Ο Σκοτεινός Εαυτός του Carl Jung: Μια Βαθιά Εξερεύνηση στην Ανθρώπινη Ψυχή

Εισαγωγή στον Σκοτεινό Εαυτό

Η έννοια του σκοτεινού εαυτού, γνωστή και ως "shadow self", είναι θεμελιώδης για την κατανόηση της ψυχολογίας σύμφωνα με τον Carl Jung. Σε πολλά από τα έργα του, ο Jung αναφέρεται στο σκοτεινό αυτό στοιχείο ως το σύνολο των ιδιοτήτων και συναισθημάτων που το άτομο απορρίπτει ή καταπιέζει. Αυτές οι πτυχές ενδέχεται να περιλαμβάνουν φόβους, επιθυμίες και χαρακτηριστικά που αντιβαίνουν στην γενική εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Ο Jung πίστευε ότι αναγνωρίζοντας και αποδεχόμενοι το σκοτεινό εαυτό, οι άνθρωποι μπορούν να επιτύχουν πλήρη αυτογνωσία και ψυχολογική ισορροπία.

Η ιδέα αυτή δεν προήλθε αυθαίρετα, αλλά είναι αποτέλεσμα της ενδελεχούς παρατήρησης και έρευνας του Jung στον τομέα της ψυχολογίας. Ο Carl Jung, μέσα από τη μελέτη του για τον ανθρώπινο ψυχισμό, υπογράμμισε την ανάγκη να κατανοήσουμε την αμφιλεγόμενη φύση της προσωπικότητας μας. Οι αναλύσεις του γύρω από το σκοτεινό εαυτό είναι κρίσιμες για την ανθρωπιστική σκέψη, διότι αναδεικνύουν πώς οι καταπιεσμένες πτυχές της φύσης μας μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά μας και τις σχέσεις μας με τους άλλους.

Η εποχή που διανύουμε καθιστά ακόμη πιο επίκαιρη την ανάγκη για την κατανόηση του σκοτεινού εαυτού. Στη διάρκεια της ιστορίας, η ανθρώπινη φύση έχει παρουσιάσει αξίες και ιδανικά που προτάσσουν τη φωτεινή πλευρά του εαυτού, συχνά παραβλέποντας τις πιο σκοτεινές πτυχές της. Ωστόσο, η αποδοχή του σκοτεινού αυτού εαυτού μπορεί να βοηθήσει στη διαμόρφωση μιας πιο πλήρους και αυθεντικής αυτοεικόνας, προσδιορίζοντας τις πηγές των εσωτερικών συγκρούσεων που βιώνουμε.

Η Θεωρία της Ψυχής του Jung

Η θεωρία της ψυχής του Carl Jung αποτελεί ένα βασικό στοιχείο της ψυχολογίας του και αγγίζει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού. Σύμφωνα με τον Jung, η ψυχή δεν περιορίζεται στην επιφανειακή συνείδηση αλλά περιλαμβάνει το υποσυνείδητο, όπου κατοικεί ο σκοτεινός εαυτός και άλλες κρυφές πτυχές της προσωπικότητας. Αυτή η διχοτόμηση έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η προσωπικότητα διαμορφώνεται από την αλληλεπίδραση μεταξύ συνείδησης και υποσυνείδητου.

Ο σκοτεινός εαυτός, ή αλλιώς η σκιά, είναι ο τομέας του ψυχισμού που περιλαμβάνει τα ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά και τις καταπιεσμένες επιθυμίες. Ο Jung ανέφερε ότι αποδεχόμενοι και ενσωματώνοντας αυτές τις πλευρές στην προσωπικότητά μας, μπορούμε να φτάσουμε σε μια κατάσταση ψυχικής ισορροπίας. Αυτή η διαδικασία απαιτεί ενδοσκόπηση και θάρρος, καθώς οι άνθρωποι συχνά τείνουν να αποφεύγουν καταστάσεις που απαιτούν την αποδοχή αυτών των σκοτεινών πτυχών. Η αφομοίωση του σκοτεινού εαυτού ενδυναμώνει τη συνολική ψυχολογική μας ανάπτυξη.

Ο Jung ανέπτυξε την έννοια του «αυτο» για να περιγράψει την ολότητα της ψυχής, η οποία περιλαμβάνει το συνειδητό, το υποσυνείδητο και τη σκιά. Επομένως, η θεωρία της ψυχής του Jung υπογραμμίζει τη σημασία της σύνθετης σχέσης ανάμεσα στις διαφορετικές πτυχές της προσωπικότητας. Ο τρόπος που οι άνθρωποι διαχειρίζονται και εκφράζουν τον σκοτεινό εαυτό τους είναι καθοριστικός για την προσωπική τους ανάπτυξη και ευημερία. Η κατανόηση του σκοτεινού εαυτού δεν είναι απλώς μια ψυχολογική αναγκαιότητα, αλλά μια ευρύτερη διαδικασία αυτογνωσίας, που ενδυναμώνει τον άνθρωπο να αγκαλιάσει κάθε πτυχή του είναι του.

