπλίζεται ενώ το σώμα μας προετοιμάζεται να αποκρούσει την απειλή. Μόνο όταν υποχωρήσει η αντίδρασή μας στην απειλή, μπορούμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πιο καθαρά με τον προμετωπιαίο φλοιό μας. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα παιδιά.
Σε αντίθεση με τους ενήλικες που συνήθως έχουν αποκτήσει κάποια ικανότητα να ρυθμίζουν τις καταστάσεις του νευρικού τους συστήματος, ένα παιδί έχει τόσο ανώριμο νευρικό σύστημα όσο και υπανάπτυκτο προμετωπιαίο φλοιό. Ένα παιδί μπορεί να χτυπήσει τον φίλο του με ένα φορτηγό παιχνίδι επειδή δεν μπορεί να διαχειριστεί τα τρομακτικά συναισθήματα του να μείνει έξω από το παιχνίδι. Πιθανότατα ξέρει να συμπεριφέρεται καλύτερα, αλλά μπροστά σε αυτήν την απειλή ο επιβιωτικός εγκέφαλος του ανταποκρίνεται με μια απάντηση «μάχης» και η λογική κλείνει καθώς ο προμετωπιαίος φλοιός του χρειάζεται λίγο χρόνο για να «επανασυνδεθεί». Επειδή δεν είναι ακόμη σε θέση να εκφράσει λεκτικά τις ανάγκες του, οι φροντιστές πρέπει να ερμηνεύσουν αυτές τις ανάγκες παρατηρώντας τη συμπεριφορά.
Μετά τη συν ρύθμιση με έναν ήρεμο ενήλικα – ουσιαστικά συγχρονίζεται με το νευρικό του σύστημα – ένα μικρό παιδί είναι σε θέση να επιστρέψει σε μια ήρεμη κατάσταση και στη συνέχεια να επεξεργαστεί οποιαδήποτε μάθηση. Οι προσπάθειες αλλαγής της συμπεριφοράς ενός παιδιού σε μια στιγμή άγχους, συμπεριλαμβανομένων των τιμωριών και των τάιμ άουτ, χάνουν μια ευκαιρία για την ανάπτυξη δεξιοτήτων συναισθηματικής ρύθμισης και συχνά παρατείνουν την αγωνία.
Τα συμπεριφοριστικά μοντέλα απλά δεν λειτουργούν πολύ καλά για τα παιδιά. Η αυξανόμενη κατανόηση του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου των παιδιών καθιστά σαφές ότι η τιμωρία ενός παιδιού για ένα ξέσπασμα θυμού ή για «κακή συμπεριφορά» αρπάζοντας ένα παιχνίδι από έναν συμμαθητή δεν έχει περισσότερο νόημα από το να κάνεις διάλεξη σε έναν άνδρα σε καρδιακή ανακοπή για την κατανάλωση λιγότερης ζάχαρης.
Η γονική μέριμνα με βάση τη νευροεπιστήμη είναι πιο αποτελεσματική από τις παραδοσιακές επιπλήξεις και χτίζει εμπιστοσύνη, σύνδεση και συναισθηματική ρύθμιση.
Η περιέργεια είναι το κλειδί για τη σύνδεση
Οι επιστήμονες και οι ειδικοί σε θέματα γονέικότητας έχουν προχωρήσει πολύ προς την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η επιστήμη του εγκεφάλου μπορεί να ενημερώσει την ανατροφή των παιδιών.
Αν και οι ερευνητές μπορεί να μην συμφωνούν για το πιο αποτελεσματικό στυλ ανατροφής, υπάρχει γενική συμφωνία ότι η εκδήλωση περιέργειας για τα συναισθήματα, τις συμπεριφορές, τις αντιδράσεις και τις επιλογές των παιδιών μπορεί να βοηθήσει στην καθοδήγηση της προσέγγισης των γονέων σε στρεσογόνες στιγμές. Η κατανόηση περισσότερων σχετικά με το γιατί ένα παιδί δεν συμπλήρωσε το φύλλο μαθηματικών του ή γιατί ένα μικρό παιδί πέταξε άμμο στον ξάδερφό του, μπορεί να υποστηρίξει την πραγματική μάθηση.
Ο συντονισμός με τα παιδιά μας κατανοώντας τις αντιδράσεις του νευρικού τους συστήματος βοηθά τα παιδιά να αισθάνονται μια αίσθηση ασφάλειας, η οποία στη συνέχεια τους επιτρέπει να απορροφούν την ανατροφοδότηση. Τα παιδιά που αισθάνονται αυτή τη σύνδεση και αναπτύσσουν αυτές τις δεξιότητες είναι πολύ λιγότερο πιθανό να πετάξουν φορτηγά.
Για παράδειγμα, όταν το παιδί σας ταράζεται για καραμέλες στην ουρά του ταμείου στο παντοπωλείο, αντί να αφαιρέσετε την απογευματινή εκδρομή στο πάρκο, δοκιμάστε αυτό:
- Μείνετε προσγειωμένοι. Μια βαθιά αναπνοή και μια παύση δίνουν σήμα στο δικό σας νευρικό σύστημα να είναι πιο ήρεμο, κάτι που σας επιτρέπει να συνρυθμίζετε με ένα παιδί που ταράζει.
- Να είστε διαθέσιμοι. Το να μένετε κοντά δίνει στο παιδί σας την υποστήριξη που χρειάζεται για να ξεπεράσει το δύσκολο συναίσθημα. Η επικύρωση της εμπειρίας ενός παιδιού μπορεί να βοηθήσει πολύ στο να το βοηθήσει να επανέλθει σε μια πιο ρυθμισμένη κατάσταση.
- Κρατήστε ένα όριο. Με το να μην ενδίδετε στην αγορά καραμέλας, βοηθάτε το παιδί σας να εξασκηθεί στο πώς να χειρίζεται το συναίσθημα του θυμού και της απογοήτευσης – που ονομάζεται «ανοχή στην αγωνία» – με την υποστήριξή σας.
- Σκεφτείτε τις περιστάσεις. Αφού όλοι είναι πιο ήρεμοι, μπορείτε να μιλήσετε για αυτήν την εμπειρία και επίσης να παρατηρήσετε τις συνθήκες. Ήταν το παιδί σας πεινασμένο ή κουρασμένο ή ίσως αναστατωμένο για κάτι από τη μέρα του;
Η ανατροφή των παιδιών με την κατανόηση του αναπτυσσόμενου εγκεφάλου ενός παιδιού είναι πολύ πιο αποτελεσματική στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των παιδιών και ανοίγει το δρόμο για συναισθηματική ανάπτυξη για όλους, καθώς και ισχυρότερες σχέσεις γονέα-παιδιού, οι οποίες είναι εξαιρετικά προστατευτικές. Και αυτό σίγουρα είναι καλύτερο από το να τους αφαιρέσεις τα δώρα γενεθλίων.
Photo by Alexander Grey: https://www.pexels.com/photo/person-making-clay-figures-1449934/
This article is republished from The Conversation under a Creative Commons license. Read the original article.
Οι επιδράσεις των δυσμενών εμπειριών της παιδικής ηλικίας στη ανάπτυξη
Εισαγωγή στις Δυσμενείς Εμπειρίες της Παιδικής Ηλικίας
Οι Δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, γνωστές και ως ACES (Adverse Childhood Experiences), αναφέρονται σε πρωτόγνωρες, αρνητικές εμπειρίες που προκύπτουν κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της ζωής ενός ατόμου και μπορούν να επηρεάσουν την ψυχολογική του ανάπτυξη. Αυτές οι εμπειρίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη σωματική ή συναισθηματική κακοποίηση, την παραμέληση, την παρουσία ψυχικής ασθένειας ή βίας στον οικογενειακό κύκλο, και την απώλεια ενός γονέα λόγω θανάτου, χωρισμού ή φυλάκισης. Η ύπαρξή τους συνδέεται με μια σειρά προβλημάτων στην ψυχική και σωματική υγεία, γεγονός που καθιστά την κατανόηση αυτών των παραγόντων κρίσιμη για την πρόληψη και την παρέμβαση.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα τις δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, είναι χρήσιμο να αναφέρουμε τις κοινές κατηγοριοποιήσεις που χρησιμοποιούνται στην έρευνα. Οι ACES μπορούν να χωριστούν σε τρεις βασικές κατηγορίες: την κακοποίηση, την παραμέληση και τις συνθήκες που συνδέονται με την οικογενειακή αναταραχή. Αυτές οι κατηγορίες βοηθούν στην κατηγοριοποίηση των εμπειριών και προσφέρουν μια δομή για την προώθηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με τις συνέπειες που αυτές οι εμπειρίες μπορεί να έχουν στην υγεία και την ευημερία ενός ατόμου.
