Ψηφιακές οικογενειακές μνήμες

 

Μέσα στο πολύπλοκο (complex) κοινωνικό- οικονομικό και τεχνολογικό πλαίσιο της μεταμοντερνικότητας η “θεωρία του δράστη-δικτύου” (Actor-Network Theory ή ANT), που θεμελιώθηκε την δεκαετία του 1980 από την ομάδα των Callon, Latour και Law, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στην Κοινωνιολογική  μελέτη  της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, η (κοινωνική) κατασκευή τόσο των επιστημονικών γεγονότων (facts) όσο και των τεχνολογικών δημιουργημάτων (artefacts) πραγματοποιείται σ’ ένα δίκτυο δραστών, που μπορούν να είναι είτε άνθρωποι (άτομα ή ομάδες) αλλά ακόμη και μη ανθρώποι, όπως, μηχανές, υπολογιστές, εργαστήρια, βιβλιοθήκες κλπ. Ένα νόμισμα σαν ένα κομμάτι μέταλλο είναι ένας παράγοντας (actant). Μέσα όμως στο πλαίσιο της βασισμένης στο χρήμα οικονομίας, εκπροσωπεί ένα σταθερό μέτρο αξίας και μηχανισμό συναλλαγής και μετατρέπεται σε δράστη (actor) (Latour, 2005).

Οι δράστες έχουν μια ανεξάρτητη πραγματικότητα έξω από την τοποθέτηση που τους μετατρέπει σε δράστες που κάνουν συγκεκριμένες ενέργειες.  Για παράδειγμα το μαχαίρι κόβει κρέας ή το σφυρί καρφώνει ένα καρφί στον τοίχο. Αυτά είναι χαρακτηριστικά που φέρουν οι συγκεκριμένοι παράγοντες (actants). Εμείς μπορούμε να καρφώσουμε ένα καρφί στον τοίχο χρησιμοποιώντας το σφυρί ή χωρίς αυτό, όπως μπορούμε να κόψουμε κρέας με το μαχαίρι ή χωρίς το μαχαίρι, ακόμη σε μια πιο εξεζητημένη εκδοχή του παραδείγματος, μπορούμε να βγούμε στη στάση του λεωφορείου φορώντας τα ρούχα μας ή εντελώς γυμνοί.

Ανεξάρτητα από τις επιλογές μας οι συγκεκριμένοι παράγοντες θα μεταμορφωθούν σε δράστες μονάχα όταν πάψουν να ενδιαφέρουν την μοναχικότητα  μας και πάρουν θέση στην αρένα των κοινωνικών δράσεων. Από εκείνη τη στιγμή αποκτούν σημασία και για τα άλλα μέλη της κοινωνίας και μεταμορφώνονται σε δράστες, οι οποίοι περιμένουν τη στιγμή της σχηματοποίησης τους (Latour, 2005).

Σύμφωνα με την θεωρία της ΑΝΤ οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές ως σύνολα ηλεκτρικών κυκλωμάτων (hardware) και κειμενικών δεδομένων (software) δεν είναι παρά actants, οι οποίοι θα μετατραπούν σε κοινωνικούς δράστες (σε σημαίνοντα δηλαδή της οικογενειακής  ιστορίας)  μόλις ενταχθούν, στο πολύπλοκο σχεσιακό οικογενειακό γαϊτανάκι. Ως υπερκείμενα κοινωνικών νοηματοδοτήσεων, ως φορείς μνήμης και ως  σύμβολα στο διευρυμένο  συλλογικό- συμβολικό σύστημα των οικογενειακών αναπαραστάσεων, σημασιοδοτούνται θετικά και αποκτούν φυσική υπόσταση. Πλαι στα οικογενειακά φωτογραφικά  άλμπουμ, τους μέχρι πρότινος  θεματοφύλακες των  αναμνήσεων, τοποθετούνται  ατέλειωτα bytes μνήμης, ψηφιακά ίχνη της  οικογενειακής ιστορίας, που  εκτείνουν την οικογενειακή αφήγηση στο δυνητικό χωροχρονικό άπειρο.