Αρχέτυπα και Σκοτεινός Εαυτός

Η έννοια των αρχέτυπων αποτελεί κεντρικό στοιχείο στη θεωρία του Carl Jung, με ιδιαίτερη σημασία στην κατανόηση του σκοτεινού εαυτού. Σύμφωνα με τον Jung, τα αρχέτυπα είναι καθολικά, πρωταρχικά σύμβολα και εικόνες που διαμορφώνουν την ανθρώπινη ψυχή. Αντανακλούν τις κοινές εμπειρίες και τις συλλογικές αναμνήσεις των ανθρώπων, καθώς και τις εσωτερικές τους συγκρούσεις. Μέσω αυτών των αρχέτυπων, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι μπορούν να ερμηνευθούν και να κατανοηθούν καλύτερα, όπως η σχέση του καθενός με τον σκοτεινό του εαυτό.

Ο σκοτεινός εαυτός, ή αλλιώς η "σκιά", περιλαμβάνει τις πλευρές της προσωπικότητας που είναι κρυφές ή απορριπτέες από την κοινωνία, όπως αρνητικά συναισθήματα, πτυχές του εαυτού που δεν αποδεχόμαστε. Τα αρχέτυπα, όπως ο ήρωας, η μάγισσα ή ο εξαπατητής, μπορούν να προσεγγίσουν αυτές τις σκοτεινές πτυχές, αποκαλύπτοντας τις παθογένειες και τους φόβους μας. Για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι αναγνωρίζουν την παρουσία του ήρωα εντός τους, μπορούν να ανακαλύψουν και την αντίσταση που μπορεί να υφίσταται από την σκιά τους, η οποία μπορεί να τους εμποδίζει να προχωρήσουν. Αυτή η δυναμική τροφοδοτεί τις ψυχολογικές εντάσεις και τις εσωτερικές συγκρούσεις.

A blue room (A tub) Pablo Picasso Public domain US


Επιπλέον, τα αρχέτυπα μπορούν να βοηθήσουν στην αναγνώριση και την αποδοχή του σκοτεινού εαυτού. Αν και η διαδικασία είναι συχνά δύσκολη, η αναγνώριση της σκιάς σηματοδοτεί ένα βήμα προς την αυτογνωσία. Η εξέλιξη της προσωπικότητας ενισχύεται όταν οι άνθρωποι μάθουν να συνεργάζονται με τις σκοτεινές πλευρές του εαυτού τους, αντί να τις απορρίπτουν. Μέσω αυτού του διαλόγου με τον σκοτεινό εαυτό, γίνονται πληρέστεροι, πιο ισχυροί και πιο αυθεντικοί άνθρωποι.

Σκιά: Η Κεντρική Έννοια

Η γέννηση της σκιάς ξεκινά κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, όταν οι κοινωνικές επιταγές και οι προσδοκίες μας αναγκάζουν να αποκρύψουμε ορισμένα συναισθήματα ή συμπεριφορές. Με την πάροδο του χρόνου, αυτά τα χαρακτηριστικά σχηματίζουν μια γκρίζα ζώνη της ψυχής μας, η οποία, αν δεν αναγνωριστεί, μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις και την ικανότητά μας να αλληλεπιδρούμε αρμονικά με τους άλλους. Καθώς κατανοούμε καλύτερα το σκοτεινό εαυτό μας και τις επιρροές της σκιάς, αποκτούμε τη δυνατότητα να εξελιχθούμε, να γίνουμε πιο πλήρεις και αυθεντικοί.

Ο ρόλος της σκιάς στην προσωπική ανάπτυξη είναι ουσιαστικός. Μέσα από τη διαδικασία της αυτογνωσίας, είναι σημαντικό να εξελίξουμε μια σχέση με τη σκιά μας. Αυτό περιλαμβάνει την αποδοχή και την ενσωμάτωσή της, καθώς μπορεί να προσφέρει πολύτιμα insights και διδαχές για την προσωπική μας ζωή. Η αναγνώριση και η κατανόηση των πλευρών που απωθούμε μερικές φορές, μας επιτρέπει να μετατρέψουμε τον φαινομενικά αρνητικό εαυτό μας σε έναν δημιουργικό και παραγωγικό πόρο.