Στατιστικά στοιχεία αποκαλύπτουν την εκτεταμένη φύση των ACES. Έρευνες έχουν δείξει ότι πάνω από το 60% των ατόμων μπορεί να έχουν βιώσει τουλάχιστον μία δυσμενή εμπειρία κατά την παιδική τους ηλικία, ενώ σχεδόν το 15% μπορεί να έχει υποστεί τρεις ή περισσότερες. Οι πληροφορίες αυτές υπογραμμίζουν την ανάγκη για προγράμματα παρέμβασης και υποστήριξης, στοχεύοντας να μειώσουν την επίπτωση αυτών των εμπειριών και τις σχετικές τους συνέπειες σε μια κοινωνία που επιδιώκει την πρόοδο και την ευημερία του συνόλου.
Βιολογικές επιδράσεις των ACE
Οι δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας (ACE) έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν σημαντικές βιολογικές μεταβολές στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και του σώματος ενός ατόμου. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, οι βιωμένες τραυματικές καταστάσεις μπορεί να επηρεάσουν τη νευροβιολογία του εγκεφάλου και να επηρεάσουν την παραγωγή ορμονών που σχετίζονται με το άγχος. Συγκεκριμένα, οι ACE είναι γνωστό ότι προκαλούν αύξηση των επιπέδων κορτιζόλης, της κυρίαρχης ορμόνης του άγχους, η οποία μπορεί να έχει επιβλαβείς συνέπειες για τη λειτουργία του εγκεφάλου και την ψυχική υγεία.
Η υψηλή έκθεση σε κορτιζόλη μπορεί να οδηγήσει σε διαταραχές στην πλαστικότητα του εγκεφάλου, μια κρίσιμη διαδικασία που επιτρέπει την προσαρμογή και την επανακατασκευή των νευρωνικών συνδέσεων. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα αλλαγές στις γνωστικές λειτουργίες, όπως η μνήμη και η μάθηση, καθώς και στις συναισθηματικές αντιδράσεις. Στις περιπτώσεις των παιδιών που βιώνουν συνεχείς δυσμενείς εμπειρίες, οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να είναι ακόμα πιο εκτενείς, οδηγώντας σε σειρά συμπεριφορικών και ψυχολογικών προβλημάτων στην ενήλικη ζωή.
Επιπλέον, οι ACE μπορούν να προκαλέσουν μακροχρόνιες βιολογικές επιδράσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα, καθιστώντας τα άτομα πιο ευάλωτα σε ασθένειες. Αυτό συμβαίνει διότι η χρόνια στρεσαρισμένη κατάσταση μπορεί να εξαντλήσει τους μηχανισμούς άμυνας του οργανισμού. Άτομα που έχουν υποστεί ACE συχνά παρουσιάζουν μεγαλύτερη συχνότητα χρόνιων παθήσεων, όπως καρδιοπάθειες και διαβήτη, γεγονός που υποδηλώνει τη θεμελιώδη σημασία των πρώιμων βιολογικών επιδράσεων στην ευημερία της υγείας στην ενήλικη ζωή.
Ψυχολογικές συνέπειες
Οι δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, γνωστές και ως ACE (Adverse Childhood Experiences), έχουν αποδειχθεί ότι ασκούν σημαντική επιρροή στην ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών. Αυτές οι εμπειρίες ενδέχεται να περιλαμβάνουν σωματική ή ψυχολογική κακοποίηση, αμέλεια, ή ακόμα και τη βιώση έντονου συναισθηματικού στρες εντός της οικογένειας. Όταν τα παιδιά εκτίθενται σε τέτοιες καταστάσεις, οι συνέπειες μπορεί να είναι μακροχρόνιες και να επηρεάσουν την ψυχική τους υγεία.
Μία από τις κύριες ψυχολογικές επιπτώσεις που μπορεί να προκύψει είναι η ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών. Οι έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά που έχουν βιώσει ACE είναι πιο επιρρεπή σε διαταραχές άγχους, οι οποίες εκδηλώνονται με συμπτώματα όπως οι φοβίες και οι κρίσεις πανικού. Οι διαταραχές αυτές, πέρα από την αναστάτωση που προκαλούν στα ίδια τα παιδιά, μπορούν επίσης να επηρεάσουν τις κοινωνικές τους σχέσεις και την ικανότητά τους να λειτουργούν σε καθημερινές καταστάσεις.
Επιπλέον, η κατάθλιψη είναι επίσης μια κοινή συνέπεια των δυσμενών εμπειριών. Τα παιδιά που βιώνουν αβοήθητες καταστάσεις συχνά αισθάνονται μοναξιά, απελπισία και χαμηλή αυτοεκτίμηση, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρές καταθλιπτικές διαταραχές. Συναισθηματικές δυσκολίες όπως η ανικανότητα για κατανοητή και έκφραση των συναισθημάτων τους μπορούν ακόμα να προστεθούν στις ψυχολογικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Είναι φανερό ότι οι ψυχολογικές συνέπειες των ACE θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη ζωή ενός παιδιού σε πολλές πτυχές, αθορίζοντας την πορεία της ανάπτυξής του και την ευημερία του στο μέλλον.
Κοινωνικές και Σχέσεις Επιδράσεις
Οι δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας (ACEs) έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις κοινωνικές σχέσεις και τις διαπροσωπικές ικανότητες των ατόμων καθώς μεγαλώνουν. Οι εν λόγω εμπειρίες συχνά προκαλούν μια σειρά από συναισθηματικές και ψυχολογικές δυσκολίες, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα ενός ατόμου να αναπτύξει και να διατηρήσει σχέσεις. Για παράδειγμα, τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση ή παραμέληση τείνουν να αναπτύσσουν ανασφάλεια στις σχέσεις τους, κάτι που μπορεί να εκδηλωθεί ως δυσκολία στη διαχείριση των συναισθημάτων ή και στην κατανόηση των κοινωνικών ενδείξεων.
Συγκεκριμένα, οι πρώιμες τραυματικές εμπειρίες ενδέχεται να προκαλέσουν αυξημένο άγχος και αναβλητικότητα σε κοινωνικές καταστάσεις. Τα άτομα που έχουν βιώσει ACE μπορεί να είναι πιο επιρρεπή στη μοναξιά και την απομόνωση, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν κοινωνικές συναναστροφές που μπορεί να τους φαίνονται απειλητικές. Επιπλέον, η έλλειψη θετικών προτύπων σχέσεων κατά την παιδική ηλικία μπορεί να περιορίσει την ικανότητα των ενηλίκων να επιδείξουν υγιείς δεξιότητες επικοινωνίας, καθιστώντας τους λιγότερο ικανούς να εκφράσουν τις ανάγκες και τα συναισθήματά τους.
Αυτές οι συνέπειες μπορούν να διαιωνίζονται και να επηρεάζουν τη δυναμική των προσωπικών και επαγγελματικών σχέσεων. Δυστυχώς, οι έντονα αυξημένες συγκρούσεις και οι παρεξηγήσεις μπορεί να γίνουν μέρος της καθημερινότητας για άτομα που έχουν αυτού του είδους τις εμπειρίες. Ως αποτέλεσμα, η ανάπτυξη υγιών και υποστηρικτικών σχέσεων μπορεί να γίνει δύσκολη, επηρεάζοντας αρνητικά την ψυχική υγεία και την ευημερία τους.
Εκπαίδευση και Ακαδημαϊκή Απόδοση
Η εκπαίδευση και η ακαδημαϊκή επίδοση είναι κρίσιμοι τομείς που επηρεάζονται άμεσα από τις δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, γνωστές και ως Αρχικές Δυσμενείς Εμπειρίες (ACE). Αυτές οι εμπειρίες, που περιλαμβάνουν την κακοποίηση, την παραμέληση ή την έκθεση σε οικογενειακή βία, έχουν αποδεδειγμένα αρνητικές επιπτώσεις στην αναπτυξιακή πορεία των παιδιών. Έχει διαπιστωθεί ότι τα παιδιά που έχουν υποστεί ACE είναι πιο πιθανό να εμφανίζουν χαμηλές σχολικές επιδόσεις, λόγω της δυσκολίας τους να συγκεντρωθούν και να συμμετάσχουν ενεργά στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Επιπλέον, αυτές οι επιπτώσεις επεκτείνονται και στην συμπεριφορά τους στην τάξη. Τα παιδιά που προέρχονται από δυσμενείς περιβάλλοντα συχνά παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς, όπως επιθετικότητα, άγχος ή απομόνωση, τα οποία ενδέχεται να παρεμποδίζουν την εκπαιδευτική τους πρόοδο. Η αντίληψη τους για το σχολικό περιβάλλον μπορεί επίσης να διαφέρει, με αποτέλεσμα να βιώνουν το σχολείο ως απειλητικό ή ενοχλητικό χώρο αντί ενός ασφαλούς και υποστηρικτικού περιβάλλοντος.