Έτσι λοιπόν οι σημαντικές οικογενειακές στιγμές δεν είναι πια κλεισμένες σε βιβλιοθήκες και συρτάρια, δεν στοιβάζονται σε πατάρια ή σε υγρά υπόγεια. Οι στίξεις του οικογενειακού μύθου, ανεβαίνουν (upload) στο σύννεφο (cloud) και γίνονται κοινό κτήμα της αχανούς ιστορίας που εξυφαίνεται καθημερινά στους ιστότοπους της κοινωνικής δικτύωσης.

Το περιορισμένο μικρό σύστημα των δικών (Κατάκη, 1984) μπορεί πλέον να συμπεριλάβει (στη δυνητική του διάσταση) την ολότητα (global), μέσα από μια αδιανόητη κατάλυση των κύκλων που μέχρι πρότινος όριζαν την οικογενειακή περιοχή αλληλεπίδρασης. Τούτη η ασύλληπτη ταχύτητα στην αλλαγή των επιπέδων αναφοράς (micro-meso-exo-global) προκαλεί  την ταχεία αποσύνδεση των εννοιών του χώρου, του χρόνου, της παρουσίας, κι αυτής ακόμη της ύπαρξης. Όλα όσα υπήρξαν για αιώνες οι σταθερές της πραγματικότητας τίθεται εκ νέου σε διαπραγμάτευση. Τα  μαύρα  κουτία των παρελθόντων διευθετήσεων   ανοίγουν εκ νέου σε καινοφανείς λόγους (discourses) και επαναδιευθετήσεις, σε προσωρινές και  κατά βάση  ασταθείς βεβαιότητες, που αναδεύονται στη συνεχή αναδυτική δυναμική των σχέσεων και του χώρου. Το πολύπλοκο τούτο κουβάρι σκέψεων και μνημών, υλικών και αΰλων, ανθρώπων, υλικών και συμβόλων, θα βρει μέσα στην αυτοποιητική του φύση την κατάσταση της Αριστοτελικής εντελέχειας, για να αναδείξει  τις νέες κανονικότητες και την τάξη μέσα από το χάος.

Αναφορές

Κατάκη, Χ.(1984). Οι τρεις ταυτότητες της Ελληνικής Οικογένειας. Ελληνικά Γράμματα.

Latour,B. (2005) Reassembling the Social: An Introduction to Actor-Network-Theory. Oxford:. Oxford University Press.

Latour, B. Woolgar,S.(1979) Laboratory Life: The Social Construction of Scientific Facts. London, Sage.

Law, J. (1992). Notes on the Theory of the Actor Network: Ordering, Strategy and Heterogeneity, published by the Centre for Science Studies, Lancaster University.
(2009). Norbert Wiener's Cybernetic Theory - University of Colorado Boulder. Retrieved December 12, 2013, from http://www.colorado.edu/communication/meta-discourses/Papers/App_Papers/McGarry.htm.

Ιστοσελίδες

Lancaster LA1 4YN, www.lancs.ac.uk/fass/sociology/papers/ law - notes -on-ant.pdf (acceced on 14/09/09 )


