Τι είναι η συναισθηματική νοημοσύνη; Γιατί είναι σημαντική!

Όλα τα συναισθήματα είναι προτροπές για δράση,ακαριαία και επαναλαμβανόμενα σχέδια για την διαχείριση της καθημερινότητας, απότοκα της ανθρώπινης εξελικτικής διαδικασίας αιώνων (Goleman, 1992).

Κατά βάση, το συναίσθημα αναφέρεται σε ένα αίσθημα και τις σκέψεις που προκαλεί, στις ψυχολογικές και βιολογικές καταστάσεις που το συνοδεύουν και στις τάσεις μας για δράση. Όλα τα συναισθήματα είναι προτροπές για δράση,ακαριαία και επαναλαμβανόμενα σχέδια για την διαχείριση της καθημερινότητας, απότοκα της ανθρώπινης εξελικτικής διαδικασίας αιώνων (Goleman, 1992).

Το συναίσθημα είναι ο γενικός όρος για την υποκειμενική, συνειδητή εμπειρία που χαρακτηρίζεται κυρίως από ψυχοφυσιολογικές εκφράσεις, βιολογικές αντιδράσεις, νοητικές καταστάσεις και συγκίνηση. Το συναίσθημα συνδέεται συχνά με τη διάθεση, την ιδιοσυγκρασία, την προσωπικότητα, και το κίνητρο, καθώς επηρεάζεται από ορμόνες και νευροδιαβιβαστές όπως η ντοπαμίνη, η νοραδρεναλίνη, η σεροτονίνη, η ωκυτοκίνη και η κορτιζόλη. Το συναίσθημα είναι συχνά η κινητήρια δύναμη πίσω από τα κίνητρα.

Οι κοινωνιοβιολόγοι υπογραμμίζουν την αξία των συναισθημάτων εξηγώντας ότι τα συναισθήματα μας οδηγούν να αντιμετωπίζουμε δύσκολες καταστάσεις και υποχρεώσεις που είναι πολύ σημαντικές για να τις αφήσουμε μόνο στη λογική. Όταν πρόκειται να δώσουμε στις αποφάσεις και στις πράξεις μας την οριστική τους μορφή, το τι νιώθουμε μετράει ακριβώς το ίδιο και συχνά περισσότερο από το τι σκεφτόμαστε. Επομένως, τα συναισθήματά μας σχετίζονται με την ευφυή προσαρμογή μας στις εκάστοτε συνθήκες στη ζωή και την εργασία και επηρεάζουν, σε συνδυασμό και με τη δράση της λογικής μας, την επιτυχημένη πορεία μας σε πολλά επίπεδα.

Κατά τα τελευταία 20 χρόνια η θεωρία της προσκόλλησης (Bowlby,1969) έχει γίνει ένα από τα πιο σημαντικά εννοιολογικά πλαίσια για την κατανόηση των μηχανισμών της ρύθμισης των συναισθημάτων. Η θεωρία της προσκόλλησης του Bowlby τονίζει την αξία που έχει για την επιβίωση των βρεφών η εγγύτητα αλλά και η διαθεσιμότητα των φροντιστών. Όταν η εγγύτητα μεταξύ του βρέφους και του φροντιστή είναι ανεπαρκής (δηλ., όταν αποχωρίζονται), μια έντονη συγκινησιακή απόκριση παράγεται (αγωνία ή άγχος αποχωρισμού). Ο Bowlby υποστήριξε ότι οι άνθρωποι γεννιούνται με ένα έμφυτο ψυχο-βιολογικό σύστημα που τους κινητοποιεί τους για να αναζητήσουν εγγύτητα με σημαντικούς άλλους. Το σύστημα επιτυγχάνει βασικές ρυθμιστικές λειτουργίες (προστασία από απειλές και ανακούφιση της δυσφορίας), οι οποίες αν και είναι σημαντικές σε κάθε ηλικία, είναι πιο άμεσα αντιληπτές κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Οι πρώτες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις του παιδιού συμβαίνουν με τους πρωτογενής φροντιστές του. Η πρωταρχική αυτή σχέση γονέα- παιδιού αποτέλεσε το επίκεντρο τόσο θεωρητικής όσο και εμπειρικής έρευνας .

Οι Ainsworth et.al (1978), όπως αναφέρεται από τους (Morris & March, 2004), προσδιόρισαν τρία συγκεκριμένα πρότυπα της σχέσης βρέφους- φροντιστή με βάση τις απαντήσεις στο κλασικό πείραμα της «παράξενης κατάστασης».

  • Ασφαλής σύνδεση
  • Ανασφαλής- αμφίθυμη
  • Ανασφαλής- αποφευκτική

Η «παράξενη κατάσταση» συνεπάγεται την παρατήρηση της συμπεριφοράς του βρέφους ή του μικρού παιδιού, κατά τη διάρκεια μιας σειράς διαχωρισμών και επανασυνδέσεων με τον φροντιστή, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις με έναν ξένο τόσο με την παρουσία όσο και με την απουσία του φροντιστή. Ένα σημαντικό σώμα της έρευνας έχει αποδείξει τη συσχέτιση μεταξύ της ανασφαλούς σύνδεσης (attachment) και της μετέπειτα ανάπτυξης ψυχιατρικών διαταραχών (Morris & March, 2004). Η φυσιολογία του συναισθήματος συνδέεται στενά με την διέγερση του νευρικού συστήματος σε διάφορες καταστάσεις και τις δυνάμεις της διέγερσης που κινητοποιούν συγκεκριμένα συναισθήματα. Παρά το γεγονός ότι όταν ενεργούμε σε καθεστώς συναισθηματικής φόρτισης μοιάζουμε σαν να μη σκεφτόμαστε, η νόηση μας είναι πάντοτε μια σημαντική πτυχή της συγκίνησης, ιδιαίτερα στη ερμηνεία των γεγονότων. Για παράδειγμα, η εμπειρία του φόβου εμφανίζεται συνήθως ως απάντηση σε μια απειλή. Η γνωστική λειτουργία του κινδύνου και η επακόλουθη διέγερση του νευρικού συστήματος (πχ ταχυκαρδία, ταχύπνοια, εφίδρωση, μυϊκή ένταση) είναι ένα αναπόσπαστο συστατικό για την επόμενη ερμηνεία και την επισήμανση της διέγερσης ως μια συναισθηματική κατάσταση.

Ετυμολογία, ορισμός και διαφοροποίηση

Τα συναισθήματα έχουν περιγραφεί ως διακριτές και συνεπείς απαντήσεις στα εσωτερικά ή εξωτερικά γεγονότα τα οποία έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον οργανισμό. Τα συναισθήματα είναι σύντομα σε διάρκεια και αποτελούνται από ένα συντονισμένο σύνολο απαντήσεων, το οποίο συμπεριλαμβάνει τη λεκτική, φυσιολογική και συμπεριφορική διάσταση, αλλά και τους υποκείμενους νευρωσικούς μηχανισμούς. Αποτελούν δε βιολογικά αποτέλεσμα της εξέλιξης, επειδή από αυτά προβλέπονται “καλές λύσεις” για αρχαία και επαναλαμβανόμενα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι μακρινοί πρόγονοί μας. Ένας όλο και αυξανόμενος όγκος βιβλιογραφίας δείχνει ότι οι διαθέσεις (moods) και τα συναισθήματα (emotions) παίζουν έναν κεντρικό ρόλο στις γνωστικές διαδικασίες και τη συμπεριφορά. Αυτό που διακρίνει τις διαθέσεις από τα συναισθήματα είναι έντασή τους. Οι διαθέσεις είναι διάχυτα και γενικευμένα αισθήματα (feelings) που δεν συνδέονται με γεγονότα ή τις αρχικές συνθήκες που μπορεί να τα έχουν προκαλέσει (Morris, 1989), όπως αναφέρει η (George, 2000).

Οι διαθέσεις είναι σχετικά χαμηλή έντασης αισθήματα, τα οποία δεν διακόπτουν τις συνεχιζόμενες δραστηριότητες (Forgas, 1992a). Αντιθέτως τα συναισθήματα είναι υψηλής έντασης αισθήματα που προκαλούνται από συγκεκριμένα ερεθίσματα (εντός ή εκτός του ατόμου),απαιτούν την προσοχή και μπορούν να διαταράξουν τις γνωστικές διαδικασίες και συμπεριφορές (Forgas, 1992a), όπως αναφέρει η (George, 2000). Τα συναισθήματα τείνουν να είναι πιο φευγαλέα από τις διαθέσεις, λόγω της έντασης τους. Τα συναισθήματα συχνά τροφοδοτούν τις διαθέσεις, έτσι ώστε, όταν η ένταση του συναισθήματος υποχωρεί γιατί το άτομο έχει γνωστικά ή συμπεριφορικά αντιμετωπίσει την κατάσταση, να μην βελτιώνεται ταχύτατα και η διάθεση για τον λόγο ότι η συγκίνηση “μεταμορφώθηκε” σε ένα λιγότερο έντονο συναίσθημα ή διάθεση (ο.π σ,1030). Κλασσικό παράδειγμα οι “αψιμαχίες” των οδηγών στους δρόμους της πόλης που παρότι αντιμετωπίζονται σχετικά εύκολα και χωρίς σοβαρές συνέπειες, είναι ικανές να μας χαλάσουν τη διάθεση για ολόκληρη την μέρα.

Τα συναισθήματα έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζουν τις αποφάσεις που λαμβάνουν οι άνθρωποι, το υλικό που ανακαλούν από τη μνήμη τους, τις αποδόσεις για την επιτυχία και την αποτυχία, τη δημιουργικότητα, την επαγωγική και παραγωγική σκέψη.

Παρότι το στερεότυπο της «ορθολογικής» σκέψης θέλει το άτομο να είναι ικανό να παραμερίσει τα προσωπικά του συναισθήματα και να υπολογίσει με ψυχραιμία την βέλτιστη πορεία δράσης για να επιλύσει ένα πρόβλημα, τα σύγχρονα νευρολογικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι τα συναισθήματα είναι αναγκαία για να ληφθούν σωστές αποφάσεις (Damasio, 1999). Νευρολογικές έρευνες σε ασθενείς με αφαιρεθέντες όγκους του εγκεφάλου έδειξαν ότι εκτεταμένες βλάβες σε συγκεκριμένες δομές τους εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για τις διαθέσεις και τα συναισθήματα, προκαλούν ένα περίπλοκο σύνολο συμπτωμάτων. Μερικοί από αυτούς τους ασθενείς δεν εμφανίζουν ελλείμματα στη μνήμη, τη νοημοσύνη, τη λεκτική η την αριθμητική τους ικανότητα. Δεδομένης της φύση των τραυμάτων τους όμως, τείνουν να είναι συναισθηματικά επίπεδοι και να δυσκολεύονται να λάβουν αποφάσεις, παρότι διατηρούν ακέραια την γνωστική ικανότητα της λογικής ανάλυσης των θετικών και αρνητικών μιας δεδομένης κατάστασης. Τα συναισθήματα μας βοηθούν να κάνουμε επιλογές και να αποφασίσουμε μεταξύ των εναλλακτικών λύσεων. Όταν για κάποιους λόγους στερηθούμε τα συναισθήματα μας, μπορούμε «ορθολογικά» να αξιολογήσουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των επιλογών μας, αλλά δύσκολα θα είμαστε σε θέση να προβούμε σε μια σοφή επιλογή από τις εναλλακτικές λύσεις που μας παρέχονται (Damasio,1994). Αν και πολύ έντονα συναισθήματα μπορεί σίγουρα να παρεμβαίνουν στην αποτελεσματική λήψη αποφάσεων, όπως o Damasio (1994: 53) δείχνει, «το μειωμένο συναίσθημα μπορεί να αποτελεί μια εξίσου σημαντική πηγή παράλογης συμπεριφοράς» (George, 2000).

Η συναισθηματική νοημοσύνη

Η συναισθηματική νοημοσύνη (Εmotional Ιnteligence) αναφέρεται στην ικανότητα αντίληψης, ελέγχου και αξιολόγησης των συναισθημάτων. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν πως η (ΕΙ) αποτελεί αντικείμενο μάθησης (αρα και βελτίωσης), ενώ άλλοι την αντιμετωπίζουν ως ενδογενές χαρακτηριστικό του ατόμου. Οι Salovey and Mayer (1990), περιγράφουν την (ΕΙ) ως το “κομμάτι εκείνο της Κοινωνικής νοημοσύνης που περιλαμβάνει τη δυνατότητα παρακολούθησης (monitor) των συναισθημάτων και των αισθήσεων, τη διαφοροποίηση μεταξύ τους, και τη χρήση τους ως οδηγούς στη σκέψη και τις πράξεις”.