Η αλληλεπίδραση των ACE με τις ακαδημαϊκές επιδόσεις ενδέχεται να ενισχυθεί από παράγοντες όπως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση της οικογένειας και η διαθεσιμότητα υποστηρικτικών υπηρεσιών και πόρων. Τα παιδιά που δεν έχουν πρόσβαση σε εξωτερικές υποστηρικτικές δομές μπορεί να αντιμετωπίσουν πρόσθετους περιορισμούς στην εκπαίδευσή τους. Οι εκπαιδευτικές παρεμβάσεις που εστιάζουν στην ψυχοκοινωνική υποστήριξη μπορούν να συμβάλλουν στην ανατροπή των αρνητικών επιδράσεων των ACE, προάγοντας τη σχολική επιτυχία και ευημερία των μαθητών.
Στρατηγικές Παρέμβασης
Η παρέμβαση για τα άτομα που έχουν βιώσει Αρνητικές Εμπειρίες της Παιδικής Ηλικίας (ACE) είναι κρίσιμη για την αποκατάσταση και την ψυχολογική τους ευημερία. Υπάρχουν διάφορες στρατηγικές και προγράμματα που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά στην υποστήριξη αυτών των ατόμων, με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και την προώθηση θετικής ανάπτυξης.
Θεραπεία πρώτης γραμμής θεωρείται η ψυχοθεραπεία, ιδαίτερα οι παρεμβάσεις που εστιάζουν στις επιπτώσεις του τραύματος. Αξιοσημείωτες είναι οι ομαδικές συνεδρίες υποστήριξης, οι οποίες προσφέρουν ένα ασφαλές περιβάλλον για την καλλιέργεια της κοινότητας και της αλληλεγγύης. Οι συμμετέχοντες μοιράζονται τις εμπειρίες τους, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη συνειδητοποίηση και αποδοχή των συναισθημάτων τους. Αυτού του είδους η παρέμβαση έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει την ψυχική υγεία και την κοινωνική αλληλεπίδραση.
Επιπλέον, πολλές κοινωνικές υπηρεσίες παρέχουν υποστήριξη μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων και συμβουλευτικών υπηρεσιών που στοχεύουν στην ενίσχυση των γονικών ικανοτήτων και την πρόληψη περαιτέρω δυσκολιών για τα παιδιά. Η εκπαίδευση γονέων είναι καθοριστική για την ανάπτυξη θετικών σχέσεων και τη διασφάλιση ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος. Συνολικά, η συνδυασμένη χρήση διαφορετικών παρεμβάσεων μπορεί να συμβάλει στη θετική εξέλιξη της ζωής των ατόμων που έχουν υποστεί ACE.
Αυτορυθμιζόμενες Στρατηγικές και Ανθεκτικότητα
Η παιδική ηλικία είναι μια κρίσιμη περίοδος για την ανάπτυξη ψυχολογικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων. Οι δυσμενείς εμπειρίες, όπως η κακοποίηση ή η αμέλεια, μπορούν να έχουν μακροχρόνιες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία ενός ατόμου. Ωστόσο, οι στρατηγικές αυτορύθμισης και η ανάπτυξη ανθεκτικότητας προσφέρουν σημαντικά εργαλεία για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που προκύπτουν από αυτές τις εμπειρίες. Η αυτορύθμιση περιλαμβάνει την ικανότητα των ατόμων να κατανοούν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, τις σκέψεις τους, και τις συμπεριφορές τους. Μέσω τεχνικών, όπως η αναγνώριση των συναισθημάτων, η θετική σκέψη, και η αυτοσυγκέντρωση, τα άτομα μπορούν να βελτιώσουν την συναισθηματική τους κατάσταση.
Η ανθεκτικότητα, δηλαδή η ικανότητα να ανακάμπτουν από τις δυσκολίες, είναι καθοριστική στην πορεία προς την ψυχική ευημερία. Τα άτομα που έχουν αναπτύξει ανθεκτικότητα είναι πιο ικανά να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής, επανεξετάζοντας τις προκλήσεις ως ευκαιρίες για ανάπτυξη και μάθηση. Η υποστήριξη από το κοινωνικό περιβάλλον καθώς και η ανάπτυξη θετικών σχέσεων με άλλους είναι επίσης κρίσιμα στοιχεία στην οικοδόμηση της ανθεκτικότητας.
Η θετική ψυχολογία προωθεί στρατηγικές που ενισχύουν την αυτοεκτίμηση και την ικανότητα των ατόμων να σκέφτονται θετικά, συμβάλλοντας στην εσωτερική ισορροπία. Μέσω της θετικής σκέψης και επιβεβαίωσης, τα άτομα μπορούν να εστιάσουν στις ικανότητές τους και τα θετικά στοιχεία της ζωής τους, μειώνοντας τις αρνητικές επιπτώσεις των ACE. Αυτές οι στρατηγικές αυτορύθμισης και ανθεκτικότητας δημιουργούν ένα υποστηρικτικό δίχτυ που επιτρέπει στα άτομα να προχωρήσουν στη διαδικασία θεραπείας, και η υιοθέτησή τους είναι καθοριστική για τη διαχείριση των συνεπειών των δυσμενών εμπειριών της παιδικής ηλικίας.
Κοινωνικοπολιτικές Διαστάσεις
Η κατανόηση των δυσμενών εμπειριών της παιδικής ηλικίας (ACE) απαιτεί μια σφαιρική ανάλυση των κοινωνικοπολιτικών πτυχών που τις περιβάλλουν. Οι ACE δεν επηρεάζουν μόνο το άμεσο περιβάλλον του παιδιού, αλλά προσδιορίζονται και από τις πολιτικές υγείας, εκπαίδευσης και ευημερίας που ισχύουν στη κοινωνία. Η συνολική υγεία και ευημερία των νέων μπορεί να διαμορφωθεί από την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, την ποιότητα της εκπαίδευσης και τα υποστηρικτικά κοινωνικά δίκτυα.
Πολιτικές που ενισχύουν τη στήριξη οικογενειών με παιδιά, ειδικά σε περιοχές υψηλού κινδύνου, μπορούν να συμβάλλουν στην πρόληψη ACE. Οι κοινωνικές υπηρεσίες που παρέχουν βοήθεια σε οικογένειες με προβλήματα, όπως η στέγαση, η απασχόληση και η ψυχολογική στήριξη, παίζουν κρίσιμο ρόλο στη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης δυσμενών εμπειριών. Η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να αλλάξει δραστικά το μέλλον των νέων και να συμβάλει στην ανάπτυξη υγιών σχέσεων και συναισθηματικής σταθερότητας.
Η εκπαίδευση αποτελεί άλλο ένα σημαντικό εργαλείο. Εκπαιδευτικά προγράμματα που προάγουν την κοινωνική και συναισθηματική μάθηση μπορούν να προσφέρουν στους νέους τις δεξιότητες που χρειάζονται για να ξεπεράσουν προκλήσεις. Τα σχολεία, ως θεσμοί, πρέπει να ενσωματώνουν στρατηγικές παρέμβασης που εστιάζουν στην ψυχική υγεία και την αναγνώριση των ACE. Η έννοια της συλλογικής ευθύνης για την ευημερία των παιδιών πρέπει να πηγάζει από τις πολιτικές επιλογές και τη δέσμευση της κοινωνίας στο σύνολό της.
Συμπεράσματα και Προτάσεις
Οι δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας (ACE) ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ανάπτυξη των παιδιών, επηρεάζοντας όχι μόνο τη συναισθηματική και ψυχολογική τους υγεία αλλά και τη σωματική τους ευημερία. Αυτές οι εμπειρίες συμβάλλουν σε μεγαλύτερη ευπάθεια σε ψυχικές διαταραχές, κοινωνικά προβλήματα και ακόμη και χρόνιες ασθένειες στην ενήλικη ζωή. Η κατανόηση της φύσης και της διάρκειας αυτών των στρατηγικών επεμβάσεων είναι κρίσιμη για τη μείωση των συνεπειών που προκαλούν.