Συμπτωματολογία της Νευρικής Ανορεξίας

Η έναρξη των φαινομένων ψυχογενούς ανορεξίας εμφανίζεται συνήθως στις ηλικίες μεταξύ 10 και 18. Ασθενείς εκτός του ηλικιακού αυτού φάσματος δεν αποτελούν τυπικές περιπτώσεις και οι διαγνώσεις θα πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά. Μερικοί ασθενείς έτρωγαν επιλεκτικά ή είχαν δυσπεπτικά προβλήματα, πριν ακόμη από την ηλικία των 10.
Ως επί το πλείστον, η πρακτική της αποκλίνουσας αυτής συμπεριφοράς, που ως στόχο έχει την απώλεια βάρους, ακολουθείται κρυφά. Οι άρρωστοι με ψυχογενή ανορεξία αρνούνται συνήθως να γευματίσουν με τις οικογένειές τους ή σε δημόσιους χώρους. Χάνουν βάρος, μειώνοντας δραστικά την πρόσληψη τροφής, ή μειώνοντας δυσανάλογα τις πλούσιες τροφές σε υδατάνθρακες και λίπη.Δυστυχώς, ο όρος "ανορεξία", που σημαίνει απώλεια της όρεξης, είναι παραπλανητικός, διότι η απώλεια όρεξης είναι κατά κανόνα σπάνια μέχρι τα προχωρημένα στάδια της διαταραχής. Ενδείξεις ότι οι ασθενείς σκέπτονται συνεχώς την τροφή, αποτελούν το πάθος τους για συλλογή συνταγών παρασκευή περίπλοκων γευμάτων για άλλους.
Μερικοί ασθενείς  δεν μπορούν να αντεπεξέρχονται συνέχεια στην εκούσια αυτοδέσμευση για περιορισμό της πρόσληψης τροφής και έτσι έχουν επεισόδια υπερφαγίας. Αυτά τα επεισόδια λαμβάνουν χώρα κατά κανόνα κρυφά και συνήθως τη νύκτα. Προκλητοί έμετοι συχνά ακολουθούν τα επεισόδια υπερφαγίας. Οι άρρωστοι κάνουν κατάχρηση υπακτικών και διουρητικών ακόμη προκειμένου να χάσουν βάρος. Κάποιες τελετουργικές ασκήσεις, η ποδηλασία, το περπάτημα, το τροχαδάκι και το τρέξιμο όλα σε υπερβολικό βαθμό αποτελούν συνήθεις δραστηριότητες (KaplanandSadocks, 2000 σ. 1003).1
Οι ασθενείς με τη διαταραχή δηλώνουν περίεργη συμπεριφορά σε σχέση με το φαγητό. Κρύβουν παντού στο σπίτι φαγώσιμα και κουβαλάνε πολλές καραμέλες στις τσέπες και τις τσάντες τους. Ενώ τρώνε, προσπαθούν να βάλουν το φαγητό στις πετσέτες τους ή να το κρύψουν στην τσέπη τους. Τεμαχίζουν το κρέας τους μικρά κομμάτια και διαθέτουν πολύ χρόνο τακτοποιώντας τα κομμάτια-του φαγητού τους στο πιάτο τους. Εάν τους εκτεθεί αυτή η περίεργη συμπεριφορά, οι άρρωστοι συχνά απορρίπτουν ότι είναι περίεργη ή αρνούνται κατηγορηματικά να το συζητήσουν.
Σε όλους τους ανθρώπους που πάσχουν απο νευρική ανορεξία,  υπάρχει ένας έντονος φόβος μήπως αποκτήσουν βάρος και γίνουν παχύσαρκοι, φόβος ο οποίος αναμφίβολα είναι συνυπεύθυνος για την έλλειψη ενδιαφέροντος για θεραπεία (και ακόμη, στην αντίσταση σε αυτήν).
Άλλα ψυχιατρικά συμπτώματα της ψυχογενούς ανορεξίας που αναφέρονται συχνότερα στη βιβλιογραφία είναι η ιδεοψυχαναγκαστική συμπεριφορά, κατάθλιψη και άγχος. Οι ασθενείς έχουν την τάση να είναι άκαμπτοι και τελειοθηρικοί. Σωματικά συμπτώματα είναι συνηθισμένα, ιδιαίτερα επιγαστρική δυσφορία. Είναι συχνές οι ψυχαναγκαστικές κλοπές, συνήθως καραμελών και υπακτικών, αλλά σποραδικά ρούχων και άλλων αντικειμένων. (οπ. σ. 1004)
Οι πάσχοντες από τη διαταραχή εμφανίζουν συχνά ελλιπή σεξουαλική προσαρμογή. Πολλοί έφηβοι με ψυχογενή ανορεξία χαρακτηρίζονται από καθυστερημένη ψυχοκοινωνική σεξουαλική ανάπτυξη, ενώ στους ενηλίκους η έναρξη της νόσου συνοδεύεται συχνά από μείωση των ερωτικών τους ενδιαφερόντων.
Έχει σημανθεί και μία μικρή (έως και σπάνια) μερίδα ασθενών στα» οποίων το προνοσηρό ιστορικό αναφέρεται μία χωρίς αναστολές σεξουαλική συμπεριφορά ή χρήση ουσιών (ή και τα δύο) και οι οποίοι δεν παρουσιάζουν μείωση του σεξουαλικού τους ενδιαφέροντος μετά από την εκδήλωση της διαταραχής. Οι ασθενείς συνήθως εμφανίζονται στο γιατρό όταν τα αποτελέσματα της νόσου έχουν γίνει εμφανή. Καθώς η απώλεια βάρους παίρνει σοβαρές διαστάσεις, εμφανίζονται σωματικά σημεία όπως υποθερμία (μέχρι και 35° C), οίδημα, βραδυκαρδία.