Οι ίδιοι ερευνητές προτείνουν ένα μοντέλο τεσσάρων βημάτων (steps) της συναισθηματικής νοημοσύνης: 

1. Η πρόσληψη (perceive) των συναισθημάτωνΑποτελεί το πρώτο βήμα στην διαδικασία αντίληψης των συναισθημάτων. Σε πολλές περιπτώσεις περιλαμβάνει τα μη λεκτικά σημεία της επικοινωνίας όπως είναι η γλώσσα και η στάση του σώματος, η εκφράσεις του προσώπου κλπ. 

2. O συλλογισμός(reasoning) στη βάση των συναισθημάτων Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει τη χρήση των συναισθημάτων στη προαγωγή της σκέψης και γνωστικής ενεργοποίησης. Τα συναισθήματα βοηθούν στο να θέσουμε προτεραιότητες σε σχέση με το τι προσέχουμε και σε τι αντιδρούμε. Και αντιδρούμε σε πράγματα και καταστάσεις που τραβούν την προσοχή μας. 

3. H Κατανόηση των συναισθημάτων Τα συναισθήματα που προσλαμβάνουμε μπορεί να μεταφέρουν μια ευρεία γκάμα νοημάτων. Όταν για παράδειγμα κάποιος εκφράζει αισθήματα θυμού, ο παρατηρητής θα πρέπει να υποθέσει την αιτία του θυμού και το πιθανό νόημα της. 

4. H Διαχείριση των συναισθημάτων Η ικανότητα της αποτελεσματικής ρύθμισης των συναισθημάτων αποτελεί το σημείο κλειδί της συναισθηματικής νοημοσύνης. Η ρύθμιση των συναισθημάτων, η κατάλληλη απόκριση στα συναισθήματα, αλλά και η απόκριση στα συναισθήματα των άλλων αποτελούν σημαντικές διαστάσεις στη ρύθμιση των συναισθημάτων.

Σταθμοί στη μελέτη της συναισθηματικής νοημοσύνης

Η Kedra (2013) παρουσιάζει τις ημερομηνίες σταθμούς στη εξέλιξη της μελέτης της συναισθηματικής νοημοσύνης: 1930’s Ο Edward Thordike περιγράφει την έννοια της κοινωνικής ευφυίας ως την ικανότητα να συνυπάρχουμε με άλλους ανθρώπους. 1940s  O David Wechsler προτείνει πως οι συναισθηματικές διαστάσεις της νοημοσύνης είναι ουσιώδεις παράγοντες για την επιτυχία στη ζωή. 1950’s  Ανθρωπιστές ψυχολόγοι όπως ο Abraham Maslow περιγράφουν πως οι άνθρωποι μπορούν να κατασκευάσουν το ψυχικό σθένος. 1975   Ο Howard Gardner παρουσιάζει το βιβλίο του The Shattered Mind εισάγοντας την έννοια της πολλαπλής νοημοσύνης. 1990   Οι Salovey and Mayer δημοσιεύουν το άρθρο τους Συναισθηματική Νοημοσύνη στο περιοδικό Imagination, Cognition, and Personality.

Γιατί είναι τόσο σημαντική η συναισθηματική νοημοσύνη

Η (ΕΙ) επηρεάζει: 

Τις επιδόσεις στην εργασία. Η συναισθηματική νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει το άτομο να προσανατολιστεί στο πολύπλοκο εργασιακό περιβάλλον, να ηγηθεί και να καθοδηγήσει τους άλλους. Στην πράξη όταν οι εταιρίες προσλαμβάνουν πλέον προσωπικό δίνουν μεγαλύτερη σημασία στην συναισθηματική νοημοσύνη παρά στην ευφυΐα. 

Την υγεία. Όταν κάποιος αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το stress, μπορεί να οδηγηθεί σε σημαντικά προβλήματα υγείας. Το stress μπορεί να προκαλέσει υπέρταση, να αποδιοργανώσει το ανοσοποιητικό σύστημα, να προκαλέσει καρδιολογικά προβλήματα. 

Την ψυχική υγεία. Το μη διαχειρίσιμο stress μπορεί επίσης να επηρεάσει την ψυχική υγεία καθιστώντας το άτομο ευάλωτο στο άγχος και την κατάθλιψη. Ακόμη η δυσχέρεια στη ρύθμιση των συναισθημάτων πιθανά θα επηρεάσει την ικανότητα του ατόμου στη δημιουργία “ισχυρών” δεσμών, πράγμα το οποίο συχνά οδηγεί σε ένα χρόνιο αίσθημα μοναξιάς και κοινωνικής απομόνωσης. Οι Martins et.al (2010) σε μια πρόσφατη μετά ανάλυση τους, βρήκαν πως η συναισθηματική νοημοσύνη είναι ένας ισχυρός προβλεπτικός δείκτης για την ψυχική υγεία. 

Τις σχέσεις. Η κατανόηση και ο έλεγχος των συναισθημάτων οδηγεί το άτομο σε καλύτερη έκφραση του πώς αισθάνεται αλλά και σε καλύτερη κατανόηση του πως αισθάνονται οι άλλοι. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να επικοινωνήσει αποτελεσματικότερα και να δημιουργήσει στενότερους δεσμούς τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο (Segal and Smith, 2013). Σύμφωνα με τις δύο συγγραφείς η ΕΙ δεν αποτελεί μια ιδιότητα της προσωπικότητας με σταθερά και σχετικά αναλλοίωτα χαρακτηριστικά, αλλά αντίθετα πρόκειται για μια συνεχόμενη διαδικασία μάθησης στην κατεύθυνση της κατανόησης και του έλεγχου της συναισθηματικής πλευράς του εγκεφάλου μας. Στην βάση αυτή προτείνουν πέντε δεξιότητες που οι άνθρωποι θα πρέπει να καλλιεργήσουν για να βελτιώσουν τη συναισθηματική νοημοσύνη τους. Πρώτη δεξιότητα: Ταχεία αποκλιμάκωση του stress.

Τα υψηλά επίπεδα stress καταλαμβάνουν το μυαλό και το σώμα παρεμβαίνοντας στην ικανότητα του ατόμου Να “διαβάσει” σωστά μια κατάσταση. Να ακούσει τι λέει κάποιος άλλος. Να είναι ενήμερο των αισθημάτων και των αναγκών του. Να μπορεί να επικοινωνήσει.

Μια αποτελεσματική εκπαίδευση στην ταχεία αποκλιμάκωση του stress περιλαμβάνει:

α) Τη συνειδητοποίηση των στρεσσογόνων καταστάσεων. Το πρώτο βήμα για τη μείωση του stress είναι η αναγνώριση του τι ακριβώς βιώνουμε.ο καθένας

β) Την αναγνώριση της απόκρισης στο stress. Το κάθε άτομο αντιδρά διαφορετικά στο stress. Aν κάποιος έχει την τάση να αντιδρά με θυμό στις στρεσσογόνες καταστάσεις, είναι πιθανό να ωφεληθεί με δραστηριότητες χαλάρωσης. Αν αντίθετα κάποιος παγώνει συναισθηματικά είναι πιο πιθανό να ωφεληθεί από καταστάσεις που ευνοούν τη δραστηριότητα.

γ) Την ανακάλυψη των τεχνικών που δουλεύουν καλύτερα. Ο καλύτερος τρόπος για να μειωθεί το stress περιλαμβάνει την εμπλοκή μιας ή περισσότερων αισθήσεων, (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή). Το κάθε άτομο αντιδρά διαφορετικά στο προσλαμβανόμενα ερεθίσματα, οπότε θα πρέπει ο καθένας ξεχωριστά να ανακαλύψει τι είναι αυτό που τον ηρεμεί ή τον ενεργοποιεί αντίστοιχα.

Δεύτερη δεξιότητα: Συναισθηματική επίγνωση.

Αναφέρεται στην ικανότητα της σύνδεσης με τα συναισθήματα, ιδιαίτερα με τα ισχυρά όπως ο θυμός, η θλίψη, ο φόβος, η χαρά. Οι δυσκολίες στη συναισθηματική σύνδεση είναι συχνά αποτέλεσμα πρώιμων παιδικών εμπειριών σε περιβάλλοντα που επέβαλαν την καταπίεση των συναισθημάτων. Και παρότι μπορούμε να στρεβλώσουμε, να κρύψουμε ή ακόμη και να θάψουμε τα συναισθήματα μας, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να τα εξαφανίσουμε.

Τρίτη δεξιότητα: Μη λεκτική επικοινωνία.

Το να επικοινωνεί κάποιος αποτελεσματικά απαιτεί περισσότερα από την καλή χρήση της γλώσσας. Είναι εξάλλου γνωστό ότι πολλές φορές δεν έχει τόση σημασία το τι λέει κανείς αλλά το πώς το λέει. Έτσι τα μη λεκτικά κομμάτια της επικοινωνίας (εκφράσεις του προσώπου, στάσεις του σώματος, κινήσεις των χεριών κλπ) είναι εξίσου αν όχι πιο σημαντικά από τα λεκτικά. Ακόμη κι όταν κάποιος δεν μιλάει, συνεχίζει να επικοινωνεί μη λεκτικά. Μια καλή τεχνική περιλαμβάνει την ερώτηση στον εαυτό “ Αυτά που λέω ανταποκρίνονται σε αυτά που αισθάνομαι”.

Τεχνικές καλής επικοινωνίας

Εστιάστε στο πρόσωπο του συνομιλητή σας. Αν σκέφτεστε τι θα απαντήσετε στη συνέχεια ή αν το μυαλό σας τρέχει αλλού, είναι σίγουρο πως θα χάσετε το πολύ σημαντικό κομμάτι της εξωλεκτικής επικοινωνίας. Κρατήστε οπτική επαφή. Η οπτική επαφή επικοινωνεί ενδιαφέρον και διατηρεί την ροή της συζήτησης. Δώστε σημασία στις εκφράσεις του προσώπου, τις κινήσεις των χεριών και τη στάση του σώματος του ομιλητή σας, την επαφή, τον τόνο της φωνής.

Τέταρτη δεξιότητα: Χρησιμοποιήστε το χιούμορ και το παιχνίδι για να αντιμετωπίσετε τις προκλήσεις.

Το χιούμορ, το γέλιο και το παιχνίδι αποτελούν φυσικά αντίδοτα, στις δυσκολίες της ζωής. Το αυθεντικό γέλιο μειώνει το stress, ανεβάζει τη διάθεση και το νευρικό σύστημα σε ισορροπία. Η επικοινωνία μέσα απ’ το παιχνίδι διευρύνει την ΕΙ και προάγει: Την αναπλαισίωση (refrmaming) των δύσκολων και απογοητευτικών καταστάσεων, επιτρέποντας τη θέαση καινούργιων οπτικών μέσω της νοητικής ευελιξίας (reflexibility).

Η αναπλαισίωση είναι μια απλή και εξαιρετικά δυνατή θεραπευτική τεχνική που ξεκίνησε από τη συστημική θεραπεία αλλά πλέον αποτελεί κοινό κτήμα της Ψυχολογικής επιστήμης. Κατά βάση στηρίζεται στη φαινομενολογική προσέγγιση η οποία πρεσβεύει πως δεν υπάρχει μια και μοναδική αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά ότι υπάρχουν πολλές και διαφορετικές υποκειμενικές εμπειρίες οι οποίες αντιστοιχούν σε διαφορετικές θεάσεις του ίδιου πράγματος. Αυτό που έχει επομένως σημασία είναι η εμπειρία του ατόμου και η σημασία την οποία αποδίδει σε αυτήν. Διαφορετικές οπτικές παράγουν διαφορετικές σημασίες αλλά και διαφορετικά συναισθήματα που δίνουν νόημα στην εμπειρία. Η έννοια της ευελιξίας έρχεται σε συνέχεια της αναπλαισίωσης και αφορά τη δυνατότητα του ατόμου να είναι ανοιχτό στην εμπειρία και τη θέαση διαφορετικών οπτικών σε σχέση με τις εξωτερικές και εσωτερικές εμπειρίες του.