Αξιολογώντας τα αποτελέσματα που προβλήθηκαν, προκύπτει ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα σε στρατηγικές παρέμβασης που επικεντρώνονται στην πρόληψη και υποστήριξη των ατόμων που είχαν βιώσει δυσμενείς εμπειρίες στην παιδική τους ηλικία. Αυτές οι παρεμβάσεις θα πρέπει να ενσωματώνουν εκπαιδευτικά προγράμματα για γονείς και φροντιστές, που να προάγουν υγιείς προσεγγίσεις ανατροφής και να ευαισθητοποιούν τους γονείς σχετικά με τις επιπτώσεις των ACE.
Ακόμη, προτείνεται η ανάπτυξη υποστηρικτικών υπηρεσιών για παιδιά και εφήβους που έχουν υποστεί κακοποίηση ή παραμέληση, διότι είναι οδυνηρές εμπειρίες που απαιτούν άμεση ψυχολογική υποστήριξη. Η καινοτομία στις στρατηγικές αυτές, με στόχο την ευαισθητοποίηση των επαγγελματιών υγείας και των εκπαιδευτικών, θα συμβάλλει στην ενίσχυση της αναγνώρισης και της αποτελεσματικής υποστήριξης των ατόμων αυτών.
Περαιτέρω έρευνα είναι επίσης απαραίτητη για την κατανόηση της βαθύτερης σύνθεσης των ACE και των μηχανισμών που λειτουργούν πίσω από αυτές. Αυτές οι γνώσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιο εξατομικευμένες και αποτελεσματικές προσεγγίσεις στην παρέμβαση και στην πολιτική. Η συνεργασία μεταξύ φορέων και ερευνητών θα είναι κρίσιμη για την επίτευξη αυτών των στόχων.
Βιβλιογραφία
About Adverse Childhood Experiences CDC
Merrick MT, Ford DC, Ports KA, et al. Vital Signs: Estimated Proportion of Adult Health Problems Attributable to Adverse Childhood Experiences and Implications for Prevention — 25 States, 2015–2017. MMWR Morb Mortal Wkly Rep 2019;68:999-1005. DOI: http://dx.doi.org/10.15585/mmwr.mm6844e1.
Επιμέλεια: Κων/νος Μπλέτσος με την βοήθεια ΑΙ.
Η ομιλία μου στην διημερίδα - Παιδική Σεξουαλική Κακοποίηση «Η δύναμη στη φωνή σου».
Ημερίδα για την παιδική σεξουαλική κακοποίηση με τίτλο «Η δύναμη στη φωνή σου», διοργανώνουν το Σάββατο 10 Μαΐου 2025 στο Αμφιθέατρο της Εθνικής Πινακοθήκης στην Αθήνα (Βασ. Κωνσταντίνου 50) το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας της Περιφέρειας Αττικής (Κ.Κ.Π.Π.Α.) σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (Ι.Υ.Π).
«Η παιδική σεξουαλική κακοποίηση αποτελεί ένα από τα πιο κρίσιμα κοινωνικά προβλήματα, επιφέροντας καταστροφικές επιπτώσεις στη σωματική και την ψυχική υγεία των παιδιών. Συνδέεται στενά με σοβαρές δυσκολίες στη ζωή του ανθρώπου και με την ανάπτυξη εξαρτήσεων και ψυχοπαθολογίας» αναφέρει σχετική ανακοίνωση του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας της Περιφέρειας Αττικής, ενώ επισημαίνεται ακόμη ότι «Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), η παιδική σεξουαλική κακοποίηση περιλαμβάνει κάθε μορφή σωματικής ή συναισθηματικής κακομεταχείρισης, παραμέλησης, σεξουαλικής εκμετάλλευσης ή εμπορίας που οδηγεί σε πραγματική ή δυνητική βλάβη της υγείας, της ανάπτυξης ή της αξιοπρέπειας του παιδιού. Το φαινόμενο εντοπίζεται στο πλαίσιο σχέσεων ευθύνης, εμπιστοσύνης ή εξουσίας, γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα περίπλοκη την αναγνώριση και την αντιμετώπισή του».
Αrt: Christopher Wool. Book 6. 2024
Γενική Θεωρία Συστημάτων, Κυβερνητική και Οικογενειακή Θεραπεία
Ο Καρτεσιακός αναγωγισμός είναι μια θεωρία ή διαδικασία που μειώνει πολύπλοκα δεδομένα σε απλούς όρους. Ο αναγωγισμός είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την κατανόηση της πραγματικότητας, σπάζοντας πολύπλοκες ταυτότητες σε συστατικά μέρη, επιτρέποντας στους επιστήμονες σημαντική εικόνα για το πώς λειτουργούν τα πράγματα. Ωστόσο, αυτή η έννοια ότι τα πάντα ανάγονται σε μηχανικές ιδιότητες δεν ισχύει γενικά για πολύπλοκα (πραγματικά) συστήματα. Ο Gregory Bateson (1972) επεσήμανε ότι για να κατανοήσουμε ένα ψυχικά άρρωστο άτομο, πρέπει να κοιτάξουμε το δίκτυο των οικογενειακών επικοινωνιών με το οποίο ζει αυτό το άτομο. Για να κατανοήσουμε τις οικογένειες, πρέπει να μελετήσουμε τα μέλη της οικογένειας σε σχέση μεταξύ τους. Είναι αυτή η σχέση μεταξύ των μελών της οικογένειας που κάνει κάθε οικογένεια μοναδική
Eπιδραστικοί επιστήμονες
Ludwig von Bertalanffy
Η γενική θεωρία συστημάτων (General Systems Theory) επικεντρώνεται στη σχέση και την αλληλεπίδραση μεταξύ των αντικειμένων σε ένα σύστημα. Το GST παρείχε ένα μοντέλο για την κατανόηση των ζωντανών συστημάτων που επικεντρώθηκε στο πώς φαινομενικά άσχετα γεγονότα ή φαινόμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αλληλένδετα μέρη ή συστατικά ενός μεγαλύτερου συνόλου ή συστήματος
Norbert Wiener
Ο Norbert Wiener (1954), προώθησε την κυβερνητική θεωρία. Η κυβερνητική χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη θεωρία του Wiener για την επικοινωνία και τον έλεγχο. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, οι άνθρωποι (καθώς και οι μηχανές) προσπαθούν να ελέγξουν την εντροπία (αποδιοργάνωση) στα συστήματα μέσω ανατροφοδότησης που επηρεάζει τη μελλοντική απόδοση. Η κυβερνητική θεωρία εξετάζει την οργάνωση των συστημάτων και τους μηχανισμούς που ρυθμίζουν τη λειτουργία του συστήματος.
Gregory Bateson
Ο Gregory Bateson ήταν ο στοχαστής με τη μεγαλύτερη επιρροή στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, καθότι εφάρμοσε τόσο τη γενική θεωρία συστημάτων όσο και την κυβερνητική θεωρία στις οικογένειες.
Η εκμάθηση της θεωρίας συστημάτων δεν σημαίνει μόνο τη μελέτη νέων όρων και εννοιών, αλλά περιλαμβάνει μια αλλαγή παραδείγματος (Kuhn, 1962), η οποία είναι μια αλλαγή στον τρόπο σκέψης παρόμοια με την αλλαγή στον τρόπο σκέψης που συνέβη όταν ο Γαλιλαίος πρότεινε ότι η γη περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο – αμφισβητώντας την κοινή πεποίθηση της εποχής ότι η γη ήταν το κέντρο του σύμπαντος.
Οι βασικές αρχές της θεωρίας συστημάτων περιλαμβάνουν τα ακόλουθα (προσαρμοσμένα από τον Minuchin, 1985):
- Κάθε σύστημα είναι ένα οργανωμένο σύνολο. Τα αντικείμενα μέσα στο σύστημα είναι απαραίτητα αλληλεξαρτώμενα.
- Το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του.
- Τα συστήματα αποτελούνται από υποσυστήματα.
- Τα μοτίβα σε ένα σύστημα είναι κυκλικά και όχι γραμμικά.
- Τα συστήματα έχουν ομοιοστατικούς μηχανισμούς που διατηρούν τη σταθερότητα των προτύπων τους.
- Η εξέλιξη και η αλλαγή είναι εγγενείς στα ανοικτά συστήματα.