1 Kaplan, H, I., Sadock , B, J., Greeb, J,A.(2000).Ψυχιατρική,Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας: Αθήνα.
 
Μπλέτσος Κωνσταντίνος
Ψυχολόγος Msc- Phd (cand)
Eπιστημονικός συνεργάτης ΕΚΔΔ

 


Tύποι και συνοσηρότητα της νευρικής ανορεξίας

To DSM-IV αναγνωρίζει δύο τύπους ψυχογενούς ανορεξίας: τον περιοριστικό τύπο και τον τύπο με επεισόδια υπερφαγίας/καθαρτικό. Ο με επεισόδια υπερφαγίας/καθαρτικός είναι συχνός στους ανθρώπους που πάσχουν από νευρική ανορεξία: Αφορά μέχρι και το 50% των περιστατικών.
Κάθε ένας από τους δύο τύπους φαίνεται να έχει διακριτά χαρακτηριστικά ως προς το ιστορικό και την κλινική εικόνα. Άτομα με ανορεξία τύπου υπερφαγίας/καθαρτικών έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με πάσχοντες από ψυχογενή βουλιμία (και όχι ανορεξία). Τα άτομα με διαταραχή τύπου υπερφαγίας/καθαρτικού έχουν συνήθως παχύσαρκα μέλη σης οικογένειές τους, ενώ και οι ίδιοι έχουν ιστορικό μεγαλύτερου σωματικού βάρους από ότι είχαν (πριν την εκδήλωση της διαταραχής) σι πάσχοντες από περιοριστικού τύπου ανορεξία. Οι πάσχοντες από τύπου υπερφαγίας/καθαρτικού ανορεξία είναι πιθανότερο να σχετίζονται με χρήση ουσιών, διαταραχή ελέγχου των παρορμήσεων και διαταραχές προσωπικότητας.
Τα άτομα με περιοριστικού τύπου ψυχογενή ανορεξία περιορίζουν την επιλογή των τροφών τους, λαμβάνουν όσο το δυνατόν λιγότερες θερμίδες και χαρακτηρίζονται συχνά από ιδεοψυχαναγκαστικά φαινόμενα σχετικά με την τροφή και άλλα θέματα. Οι ασθενείς και των δύο τύπων υπεραπασχολούνται με το βάρος και την εικόνα του σώματος τους, ενώ ασκούνται πολλές ώρες την ημέρα και μπορεί να εκδηλώνουν περίεργη συμπεριφορά ως προς την πρόσληψη τροφής.
Και οι δύο τύποι ασθενών μπορεί να είναι κοινωνικά απομονωμένοι και με μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον. Μερικοί πάσχοντες από ψυχογενή ανορεξία μπορεί να χρησιμοποιούν καθαρτικά χωρίς όμως να παρουσιάζουν τάσεις υπερφαγίας.
Η ψυχογενής ανορεξία έχει υψηλά ποσοστά συνοσηρότητας με μείζονες καταθλιπτικές διαταραχές. Μείζων καταθλιπτική ή δυσθυμική διαταραχή έχει αναφερθεί σε ποσοστό μέχρι και 50% των ασθενών με ψυχογενή ανορεξία. Ο δείκτης αυτοκτονίας είναι υψηλότερος σε άτομα με ψυχογενή ανορεξία τύπου υπερφαγίας /καθαρτικό απ’ ότι σε αυτούς με τον περιοριστικό τύπο (Kaplan&Sadock, 2000,σ.1005).
Kaplan, H, I., Sadock , B, J., Greeb, J,A.(2000).Ψυχιατρική,Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας: Αθήνα.
 