Η Σύγκρουση με τον Σκοτεινό Εαυτό

Η διαδικασία της αποδοχής και ενότητας με τον σκοτεινό εαυτό, όπως την περιγράφει ο Carl Jung, αποτελεί μια σύνθετη ψυχολογική και συναισθηματική πρόκληση. Ο σκοτεινός εαυτός αντιπροσωπεύει τα ανεπίλυτα ζητήματα, τις καταπιεσμένες επιθυμίες και πτυχές του εαυτού που απορρίπτουμε ή αγνοούμε. Όταν ένα άτομο αρχίζει να έρχεται σε επαφή με αυτές τις πτυχές, μπορεί να βιώσει συναισθηματική σύγχυση, φόβο ή και απογοήτευση. Αυτή η εσωτερική σύγκρουση μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή του ατόμου και τις διαπροσωπικές του σχέσεις.

Οι ψυχολογικές επιπτώσεις της σύγκρουσης με τον σκοτεινό εαυτό περιλαμβάνουν την ενοχή, την ντροπή και την απομόνωση. Αυτά τα συναισθήματα μπορεί να προκύψουν καθώς οι άνθρωποι προσπαθούν να συνειδητοποιήσουν και να αποδεχτούν πτυχές του εαυτού που δεν τους αρέσουν. Όταν οι αρνητικές ή ανατρεπτικές σκέψεις του σκοτεινού εαυτού αγνοούνται ή καταπιέζονται, μπορεί να εκδηλωθούν μέσα από ψυχοσωματικά συμπτώματα ή συμπεριφορές αυτοκαταστροφής.

Επιπλέον, η προσπάθεια να καταπολεμήσουμε τον σκοτεινό εαυτό συνήθως οδηγεί σε αυξανόμενη ένταση στις σχέσεις. Ο τρόπος που προσεγγίζουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις επηρεάζεται άμεσα από την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας και τις συναισθηματικές συγκρούσεις που βιώνουμε. Οι ανασφαλείς σχέσεις ή οι συγκρούσεις στην επικοινωνία μπορεί να είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής αντιπαράθεσης με τον σκοτεινό εαυτό μας, τη στιγμή που καταλήγουμε να προβάλλουμε τις ανασφάλειες μας στους άλλους.

Η αναγνώριση και η κατανόηση αυτών των εσωτερικών συγκρούσεων είναι το πρώτο βήμα προς τη θεραπεία και την αυτογνωσία. Το ταξίδι προς την αποδοχή του σκοτεινού εαυτού δεν είναι ποτέ εύκολο, αλλά είναι στη βάση πολλών ψυχολογικών θεραπευτικών προσεγγίσεων και μπορεί να οδηγήσει σε βαθύτερη κατανόηση του εαυτού και των διαπροσωπικών σχέσεων.

Η Σημασία της Αποδοχής

Η αποδοχή του σκοτεινού εαυτού, όπως τονίζει ο Carl Jung, είναι ένα σημαντικό βήμα για την ψυχική υγεία και την πνευματική ανάπτυξη.

Όταν αρνούμαστε τον σκοτεινό μας εαυτό, κινδυνεύουμε να αποκοπούμε από ολόκληρη μας την ύπαρξη. Καθώς αυτές οι καταπιεσμένες πτυχές ενδέχεται να εκδηλωθούν μέσω ανθυγιεινών συμπεριφορών ή εμμονών, η αποδοχή τους μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την αιτία των αρνητικών μας συναισθημάτων. Έτσι, η ενσωμάτωσή τους στη συνειδητή μας ύπαρξη είναι κρίσιμη για την εξέλιξή μας ως ατόμων.

Η διαδικασία της αποδοχής συνεπάγεται την αναγνώριση αυτών των σκοτεινών πτυχών με μια στάση κατανόησης και συμπόνιας. Αντί να πολεμήσουμε ή να νιώθουμε ενοχές γι’ αυτές, μπορούμε να τις προσεγγίσουμε ως μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Αυτή η διαδικασία διευκολύνει την ανώτερη γνώση του εαυτού μας, κάτι που είναι κεντρικό στη θεωρία του Jung. Με την αποδοχή αυτών των χαρακτηριστικών, επιτυγχάνουμε μια πιο ολοκληρωμένη και υγιέστερη ψυχολογική κατάσταση.

Συμπερασματικά, η αποδοχή του σκοτεινού εαυτού, όπως καταγράφεται από τον Carl Jung, δεν είναι απλώς σημαντική – είναι απαραίτητη για την προσωπική ολοκλήρωση και την πνευματική μας ανάπτυξη.

Ψυχοθεραπεία και Σκοτεινός Εαυτός

Η ψυχοθεραπεία προσφέρει ένα ασφαλές πλαίσιο για την εξερεύνηση του σκοτεινού εαυτού, όπως τον περιγράφει ο Carl Jung. Ο Jung υποστήριξε ότι η αναγνώριση και η αποδοχή αυτών των χαρακτηριστικών είναι θεμελιώδεις για την ψυχική υγεία. Όσοι επιλέγουν να συμμετάσχουν σε ψυχοθεραπεία συχνά βρίσκονται σε μια διαδικασία αυτοανακάλυψης που απαιτεί θάρρος και υπομονή.