Τι είναι το Σύστημα
Ένα σύστημα είναι ένα σύνολο στοιχείων που στέκονται σε αλληλεπίδραση. Κάθε στοιχείο στο σύστημα επηρεάζεται από οτιδήποτε συμβαίνει σε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο. Τα συστήματα αποτελούνται από τρία στοιχεία: αντικείμενα, ιδιότητες και σχέσεις μεταξύ των αντικειμένων μέσα σε ένα περιβάλλον (Littlejohn, 1978, σελ. 31).
Τα χαρακτηριστικά μπορεί να περιλαμβάνουν στόχους, ενέργεια, στάσεις, εθνικότητα και άλλα χαρακτηριστικά της οικογένειας. Η «σχέση μεταξύ αντικειμένων» είναι ο τρόπος με τον οποίο τα μέλη της οικογένειας επικοινωνούν μεταξύ τους. Το περιβάλλον περιλαμβάνει το περιβάλλον που διαμορφώνεται ταυτόχρονα από την οικογένεια και διαμορφώνει την οικογένεια.
Τι είναι ένα οικογενειακό σύστημα;
Το οικογενειακό σύστημα περιλαμβάνει τα μέλη της οικογένειας, τα μοναδικά χαρακτηριστικά των μελών της οικογένειας και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας. Αυτή η μικρή ομάδα στενά αλληλένδετων και αλληλεξαρτώμενων ατόμων οργανώνεται σε μια μονάδα με συγκεκριμένους σκοπούς, λειτουργίες ή στόχους.
Αν και η πυρηνική μορφή οικογένειας είναι διαδεδομένη στις απεικονίσεις των οικογενειών μας σε ταινίες ή σε τηλεοπτικά προγράμματα και παρόλο που εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχη μορφή, δεν είναι η μόνη μορφή που οι οικογενειακοί θεραπευτές θα συναντήσουν με οποιονδήποτε τρόπο. Ευτυχώς, η θεωρία συστημάτων περιλαμβάνει όλα τα είδη σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, των χαρακτηριστικών τους και του περιβάλλοντός τους.
Η θεωρία των οικογενειακών συστημάτων περιλαμβάνει όλους τους τύπους οικογενειών και εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ των μελών. Τα οικογενειακά συστήματα περιλαμβάνουν επίσης εκτεταμένες οικογένειες ή συγγενείς εκείνων που αποτελούν την πρωταρχική πυρηνική οικογένεια. Όλοι μεγαλώνουμε σε κάποιο είδος οικογενειακού συστήματος. Η οικογένεια στην οποία μεγαλώσατε αναφέρεται ως οικογένεια καταγωγής σας. Μερικοί άνθρωποι που δεν έχουν υποστήριξη οικογένειας προέλευσης ή εκτεταμένες οικογένειες μπορεί να δημιουργήσουν τις δικές τους οικογενειακές διαμορφώσεις με βάση τις φιλίες. αυτό ονομάζεται οικογένεια επιλογής.
Ο αντίκτυπος των υπερσυστημάτων
Τα μεγαλύτερα συστήματα επηρεάζουν επίσης το οικογενειακό σύστημα. Δυστυχώς, η οικογενειακή θεραπεία συχνά αγνοούσε την επίδραση του ευρύτερου συστήματος στην οικογένεια μέχρι τα τελευταία χρόνια. Τα μεγαλύτερα συστήματα, ή υπερσυστήματα, που επηρεάζουν τις οικογένειες περιλαμβάνουν πολιτιστικά, πολιτικά και οικονομικά πλαίσια, περιβάλλον (κοινωνικό και φυσικό) και οποιαδήποτε άλλα συμφραζόμενα συστήματα που επηρεάζουν την καθημερινή λειτουργία της οικογένειας, του σχολείου, της εθνικότητας, της θρησκείας, της πολιτιστικής κοινότητας και ούτω καθεξής.
Τα συμφραζόμενα μεταβάλλουν το νόημα
Εκείνοι που ασκούν τη θεωρία των οικογενειακών συστημάτων εξετάζουν το πλαίσιο των ατόμων και των οικογενειών τους προκειμένου να κατανοήσουν πλήρως ένα πρόβλημα. Τα συμφραζόμενα μεταβάλλουν το νόημα. Ένα αναγωγιστικό παράδειγμα θα έκανε κάποιον να υποθέσει ότι το πρόβλημα υπάρχει μόνο του. Ένα ολιστικό παράδειγμα οικογενειακών συστημάτων διερευνά το πλαίσιο του προβλήματος μέσα στις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις.
Αλληλεξάρτηση
Τα συστήματα (ή υποσυστήματα) είναι αλληλεξαρτώμενα και δεν υπάρχουν μεμονωμένα. Η αλληλεξάρτηση μπορεί να θεωρηθεί ως κάθε μέρος του συστήματος που έχει επίδραση σε κάθε άλλο μέρος του συστήματος. Η αλλαγή σε ένα μέρος του συστήματος θα έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή σε ένα άλλο μέρος του συστήματος. Οι Capuzzi και Gross (1999) περιγράφουν την αλληλεξάρτηση των συστημάτων χρησιμοποιώντας τη μεταφορά του φαινομένου κυματισμού που παρατηρείται όταν ένας βράχος ρίχνεται σε μια λίμνη. Στην αρχή, ο κυματισμός θα είναι πολύ μικρός, αλλά τελικά εξαπλώνεται σε ολόκληρη τη λίμνη. Επειδή οι θεραπευτές οικογενειακών συστημάτων πιστεύουν στην αλληλεξάρτηση, πιστεύουν ότι η αλλαγή σε ένα μέλος της οικογένειας απαιτεί αλλαγή σε άλλα μέλη.
Μια έννοια που σχετίζεται με την αλληλεξάρτηση εντός της θεωρίας συστημάτων είναι ότι το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του. Κάποιος θα μπορούσε να μελετήσει το υδρογόνο και το οξυγόνο απομονωμένα το ένα από το άλλο για πάντα, αλλά ποτέ δεν ανακάλυπτε το νερό. Το υδρογόνο και το οξυγόνο πρέπει να αλληλεπιδράσουν πριν επιτευχθεί νερό (Bellinger, 2000).
Η μη-αθροιστικότητα είναι ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα είναι η δική του οντότητα που είναι μεγαλύτερη από το απλό άθροισμα των μερών του· αυτό εξηγείται συχνά χρησιμοποιώντας τη μαθηματική εξίσωση, 1 + 1 = 3. Εάν ένα σύστημα έχει δύο άτομα, τότε έχει τρία μέρη. Ένα μέρος αποτελείται από κάθε άτομο στο σύστημα και ένα μέρος αποτελείται από την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο ανθρώπων στο σύστημα.
Ανάδραση
Η ανατροφοδότηση σε ένα οικογενειακό σύστημα είναι η διαδικασία με την οποία η είσοδος κάθε μέλους της οικογένειας οδηγεί σε μια πιο σύνθετη, προσανατολισμένη στα συστήματα έξοδο. Προκειμένου να κατανοήσουμε την οικογένεια, η παραγωγή δεν καθορίζεται μεμονωμένα, αλλά το σύνολο γίνεται κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του. Με την ανατροφοδότηση των συστημάτων, υποθέτουμε ότι η δυσλειτουργία οποιουδήποτε ατόμου δεν προκαλείται από μια ενδοψυχική κατάρρευση, αλλά από την αποτυχία του ίδιου του συστήματος να λειτουργήσει σωστά. Συνήθως, ένα άτομο χαρακτηρίζεται από το σύστημα ως το πρόβλημα. Οι οικογενειακοί θεραπευτές αποκαλούν αυτό το άτομο τον αναγνωρισμένο ασθενή ή IP. Οι οικογενειακοί θεραπευτές βλέπουν αυτό το άτομο ως φορέα συμπτωμάτων για δυσλειτουργία στο οικογενειακό σύστημα.