Ακόμη το χιούμορ και το παιχνίδι βοηθάει στην απάλυνση των διαφορών, την αποδραματοποίηση των καταστάσεων και την έκφραση, την ταχεία εναλλαγή φάσεων ενεργοποίησης – χαλάρωσης, τη συνεργασία, την αύξηση της δημιουργικότητας με την απελευθέρωση του ατόμου από τετριμμένα και ανελαστικά μοτίβα σκέψης. Πέμπτη δεξιότητα: Επιλύστε τις διαφορές με γόνιμο τρόπο.Οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι των ανθρώπινων σχέσεων. Η διαρκής και πολλές φορές μάταια προσπάθεια αποφυγής των διαφωνιών, οδηγεί συχνά σε μεγαλύτερα προβλήματα γιατί συσσωρεύει θυμό που καθίσταται με την πάροδο του χρόνου δύσκολα διαχειρίσιμος. Η ορθή διαχείριση των συγκρούσεων περιλαμβάνει τις κάτωθι συμβουλές:

Μείνετε εστιασμένοι στο παρόν. Όταν δε είστε υπέρμετρα “κολλημένοι” με τις παλιές ιστορίες μπορεί να αντιληφθείτε την πραγματικότητα της παρούσας κατάστασης ως ευκαιρία να διαχειριστείτε τα αρνητικά σας συναισθήματα σε σχέση με την σύγκρουση. Επιλέξτε τις συγκρούσεις. Οι συγκρούσεις απαιτούν χρόνο και ενέργεια. Σκεφτείτε για ποια πράγματα αξίζει να συγκρουστείτε και για ποια όχι. Σταματήστε τη σύγκρουση που δεν επιλύεται. Χρειάζονται δυο για να διατηρηθεί μια σύγκρουση. Μπορείτε πάντα να επιλέξετε να σταματήσετε τη σύγκρουση αν κρίνετε ότι είναι πλέον άγονη ή χωρίς νόημα. Συγχωρέστε. Για να επιλυθούν κάποιες συγκρούσεις θα πρέπει να εγκαταλείψετε τα αισθήματα τιμωρίας και εκδίκησης (Segal and Smith, 2013).

Η συναισθηματική νοημοσύνη στον εργασιακό χώρο.

Σύμφωνα με το Consortium for Research on Emotional Intelligence in Organizations ( http://www.eiconsortium.org ) η κυρίαρχη έννοια στην μελέτη της συναισθηματικής νοημοσύνης στους χώρο της δουλειάς είναι η ικανότητα ή επάρκεια (competence) η οποία παρουσιάζεται ως μεταβλητή με πολλαπλές διαστάσεις τόσο ενδοατομικά όσο και κοινωνικά στο επίπεδο των σχέσεων του ατόμου αλλά και στους μηχανισμούς συγκρότησης ομάδων. Αναλυτικά η έννοια της ικανότητας ή επάρκειας σχηματοποιείται από τα παρακάτω.

1.Ατομική ικανότητα/επάρκεια Αυτοεπίγνωση (Self-Awarness)

Συναισθηματική επίγνωση ( Emotional awareness). Το να αναγνωρίζει κάποιος τα συναισθήματά του και τις επιπτώσεις αυτών.

Άτομα με αυτή την ικανότητα: • Γνωρίζουν ποια συναισθήματα αισθάνονται και γιατί. • Συνειδητοποιούν τις συνδέσεις μεταξύ των συναισθημάτων τους και του τι πιστεύουν, κάνουν, και λένε. • Αναγνωρίζουν τον τρόπο με τον οποίο τα συναισθήματα επηρεάζουν την απόδοσή τους. • Έχουν επίγνωση των αξιών και των στόχων τους.

Ακριβής αυτοαξιολόγηση: Το να γνωρίζει κανείς τα πλεονεκτήματα και τα όρια του.  Άτομα με αυτή την ικανότητα: 

Έχουν επίγνωση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων τους • Είναι ευέλικτα, αντλώντας διδάγματα από την εμπειρία. • Είναι ανοικτά σε ειλικρινή ανατροφοδότηση (feedback), σε νέες προοπτικές, τη συνεχή μάθηση και αυτο-ανάπτυξη. • Έχουν αίσθηση του χιούμορ και της προοπτικής για τους εαυτούς τους

Αυτοπεποίθηση: Αποπνέουν σιγουριά για την αξία και τις δυνατότητες τους. Άτομα με αυτή την ικανότητα: • Παρουσιάζουν τον εαυτό τους με ασφάλεια, κάνουν αισθητή την παρουσία τους. • Μπορούν να διατυπώσουν τις απόψεις που δεν είναι δημοφιλείς και μπορούν να λάβουν ακραίες θέσεις υπερασπιζόμενοι το σωστό. • Είναι αποφασιστικοί και σε θέση να πάρουν ορθές αποφάσεις παρά τις αβεβαιότητες και τις πιέσεις.

Αυτορύθμιση (Self-Regulation) 

Αυτοέλεγχος: Το να μπορεί κάποιος να διαχειρίζεται διασπαστικά συναισθήματα και παρορμήσεις. Άτομα με αυτή την ικανότητα: • Διαχειρίζονται τις παρορμήσεις τους και τα οδυνηρά συναισθήματα τους. • Παραμένουν συγκροτημένοι, θετικοί, και ήρεμοι ακόμα και στις πιο κρίσιμες στιγμές. • Σκέφτονται καθαρά, παραμένουν εστιασμένοι (focused) υπό πίεση. Αξιοπιστία: Διατήρηση των πρότυπων της ειλικρίνειας και της ακεραιότητας. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Πράττουν σύμφωνα με τους κανόνες της ηθικής. • Οικοδομούν εμπιστοσύνη με την αξιοπιστία και την αυθεντικότητα τους • Αναγνωρίζουν τα λάθη τους και αντιμετωπίζουν ανήθικες ενέργειες εις βάρος άλλων. • Παίρνουν σκληρές,αλλά βασιζόμενες σε αρχές, αποφάσεις ακόμα και αν δεν είναι δημοφιλείς.

Ευσυνειδησία: Ανάληψη της ευθύνης για την προσωπική απόδοση. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: 

• Ανταποκρίνονται στις δεσμεύσεις και αναγνωρίζουν τις υποσχέσεις τους. • Καθιστούν τον εαυτό τους υπεύθυνο για την επίτευξη των στόχων τους • Είναι οργανωτικοί και προσεκτικοί στην εργασία τους

Προσαρμοστικότητα: Ευελιξία στο χειρισμό των αλλαγών. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Χειρίζονται ομαλά πολλαπλές απαιτήσεις, μετατοπίζουν τις προτεραιότητες απαντώντας στις ραγδαίες αλλαγές. • Προσαρμόζουν τις απαντήσεις και την τακτική τους σε συμφωνία με τις ρευστές περιστάσεις. • Είναι ευέλικτοι στον τρόπο που βλέπουν τα γεγονότα.

Καινοτομία: Το να αισθάνεσαι άνετα και να είσαι ανοικτός σε νέες ιδέες και νέες πληροφορίες. Οι άνθρωποι με αυτή την ικανότητα: • Αναζητούν φρέσκες ιδέες από μια ευρεία ποικιλία πηγών. • Εφαρμόζουν πρωτότυπες λύσεις σε προβλήματα. • Δημιουργούν νέες ιδέες. • Βλέπουν νέες προοπτικές και αναλαμβάνουν κινδύνους στον τρόπο της σκέψης τους.

Αυτοπαρακίνηση (Self-Motivation) Κινητοποίηση μέσα από τα επιτεύγματα: Προσπάθεια προσωπικής βελτίωσης σύμφωνη με τα πρότυπα της αριστείας. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Είναι προσανατολισμένα στα αποτελέσματα, με υψηλό κίνητρο για να επιτύχουν τους στόχους τους και τα πρότυπα τους. • Θέτουν υψηλούς στόχους υπολογίζοντας τους κίνδυνους. • Συλλέγουν πληροφορίες για να περιορίσουν την αβεβαιότητα και αναζητούν τρόπους να κάνουν τα πράγματα καλύτερα. • Μαθαίνουν πώς να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους.

Δέσμευση: Η ευθυγράμμιση με τους στόχους της ομάδας ή της οργάνωσης. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Είναι έτοιμα για προσωπικές ή ομαδικές θυσίες για να ανταποκριθούν σε μεγαλύτερο οργανωτικό στόχο • Βρίσκουν ένα σκοπό στη “ευρύτερη” αποστολή της ομάδας ή της οργάνωσης. • Χρησιμοποιούν τις βασικές αξίες της ομάδας σαν οδηγό στη λήψη αποφάσεων και τη διασαφήνιση των επιλογών. • Αναζητούν ευκαιρίες για να εκπληρώσουν την αποστολή της ομάδας.

Πρωτοβουλία: Η ετοιμότητα ενεργειών σε σχέση με τις ευκαιρίες. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Είναι έτοιμα να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες. • Συνεχίζουν την προσπάθεια επίτευξης των στόχων πέρα απ’ ότι απαιτείται ή αναμένεται από αυτούς. • Παρακάμπτουν τη γραφειοκρατία και επιβάλλονται στους κανόνες όταν είναι απαραίτητο για να γίνει η δουλειά. • Κινητοποιούν τους άλλους μέσα από μη συνηθισμένες επιχειρηματικές προσπάθειες.

Αισιοδοξία: Επιμονή στην επιδίωξη των στόχων, παρά τα εμπόδια και τα πισωγυρίσματα. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Επιμένουν στην αναζήτηση των στόχων, παρά τα εμπόδια και τα πισωγυρίσματα. • Λειτουργούν με την ελπίδα της επιτυχίας και όχι από το φόβο της αποτυχίας. • Βλέπουν τις αποτυχίες ως αποτέλεσμα διαχειρίσιμων περιστάσεων και όχι ως προσωπικά ελάττωμα.

2. Κοινωνική ικανότητα/επάρκεια Κοινωνική συνείδηση (Social-Awareness)

Ενσυναίσθηση: Η αντίληψη για τα συναισθήματα και την προοπτική των άλλων, και το ενεργό ενδιαφέρον για τιςανησυχίες τους. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Είναι προσεκτικοί στα συναισθήματα, ακούν με προσοχή τι λένε οι άλλοι. • Επιδεικνύουν ευαισθησία και κατανόηση στην “άλλη” οπτική. •Βοηθούν στηριζόμενοι στην κατανόηση των αναγκών και των συναισθημάτων των άλλων.

Προσανατολισμός στην εξυπηρέτηση: Πρόβλεψη, αναγνώριση και κάλυψη των αναγκών των πελατών. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Κατανοούν τις ανάγκες των πελατών και τις προσαρμόσουν στις υπηρεσίες ή τα προϊόντα. • Αναζητήσουν τρόπους για να αυξήσουν την ικανοποίηση και την αφοσίωση των πελατών. • Ευχαρίστως προσφέρουν την κατάλληλη βοήθεια. • Εφαρμόζουν πελατοκεντρική προσέγγιση.

Ανάπτυξη άλλων: Κατανόηση των προϋποθέσεων για την ανάπτυξη και την ενίσχυση των ικανότητες των άλλων. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Αναγνωρίζουν και επιβραβεύσει τις δυνάμεις,τα επιτεύγματα, και την ανάπτυξη των ανθρώπων. • Προσφέρουν χρήσιμη ανατροφοδότηση και να εντοπιστούν οι ανάγκες των ανθρώπων για ανάπτυξη. • Είναι μέντορες, δίνουν την έγκαιρη καθοδήγηση, και τις αναθέσεις που προσφέρουν πρόκληση και να αναπτυχθούν οι ατομικές δεξιότητες.

Αξιοποίηση της ποικιλομορφίας: Η καλλιέργεια των ευκαιριών μέσω διαφορετικών ανθρώπων. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Σέβονται και σχετίζονται καλά με ανθρώπους από ποικίλα υπόβαθρα. • Κατανοούν τις διαφορετικές κοσμοθεωρίες και είναι ευαίσθητοι στις διαφορές της ομάδας. • Βλέπουν τη διαφορετικότητα ως ευκαιρία, δημιουργώντας ένα περιβάλλον όπου διαφορετικοί άνθρωποι μπορούν να αναπτυχθούν. • Αντιμετωπίζουν την πρόκληση της προκατάληψης και της μισαλλοδοξίας

Πολιτική συνείδηση: Διαβάζουν το συναισθηματικό κλίμα της ομάδα και τις σχέσεις εξουσίας. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Διαβάζουν με ακρίβεια τις θεμελιώδεις σχέσεις εξουσίας. • Εντοπίζουν τα κρίσιμα κοινωνικά δίκτυα. • Κατανοούν τις δυνάμεις που διαμορφώνουν τις απόψεις, τις ενέργειεςκαι τις δράσεις των πελατών, των συνεργατών και των ανταγωνιστών. • Διαβάζουν με ακρίβεια τις οργανωτικές καταστάσεις και τις εξωτερικές πραγματικότητες

3. Κοινωνικές δεξιότητες

Επιρροή: Αποτελεσματικός χειρισμός των τακτικών για την πειθώ. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Είναι ειδικευμένα στην πειθώ. • Φτιάχνουν παρουσιάσεις που “μιλάνε” στον ακροατή. • Χρησιμοποιούν σύνθετες στρατηγικές όπως η έμμεση επιρροή για την επίτευξη συναίνεσης και υποστήριξης. • Ενορχηστρώνουν “δραματικά” γεγονότα για να καταστήσουν σαφές ένα συγκεκριμένο σημείο ενδιαφέροντος

Επικοινωνία: Αποστέλλουν σαφή και πειστικά μηνύματα. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Είναι αποτελεσματικά στο δούναι και λαβείν, προσδίδοντας συναισθηματική διάσταση στα μηνύματα που στέλνουν. • Αντιμετωπίζουν με ευθύτητα τα δύσκολα θέματα. • Ακούνε προσεχτικά, ζητούν την αμοιβαία κατανόηση, και χαιρετίζουν πλήρη ανταλλαγή πληροφοριών. • Ενισχύουν την ανοικτή επικοινωνία και παραμείνουν δεκτικοί σε κακές ειδήσεις με τον τρόπο που δέχονται τις καλές.