Μερικές από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι ψυχοθεραπευτές περιλαμβάνουν τη χρήση της αναλυτικής ψυχολογίας του Jung, η οποία εστιάζει στην εξερεύνηση του ασυνείδητου μέσω των ονείρων και των συμβόλων. Οι θεραπευόμενοι ενθαρρύνονται να αναγνωρίζουν και να διερευνούν τα όνειρά τους, καθώς αυτά συχνά περιλαμβάνουν μηνύματα από τον σκοτεινό εαυτό και αποκαλύπτουν πτυχές που μπορεί να έχουν παραμείνει ανεξερεύνητες.

Σύγχρονες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, όπως η γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία, η ανθρωπιστική προσέγγιση (Rogers), καθώς και η υπαρξιακή (Yalom) περιλαμβάνουν επίσης τη συζήτηση των "δύσκολων" συναισθημάτων και των σχέσεων με τους άλλους.

Οι θεραπευτές βοηθούν τους θεραπευόμενους να αναγνωρίσουν τις αρνητικές πεποιθήσεις που ενδεχομένως έχουν για τον εαυτό τους και να εργαστούν για την επίτευξη της αυτοαποδοχής, αποδεχόμενοι την πλήρη εικόνα της προσωπικότητάς τους.

Η διαδικασία αυτή βοηθά στην ενίσχυση της αυτογνωσίας και της αυτοεκτίμησης, καθώς οι θεραπευόμενοι μαθαίνουν να αγκαλιάζουν τις σκοτεινές πτυχές τους χωρίς φόβο ή ντροπή.

Σκοτεινός Εαυτός στην Τέχνη και τη Λογοτεχνία

Η έννοια του σκοτεινού εαυτού έχει ενσωματωθεί σε ποικιλία καλλιτεχνικών μορφών, προβάλλοντας την μεταμόρφωση και την αναγνώριση αυτών των κρυφών πτυχών.

Στη λογοτεχνία, συγγραφείς όπως ο Φραντζ Κάφκα και η Σιμόν ντε Μποβουάρ έχουν εξετάσει τις ψυχολογικές εντάσεις που προκύπτουν από την επαφή με τον σκοτεινό εαυτό. Ο Κάφκα, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί στοιχεία παράνοιας και υπαρξιακής αγωνίας για να απεικονίσει την αβυσσαλέα φύση του ανθρώπινου ψυχισμού. Από την άλλη πλευρά, η ντε Μποβουάρ αναλύει πώς ο σκοτεινός εαυτός επηρεάζει τη γυναικεία ταυτότητα, διερευνώντας τις εσωτερικές συγκρούσεις και ανασφάλειες.

Στην τέχνη, οι ζωγράφοι όπως ο Έντβαρτ Μουνκ και ο Πάμπλο Πικάσο έχουν χρησιμοποιήσει τον σκοτεινό εαυτό ως θεματική. Ο Μουνκ, με το διάσημο έργο του "Η Κραυγή", καταγράφει τις εσωτερικές του αγωνίες και την αίσθηση της απώλειας, ενώ ο Πικάσο, με την μπλε και ροζ περίοδο, αναδεικνύει τα αποσιωπημένα συναισθήματα, αναδεικνύοντας τον πόνο και την απομόνωση. Αυτά τα παραδείγματα υπογραμμίζουν πώς ο σκοτεινός εαυτός μπορεί να λειτουργήσει είτε ως τροφή για τη δημιουργικότητα, είτε ως πηγή εσωτερικής διαμάχης, αποκαλύπτοντας την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχής.

Συμπέρασμα: Η Διαδρομή της Αυτογνωσίας

Η διαδικασία της αυτογνωσίας είναι εν πολλοίς αναγκαία για την ολοκληρωτική ανάπτυξη του ατόμου. Η κατανόηση του σκοτεινού εαυτού, όπως προτείνει ο Carl Jung, αποτελεί κρίσιμο βήμα για να αναγνωρίσει κανείς τις κρυφές πτυχές της προσωπικότητάς του. Αυτές οι πτυχές συχνά θεωρούνται ανεπιθύμητες, αλλά η αναγνώριση και η αποδοχή τους μπορούν να αποτελέσουν την αφετηρία για μια βαθύτερη κατανόηση του εαυτού μας.