Μπλέτσος Κωνσταντίνος- Ψυχολόγος Msc- Phd (cand)
Eπιστημονικός συνεργάτης ΕΚΔΔ


Οικογένεια και διατροφικές διαταραχές

Υπάρχουν αρκετοί μύθοι γύρω από την σχέση της οικογένειας με την ανάπτυξη των διατροφικών διαταραχών. Ένας από αυτούς πρεσβεύει πως είναι η οικογένεια αυτή που δημιουργεί την διατροφική διαταραχή.
Αυτός ο μύθος (ισχυρός όσο κι άλλος που μιλούσε για την οικογένεια που γεννάει την Σχιζοφρένεια) έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον για να ενοχοποιήσει τους γονείς και να επιτείνει την ήδη πολύ δύσκολη οικογενειακή κατάσταση.

Η οικογένεια δεν γεννάει την διατροφική διαταραχή στο βαθμό που οι διατροφικές διαταραχές είναι πολυπαραγοντικές νόσοι  στις οποίες πλήθος παραγόντων εμπλέκονται στην αιτιοποαθογενειά τους (Βιολογικοί-γενετικοί, περιβαλλοντικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί κλπ).
Αυτό που έχει επιστημονικά αποδεχθεί είναι ότι οι οικογένειες αυτές παρουσιάζουν ορισμένα κοινά οικογενειακά σχήματα συμπεριφορών τα οποία χαρακτηρίζονται ως δυσλειτουργικά. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι οικογένειες είναι ομάδες (ή συστήματα[1]) αποτελούμενες από άτομα  και είναι  γνωστό από τη θεωρία[2] πως οι ομάδες αποτελούν κάτι που αναγνωρίζεται ως «μεγαλύτερο ή κατά άλλους διαφορετικό,  από το απλό άθροισμα των μερών τους». Αυτό με άλλα λόγια σημαίνει δύο πράγματα:
Παρότι έχουν αναδειχθεί προφίλ γονέων των οποίων τα παιδιά πάσχουν από διατροφικές διαταραχές δεν θα πρέπει να συνδέονται με τις διαταραχές per se, αλλά μονάχα μέσα από τους ρόλους που ο καθένας πρεσβεύει μέσα στο οικογενειακό σύστημα.
Για παράδειγμα όταν μια μητέρα χαρακτηρίζεται ως παθητική, η παθητικότητα της αποκτά νόημα στο βαθμό που το οικογενειακό σύστημα έχει αποδεχθεί την παθητικότητα της ως άρνηση να παίξει το ρόλο της ως μητέρα. Στα πλαίσια αυτά των πολύπλοκων μετασχηματισμών  των  οικογενειακών σχέσεων η οικογένεια αποφασίζει να αποδώσει τον ρόλο της μητέρας στην μεγαλύτερη κόρη. Στην περίπτωση αυτή έχουμε αντιστροφή των ρόλων μέσα στο οικογενειακό σύστημα, ένας μηχανισμός που αποδεδειγμένα συνεισφέρει στην διατήρηση του συμπτώματος.
Οι παρεμβάσεις μας πρέπει να αναδείξουν τα δυσλειτουργικά οικογενειακά σχήματα, τα οποία όπως προείπαμε δεν γεννούν αλλά σίγουρα συντηρούν το σύμπτωμα.