Ηγεσία: Έμπνευση και καθοδήγηση ομάδων και ανθρώπων. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Συντονίζουν και διεγείρουν τον ενθουσιασμό για ένα κοινό όραμα και μια αποστολή. • Προχωρούν προς τα εμπρός και καθοδηγούν ανάλογα με τις ανάγκες, και ανεξάρτητα από τη θέση. • Γίνονται οδηγός για την απόδοση των άλλων. • Διοικούν μέσα από το παράδειγμα.

Καταλύτες της αλλαγής: Ξεκινούν ή διαχειρίζονται την αλλαγή. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Αναγνωρίζουν την ανάγκη για αλλαγή και την άρση των εμποδίων. • Προκαλούν το status quo μέσα από την αναγνώριση της ανάγκης για αλλαγή. • Πρωταγωνιστούν στις αλλαγές και επιστρατεύουν τους άλλους σε αυτή την κατεύθυνση • Μοντελοποιούν το πλαίσιο της αναμενόμενης αλλαγής των άλλων.

Διαχείριση των συγκρούσεων: Διαπραγμάτευση και επίλυση διαφωνιών. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Χειρίζονται δύσκολους ανθρώπους και τεταμένες καταστάσεις με διπλωματία και διακριτικότητα • Φωτίζουν τα σημεία των συγκρούσεων, γεφυρώνουν τις διαφορές. • Ενθαρρύνουν τη συνεννόηση και την ανοιχτή συζήτηση. • Ενορχηστρώνουν win-win λύσεις.

Καλλιέργεια των δομικών σχέσεων. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Καλλιεργούν και διατηρούν τα άτυπα δίκτυα. • Αναζητούν σχέσεις που είναι αμοιβαία επωφελής. • Προάγουν σχέσεις αμοιβαιότητας (rapport) για να κρατήσουν τους άλλους δεσμευμένους • Κάνουν και διατηρούν προσωπικές φιλίες μεταξύ των συνεργατών.

Συνεργασία: Συνεργασία με άλλους προς κοινούς στόχους. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Εστιάζουν την προσοχή στο έργο (task) προσέχοντας παράλληλα τις σχέσεις μεταξύ των συνεργατών. • Δίνουν έμφαση στη συνεργασία, την ανταλλαγή σχεδίων, τις πληροφορίες, τους πόρους και προωθούν ένα φιλικό κλίμα συνεργασίας. • Αναδεικνύει και προωθεί τις ευκαιρίες για συνεργασία.

Δυνατότητες της ομάδας: Η δημιουργία της ομάδας συνεπάγεται την επιδίωξη συλλογικών στόχων. Τα άτομα με αυτή την ικανότητα: • Μοντελοποιούν τις ιδιότητες της ομάδας όπως τον σεβασμό, την εξυπηρετικότητα, και τη συνεργασία. • Σχεδιάζει με όλα τα μέλη με ενεργό και ενθουσιώδη συμμετοχή • Κατασκευάζει την ταυτότητα της ομάδας (esprit de corps), καθώς και τη δέσμευσή σε αυτή. • Προστατεύει την ομάδα και τη φήμη της, αποδίδει τα εύσημα στα μέλη.

 

Βιβλιογραφία για περαιτέρω μελέτη

Goleman, D., Boyatzis, R. E., & McKee, A. (2002). Primal leadership: Realizing the power of emotional intelligence. Harvard Business Press.

Salovey, P., & Mayer, J. D. (1990). Emotional intelligence. Imagination, cognition and personality, 9(3), 185-211.

Ciarrochi, J. V., Chan, A. Y., & Caputi, P. (2000). A critical evaluation of the emotional intelligence construct. Personality and Individual differences, 28(3), 539-561.

Δημοσιεύτηκε την

Συμβουλευτική γονέων σε θέματα διαδικτύου

Το διαδίκτυο μπήκε στην ζωή μας ουσιαστικά τα τελευταία δέκα χρόνια προκαλώντας  μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητα μας. Δεν υπάρχει τομέας της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής που να έμεινε ανεπηρέαστος.  Από το πως δουλεύουμε και το πως επικοινωνούμε, μέχρι τον τρόπο που κάνουμε τραπεζικές συναλλαγές και διασκεδάζουμε ολόκληρο το φάσμα της κοινωνικής και προσωπικής ζωής έχει επηρεαστεί από την καταλυτική παρουσία του.

Το περιβόητο «χάσμα των γενεών» ήταν πάντοτε ένας σημαντικός παράγοντας  ενδοοικογενειακών  συγκρούσεων.  Οι έφηβοι όταν προσπαθούν να εξηγήσουν τη συμπεριφορά τους συχνά αναφέρονται στο ότι «Δεν μας καταλαβαίνουν», ενώ οι γονείς συνήθως αναφέρονται στο ότι «Δεν υπήρχαν αυτά τα πράγματα στην εποχή μας».

Το χάσμα των γενεών έχει επιδεινωθεί με την παρουσία του ψηφιακού χάσματος. Το ότι παιδιά και γονείς ζουν σε άλλες εποχές δεν είναι πλέον μια απλή διαπίστωση, οι διαφορετικές εποχές προσφέρουν διαφορετικά σχήματα ερμηνείας του κόσμου, διαφορετικές αναπαραστάσεις των γεγονότων. Τα παιδιά και οι έφηβοι ζούνε στην εποχή τους , θα πρέπει και οι γονείς να προσαρμοστούν ανάλογα.

Οι οικογενειακές σχέσεις  έχουν και αυτές με την σειρά τους  υποστεί σημαντικές αλλαγές.

Είναι δύσκολο να αναλύσουμε προβλήματα σχέσεων χωρίς να αναφερθούμε σε προβλήματα επικοινωνίας και διαχείρισης ρόλων εντός του οικογενειακού πλαισίου.

Η επικοινωνία είναι επί της ουσίας μια ανθρώπινη δεξιότητα, και ως τέτοια είναι αποτέλεσμα μάθησης. Πολλές οικογένειες έχουν εγκαθιδρύσει δυσλειτουργικά επικοινωνιακά σχήματα τα οποία δημιουργούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο διενέξεις και συγκρούσεις μεταξύ των μελών:

Η προβολή είναι ένας συχνός μηχανισμός για αυτές τις οικογένειες .Το κάθε μέλος προβάλει στα άλλα μέλη τα συναισθήματα του χρησιμοποιώντας συχνά τον συναισθηματικό εκβιασμό στις επικές μάχες για την κατάληψη της εξουσίας.

Σε άλλες οικογένειες παρατηρείται   αναστροφή των ρόλων. Στην κατάσταση αυτή οι γονείς απαρνούνται την βασική ευθύνη τους και παραδίδουν την ευθύνη της οικογένειας στα παιδιά.

Επικοινωνώ σημαίνει ακούω, αλλά πολύ συχνά τα προϋπάρχοντα γνωστικά μας σχήματα δεν επιτρέπουν την ενεργή ακρόαση ούτε την ενσυναισθητική κατανόηση, την ικανότητα μας δηλαδή  να μπαίνουμε στη θέση του άλλου.

Οι γονείς λειτουργούν ως πρότυπα συμπεριφοράς για τα παιδιά τους, δεν πρέπει να λησμονούν ότι ο ηγέτης διοικεί στη βάση του παραδείγματος.

Το οικογενειακό κλίμα ευνοεί ή δυσχεραίνει την επικοινωνία. Ένα αυταρχικό οικογενειακό πλαίσιο προκαλεί στρεβλώσεις και ελλείμματα στην επικοινωνία.

Αντίθετα ένα κλίμα που ευνοεί τον διάλογο και την έκφραση των συναισθημάτων μπορεί να προωθήσει τη γνήσια επικοινωνία μεταξύ των μελών και την ορθότερη διευθέτηση των προβλημάτων.

Η εφηβεία είναι μια εποχή συναισθηματικής αστάθειας για τα παιδιά που βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ παιδικότητας και ενηλικίωσης. Σίγουρα τα παιδιά μας είναι ζωηρά, ανυπόμονα και ορισμένες φορές παραρμητικά, αλλά δεν είναι ανόητα, ας πάψουμε να τους φερόμαστε ως τέτοια.

Η επίκληση της κοινής λογικής μέσα σε ένα πλαίσιο αποδοχής μπορεί να βοηθήσει τον έφηβο να δει καλύτερα τα πράγματα από όλες τις πειθαρχικές ποινές μαζί.

Η ζωή μας ολόκληρη κινείται μέσα σε όρια (φυσικά- κοινωνικά- πολιτισμικά). Από τη στιγμή της γέννησης η φύση μας προικίζει με χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν το εύρος των δυνητικών επιλογών μας. Για παράδειγμα θα ήθελα να ήμουν μπασκετμπολίστας αλλά το ύψος μου (1.78) δεν μου το επιτρέπει.

Το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό status προκαθορίζουν σε κάποιο βαθμό τα εφόδια που θα έχω στη ζωή μου. Δυστυχώς πολλές φορές οι γονείς κινούμενοι από αγνά κίνητρα λησμονούν αυτή τη βασική αλήθεια. Έτσι στο όνομα της αγάπης αφήνουν τα παιδιά τους ανεξέλεγκτα, «για να μην τα πιέσουν» .

Ως αποτέλεσμα τα παιδιά μεγαλώνουν δίχως να γνωρίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού, η οικογένεια βαδίζει χωρίς οδηγό και οι σχέσεις των μελών είναι συχνά αποτέλεσμα εγωιστικών ανταγωνισμών «για να περάσει το δικό μου».

Το ζήτημα των ορίων είναι θεμελιώδες για την εύρυθμη οικογενειακή λειτουργία.

Όριο δεν σημαίνει εφαρμογή της εξουσίας του ενός. Αποτελεί το επιστέγασμα της ανοιχτής επικοινωνίας μεταξύ γονέα-παιδιού όπου σε κλίμα συνεργασίας αναδύεται η προσφορότερη λύση.

Το όριο δεν είναι άκαμπτο όπως δεν είναι άκαμπτες οι συνθήκες και οι καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση μπορεί να τροποποιηθεί όταν αλλάξουν οι εξωτερικές συνθήκες.

Το όριο είναι σαφές όπως και το κόστος που θα κληθεί ο νέος να πληρώσει αν αθετηθεί η συμφωνία. Το κόστος έχει χαρακτήρα παιδευτικό μιας και διδάσκει ότι στη ζωή οι επιλογές έχουν συνέπειες και δεν πρέπει να συγχέεται με την ποινή που σκοπό έχει να τιμωρήσει τον παραβάτη.


Η μοναξιά έχει αντίδοτο την εγγύτητα

Πάλευα με συναισθήματα μοναξιάς όλη μου την ζωή. Ίσως για τον λόγο  αυτό αποφάσισα να γίνω σύμβουλος σχέσεων. Για να απαντήσω στην θεμελιώδη  ερώτηση:

“Γιατί κάποιες φορές απολάμβανα  το να  είμαι μόνη, ενώ άλλες φορές η μοναξιά μου δημιουργούσε συναισθήματα αφόρητης θλίψης.”

Τι είναι άραγε αυτό που διαφοροποιεί τις σχέσεις; Γιατί ορισμένες σχέσεις μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά; Το θέμα με εμένα υπήρξε η συνεχής εναλλαγή μεταξύ της επιθυμίας να είμαι μόνη και της επιθυμίας να είμαι με άλλους. Αλλά ήθελα να είμαι με άλλους με ένα συγκεκριμένο τρόπο.

Ήθελα να αισθάνομαι ασφαλής και ανακουφισμένη. Ήθελα να αισθάνομαι κοντά.

Αν η σχέση μου με κάποιον δεν είχε το χαρακτηριστικό της εγγύτητας  με έκανε να αισθάνομαι ακόμη πιο απομονωμένη. Η κλασσική συμβουλή των ειδικών,  “Χρειάζεσαι περισσότερο έξω, χρειάζεσαι περισσότερους υποψήφιους για να βρεις τα κατάλληλα άτομα ” μου προκαλούσε εξουθένωση.