Καθώς προχωράμε σε αυτό το ταξίδι αυτογνωσίας, είναι σημαντικό να αποδεχτούμε ότι ο σκοτεινός εαυτός δεν είναι μόνο πηγή φόβου και ανασφάλειας, αλλά μπορεί επίσης να προσφέρει πολύτιμα διδάγματα και προοπτικές που αλλιώς δεν θα είχαμε την ευκαιρία να εξερευνήσουμε. Η ολοκληρωμένη αποδοχή των πτυχών που ίσως θέλουμε να αποφύγουμε, όπως οι αρνητικές σκέψεις και τα συναισθήματα, μας επιτρέπει να αναπτύξουμε μια πιο ισχυρή και ολοκληρωμένη ταυτότητα.

Ο Jung υπογράμμισε ότι με την ενασχόληση μας με τον σκοτεινό εαυτό, μπορούμε να κερδίσουμε μια ανανεωμένη αίσθηση της αυτοεκτίμησης και της ενσυναίσθησης. Αυτό το ταξίδι αυτογνωσίας συχνά ορίζεται από προκλήσεις, αλλά η σημασία της διαδικασίας δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Μέσω της κατανόησης και της αποδοχής του σκοτεινού εαυτού, οι άνθρωποι μπορούν να εξελιχθούν, να γίνουν πιο αυθεντικοί και να βιώσουν μια πιο ολοκληρωμένη ζωή, ενισχύοντας τις σχέσεις τους και τον εσωτερικό τους κόσμο.


Η γραμματική του τραύματος

"Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη“

“Σα/ /βγεις/ /στον/ /πηγαιμό/ /για/ /την/ / Ιθάκη..”

Η εν σειρά αλληλουχία θεμελιωδών γλωσσικών στοιχείων, των γραμμάτων, κατασκεύαζει τις λέξεις οι οποίες με την σειρά τους κατασκεύαζουν το θεμελιώδες νοηματικό συστατικό του λόγου, την πρόταση.

“ΣαβγειςστονπηγαιμόγιατηνΙθάκη”

Κι ανάμεσα στις λέξεις το κενό. Η απουσία, το μη νόημα που διαχωρίζει και ενώνει. Η έλλειψη νοήματος που νοηματοδοτεί, καθώς οι λέξεις ενω παρατάσσονται ενωμένες σε αλυσίδες, παραμένουν ταυτόχρονα ξέχωρες, καθάριες απέναντι στην συγχητική όσμωση.

Το κενό δεν έχει υπόσταση, δεν υπάρχει κείμενο δίχως γράμματα, αλλά δεν υπάρχει επίσης κείμενο που να αποτελείται μόνο από γράμματα. Το κενό είναι απουσία αλλά είναι και παρουσία, είναι κάτι που λείπει αλλά και κάτι που κανείς έν-λογος δεν θα αναζητήσει ποτέ.

Είναι ο μη χώρος, η απροσδιοριτσία, που πάνω της ομως πλαισιώνεται με σαφήνεια η μορφή της συνέχειας που καταλαμβάνει τον χώρο ένθεν και εκείθεν της ασυνέχειας. Το κενό αποκτά υπόσταση μέσα στην μήτρα του λόγου, γίνεται η μήτρα όλων των σημασιοδοτήσεων.

Ο εγκέφαλος μας έχει την ικανότητα να διαχωρίζει. Μπορεί να προσθετει κατι που λείπει (μπορεί να αφαιρεί) ανεξάρτητα της γραμματικής ποιότητας του κειμένου. Ο εγκέφαλός μας αποκωδικοποιεί σωστά ένα λανθασμένα κωδικοποιημένο απόσπασμα αρκεί να έχει επίγνωση του νοηματικού πλαισίου αναφοράς. Θα πρέπει να έχει οικειοποιηθεί το νόημα πριν το νόημα. Η οικειοποίηση μπορεί να έχει επέλθει αν η ορθή ανάγνωση ή η ακρόαση του κειμένου έχει καταγραφεί σε κάποιο μνημονικό μονοπάτι.

Στην περίπτωση αυτή ο εγκέφαλος δεν διαβάζει απλά, ανακατασκεύαζει στη μνήμη εργασίας την ορθή γραμματική του κάθε λεξικού.

“Βγεις σα στον Ιθάκη πηγαιμό την για“

Το κείμενο της τραυματικής εμπειρίας παρουσιάζεται με την παραπάνω μορφή. Περιλαμβάνει τις λέξεις, την πρόταση και τα κενά, έχει δηλαδή όλα τα συστατικά μιας αφήγησης με νόημα. Δεν έχει όμως φθόγγους, το τραύμα είναι βουβό και δεν μπορεί να μιληθεί, είναι κενό περιεχομένου, είναι α-νόητο.

Μπορεί να εμφανίζει βέβαια ενος είδους αλληλουχία, μια υποτυπώδη σειρά, μα οι λέξεις είναι ανάκατες, τοποθετημένες λάθος, ριγμένες θαρείς στην τυχή του κάθε ατυχούς συγκιριακού. Και ο στιγμαιός χρόνος της διάσχισης ανίκανος να συντονιστεί με τον ρέοντα εξωτραυματικό χρόνο.