Στη βάση των παραπάνω η ανακάλυψη των δυσλειτουργικών σχημάτων (τα οποία σε ακραίες αλλά δυστυχώς όχι και σπάνιες περιπτώσεις φτάνουν στο σημείο των χαοτικών σχέσεων[3]) αποκτά κεντρική σημασία για τους θεραπευτές των διατροφικών διαταραχών. Από την άλλη μεριά οδηγούν στην ενοχοποίηση των γονέων.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το να είσαι γονέας συνδέεται πολύ συχνά με αμφιθυμικά συναισθήματα τα οποία είναι αποτέλεσμα των υψηλών απαιτήσεων που απαιτεί ο ρόλος. Οι γονείς συχνά αμφιβάλουν για την ορθότητα της κρίσης και των παρεμβάσεων τους και έχουν την τάση να κατηγορούν τους εαυτούς τους για τις αρρώστιες των παιδιών τους.
Αυτά τα συναισθήματα συχνά συνδέονται με βαθιές  πεποιθήσεις ανεπάρκειας και ενοχών εν μέρει και εξαιτίας του μοντέρνου τρόπου ζωής.  Ο μοντέρνος τρόπος  ζωής  παρουσιάζει δυο χαρακτηριστικά που επηρεάζουν σημαντικά τις παραπάνω δυναμικές:
Στερεί πολύτιμο χρόνο από τις σχέσεις γονέα-παιδιών και εν μέρει αντικαθιστά το κενό με υλικά ανταλλάγματα [4]
Κυριαρχείται από την επικράτηση των γονιδίων ως προσδιοριστικών παραγόντων της εκδήλωσης των ασθενειών. Έτσι οι γονείς συχνά αναπαριστούν την ασθένεια των παιδιών τους ως δικό τους λάθος στο βαθμό που η κληρονομική μεταβίβαση ελαττωματικών γονιδίων αποτελεί αιτιοκρατικό (και όχι συνπροσδιοριστικό) παράγοντα στην εμφάνιση της νόσου. Η πραγματικότητα βεβαίως υποδεικνύει ότι οι γενετικά μεταβιβαζόμενες νόσοι είναι εξαιρετικά σπάνιες,  συχνά αναγνωρίζονται προγεννητικά [5] και δεν αφορούν τις διατροφικές διαταραχές.
Αυτός λοιπών ο μηχανισμός της ενοχοποίησης των γονέων δημιουργεί περισσότερα προβλήματα στο βαθμό που στερεί από τους γονείς το βασικό τους δικαίωμα και καθήκον,  την ενεργή εμπλοκή και ευθύνη για την πορεία της ίασης των παιδιών τους.
Η κλινική εμπειρία μας έχει δείξει πως οι γονείς προσέρχονται στη θεραπεία με αμφιθυμικά συναισθήματα στα οποία κυριαρχούν ο φόβος, η απελπισία, η οργή, η ντροπή. Σκεφτείτε πως αισθάνεται μια μητέρα στην οποία ανακοινώνεται πως ο έλεγχος της τροφής (κεντρικό χαρακτηριστικό που συγκροτεί την ταυτότητα της μάνας-τροφού) φεύγει απ’ τα χέρια της για να περάσει στην θεραπευτική ομάδα.
Οι θεραπευτές των διατροφικών έχουν ως βασικό καθήκον την ψυχοεκπαίδευση των γονέων προς την κατεύθυνση της  αποενοχοποίησης και της ενεργής εμπλοκής της οικογένειας στην κατεύθυνση της ίασης.
 