Κατάλαβα μετά από πολύ μελέτη και ενδοσκόπηση ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που παλεύουμε  με την μοναξιά, δεν στερούμαστε την ικανότητα να συνδεθούμε με άλλους ανθρώπους.  

Η πηγή του πόνου μας είναι η έλλειψη ενός συγκεκριμένου χαρακτηριστικού των σχέσεων μας, της εγγύτητας.

Όταν μια σχέση δεν έχει εγγύτητα, δημιουργεί την αίσθηση  ότι το άλλο άτομο δεν σας ξέρει πραγματικά και / ή ότι  δεν ενδιαφέρεται  πραγματικά για σας. Η μοναξιά είναι ουσιαστικά η θλίψη που προκαλείται από την έλλειψη της εγγύτητας, ή αλλιώς η  θλίψη που προκαλείται από την  απόσταση.

Γι ‘αυτό  τον λόγο δεν λειτουργεί το να περιβάλλεται τον εαυτό σας με ανθρώπους. Θα πρέπει πραγματικά να αισθάνεστε κοντά με τους ανθρώπους αυτούς.

Και τι σημαίνει ακριβώς η εγγύτητα; To αίσθημα της εγγύτητας αναδύεται μεταξύ δυο ανθρώπων όταν αμοιβαία αισθάνονται ότι ο άλλος τους καταλαβαίνει και τους νοιάζεται. Επομένως τα δυο θεμελιώδη συστατικά των σχέσεων εγγύτητας είναι η γνωριμία και το νοιάξιμο.

Το να γνωρίσεις όμως τον άλλον με τρόπο που να ευνοεί την εγγύτητα, σημαίνει το  να γνωρίσεις μέσα από την οπτική του άλλου. Να δεις το πως βλέπει το εαυτό του με τα δικά του μάτια.  Και αυτό διαφέρει από τον συνηθισμένο τρόπο  γνωριμίας μέσα από προσωπικές  νοητικές  κατασκευές  που περιγράφουν πως είναι ή πώς θα όφειλε να είναι ο άλλος.

Μόλις λοιπών καταφέρουμε να δούμε τον άνθρωπο απέναντι μας με τα δικά του  μάτια μπορούμε να επικοινωνήσουμε  το  ειλικρινές ενδιαφέρον  μας για εκείνον:

“Όχι μόνο βλέπω το ποιος πραγματικά είσαι, αλλά  με ενδιαφέρει να συμμετέχω στο να είσαι καλά”

Αυτό το συναίσθημα του να σας κατανοούν και να σας εκτιμούν είναι αυτό που πραγματικά λαχταράτε όταν είστε μόνοι.

Μπορείτε να δημιουργήσετε αυτό το συναίσθημα με όποιον αισθάνεται με παρόμοιο τρόπο για εσάς.  Η εγγύτητα δεν πρέπει να είναι κάτι που συμβαίνει τυχαία ή από ατύχημα, είναι στο χέρι σας  να την δημιουργήσετε.

 

Kira Asatryan The Art of Closeness

Psychologytoday.com


H αναστοχαστικότητα (reflexitivity) στην Θεραπεία. Σκεπτόμενοι πάνω στις σκέψεις μας για τις ζωές των ανθρώπων

“When someone deeply listens to you, your bare feet are on the earth, and a beloved land that seemed distant is now at home within you”  John Fox

 

Στην ψυχοθεραπευτική γλώσσα ο αναστοχασμός (reflection) αναφέρεται στη  σκέψη  που εμφανίζεται μετά από κάποιο στοχασμό  (Barnhart, 1973).

Στην κλινική πρακτική η έννοια  του αναστοχασμού πρωτοεμφανίστηκε από τον Νορβηγό Ψυχίατρο T. Andersen ο οποίος χρησιμοποιούσε ομάδες ειδικών  (αναστοχαστικές ομάδες) που σκοπό είχαν  να μοιραστούν με τους θεραπευτές και τις οικογένειες, σκέψεις και συναισθήματα  σε σχέση με όσα παρακολούθησαν κατά τη διάρκεια μιας  θεραπευτικής συνεδρίας.

Ο White (1995) απ την άλλη,  εκφράζει τις ανησυχίες τους  για τις δυσκολίες που ενυπάρχουν στο εγχείρημα, του αναστοχασμού.  H κριτική του εστιάζει  στον υπαρκτό φόβο της κυριαρχίας των φωνών που επικεντρώνονται στα προβλήματα και τις μειονεξίες των ανθρώπων.

Mε ποιόν τρόπο  άραγε θα μπορούσαμε  οι θεραπευτές  να χωρίσουμε την ήρα απ το στάρι;

Ο κίνδυνος να αναπτυχθεί ένας παθολογικός λόγος   είναι πάντοτε  υπαρκτός. Ως άνθρωποι  είμαστε εξοικειωμένα με την κριτική (του εαυτού και των άλλων), ενώ ως θεραπευτές εκπαιδευόμαστε σε μοντέλα  που εστιάζουν σχεδόν  μονόπλευρα  στην αναζήτηση συμπτωμάτων, ελλείψεων  και διαταραχών.

Ο παθολογικός λόγος όμως προκαλεί  επίταση της απομόνωσης και αποξένωσης των ανθρώπων.

Στόχος   του θεραπευτή, θα πρέπει να είναι κατά τον White, η επικέντρωση στις δυνατότητες, τα αποθέματα, τις εξαιρέσεις (ακόμη και τις πιο μικρές) που δεν επιβεβαιώνουν το κανόνα του προβλήματος με το οποίο προέρχονται οι άνθρωποι στη θεραπεία.

Είναι σημαντικό επομένως  οι θεραπευτές να προσπαθούμε να αναδείξουμε  τις πιο παραμελημένες πτυχές της ζωής των πελατών μας.

Όλες οι φωνές μέσα μας είναι εξίσου έγκυρες, όλες οι όψεις της ζωής των ανθρώπων είναι εξίσου υπαρκτές.  Ο σκοπός της θεραπείας δεν είναι να αντικατασταθεί ο μονόλογος  της διαταραχής, με τον μονόλογο της “υγείας”, αλλά να αναδειχθεί η πολυφωνία που μπορεί να συνθέσει σε ένα ανώτερο επίπεδο μια καινούργια συμφωνία αποδοχής (consesus) όλων των πλευρών του Εαυτού.

Για την Weingarten (2016), ένας καλός αναστοχασμός  είναι αυτός  που,  ως επί το πλείστον, μένει σε αυτό που ο πελάτης έχει κοινοποιήσει με τη φωνή, τις λέξεις  και  το σώμα  του. Ένας καλός αναστοχασμός  προάγει την περίσκεψη, τη συζήτηση και την ανάληψη δράσης  (σ.198).  Ο Donovan (2007), στηριζόμενος στη φιλοσοφία του Habermas, θεωρεί  ότι οι αναστοχασμοί πρέπει να ενσαρκώνουν σεβασμό, ισότητα και  δικαιοσύνη.

Ένας καλός αναστοχασμός  βασίζεται στη  θεμελιώδη ακρόαση (radical listening) *. Η θεμελιώδης  ακρόαση σημαίνει, πάνω απ 'όλα, αποδοχή. Είναι το είδος της ακρόασης που  ούτε κρίνει, ούτε κατακρίνει, αλλά αντίθετα  εξετάζει στο τι έχει ειπωθεί  (spoken) αλλά και το τι δεν έχει ειπωθεί (unspoken) στο  λόγο. Η θεμελιώδης ακρόαση, διακόπτει τον συνομιλητή μόνο όταν τα λόγια αποτυγχάνουν να μεταφέρουν την ιστορία  με τρόπο  αυθεντικό (Weingarten, 1995, 2010β).

Αν ή πίστα του χορού  είναι μεταφορικά η θεμελιώδης  ακρόαση,  ο χορός διεξάγεται  μεταξύ του αναστοχασμού (reflection)  και της αδερφής ψυχής του, της αναστοχαστικότητας (reflexitivity). Ενώ o αναστοχασμός  είναι περισσότερο  μια εμβύθιση στην εμπειρία των άλλων με σκοπό την νοηματοδότηση και την “βαθιά” κατανόηση, η αναστοχαστικότητα είναι μια  διεργασία που μας επιτρέπει να σκεφτούμε, να φιλτράρουμε και να ζυγίσουμε τις εσωτερικές μας απαντήσεις που  αφορούν τις  αξίες, τις προκαταλήψεις, ή τις αντιδράσεις μας.

Αν το  έργο της θεραπείας είναι να βοηθήσει να γίνει το ξένο οικείο για τους θεραπευόμενους, για τους θεραπευτές ισχύει το αντίθετο ακριβώς. Η δουλειά μας είναι να χρησιμοποιήσουμε την αναστοχαστικότητα  για να κάνουμε  το οικείο ξένο. Πρέπει να είμαστε σε θέση να αμφισβητήσουμε όσα θεωρούμε δεδομένα ώστε να παρουσιαστούμε  στους  ανθρώπους  με φρέσκο μυαλό και  καρδιά  (Weingarten, 2016).

Για τον  Gergen (1999) αυτό σημαίνει  “να αποκλείουμε  το προφανές, να μπορούμε να αντιληφθούμε  τις διαφορετικές διαστρωματώσεις  της πραγματικότητας” (σελ. 50).

Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια θεραπευτική συνθήκη  στην οποία ο πελάτης θα  αισθάνεται ότι έχει ακουστεί, ότι  έχει γίνει κατανοητός, ότι τα συναισθήματα του είναι έγκυρα. Με την θεραπευτική φροντίδα και το ενδιαφέρον  οι πελάτες μας μπορεί να  αισθανθούν  ότι εκείνο  που έχει αποσπαστεί ή κατακερματισθεί μέσα τους επιστρέφει και πάλι, αποκαθίσταται,  γίνεται Όλον ξανά.

Ελπίζουμε ότι με τον τρόπο αυτό  ένα νέο αίσθημα θα προκύψει, ένα αίσθημα ανακούφισης που συνοδεύει την επιστροφή  των ανθρώπων στο σπίτι τους (Weingarten, 2016).

 

 

Βιβλιογραφία

Barnhart, C. L., Steinmetz, S., & Barnhart, R. K. (1973). The Barnhart dictionary of new English since 1963. Bronxville, NY: Barnhart/Harper & Row.

Donovan, M. (2007). Ethics and reflecting processes: A systemic perspective.Journal of Social Work Practice, 21 (2), 225–233.

Gergen, K. J. (1999).An invitation to social construction. London: Sage.

Weingarten, K. (1995). Radical listening: Challenging cultural beliefs for and about mothers. In K. Weingarten (Ed.),Cultural resistance: Challenging beliefs about men, women, and therapy(pp. 7–22). New York/England: Harrington Park Press/Haworth Press

Weingarten, K. (2010b). Reasonable hope: Construct, clinical applications, and supports.Family Process, 49(1),5–25.

Weingarten, K. (2016), The Art of Reflection: Turning the Strange into the Familiar. Fam. Proc., 55: 195–210. doi:10.1111/famp.12158

White, M. (1995). Reflecting teams as definitional ceremony. In M. White (Ed.),Re-authoring lives: Interviews & essays (pp. 172–198). Adelaide, Australia: Dulwich Centre Publications

 

*Πρόκειται για ελεύθερη απόδοση στα Ελληνικά του Αγγλικού όρου radical listening. Προτιμήσαμε τον όρο θεμελιώδης παρά ριζικός γιατί θεωρούμε οτι  αποδίδει καλύτερα στην Ελληνική γλώσσα την σχετική έννοια.

 

Poem by J.Fox

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Psychology now.gr


Γινόμαστε οι ιστορίες που αφηγούμαστε για τον εαυτό μας

Γινόμαστε  οι ιστορίες που  αφηγούμαστε  για τον εαυτό μας -και είμαστε υποχρεωμένοι να κατασκευάζουμε συνεχώς ιστορίες  σε μια προσπάθεια να  κατανοήσουμε ποιοι στ’ αλήθεια είμαστε.

Φαίνεται πως υπάρχει  κάτι εγγενές στην προσπάθειά μας να εξηγήσουμε, να προσδώσουμε τάξη και νόημα στο χάος της ζωής μας. Η αφήγηση είναι εξάλλου μια προσαρμοστική συμπεριφορά που πηγαίνει πίσω στον πρωτόγονο άνθρωπο, 40000 χρόνια πριν.

Η ικανότητά μας να δημιουργήσουμε  νόημα από τις αναμνήσεις μας  καθορίζει το πώς αισθανόμαστε για τον εαυτό μας και διαμορφώνει την ταυτότητα μας καθ’ όλη την διάρκεια του βίου μας.

"Υπάρχει μέσα μας  μια πολύ ισχυρή ώθηση ανακατασκευής  των  ιστοριών  της ντροπής, της απώλειας και της  απόρριψης, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να γίνονται εμπειρίες σοφίας", λέει ο καθηγητής Ψυχολογίας του  Connecticut College, Jefferson Singer.