Η νόηση του τραύματος είναι εξ ορισμού ελλειπής κάθε αναπαράσταση εμφανίζεται κατακερματισμένη, σκόρπια και συγχητική.

Εδώ η εξοικίωση δεν βοηθάει γιατί λείπει το κλειδί της αποκωδικοποιησης. Λείπει το νόημα πριν το νόημα. Λέπει η σημασία της ασυνέχειας ανάμεσα στο συνεχές καθώς το κενό δεν είναι πια το φόντο της νοηματικής διαφοροποίησης, μορφοποιείτα το ίδιο, ενσαρκούμενο σε μια ιστορία γραμμένη με διάφανη μελάνη στον καθρέφτη της ανυπαρξίας…

Art: The False Mirror, Rene Magritte, 1928


white ceramic teacup with saucer near two books above gray floral textile

Παγκόσμια ημέρα ποίησης

 «Εξηγώντας την κατάθλιψή μου στη μητέρα μου» - Sabrina Benaim

"Μαμά, η κατάθλιψή μου αλλάζει μορφές. Την μια μέρα είναι τόσο μικρή όσο μια πυγολαμπίδα στην παλάμη μιας αρκούδας,την επόμενη μέρα είναι η ίδια η αρκούδα.Τις μέρες εκείνες μένω ακίνητη μέχρι να με αφήσει η αρκούδα μόνη μου. Αυτές τις μέρες τις λέω “Σκοτεινές Ημέρες”.

Η μαμά λέει: «Τότε προσπαθήστε να τις φωτίσεις με κεριά”. Όταν βλέπω ένα κερί, βλέπω τη σάρκα μιας εκκλησίας, το τρεμοπαίξιμο μιας φλόγας, μια ανάμνηση νεότερη και από το μεσημέρι. Στέκομαι δίπλα στο ανοικτό της φέρετρο. Είναι η στιγμή που μαθαίνω ότι κάθε άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ θα πεθάνει κάποια μέρα. Εξάλλου, δεν φοβάμαι το σκοτάδι. Ίσως, αυτό να είναι μέρος του προβλήματος.

Η μαμά λέει: “Νόμιζα ότι το πρόβλημα ήταν ότι δεν μπορείς να σηκωθείς από το κρεβάτι”. Δεν μπορώ. Το άγχος με κρατάει ως όμηρο μέσα στο σπίτι μου, μέσα στο κεφάλι μου.

Η μαμά λέει: «Κι από πού προέρχεται το άγχος; ”Το άγχος είναι ο ξάδελφος που με επισκέπτεται από μακριά και τον οποίο η κατάθλιψη αισθάνθηκε υποχρεωμένη να φέρει στην παρέα της. Μαμά, εγώ είμαι σε αυτή την παρέα. Μόνο που είναι μια παρέα στην οποία δεν θέλω να είμαι.

Η μαμά λέει: “Γιατί δεν προσπαθείς να έχεις κανονικές παρέες και να βλέπεις τους φίλους σου; ”Σίγουρα, κάνω σχέδια. Κάνω σχέδια, αλλά τελικά δεν θέλω να πάω. Κάνω σχέδια επειδή ξέρω ότι θα ήθελα να πάω. Ξέρω ότι μερικές φορές θα ήθελα να πάω. Δεν είναι διασκεδαστικό να διασκεδάζεις όταν δεν θέλεις να διασκεδάσεις, μαμά. Βλέπεις, μαμά, κάθε νύχτα η αϋπνία με παίρνει στην αγκαλιά της και με βυθίζει στο μικρό φως του φούρνου που έχουμε στην κουζίνα. Η αϋπνία έχει αυτόν τον ρομαντικό τρόπο να κάνει το φεγγάρι να το νιώθω σαν την τέλεια παρέα.

Η μαμά λέει: “Τότε προσπαθήστε να μετράς πρόβατα για να κοιμηθείς”. Αλλά το μοναδικό που μπορεί να μετρήσει το μυαλό μου είναι λόγους για να μείνει ξύπνιο. Έτσι πηγαίνω περιπάτους. Αλλά τα τρεμάμενα γόνατά μου χτυπούν σαν ασημένια κουτάλια κρατημένα σε χέρια δυνατά αλλά με χαλαρούς καρπούς. Τα ακούω στ’ αυτιά μου σαν αδέξιες καμπάνες εκκλησιών που μου θυμίζουν ότι υπνοβατώ σε έναν ωκεανό ευτυχίας στον οποίο δεν μπορώ να βαπτιστώ.