[1] Σύμφωνα με την Συστημική προσέγγιση http://en.wikipedia.org/wiki/Systems_psychology
[2] Αναφερόμαστε στη θεωρία της Μορφολογικής Ψυχολογίας (Gestalt), για την οποία μπορείτε να βρείτε περισσότερα στον παρακάτω σύνδεσμό http://en.wikipedia.org/wiki/Gestalt_psychology
[3] Χαοτικών από την άποψη ότι δεν έχουν πλέον καμιά δομή και ως εκ τούτου καμιά προβλεψιμότητα δημιουργώντας στα μέλη την αίσθηση της πλήρης απώλειας του ελέγχου.
[4] Αναφερόμαστε στην ευρύτατα διαδεδομένη πρακτική ορισμένων γονέων να καλύπτουν τα συναισθηματικά κενά των παιδιών τους με υλικά αγαθά και πλήθος άλλων παροχών (ακριβά σχολεία, διακοπές κλπ).
[5] Για παράδειγμα η ινωκυστική νόσος ή η μεσογειακή αναιμία.
 

Μπλέτσος Κωνσταντίνος
Υποψήφιος Διδάκτωρ Ψυχολογίας
Επιστημονικός συνεργάτης ΕΚΔΔ

 


Νεότερες εξελίξεις στη θεραπεία της Νευρικής Ανορεξίας

The Cognitive-Interpersonal Maintenance Model of Anorexia Nervosa Revisited: A summary of the evidence for cognitive, socio-emotional and interpersonal predisposing and perpetuating factors.
Γνωστική ακαμψία, ιδεοψυχαναγκαστική χαρακτηριστικά και δυσκολίες στην κοινωνική επικοινωνία συσχετίζονται με χειρότερη έκβαση στους ασθενείς που πάσχουν από νευρική ανορεξία.
Επιπλέον, δευτερογενείς συνέπειες του υποσιτισμού, συμβάλλουν στην αντίσταση στη θεραπεία. Ένας υποσιτισμένος εγκέφαλος, για παράδειγμα, είναι λιγότερο πλαστικός και ως εκ τούτου ανταποκρίνεται λιγότερο καλά σε θεραπείες που απαιτούν αλλαγές σε κύριες γνωστικές λειτουργίες.
Προδιαθεσικοί παράγοντες, όπως τα ιδεοψυχαναγκαστικά χαρακτηριστικά και η αγχώδης αποφυγή (ιδιαίτερα στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις), αυξάνουν την ευπάθεια στη ΝΑ και επίσης συμβάλουν στη διατήρηση της διαταραχής, επειδή προωθούν τις προ- νευρικής ανορεξίας πεποιθήσεις και συμπεριφορές.
Τα έντονα συμπτώματα και οι συμπεριφορές της ΝΑ ασκούν μια βαθιά επίδραση στους ανθρώπους του περιβάλλοντος της ασθενή, οι οποίοι με τη σειρά τους συμπεριφέρονται με τρόπο που εξυπηρετεί τη διατήρηση της διαταραχής . Έτσι, οι διαπροσωπικές σχέσεις μπλέκονται με τη διαταραχή σε ένα πολύπλοκο τρόπο.

Journal of Eating Disorders 2013, 1:13 doi:10.1186/2050-2974-1-13
Janet L Treasure Prof (janet.treasure@kcl.ac.uk)
Ulrike Schmidt Prof (Ulrike.schmidt@kcl.ac.uk)

Μετάφραση-Προσαρμογή 

Μπλέτσος Κωνσταντίνος- Υποψήφιος Διδάκτορας Ψυχολογίας

 
 
See a brief article resume (in English)
See the full article freely available in Journal of eating disorders


Privacy Preference Center