Οι σχηματοποιημένες ιστορίες για την ζωής μας παγιώνονται στην εφηβεία, καθώς αρχίζουμε να προσανατολίζόμαστε γύρω από ορισμένες ισχυρές μνήμες. Κατανοούμε με άλλα λόγια  τους εσωτερικούς μας εαυτούς  και τις  δημόσιες  ταυτότητες μας  μέσα από τη δική μας ερμηνεία της αξίας και της σημασίας που έχουν αυτές οι ισχυρές μνήμες για την προσωπικότητα μας

Οι ιστορίες της ζωής δεν αντικατοπτρίζουν απλά την προσωπικότητα.  Σύμφωνα με την ψυχολόγο Dan McAdams του Northwestern University,  "Είναι η προσωπικότητα."

Με την πρώιμη ενήλικη ζωή, κατασκευάζουμε και ανασκευάζουμε συνεχώς  αφηγηματικά  σενάρια που ακολουθούμε για να  προβλέψουμε, να ελέγξουμε  και να αξιολογήσουμε την απόκριση μας στις  προκλήσεις της ζωής

"Πώς μπορώ να ανταποκριθώ  σε κάτι τέτοιο;"  Αν οι ιστορίες μας λένε πως  είμαστε ανθεκτικοί, θα είμαστε. Αν μας λένε πώς  δεν είμαστε τότε πιθανότατα δεν θα είμαστε!

Μια νέα προσέγγιση  στην ψυχοθεραπεία ζητά απ τους ανθρώπους να ξαναγράψουν (κυριολεκτικά και μεταφορικά)  τις ιστορίες τους. Ένα αυξανόμενο σώμα της έρευνας διαπιστώνει ότι, το να γράφει  ή  να μιλά  κάποιος επανεξετάζοντας τα προβλήματα  με τα φρέσκα μάτια της απόστασης,  μπορεί να τον  βοηθήσει να αξιολογήσει το πως τα έχει πάει, να οραματιστεί το ποιος θέλει να είναι και να βρει τρόπους να διορθώσει την πορεία της ζωής του.

Η αναπλαισίωση βοηθά τους ανθρώπους να δουν τα γεγονότα ως ευκαιρίες ή σημεία αντί για το τέλος του δρόμου. Και οι ψυχολόγοι που έχουν αναπτύξει τέτοιες τεχνικές υποστηρίζουν ότι, σε πολλές περιπτώσεις, η αλλαγή μπορεί να έρθει πολύ πιο γρήγορα από ό, τι θα περίμενε κανείς.

Δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν, αλλά μπορούμε να αλλάξουμε το πώς επηρεάζει την διαμόρφωση της αυτοεικόνας μας.

Στις σχέσεις μας, στις  επιλογές της ζωής μας,  στις δουλειές μας, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας, να προχωρήσουμε και να αρχίσουμε  να ενσωματώνουμε  μια διαφορετική ιστορία για τον εαυτό μας.

Susan Gregory Thomas - Psychology Today

 


Μερικές σκέψεις για την σχέση θεραπείας και τέχνης (βασισμένο στις ιδέες του Α. Ταρκόφσκι)

"Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι τρόπος διατύπωσης πληροφοριών, τρόπος που υπάρχει εξ αντικειμένου και απαιτεί κάποια επαγγελματική ειδίκευση· σε τελευταία ανάλυση είναι η ίδια η μορφή της εμπειρίας του καλλιτέχνη, ο μοναδικός του και ολοδικός του τρόπος έκφρασης. Και η άχαρη λέξη «έρευνα» δεν ταιριάζει διόλου σε έναν νικηφόρο αγώνα κατά της βουβαμάρας, αγώνα που απαιτεί συνεχείς και υπεράνθρωπες προσπάθειες"  A. Ταρκόφσκι

Μήπως το ίδιο δεν είναι η Ψυχοθεραπεία; Αυτή η μοναδική σχέση μεταξύ θεραπευτή - θεραπευομένου. Η σχέση που είναι εξ ορισμού δύσκολο να μπει σε φορμαλιστικές κανονικότητες, να διερευνηθεί στο βαθμό που να απολέσει την μοναδικότητα της και εν τέλει την δύναμή της.

Αλλά είναι η έρευνα στην θεραπεία άσκοπη ή και εν δυνάμει παραπλανητική;

Πιστεύω πως όχι, αρκεί να μην χάνουμε το δάσος για το δέντρο. Οι θεωρίες και οι τεχνικές είναι σχήματα σκέψεων για τις σχέσει ανάμεσα στα πράγματα. Αν χρησιμοποιηθούν ως είναι, δεν έχουν την απαραίτητη δυναμική να αντέξουν στον χρόνο, να αποκτήσουν άξια και νόημα.

Είναι κάτι σαν να ζωγραφίζεις στο κενό. Ο καμβάς του θεραπευτή είναι η θεραπευτική  σχέση, χωρίς την σχέση δεν υπάρχει τόπος για να αναδειχθεί η τέχνη του.

Και απ' την άλλη ο θεραπευτής δεν μόνος με τις ιδέες του, συν-κατασκευάζει διαρκώς πραγματικότητες με τον θεραπευόμενο του. Δίνει και παίρνει, ζωγραφίζει αλλά και ζωγραφίζεται, ανακατεύει διαρκώς τα χρώματα στην παλέτα που από κοινού μοιράζεται με τον συν-καλλιτέχνη απέναντί του.

Κάθε τόσο μια νέα τεχνική προκύπτει, μια ριζοσπαστική σxολή σκέψης γεννιέται, συνήθως εναρμονισμένη με τις χρονικές και πολιτισμικές συγκυρίες της εποχής της. Η πρωτοπορία στην θεραπεία είναι πολύτιμη γιατί ανοίγει νέους δρόμους, ανακαλύπτει, προσθέτει στην επιστημονική σκέψη. Και αντιμετωπίζεται περίπου ως πανάκεια απ τους ειδικούς και το κοινό. Περνάει καιρός για να ανακαλύψουμε -ερευνητικά - ότι η αποτελεσματικότητα της ειναι πεπερασμένη και περίπου ανάλογης αποτελεσματικότητας με τις προηγούμενες.

"Έτσι, πέφτουμε στην παγίδα των μεταβατικών, συγκυριακών προτάσεων της στιγμής", λέει ο Ταρκόφσκι, και στην θεραπεία δεν έχει σημασία το στιγμιαία παγωμένο καρέ μιας πραγματικότητας, αλλά η διαχρονική σημασία της πρωταρχικής σκηνής της θεραπείας.

Δυο άνθρωποι που κάθονται αντίκρυ και κοιτάζονται στα μάτια.

Αν η δουλειά της τέχνης είναι ο νικηφόρος αγώνας ενάντια στη βουβαμάρα, το ίδιο ακριβώς είναι και της ψυχοθεραπείας. Ο αγώνας ενάντια στη σιωπή, την ενοχή, την ντροπή και την μοναξιά. 


Τα δυναμικά των οικογενειών ασθενών που πάσχουν από οριακή διαταραχή της προσωπικότητας

Για τους αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι, η μεθοριακή διαταραχή της προσωπικότητας (Borderline Personality Disorder) είναι η “βασίλισσα” των διαταραχών της προσωπικότητας. Οι άνθρωποι με αυτή την διαταραχή παρουσιάζουν εξαιρετικές δυσκολίες στον ελέγχο των συναισθημάτων τους, χαοτικές διαπροσωπικές σχέσεις, δυσκολία στον έλεγχο των παρορμήσεων, και αδυναμία να κατανοήσουν ποιοι είναι ή τι θέλουν να είναι στη ζωή (σύγχυση ταυτότητας).

Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ψυχωτικοί, αλλά φαίνεται να έχουν πολύ κακή κρίση στις διαπροσωπικές σχέσεις. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν μεγάλη ευαισθησία στην κοινωνική κριτική καθώς συχνά παρερμηνεύουν με αρνητικό τρόπο ακόμη και το πιο αθώο σχόλιο που τους γίνεται. Συχνά κόβονται, καίγονται, ή τραυματίζουν τον εαυτό τους με κάθε δυνατό μέσο. Απειλούν ότι θα αυτοκτονήσουν, κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας και έχουν προβλήματα ελέγχου του θυμού τους. Δεν εμπιστεύονται τους άλλους εύκολα και συχνά αποσυνδέονται όταν βρεθούν κάτω από πίεση.

Οι συμπεριφορές τους συχνά αναφέρονται από τους θεραπευτές ως διαχωριστικές (splitting). Οι άλλοι αντιμετωπίζονται είτε σαν Θεοί, είτε σαν σκουπίδια και δεν φαίνεται να υπάρχει κανείς στο ενδιάμεσο.  Είναι ενδιαφέρον ότι, οι ασθενείς με BPD  περιγράφονται από τους θεραπευτές ως θαυμάσιοι χειριστές των σχέσεων (manipulators). Είναι βέβαια απορίας άξιο πως θα μπορούσε κάποιος που αδυνατεί να αξιολογήσει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία ενός άλλου ατόμου να χειρίζεται με τόση επιδεξιότητα τις σχέσεις. Η απάντηση είναι απλή: Δεν θα μπορούσε! Παρότι η τάση τους να χωρίζουν τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς προέρχεται απ την αντιφατική συμπεριφορά των γονιών ή των φροντιστών τους, συνήθως δεν αποτελεί πάρα μια αντιδραστική πράξη.

Δυο χαρακτηριστικά αποδεικνύουν πως η μεθοριακή διαταραχή της προσωπικότητας δεν είναι μια εγκεφαλική ασθένεια όπως η σχιζοφρένεια. Κατ 'αρχάς οι ασθενείς με BPD μπορούν να επέμβουν στα συμπτώματα τους και να τροποποιήσουν την συμπεριφορά τους άμεσα, οποιαδήποτε στιγμή. Κάτι που φαντάζει αδύνατο για ένα ασθενή που πάσχει από σχιζοφρένεια. Δεύτερον οι ασθενείς αυτοί σχεδόν πάντα προέρχονται από οικογένειες που έχουν σοβαρή οικογενειακή παθολογία.

Σύμφωνα με ένα μεγάλο αριθμό μελετών, η κακοποίηση των παιδιών και / ή η παραμέληση είναι οι πιο κοινοί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη της διαταραχής. Φυσικά, δεν αναπτύσσει BPD κάθε κακοποιημένο ή παραμελημένο παιδί, επίσης πολλά άτομα που πάσχουν από τη διαταραχή δεν υπήρξαν ποτέ σεξουαλικά ή σωματικά κακοποιημένα. Η κινηματογραφική ταινία Thirteen αποτελεί ένα εγχειρίδιο οδηγιών για το πώς να δημιουργήσετε ασθενείς με BPD χωρίς να κακοποιήσετε τα παιδιά σας. Δεν είναι η κακοποίηση per se, αλλά τα αντικρουόμενα διπλά μηνύματα που εκπέμπονται από τους γονείς που είναι πιο πιθανό να δημιουργήσουν  οριακές συμπεριφορές  στους απογόνους.

Το βασικό πρόβλημα στην "οριακή" οικογένεια είναι ότι οι γονείς βλέπουν το ρόλο τους ως τον απόλυτο στόχο της ανθρώπινης ύπαρξης, την ίδια ώρα που κατά βάθος μισούν να είναι γονείς και βλέπουν τα παιδιά τους ως ένα εμπόδιο για την προσωπική τους ολοκλήρωση.

Η σύγκρουση γύρω απ τον γονεϊκό ρόλο οδηγεί σε ένα μοτίβο στο οποίο οι γονείς άγονται και φέρονται μεταξύ της υπερεμπλοκής με ή χωρίς κακοποίηση, και της αποσύνδεσης με ή χωρίς παραμέληση. Το διπλό μήνυμα, εγγενές σε αυτό το μοτίβο, με τη σειρά του οδηγεί τα παιδιά να αντιλαμβάνονται ένα μήνυμα από τους γονείς τους, που μεταφράζεται χονδρικά σε «Σε χρειάζομαι, αλλά σε μισώ». Προκειμένου να διατηρηθεί η οικογενειακή ομοιόσταση, το παιδί που γίνεται το επίκεντρο της γονεϊκής αμφιθυμίας, πασχίζει να ανακαλύψει την απάντηση στο εξής ερώτημα: Πώς μπορεί αυτός ή αυτή να παραμείνει στο επίκεντρο της ζωής των γονέων (ακόμα και αν η επαφή φαίνεται πολύ περιορισμένη) εξακολουθώντας να τους παρέχει μια εύκολη δικαιολογία διεξόδου για το θυμό τους, ώστε να μην χρειάζεται να αισθάνονται ένοχοι γι 'αυτόν;

Ο ρόλος του καταστροφέα (Spoiler) είναι η τέλεια λύση. Το παιδί καταστροφέας αρνείται να μεγαλώσει, εξακολουθεί να εξαρτάται κατά κάποιο τρόπο από τον/τους γονείς και συστηματικά καταστρέφει ή υποτιμά ό, τι οι γονείς προσπαθούν να κάνουν για εκείνο. Τίποτα από όσα οι γονείς κάνουν ή λένε δεν είναι ποτέ αρκετά. Το παιδί ­ και εν συνεχεία ο ενήλικας­ θα απαξιώνει συνεχώς κάθε τι που του προσφέρεται . Τα κίνητρα των γονιών θα παρερμηνεύονται σταθερά και συνεχώς θα κατηγορούνται ότι είναι εγωιστές, υπερβολικά απαιτητικοί, ηλίθιοι, ή εντελώς σατανικοί.