Η μαμά λέει: “Η ευτυχία είναι μια απόφαση. ” Αλλά η δική μου ευτυχία είναι τόσο κούφια όσο ένα κλούβιο αυγό. Η χαρά μου είναι ένας υψηλός πυρετός.

Η μαμά λέει ότι είμαι τόσο καλή στο να δημιουργώ κάτι από το τίποτα, αλλά στη συνέχεια με ρωτάει φόρα-παρτίδα αν φοβάμαι ότι θα πεθάνω. Όχι. Φοβάμαι να ζήσω! Μαμά, είμαι μόνη. Νομίζω ότι αυτό το έμαθα όταν ο μπαμπάς έφυγε. Έμαθα τότε να μετατρέπω τον θυμό σε μοναξιά. Την μοναξιά στο να είμαι πολυάσχολη. Έτσι, όταν σας λέω, “Είμαι πολύ απασχολημένη τον τελευταίο καιρό”, εννοώ ότι κοιμάμαι βλέποντας τηλεόραση στον καναπέ, για να αποφύγω να αντιμετωπίσω την κενή πλευρά του κρεβατιού μου. Αλλά η κατάθλιψή μου με τραβάει πάντα πίσω στο κρεβάτι μου. Μέχρι που τα οστά μου να γίνουν τα ξεχασμένα απολιθώματα μιας σκελετωμένης πόλης που βυθίζεται. Μέχρι το στόμα μου να γίνει μια οστεώδη αυλή δοντιών που σπάει από την πίεση με την οποία το κλείνω. Το κούφιο αμφιθέατρο του στήθους μου γεμίζει με την ηχώ ενός καρδιακού παλμού. Αλλά είμαι μια ανέμελη τουρίστρια εγώ εδώ. Ποτέ δεν θα μάθω σε ποια μέρη έχω πάει.

Η μαμά εξακολουθεί να λέει πως δεν καταλαβαίνει. Μαμά! Δεν μπορείς να καταλάβεις ότι ΟΥΤΕ ΕΓΩ ΜΠΟΡΩ;


Μερικές σκέψεις για το «Frozen» της Bryony Lavery

https://youtu.be/00ziYjEO6eE

Λίγα λόγια για το έργο:


Τρεις χαρακτήρες σαν ήρωες αρχαίας τραγωδίας στη σκιά του πιο αποτρόπαιου εγκλήματος. Τρεις κοινοί θνητοί καλούνται να υπερβούν την ανθρώπινη φύση τους. Αυτοί είναι οι τρεις πρωταγωνιστές του Frozen, που εγείρουν ερωτήματα: Μπορεί μια μάνα να ξεπεράσει τον θάνατο του παιδιού της; Μπορεί ακόμα και να συγχωρέσει τον δολοφόνο του; Μπορεί ένας κατά συρροή δολοφόνος παιδιών να γίνει συμπαθής; Η συγγραφέας Bryony Lavery καταρρίπτει ένα προς ένα κλισέ και στερεότυπα που μας κρατούν κλειδωμένους στον εαυτό μας και απέναντι στους άλλους. Κι επιμένει, μέσα από μια διαδικασία επίπονη και ψυχοφθόρα, προτείνοντάς μας το «κλειδί» της συγχώρεσης:

Αξίζει άραγε τον κόπο;
Και τι θα μείνει όταν λιώσουν «οι πάγοι»;
Μα φυσικά το ύψιστο αγαθό, η μεγαλύτερη δύναμη που κρύβει ο άνθρωπος. Η αγάπη…
 

Πόσα γνωρίζουμε για την ανθρώπινη συμπεριφορά; Μέχρι ποιο βάθος του απύθμενου της ψυχής μπορεί να φτάσει άραγε η επιστήμη;

Θα μπορούσε η ψυχολογία να απαντήσει στα βασανιστικά ερωτήματα του έργου; Φοβάμαι πως όχι! Αν υποθέσουμε πως η Ισλανδία (πατρίδα της ψυχολόγου ) σχηματικά αναπαριστά τα όσα ξέρουμε για τον εγκέφαλο μας, τότε δεν θα ήταν άτοπο να υποστηριχθεί πως ο Βόρειος παγωμένος ωκεανός είναι η άγνοια που μας περιβάλει.

Οπότε τι χρειαζόμαστε την επιστήμη; Μα φυσικά για να εξασκηθούμε στο να θέτουμε ερωτήματα με τρόπο οργανωμένο και συστηματικό. Χρειαζόμαστε την ψυχολογία για να αμφισβητούμε, για να παραμένουμε περίεργοι, για να ανατρέπουμε (φαντάζομαι αρκετοί δεν στοχαζόμαστε συχνά πάνω σε αυτή την ριζοσπαστική διάσταση της επιστήμης).