Οι βρόχοι ανατροφοδότησης είναι οι κύκλοι με τους οποίους τα άτομα επηρεάζουν το ένα τις ενέργειες του άλλου. Ο αντίκτυπος που έχει μια συμπεριφορά στο σύστημα και η ανταπόκριση του συστήματος σε αυτή τη συμπεριφορά θεωρείται από την άποψη της θετικής και αρνητικής ανατροφοδότησης. Οι «θετικές» και οι «αρνητικές» δεν είναι αξιολογικές κρίσεις σχετικά με τη συμπεριφορά, αλλά μάλλον υποδεικνύουν εάν έχει συμβεί αλλαγή στο σύστημα. Ένας θετικός βρόχος ανάδρασης ενισχύεται. Εάν έχει συμβεί μια αλλαγή και έχει γίνει αποδεκτός ο έφηβος από το σύστημα, έχει συμβεί ένας θετικός βρόχος ανάδρασης. Το status quo δεν διατηρήθηκε, επομένως η διαδικασία αναφέρεται ως θετική ανατροφοδότηση. Η αρνητική ανάδραση, από την άλλη πλευρά, μπορεί να οδηγήσει σε σχεδόν σταθερή συμπεριφορά με ήπιες διακυμάνσεις, παρόμοια με έναν θερμοστάτη που διατηρεί μια συγκεκριμένη θερμοκρασία δωματίου. Εάν ένα ζευγάρι τσακωθεί, αλλά και οι δύο πηγαίνουν σε διαφορετικά μέρη του σπιτιού για να ηρεμήσουν, ώστε να αποφύγουν να πουν άσχημα πράγματα ο ένας στον άλλο, έχει προκύψει αρνητική ανατροφοδότηση. Αν και ένα σύστημα χρειάζεται σταθερότητα, πρέπει επίσης να είναι σε θέση να δέχεται αλλαγές και να προσαρμόζεται.
Σταθερότητα/Προσαρμοστικότητα
Η αλλαγή είναι κάτι που οι οικογένειες πρέπει να αγκαλιάσουν καθώς και να αποφύγουν. Είναι μια δύσκολη πράξη εξισορρόπησης. Προκειμένου να αποφευχθεί η αποσύνθεση και το χάος, ένα σύστημα πρέπει να εξισορροπήσει τη σταθερότητα με την προσαρμοστικότητα. Η ικανότητα ενός συστήματος να παραμένει σταθερό στο πλαίσιο της αλλαγής και να αλλάζει στο πλαίσιο της σταθερότητας είναι κεντρικής σημασίας για την επιβίωσή του.
Ένα σύστημα έχει δύο μηχανισμούς που λειτουργούν ταυτόχρονα για την επίτευξη αυτής της ισορροπίας. Η μορφόσταση είναι η τάση ενός συστήματος προς σταθερότητα ή σταθερή κατάσταση. Το σύστημα πρέπει να συμμετέχει σε ρύθμιση και έλεγχο καθώς και να διαχειρίζεται τη θέση του στο υπερσύστημα, Αυτή η ρύθμιση και ο έλεγχος συμβάλλουν στην τάξη και σε μια κατάσταση δυναμικής ισορροπίας για το σύστημα. Ταυτόχρονα, το σύστημα διαθέτει έναν μηχανισμό που επιτρέπει την ανάπτυξη, τη δημιουργικότητα, την καινοτομία και την αλλαγή που ονομάζεται μορφογένεση.
Η ισορροπία μεταξύ αυτών των δύο μηχανισμών είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος. Οι Becvar και Becvar (1996) περιγράφουν αυτή την ισορροπία ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Keeney (1983, σελ. 70) απεικονίζει την αλληλεξάρτηση της μορφόστασης και της μορφογένεσης με τη δήλωσή του «η αλλαγή δεν μπορεί να βρεθεί χωρίς μια στέγη σταθερότητας πάνω από το κεφάλι της. Ομοίως, η σταθερότητα θα έχει πάντα τις ρίζες της στις υποκείμενες διαδικασίες αλλαγής» (όπως αναφέρεται στο Becvar and Becvar, 1996).
Γραμμική έναντι κυκλικής αιτιότητας
Η είσοδος σε ένα οικογενειακό σύστημα οδηγεί σε έξοδο που τροφοδοτείται πίσω στο σύστημα, καθιστώντας έτσι είσοδο στην επόμενη έξοδο της οικογένειας ή του ζευγαριού. Αυτή η κυκλική διαδικασία είναι σημαντική για την κατανόηση των οικογενειακών συστημάτων. Στη σκέψη των οικογενειακών συστημάτων, μια κυκλική διαδικασία εμπλέκεται στο μοντέλο ανατροφοδότησης της αιτιότητας. Η θεώρηση της πραγματικότητας από αυτό το κυκλικό μοντέλο αιτιότητας σημαίνει ότι τα γεγονότα είναι πολλαπλά αιτιώδη και αμοιβαία.
Η αμοιβαία αιτιότητα είναι πολύ διαφορετική από τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία μας συνήθως κατανοεί τα γεγονότα. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε εκπαιδευτεί να σκεφτόμαστε με όρους γραμμικής αιτιότητας, ή το Α προκαλεί το Β (βλ. Σχήμα 21·3}· Εγώ ο αναγνώστης μπορεί να κάνει μετατόπιση από γραμμική σε κυκλική σκέψη με τη σκέψη για δύο ή περισσότερους ανθρώπους και όχι για έναν. Κάθε φορά που περιγράφουμε ένα άτομο, περιγράφουμε επίσης ένα μέρος μιας αλληλεπίδρασης. Για παράδειγμα, αν κάποιος περιγράφει τον πατέρα σε μια συγκεκριμένη οικογένεια ως «ελεγκτικό», δεν μπορούμε να σταματήσουμε με αυτή τη «μονόδρομη» (δηλαδή γραμμική) περιγραφή της αλληλεπίδρασης. Οι στοχαστές των συστημάτων θέλουν επίσης να καταλάβουν σε τι αντιδρά ο πατέρας – ίσως ένας έφηβος γιος του οποίου η συμπεριφορά ο πατέρας πιστεύει ότι είναι «απρόσεκτη». Τώρα μπορούμε να διευρύνουμε τις περιγραφές μας για να συμπεριλάβουμε μια «αμφίδρομη» αλληλεπίδραση. Όταν ο γιος συμπεριφέρεται απρόσεκτα, ο πατέρας γίνεται ελεγκτικός. Όσο περισσότερο ελέγχει ο πατέρας, τόσο πιο απρόσεκτος γίνεται ο γιος. Η κατανόηση της αμοιβαίας συνιστώσας οποιασδήποτε αλληλεπίδρασης είναι κεντρικής σημασίας για την κυκλική, συστημική σκέψη. Αυτό συχνά αναφέρεται πιο επίσημα ως αμοιβαία αιτιότητα (βλ. σχήμα 2.3). Η συμπεριφορά του Α είναι το λογικό αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Β και η συμπεριφορά του Β είναι το λογικό αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Α.
Υποσυστήματα
Μέσα σε ένα οικογενειακό σύστημα υπάρχουν επίσης μικρότερα, αυτόνομα, αλλά αλληλένδετα συστήματα που ονομάζονται υποσυστήματα. Για παράδειγμα, οι γονείς σε μια οικογένεια αποτελούν ένα γονικό υποσύστημα που έχει το δικό του σύνολο κανόνων, ορίων και στόχων. Οι ίδιοι γονείς μπορούν επίσης να παντρευτούν και να αποτελέσουν ένα ακόμη υποσύστημα γνωστό ως συζυγικό υποσύστημα. Αδελφοί και αδελφές, θετοί αδελφοί και θετές αδελφές, ετεροθαλείς αδελφοί και ετεροθαλείς αδελφές είναι όλοι διαφορετικοί σχηματισμοί του αδελφικού υποσυστήματος.
Η έννοια της ιεραρχίας αναφέρεται στο γεγονός ότι κάθε πολύπλοκο σύστημα είναι επίσης ένα υποσύστημα ενός συστήματος υψηλότερης τάξης. Για παράδειγμα, η τοπική σχολική περιφέρεια, η θρησκευτική κοινότητα, η ιατρική κοινότητα και η επιχειρηματική κοινότητα είναι υποσυστήματα της ευρύτερης κοινότητας για κάθε πόλη. Ακριβώς όπως οι πόλεις έχουν μέσα τους υποσυστήματα, το ίδιο κάνουν και οι οικογένειες.
Ένα άλλο υποσύστημα είναι το προσωπικό υποσύστημα και τα συστατικά του στοιχεία. Κάθε άτομο έχει βιολογικές, γνωστικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές συνιστώσες που αποτελούν το άτομο (Kantor and Lehr, 1976) και επηρεάζουν τα άλλα υποσυστήματα και συστήματα, και αντίστροφα αυτά τα συστήματα επηρεάζουν το προσωπικό υποσύστημα του ατόμου.