Η ακύρωση του άλλου δεν σημαίνει απλώς την διαφωνία με το άλλο πρόσωπο. Είναι μια διαδικασία κατά την οποία τα άτομα επικοινωνούν μεταξύ τους ότι οι απόψεις και τα συναισθήματα του άλλου είναι άκυρα, παράλογα, εγωιστικά, αδιάφορα, ηλίθια, πιθανότατα τρελά, και φυσικά λάθος. Σε μερικές οικογένειες, η ακύρωση γίνεται ακραία, πράγμα που οδηγεί σε σωματική κακοποίηση, ακόμη και φόνο. Ωστόσο, η ακύρωση μπορεί επίσης να επιτευχθεί με λεπτούς λεκτικούς χειρισμούς που προκαλούν σύγχυση. Σε οικογένειες όπως αυτές, η ακύρωση του παιδιού από τους γονείς είναι πανταχού παρούσα. Μεγαλώνοντας, το παιδί αρχίζει να κάνει στους γονείς ό, τι ακριβώς του είχαν κάνει. Οι καταστροφείς δεν θα ανεξαρτητοποιηθούν ποτέ από τους γονείς τους, επειδή δεν θα είναι σε θέση να λειτουργήσουν πραγματικά ως υπεύθυνοι ενήλικες. Αυτό επιτρέπει στους γονείς να παραμείνουν στην εμμονική σχέση  με το παιδί, πράγμα που  όπως φαίνεται υπήρξε πάντοτε η ένθερμη επιθυμία τους. Την ίδια στιγμή, η εξωφρενική και σκανδαλώδης συμπεριφορά του παιδιού δίνει στους γονείς μια αναγκαία δικαιολογία για την συχνά παραγνωρισμένη εχθρότητα απέναντι του. Οι γονείς ωστόσο, συχνά αισθάνονται ένοχοι για τις κακές επιδόσεις τους στην ανατροφή των παιδιών, πράγμα που τους οδηγεί στην αποσταθεροποίηση. Σε απάντηση, το παιδί θα επιδιώξει να «ρυθμίσει» τα συναισθήματά τους.

Αν οι γονείς θυμώσουν, το παιδί τους κάνει να αισθάνονται ένοχοι. Αν αρχίσουν να αισθάνονται  πολύ ένοχοι, το παιδί τους κάνει να θυμώνουν!

Ο ρόλος του καταστροφέα είναι δύσκολο να διατηρηθεί, αν δεν εξασκείται συνεχώς με άλλους ανθρώπους. Οι συνήθεις υποψήφιοι για να εξασκούνται οι καταστροφείς είναι οι εραστές, οι σύζυγοι, και φυσικά οι θεραπευτές. Κανείς άλλος έτσι κι αλλιώς δεν θα άντεχε για καιρό να τα  βάζει  μαζί τους.

----------------------------------------------------------

Πηγή: www.psychologytoday.com

Μετάφραση­ Προσαρμογή: Μπλέτσος Κων/νος Ψυχολόγος

Υποψήφιος Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου

Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο psychologynow.gr


Γενική Θεωρία Συστημάτων, Κυβερνητική και Οικογενειακή Θεραπεία: Μια Συνθετική Παρουσίαση

Εισαγωγή στη Γενική Θεωρία Συστημάτων

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων αποτελεί μια διεπιστημονική προσέγγιση που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αποσκοπώντας στην κατανόηση και ανάλυση πολύπλοκων συστημάτων που συνδέονται μεταξύ τους. Ουσιαστικά, η θεωρία αυτή εξετάζει τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις των επιμέρους στοιχείων που απαρτίζουν ένα σύστημα, αντί να επικεντρώνεται αποκλειστικά σε αυτά καθαυτά. Αυτή η προσέγγιση καθιστά ευκολότερη τη μελέτη των συστημάτων, από οικολογικά και κοινωνικά, μέχρι οργανωτικά και οικογενειακά.

Η προέλευση της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων μπορεί να αναχθεί στα μέσα του 20ου αιώνα, με αξιόλογους επιστήμονες, όπως ο Ludwik Fleck και ο Norbert Wiener, να συμβάλλουν στην ανάπτυξή της. Ο Wiener, ιδιαίτερα με το έργο του στην κυβερνητική, συνέβαλε στη δημιουργία ενός πλαισίου που υπογραμμίζει τη σημασία των πληροφοριών και της επικοινωνίας μέσα στα συστήματα. Ουσιαστικά, η κυβερνητική προσφέρει εργαλεία και μοντέλα για την κατανόηση της δυναμικής των συστημάτων.

Η κεντρική ιδέα της θεωρίας αυτής βασίζεται στην αντίληψη ότι οι διάφορες οντότητες - είτε πρόκειται για ανθρώπους, οργανισμούς ή φυσικά φαινόμενα - δεν μπορούν να μελετηθούν απομονωμένα, αλλά πρέπει να θεωρούνται ως μέρη ενός ολικού συστήματος. Οι βασικές αρχές της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων περιλαμβάνουν την έννοια της ανατροφοδότησης, την πολυπλοκότητα και τη διασύνδεση. Αυτές οι αρχές είναι κρίσιμες για την κατανόηση των πολύπλοκων φαινομένων που παρατηρούμε στην καθημερινή ζωή, Από τη διοίκηση έως την οικογενειακή θεραπεία, η Γενική Θεωρία Συστημάτων παρέχει ένα πλαίσιο που επιτρέπει τη βαθύτερη ανάλυση και κατανόηση των αλληλοσυνδέσεων.

Βασικές Αρχές της Κυβερνητικής

Η κυβερνητική αποτελεί έναν διεπιστημονικό τομέα που εστιάζει στη μελέτη των συστημάτων, τη διαχείριση της πληροφορίας και τον έλεγχο μέσω της ανατροφοδότησης. Μια από τις κεντρικές έννοιες της κυβερνητικής είναι η ανατροφοδότηση, η οποία επιτρέπει σε ένα σύστημα να προσαρμόζεται ανάλογα με τις διαφοροποιήσεις του περιβάλλοντός του και τις εσωτερικές του διεργασίες. Η ανατροφοδότηση μπορεί να είναι θετική, ενισχύοντας τις διαδικασίες και την ανάπτυξη, ή αρνητική, οδηγώντας στον έλεγχο και τη σταθεροποίηση του συστήματος.

Ακόμη, η αρχή του ελέγχου είναι θεμελιώδης για την κυβερνητική. Αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία τα συστήματα αξιολογούν τις διακυμάνσεις των παραμέτρων τους μέσω της συνεχούς παρακολούθησης και ανάλυσης των δεδομένων. Ο έλεγχος επιτρέπει στα συστήματα να διατηρούν την ακεραιότητά τους και να διασφαλίζουν την επιτυχία τους μέσω προγραμματισμένων μοναδικών στρατηγικών. Η σύνθεση αυτού του ελέγχου με την ανατροφοδότηση δημιουργεί έναν κύκλο βελτίωσης που ενισχύει την αποτελεσματικότητα του συστήματος.

Η επικοινωνία εντός των συστημάτων καταλαμβάνει επίσης έναν σημαντικό ρόλο στις βασικές αρχές της κυβερνητικής. Η διακίνηση πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των επιμέρους στοιχείων ενός συστήματος ενδυναμώνουν την ικανότητά τους να ανταγωνίζονται και να συνεργάζονται σε διάφορα επίπεδα. Αυτή η επικοινωνία είναι κρίσιμη για τη λειτουργία κοινωνικών, βιολογικών και τεχνικών συστημάτων, καθώς εξασφαλίζει την αλληλοσύνδεση και τη συνοχή μεταξύ των στοιχείων τους. Η συνειδητοποίηση αυτών των αρχών βοηθά στην κατανόηση της λειτουργίας περιπλοκών όπως οι οικογένειες, οι οργανισμοί και οι κοινότητες.

Σύνδεση Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και Κυβερνητικής

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων (ΓΘΣ) και η Κυβερνητική είναι δύο θεμελιώδεις επιστημονικές προσεγγίσεις που αλληλοσυμπληρώνονται και επηρεάζουν την αντίληψή μας για την πραγματικότητα. Η ΓΘΣ αναφέρεται στη μελέτη των συστημάτων ως έννοιες που εκτείνονται πέρα από τη σωματική ή την πεπερασμένη διάσταση μιας υποκείμενης επιστήμης. Επικεντρώνεται στις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις των στοιχείων εντός ενός συστήματος, προσδιορίζοντας την αναγκαιότητα της συνολικής προσέγγισης στη μελέτη πολύπλοκων φαινομένων.

Από την άλλη πλευρά, η Κυβερνητική, που θεμελιώθηκε από τον Norbert Wiener, ασχολείται με τη μελέτη των συστημάτων ελέγχου και της επικοινωνίας σε ζωντανούς οργανισμούς, μηχανές και κοινωνικές δομές. Η ύπαρξη ανατροφοδοτικών διαδικασιών είναι κεντρική στη διοίκηση και τον έλεγχο των συστημάτων, γεγονός που αναδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ δεδομένων και αποφάσεων, ενώ ανάγεται σε βασική αρχή στη μελέτη του πώς διαφορετικά συστήματα προσαρμόζονται στο περιβάλλον τους.

Οι αρχές της Κυβερνητικής, όπως η ανατροφοδότηση και η αυτορύθμιση, προσφέρουν εργαλεία για την κατανόηση της δυναμικής των συστημάτων. Μαζί με την ΓΘΣ, αυτές οι αρχές βοηθούν στην ανάλυση της πολυπλοκότητας που περιβάλει συστήματα, όπως οικογενειακές δομές ή κοινωνικά δίκτυα. Με αυτή τη συνεργασία, οι θεωρίες αυτές ενισχύουν την ικανότητά μας να κατανοούμε και να επιλύουμε προβλήματα, προάγοντας τη συνθετική γνώση που είναι κρίσιμη για την επιστημονική έρευνα και την εφαρμογή στην πράξη. Η συμβολή της Κυβερνητικής στο πεδίο της ΓΘΣ διευρύνει τη δυνατότητά μας να αναλύουμε και να ερμηνεύουμε πολύπλοκες διασυνδέσεις με τρόπο που είναι τόσο ρεαλιστικός όσο και εφαρμοσμένος.

Οικογενειακή Θεραπεία: Θεωρητικά Πλαίσια

Η οικογενειακή θεραπεία αποτελεί ένα πολυδιάστατο πεδίο της ψυχολογίας, το οποίο έχει αναπτυχθεί μέσα από ποικίλες θεωρητικές προσεγγίσεις. Η συστημική προσέγγιση είναι ίσως η πιο θεμελιώδης. Αυτή η θεωρία βλέπει την οικογένεια ως ένα δυναμικό σύστημα, όπου οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών επηρεάζουν τη συναισθηματική και ψυχική ευημερία του καθενός. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, τις παθογένειες και τις προκλήσεις που κρατούν την οικογένεια σε δυσλειτουργία, είναι αποτέλεσμα συνεχών αλληλεπιδράσεων και δεν μπορούν να απομονωθούν σε μεμονωμένα άτομα.

Από την άλλη πλευρά, η κυβερνητική προσέγγιση προάγει την ιδέα ότι οι οικογενειακές σχέσεις ρυθμίζονται από κανόνες, δομές και διαδικασίες. Οι θεραπευτές που εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο εστιάζουν συχνά στην κατανόηση των κωδίκων επικοινωνίας που διέπουν την οικογένεια και προσπαθούν να δημιουργήσουν μηχανισμούς ανατροφοδότησης που επιτρέπουν αλλαγές στις αλληλεπιδράσεις και στις συμπεριφορές. Ανάλογα με την κατάσταση, οι θεραπευτές ενδέχεται να εφαρμόσουν στρατηγικές που θα βοηθήσουν σε ανατροφοδοτούμενες διαδικασίες μάθησης.

Πέρα από τις συστημικές και κυβερνητικές προσεγγίσεις, σημαντικές επιρροές συναντώνται από διάφορες ψυχολογικές σχολές σκέψης, όπως είναι η ψυχαναλυτική και η ανθρώπινη προσέγγιση. Η ψυχαναλυτική προσέγγιση αναγνωρίζει τη σημασία των υποσυνείδητων δυνατοτήτων που επηρεάζουν τις οικογενειακές σχέσεις, ενώ η ανθρωπιστική κατεύθυνση εστιάζει στην αυτοδιάθεση και την ανάπτυξη των μελών της οικογένειας. Οι θεραπευτές της οικογενειακής θεραπείας μπορεί να επιλέξουν να συνδυάσουν στοιχεία από αυτές τις διαφορετικές σχολές για να παρέχουν πιο ολοκληρωμένες και εξατομικευμένες παρεμβάσεις.

Εφαρμογή Κυβερνητικής στην Οικογενειακή Θεραπεία

Η κυβερνητική, που αφορά τη μελέτη των συστημάτων, του ελέγχου και της ανατροφοδότησης, έχει σημαντική εφαρμογή στην οικογενειακή θεραπεία. Στην οικογενειακή δυναμική, οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις των μελών της οικογένειας μπορούν να κατανοηθούν πιο αποτελεσματικά μέσω των αρχών της κυβερνητικής. Η οικογένεια μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σύστημα που λειτουργεί μέσω συνεχιζόμενων αλληλεπιδράσεων, και μέσω της κυβερνητικής, οι θεραπευτές μπορούν να αναλύσουν και να παρέμβουν σε αυτές τις σχέσεις.

Μία από τις βασικές έννοιες της κυβερνητικής στην οικογενειακή θεραπεία είναι η ανατροφοδότηση. Η ανατροφοδότηση αναφέρεται στην πληροφορία που επιστρέφεται σε ένα σύστημα και η οποία μπορεί να τροποποιήσει τις συμπεριφορές και τις αλληλεπιδράσεις του. Για παράδειγμα, όταν ένα μέλος της οικογένειας εκφράζει τα συναισθήματά του σχετικά με μια κατάσταση, αυτή η πληροφορία μπορεί να πυροδοτήσει αλλαγές στις συμπεριφορές των άλλων, οδηγώντας έτσι σε μια σειρά θετικών ή αρνητικών ανατροφοδοτήσεων. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι οικογενειακοί θεραπευτές μπορούν να ενθαρρύνουν πιο υγιείς, λειτουργικές αλληλεπιδράσεις.

Επιπλέον, η έννοια του ελέγχου στην κυβερνητική είναι επίσης κρίσιμη. Ο έλεγχος αναφέρεται στις διαδικασίες με τις οποίες ένα σύστημα επιτυγχάνει τους στόχους του. Στην οικογενειακή θεραπεία, οι θεραπευτές συχνά εργάζονται για να βοηθήσουν τις οικογένειες να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τους μηχανισμούς ελέγχου που χρησιμοποιούν, καθώς αυτοί οι μηχανισμοί επηρεάζουν τη δυναμική της οικογένειας και την ικανότητά της να επιλύει προβλήματα. Μέσα από την κατανόηση αυτών των αρχών, οι οικογένειες μπορούν να αναπτύξουν στρατηγικές για να διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά τις προκλήσεις τους.

Στρατηγικές Οικογενειακής Θεραπείας με Βάση τη Γενική Θεωρία Συστημάτων

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων παρέχει ένα ισχυρό πλαίσιο για την ανάλυση και κατανόηση των οικογενειακών δυναμικών. Βασίζεται στην ιδέα ότι οι οικογένειες είναι «συστήματα» που αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τη συναισθηματική κατάσταση των μελών τους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι στρατηγικές οικογενειακής θεραπείας εστιάζουν στη διαπίστωση και την παρέμβαση στις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις μεταξύ των μελών.

Μια βασική στρατηγική είναι η συστημική παρέμβαση, όπου οι θεραπευτές εξετάζουν τις σχέσεις και τις επικοινωνίες εντός της οικογένειας για να εντοπίσουν τα προβλήματα που επηρεάζουν την ισορροπία και τη λειτουργία του οικογενειακού συστήματος. Αυτή η προσέγγιση προάγει μια ολιστική θεώρηση, επιτρέποντας στους θεραπευτές να βοηθήσουν τα μέλη της οικογένειας να κατανοήσουν τις επιρροές που έχουν ο ένας στον άλλο.

Μια άλλη στρατηγική περιλαμβάνει την ενίσχυση των θετικών αλληλεπιδράσεων μέσα στην οικογένεια. Οι θεραπευτές μπορούν να προτείνουν δραστηριότητες που προάγουν την επικοινωνία και τη συνεργασία, όπως οι οικογενειακές δραστηριότητες ή οι συνεδρίες επικοινωνίας. Η προώθηση θετικών σχέσεων συμβάλλει στη δυναμική της οικογένειας, βοηθώντας τα μέλη να οικοδομήσουν μια υποστηρικτική δομή.

Επιπλέον, η καλλιέργεια αυτογνωσίας είναι κρίσιμη στη θεραπεία. Οι θεραπευτές ενθαρρύνουν τα μέλη της οικογένειας να εξερευνήσουν τους ρόλους και τις προσδοκίες τους, αναγνωρίζοντας πώς αυτές οι παραδοχές επηρεάζουν τη λειτουργία της οικογένειας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, μπορεί να προκύψει μια καλύτερη κατανόηση της οικογενειακής δυναμικής.

Η εφαρμογή αυτών των στρατηγικών μπορεί να είναι αποτελεσματική στη βελτίωση της οικογενειακής υποστήριξης και της συναισθηματικής υγείας, βασιζόμενη στις αρχές της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων.

Βιβλιογραφικές Αναφορές και Σημαντικές Μελέτες

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων, η κυβερνητική και η οικογενειακή θεραπεία είναι τρεις τομείς που αλληλοσυμπληρώνονται και προσφέρουν πλούσιες προοπτικές για την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της κοινωνικής δυναμικής. Η εν λόγω ενότητα παρουσιάζει μια επιλεγμένη βιβλιογραφία και σημαντικές μελέτες που θα είναι χρήσιμες για αναγνώστες που επιθυμούν να εμβαθύνουν σε αυτές τις θεματικές.

Μια από τις κλασικές αναφορές στη Γενική Θεωρία Συστημάτων είναι το έργο του Ludwig von Bertalanffy, "General System Theory: Foundations, Development, Applications" (1968). Αυτό το έργο θεμελίωσε τη δράση των συστημάτων και επέστησε την προσοχή στη σημασία της ενότητας στη μελέτη σύνθετων φαινομένων.

Επιπλέον, η κυβερνητική, που προήλθε από τις εργασίες του Norbert Wiener, προσφέρει μια διεπιστημονική προσέγγιση για την κατανόηση των επικοινωνιακών διαδικασιών και της αυτορρύθμισης. Το βιβλίο του Wiener "Cybernetics: Or Control and Communication in the Animal and the Machine" (1948) αποτελεί θεμελιώδη αναφορά για όσους μελετούν θέματα που αφορούν την αυτονομία και τη νοημοσύνη, τόσο στα οργανικά όσο και στα τεχνητά συστήματα.

Στην οικογενειακή θεραπεία, το έργο του Salvador Minuchin, "Families and Family Therapy" (1974), προσφέρει ορατές προσεγγίσεις στην οικογενειακή δυναμική και θεραπεία. Μέσω αυτής της μελέτης, οι αναγνώστες μπορούν να κατανοήσουν τη σύνθεση και τη λειτουργία των οικογενειακών συστημάτων.

Άλλες σημαντικές μελέτες που αξίζει να αναφερθούν περιλαμβάνουν ερευνητικά έργα που διερευνούν την εφαρμογή της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων στους τομείς της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Αυτό περιλαμβάνει αναλύσεις που εξετάζουν πώς οι συστημικές προσεγγίσεις συμβάλλουν στη βελτίωση της θεραπευτικής διαδικασίας, ενισχύοντας τη σύνδεση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου.

Αυτή η βιβλιογραφία παρέχει μια σταθερή βάση για την κατανόηση της αλληλεπίδρασης μεταξύ θεωρίας και πρακτικής στις διάφορες σχετικές πειθαρχίες.

Προκλήσεις και Μελλοντικές Κατευθύνσεις

Στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, επαγγελματίες και ερευνητές αντιμετωπίζουν ποικίλες προκλήσεις που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεών τους. Ένα από τα κύρια ζητήματα είναι η ποικιλία των οικογενειακών δομών και δυναμικών που αναδύονται στις σύγχρονες κοινωνίες. Οι παραδοσιακές θεωρίες δεν επαρκούν πλέον για να εξηγήσουν ορθά τα ζητήματα που προκύπτουν από πολυσύνθετες οικογενειακές συνθήκες, όπως οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι οικογένειες με διαφορετικές πολιτισμικές προελεύσεις. Για το λόγο αυτό, οι επαγγελματίες της οικογενειακής θεραπείας καλούνται να υιοθετήσουν πιο ενοποιημένες και ευέλικτες προσεγγίσεις.

Επιπλέον, η ανάπτυξη των ψηφιακών εργαλείων και η πρόσβαση στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες έχουν δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, αλλά και προκλήσεις για την οικογενειακή θεραπεία. Η τηλεθεραπεία, για παράδειγμα, προσφέρει πρόσβαση σε υποστήριξη για πολλά άτομα, ωστόσο, εγείρει επίσης ζητήματα που σχετίζονται με την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των δεδομένων. Η αποτελεσματική εκπαίδευση των θεραπευτών στη χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών είναι καίριας σημασίας.

Κοιτώντας το μέλλον, οι θεωρίες και οι πρακτικές στην οικογενειακή θεραπεία αναμένονται να προσαρμοστούν στις κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές. Η ενσωμάτωση των αρχών της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και της Κυβερνητικής μπορεί να προσφέρει νέες διαστάσεις στην κατανόηση της αλληλεπίδρασης των μελών της οικογένειας. Η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ θεραπευτών, κοινωνικών επιστημόνων και άλλων επαγγελματιών υγειονομικής περίθαλψης θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντική, νέες κλινικές προσεγγίσεις θα μπορούσαν να αναπτυχθούν βάσει αυτής της συνεργασίας.

Συμπεράσματα

Η διασύνδεση μεταξύ Γενικής Θεωρίας Συστημάτων, κυβερνητικής και οικογενειακής θεραπείας προσφέρει πολύτιμα εργαλεία τόσο στους επαγγελματίες όσο και στους θεραπευόμενους. Η Γενική Θεωρία Συστημάτων προάγει την κατανόηση ότι οικογένειες δεν αποτελούν απλώς σύνολα ατόμων, αλλά ζωντανά συστήματα στα οποία οι αλληλεπιδράσεις και οι σχέσεις είναι κρίσιμες. Αυτή η προοπτική ενθαρρύνει την ανάδειξη των σχέσεων που επηρεάζουν τη δυναμική της οικογενειακής λειτουργίας, οδηγώντας σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της θεραπείας.

Η κυβερνητική, με την έμφαση στη δυναμική των συστημάτων και την ανατροφοδότηση, συνδυάζεται άριστα με τη Γενική Θεωρία Συστημάτων. Μέσα από την εφαρμογή κυβερνητικών αρχών, οι επαγγελματίες βρίσκουν τρόπους να εντοπίσουν και να επανασχεδιάσουν τα μοτίβα συμπεριφοράς, προάγοντας την αλλαγή και τη βελτίωση της οικογενειακής επικοινωνίας. Χρησιμοποιώντας μοντέλα ανατροφοδότησης, είναι δυνατόν να κατανοηθούν οι επιδράσεις των ατομικών δράσεων στο σύνολο της οικογένειας και έτσι να διαμορφωθούν αποτελεσματικές στρατηγικές παρέμβασης.

Τέλος, η σύνθεση αυτών των θεωριών ενδυναμώνει τους επαγγελματίες στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, προσφέροντάς τους μια διαφανή και πολυδιάστατη κατασκευή της οικογενειακής πραγματικότητας. Με την υποστήριξη της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και της κυβερνητικής, οι θεραπευτές μπορούν να προτείνουν λύσεις που θίγουν όχι μόνο τα επιφανειακά συμπτώματα, αλλά και τις βαθύτερες ρίζες των οικογενειακών ζητημάτων. Η αρμονική συνύπαρξη αυτών των παραγόντων δεν ενισχύει απλώς την αποτελεσματικότητα της θεραπείας αλλά και εμπλουτίζει τη θεωρητική βάση της οικογενειακής ψυχολογίας.


Privacy Preference Center