Οικογενειακά πρότυπα
Όλα τα συστήματα παρουσιάζουν μοτίβα που έχουν αναδρομικό χαρακτήρα. Τα μοτίβα είναι συνηθισμένοι, περιττοί τρόποι συμπεριφοράς και επικοινωνίας στις σχέσεις. Τα συστήματα αποτελούνται από μοτίβα αλληλεπίδρασης που τείνουν να επαναλαμβάνονται. Όλα τα συστήματα θέλουν να διατηρήσουν ισορροπία ή σταθερή κατάσταση. Ως αποτέλεσμα, αυτά τα μοτίβα οδηγούν σε προβλεψιμότητα ότι μια αλληλεπίδραση θα τελειώσει το ίδιο ανεξάρτητα από τον τρόπο που ξεκίνησε, ανεξάρτητα από το θέμα ή το περιεχόμενο (δηλαδή, την είσοδο) της αλληλεπίδρασης. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι έφηβοι θα μπορούσαν να προβλέψουν πώς θα αντιδρούσαν οι γονείς τους αν έμεναν έξω όλη τη νύχτα χωρίς να τηλεφωνήσουν στο σπίτι. Αυτοί οι έφηβοι καταλαβαίνουν πώς το οικογενειακό τους σύστημα θα δείξει ένα μοτίβο που είναι πιθανό να είναι σε θέση να προβλέψουν. Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν ένα μέλος της οικογένειας ή ένας σύντροφος πρέπει απλώς να σας ρίξει μια «ματιά» και φαίνεται να ξεκινά μια διαφωνία. Το ίδιο το «βλέμμα» είναι ένας προγνωστικός δείκτης ενός επερχόμενου μοτίβου αλληλεπίδρασης που αντικατοπτρίζει την κυκλική αιτιότητα. Όλα τα συστήματα έχουν μοτίβα αλληλεπίδρασης που μπορούν να γίνουν προβλέψιμα με την πάροδο του χρόνου. Ομοιόσταση σε μια οικογένεια είναι η επιθυμία να διατηρηθεί η σταθερότητα ή το status quo. Στους ανθρώπους τείνουν να αρέσει η προβλεψιμότητα. Αυτή η προβλεψιμότητα προσφέρεται για ομοιόσταση.
Κανόνες και ρόλοι
Οι οικογενειακοί κανόνες και ρόλοι συμβάλλουν στη διατήρηση της σταθερότητας. Οι οικογενειακοί κανόνες είναι αντιλήψεις ή συμφωνίες στις οικογένειες που οργανώνουν τις αλληλεπιδράσεις των μελών της οικογένειας. Οι κανόνες μπορεί να είναι φανεροί ή συγκεκαλυμμένοι. Παραδείγματα τέτοιων εμφανών κανόνων περιλαμβάνουν «Στην οικογένειά μας πηγαίνουμε στην εκκλησία κάθε Κυριακή» ή «Εκείνοι που δεν κάνουν τις δουλειές τους δεν παίρνουν το επίδομά τους». Οι συγκεκαλυμμένοι κανόνες είναι εκείνοι που υπονοούνται αλλά δεν δηλώνονται απροκάλυπτα, όπως «Ποτέ μην προκαλείς τη μητέρα σου» ή «Μην κάνεις σεξ μέχρι να παντρευτείς».
Οι οικογενειακοί ρόλοι είναι ατομικά προδιαγεγραμμένα πρότυπα συμπεριφοράς που ενισχύονται από τις προσδοκίες και τους κανόνες της οικογένειας. Αυτοί οι ρόλοι μπορεί να καθορίζονται από το φύλο, ή από ταλέντα, ή ικανότητες, και ούτω καθεξής. Ο ρόλος ενός πατέρα μπορεί να είναι να μένει ξύπνιος μέχρι αργά με άρρωστα παιδιά, επειδή μπορεί να τα καταφέρει με λιγότερο ύπνο από τη σύζυγό του. Οι ρόλοι μπορεί να αφορούν απτά καθήκοντα ή μπορεί να αφορούν περισσότερο χαρακτηριστικά όπως ο ρόλος του «μαύρου προβάτου», του «κλόουν», του «επιτυχημένου» και ούτω καθεξής.
Όρια
Ένα όριο συστήματος μπορεί να θεωρηθεί ως το σημείο στο οποίο ρέουν δεδομένα (π.χ. έξοδος) από ένα σύστημα σε άλλο (π.χ. είσοδος). Στη θεωρία των οικογενειακών συστημάτων, τα όρια καθορίζουν ποιος είναι μέσα και ποιος είναι έξω από το σύστημα. Τα όρια μπορούν να διαχωρίζουν τα υποσυστήματα, τις γενιές ή την ταυτότητα των ελασμάτων.
Ο βαθμός στον οποίο τα δεδομένα είναι ελεύθερα να ρέουν από το ένα σύστημα στο άλλο είναι γνωστός ως διαπερατότητα του ορίου. Ένα διαπερατό όριο επιτρέπει στα δεδομένα να ρέουν ελεύθερα, με αποτέλεσμα ένα ανοιχτό σύστημα. Ένα αδιαπέραστο όριο είναι αυτό που ελέγχει αυστηρά (ή ακόμα και αρνείται) την αποδοχή ή τη διανομή δεδομένων, με αποτέλεσμα ένα κλειστό σύστημα. Στα οικογενειακά συστήματα είναι μερικές φορές δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ υποσυστημάτων, γεγονός που μπορεί να υποδηλώνει έλλειψη ορίων ή διάχυτα όρια. Για παράδειγμα, δεν είναι ασυνήθιστο να βλέπουμε ένα παιδί ως μέρος ενός γονικού υποσυστήματος. Ένα παιδί μπορεί να έχει «γονεϊκοποιηθεί» επειδή είναι το μεγαλύτερο και αναμένεται να φροντίσει τα μικρότερα αδέλφια χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες του από τους γονείς.
Ή ίσως ένας γονέας δεν λειτουργεί στο γονεϊκό ρόλο, όπως μπορεί να συμβαίνει εάν ένας γονέας αγωνίζεται με πρόβλημα κατάχρησης ουσιών. Σε μια τέτοια περίπτωση, ένα παιδί μπορεί να προσπαθήσει να καλύψει το ρόλο και να γίνει μέρος του γονικού υποσυστήματος. Σε άλλες περιπτώσεις, υπάρχουν άκαμπτα όρια και τα μέλη της οικογένειας είναι τόσο ξεχωριστά που είναι δύσκολο να πει κανείς ότι τα μέλη είναι μέλη της ίδιας οικογένειας. Για παράδειγμα, μπορεί να υπάρχει μικρή επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιών, όπως απεικονίζεται στο ρητό, «Τα παιδιά πρέπει να φαίνονται και να μην ακούγονται!»
Τα συστήματα μπορούν να είναι κλειστά ή ανοιχτά. Τα κλειστά συστήματα δεν έχουν καμία ανταλλαγή με το περιβάλλον τους. Για παράδειγμα, τα μηχανήματα είναι κλειστά συστήματα. Τα ανοικτά συστήματα ανταλλάσσουν ύλη, ενέργεια ή πληροφορίες με το περιβάλλον τους. Τα περισσότερα βιολογικά και κοινωνικά συστήματα είναι ανοικτά συστήματα. Τα φυτά είναι ένα παράδειγμα ανοικτών συστημάτων. Το περιβάλλον παρέχει στο φυτό υγρασία και τρόφιμα και το εργοστάσιο παρέχει οξυγόνο στο περιβάλλον. Το ένα επηρεάζει το άλλο.
Τα οικογενειακά συστήματα είναι ανοικτά συστήματα. "Ένα ανοιχτό σύστημα είναι ένα σύνολο αντικειμένων με χαρακτηριστικά που συσχετίζονται σε ένα περιβάλλον. Το σύστημα διαθέτει ιδιότητες ολότητας, αλληλεξάρτησης, ιεραρχίας, αυτορρύθμισης, περιβαλλοντικής ανταλλαγής, ισορροπίας, προσαρμοστικότητας και ισότητας» (Littlejohn, 1983, σελ. 32). Οι οικογένειες έχουν συνεχή ανταλλαγή με το περιβάλλον τους. Οι αξίες που ενθαρρύνονται στο σχολείο, την εργασία ή τα θρησκευτικά ιδρύματα επηρεάζουν τις αξίες στο σπίτι και αντίστροφα. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να γυρίσει σπίτι από το σχολείο μια μέρα κοροϊδεύοντας έναν συμμαθητή του επειδή είναι διαφορετικός.
Οι γονείς μπορούν να συζητήσουν την ανοχή και τη συμπόνια για εκείνους που είναι διαφορετικοί με το παιδί, το οποίο με τη σειρά του επιστρέφει στο σχολείο και μοιράζεται αυτές τις ιδέες με άλλα παιδιά.οι οποίοι στη συνέχεια φιλτράρουν αυτές τις πληροφορίες στις οικογένειές τους. Οι οικογένειες επηρεάζουν το περιβάλλον τους και ταυτόχρονα το περιβάλλον επηρεάζει τις οικογένειες. Η προσαρμοστικότητα είναι η ικανότητα μιας οικογένειας να αλλάζει πρότυπα ανταποκρινόμενη σε μεταβαλλόμενες συνθήκες, όπως αναπτυξιακές ή περιστασιακές κρίσεις ή περιστατικά. Για παράδειγμα, μια οικογένεια που κάνει απαγόρευση κυκλοφορίας αργότερα για έναν έφηβο που ήταν υπεύθυνος αλλά επιθυμεί να μείνει έξω λίγο αργότερα, δείχνει προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού. Οι οικογένειες πρέπει να αλλάξουν και να αναδιαρθρωθούν για να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν. Η ισοδυναμία είναι η ικανότητα μιας οικογένειας να επιτύχει παρόμοιους στόχους, αλλά με διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, δεν είναι όλοι οι γονείς ίδιοι. Ωστόσο, οικογένειες με διαφορετικά στυλ ανατροφής μπορεί να έχουν παιδιά που συμπεριφέρονται με αποδεκτό τρόπο. Αυτό δείχνει την ικανότητα των οικογενειακών συστημάτων να επιτύχουν τους ίδιους στόχους, αλλά από διάφορες διαφορετικές διαδρομές. Το αντίθετο της ισοδυναμίας είναι η ισοδυναμία. Η ισοδυναμία συμβαίνει όταν η ίδια αιτία μπορεί να παράγει διαφορετικά αποτελέσματα. Τόσο η ισοδυναμία όσο και η ισοδυναμία αναφέρονται στην ιδέα ότι δεν υπάρχουν μεμονωμένες αιτίες ή αποτελέσματα στη θεωρία συστημάτων.
Μερικές φορές οι οικογένειες ελαχιστοποιούν την ανταλλαγή με το περιβάλλον τους, ειδικά αν αυτό το περιβάλλον θεωρείται ότι απειλεί την ακεραιότητα του συστήματος. Για παράδειγμα, οι Amish έχουν ισχυρά όρια μεταξύ του έξω κόσμου και του κόσμου τους, προκειμένου να διατηρήσουν τα πολιτιστικά και θρησκευτικά ιδεώδη. Από την αρνητική πλευρά ενός κλειστού συστήματος, ορισμένες οικογένειες μπορεί να επιθυμούν να προστατεύσουν ένα μυστικό, όπως η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση, και έτσι να αποφύγουν τον έξω κόσμο, έτσι ώστε κανείς να μην γνωρίζει τι συμβαίνει στην οικογένεια.
Ένα σύστημα σε οποιοδήποτε άκρο της ανοιχτότητας / κλειστότητας βρίσκεται σε μέγιστη αταξία και αποσύνθεση, που αναφέρεται ως εντροπία. Ένα σύστημα πρέπει να βρει μια ισορροπία διαπερατών ορίων, έτσι ώστε να μπορεί να είναι ανοικτό για να λάβει τις πληροφορίες που χρειάζεται για να επιβιώσει και να κλείσει τις πληροφορίες που απειλούν τον ακέραιο αριθμό του συστήματος. Μια τέτοια ισορροπία ονομάζεται negentropy. Υποδεικνύει ένα σύστημα με τη μέγιστη σειρά. Συνήθως, οι οικογενειακοί θεραπευτές συναντούν οικογένειες σε κατάσταση εντροπίας και είναι δουλειά τους να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της negentropy στο οικογενειακό σύστημα.
Τα ανοικτά συστήματα ανταλλάσσουν πληροφορίες με το περιβάλλον τους. Οι οικογένειες ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω της συμπεριφοράς και της επικοινωνίας. Όλη η συμπεριφορά είναι επικοινωνία και είναι αδύνατο να μην επικοινωνήσουμε (Watzlawick, Beavin και Jackson, 1967). Ακόμα και καθώς κάθεστε διαβάζοντας αυτό το βιβλίο αυτή τη στιγμή, επικοινωνείτε με τους γύρω σας – ίσως δείχνετε ότι μελετάτε (με τη σιωπηλή σας ανάγνωση), ότι βαριέστε (χασμουριέται) ή ότι ενδιαφέρεστε (από το βλέμμα στο πρόσωπό σας καθώς διαβάζετε). Η επικοινωνία χρησιμεύει ως είσοδος και έξοδος στο σύστημα.
Υπάρχουν δύο τύποι επικοινωνίας: ψηφιακή και αναλογική. Η ψηφιακή επικοινωνία είναι ο λεκτικός τρόπος επικοινωνίας, ο προφορικός λόγος ή το περιεχόμενο της επικοινωνίας. Η αναλογική επικοινωνία είναι ο συνδυασμός του μη λεκτικού τρόπου επικοινωνίας (π.χ. τόνος φωνής, κλίση φωνής, χειρονομίες, έκφραση προσώπου και στάση σώματος) και το πλαίσιο του μηνύματος. Είναι η αναλογική επικοινωνία ή διαδικασία επικοινωνίας που ενδιαφέρει περισσότερο τους οικογενειακούς θεραπευτές επειδή αυτό· Η επικοινωνία μας λέει για τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Στην οικογενειακή θεραπεία, ο θεραπευτής συνήθως επικεντρώνεται πολύ περισσότερο στην αναλογική επικοινωνία στη συνεδρία οικογενειακής θεραπείας. Εξετάζει τη διαδικασία της επικοινωνίας και την αποκρυπτογραφεί από την άποψη του τι σημαίνει σχετικά με τη σχέση των μελών της οικογένειας με τους άλλους. Το περιεχόμενο των όσων λέγονται είναι πολύ λιγότερο σημαντικό από το πώς λέγονται.
Για παράδειγμα, σκεφτείτε ότι η ψηφιακή επικοινωνία (περιεχόμενο) είναι η ίδια στα ακόλουθα μηνύματα, αλλά η αναλογική επικοινωνία είναι διαφορετική και στα τρία παραδείγματα:
- Αν κάποιος πει, «Έι, πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή», με χαρούμενο τόνο και φιλικό χαμόγελο, πιθανότατα θα το θεωρούσατε μια πρόσκληση να κάνετε κάτι διασκεδαστικό με αυτό το άτομο.
- Αν κάποιος πει, «Έι, πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή», με λίγο πάθος ή ενδιαφέρον για τη φωνή του, ενώ κοιτάζει μακριά, μπορεί να νομίζετε ότι είναι ευγενικός, αλλά δεν ενδιαφέρεται να συναντηθεί πραγματικά.
- Για άλλη μια φορά, το "Ει, θα πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή" μπορεί να έχει ένα πολύ διαφορετικό μήνυμα εάν το πλαίσιο είναι ότι περπατάτε στο διάδρομο μιας φυλακής και το άτομο που στέλνει το μήνυμα είναι κρατούμενος.
Εάν η διαδικασία και το περιεχόμενο του μηνύματος δεν είναι σύμφωνα, μπορεί να προκύψει ένα διπλό μήνυμα. Αν κάποιος πει, «Φαίνεσαι πραγματικά ωραίος σήμερα», αλλά γυρίζει τα μάτια του σαρκαστικά ενώ το λέει, λαμβάνετε ένα διπλό μήνυμα. Η επικοινωνία είναι το κλειδί για κάθε μορφή ψυχοθεραπείας.
Οι οικογενειακοί θεραπευτές προσβλέπουν στην επικοινωνία για να ρυθμίσουν το οικογενειακό σύστημα. Αν και το περιεχόμενο είναι σημαντικό για τον οικογενειακό θεραπευτή να εξετάσει, αυτός ή αυτή θα παρακολουθεί συνεχώς τη διαδικασία επικοινωνίας της οικογένειας, καθώς εκεί συμβαίνουν οι είσοδοι και οι έξοδοι στο σύστημα.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ: Hecker, L. L., Mims, G. A., & Boughner, S. R. (2015). General systems theory, cybernetics, and family therapy. In J. L. Wetchler & L. L. Hecker (Eds.), An introduction to marriage and family therapy (2nd ed., pp. 39–67). Routledge.
(ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ)