Η ψυχολογία δεν μπορεί να κάνει την ψυχή μας να ημερέψει. Για τον λόγο αυτό έχουμε την φιλοσοφία, την θρησκεία και την τέχνη. H ψυχολογία έρχεται για να μας ανοίξει τα μάτια, να μας διδάξει ταπεινά την αμάθεια μας. Πρακτικά αυτό δεν έχει ιδιαίτερη αξία.

Αν υποθέταμε, με ένα υπερβατικό τρόπο την πιθανότητα της αυτοκτονίας του Ράλφ , βασισμένοι στα στοιχεία της έρευνας της Αγκνέθα , θα μιλούσαμε για κάποιον αυξημένο κίνδυνο. 50-50 είναι η απλή τύχη. Τότε προς τι όλος αυτός ο θόρυβος; Θα θεωρούσαμε βάσιμα πως υπήρχε αυτός ο κίνδυνος ακόμη και αν δεν είχαμε ιδέα από ψυχολογικές θεωρίες και στατιστική!

Αλλά η επιστήμη μας βοηθάει να στοχαζόμαστε πάνω στους στοχασμούς μας, στις εύκολες γενικεύσεις, τα αφαιρετικά σχήματα μας. Η επιστήμη μας κρατά πειθαρχημένους όταν ηχούν οι σειρήνες της αφελούς σοφίας. Η αποδοχή της άγνοιας είναι πάντα το πιο σημαντικό βήμα για την γνώση.

Ευτυχώς τα θεατρικά έργα τα γράφουν καλλιτέχνες, καλλιτέχνες τα σκηνοθετούν και καλλιτέχνες ποιούν το ήθος τους. Η επιστήμη δεν μπορεί να γράψει κείμενα που συγκινούν που διεγείρουν αισθήσεις, μπορεί μονάχα να ρωτά και να ρωτά, εμμονικά σαν κακομαθημένο παιδί, σαν άσχημη γεροντοκόρη που συλλογίζεται ατέρμονα τα αίτια της αιώνιας μοναξιάς της.

Η επιστήμη δεν μπορεί να συγγράψει ένα κόσμο κατά παραγγελία, δεν μπορεί να στήσει μια πραγματικότητα κατά το δοκούν, δεν μπορεί να υποκριθεί αυτό που δεν είναι. Η επιστήμη δεν θα φέρει ποτέ την κάθαρση, τον λυτρωμό, τη μέθεξη στα άχραντα μυστήρια τής ύπαρξης. Αυτά θα τα φέρει η ζωή που γεννιέται στο κεφάλι του συγγραφέα.

Λέω στα νέα παιδιά που οραματίζονται το μέλλον τους ως θεραπευτές ψυχών! Μπορείτε να αντέξετε το αβέβαιο, το απρόβλεπτο, τη ρευστότητα, το ευμετάβλητο της ανθρώπινης φύσης;

Μπορείτε να σαλπάρετε στο ωκεανό της ανθρώπινης ψυχής με μόνη συντροφιά ένα χάρτη συχνά πολυκαιρισμένο και πιθανότατα εντελώς λαθεμένο; Τίποτε δεν θα σας εγγυηθεί ποτέ πως ο χάρτης σας (οι ψυχολογικές θεωρίες) αποτελεί γνήσια αντανάκλαση του υπαρκτού κόσμου εκεί έξω!

Μόνοι λοιπών στις παγωμένες θάλασσες του Βορρά. Τι απομένει να έχουμε; Πως θα δουλεύαμε με ανθρώπους που πονάνε όσο η μάνα, η αδερφή, η ψυχολόγος, ίσως κι αυτός ακόμη ο στυγερός φονιάς; Με ένα μονάχα τρόπο, σχετιζόμενοι.

Και αυτό νομίζω πως είναι και το βαθύτερο νόημα του έργου. Ότι η σχέση είναι αυτό που πραγματικά (μας) λυτρώνει.


Το σώμα μέσα από την ψυχολογία και την τέχνη

Η λέξη "σώμα" στο Όμηρο αναφέρεται μόνο στο νεκρό σώμα. Όταν ο ποιητής αναφέρεται σε σώμα ζωντανού χρησιμοποιεί τις λέξεις δέμας, χρώς, μέλεα, γυῖα. Εξ ορισμού το ουσιαστικό αυτό περνάει αμέσως στην ουσία της έννοιας που ενσαρκώνει: Το σώμα είναι το πεπερασμένο περίβλημα, το ρούχο της ζωής. Το σώμα γερνάει, πονάει, γεννάει, ματώνει, κάνει έρωτα, μεταβάλλεται και αλλοιώνεται, φθείρεται και πεθαίνει, απασχολεί τη φιλοσοφία, την ψυχολογία, την ιατρική, την τέχνη αλλά γίνεται και τέχνη.

Ear on Arm Suspension, Stelarc, 2012

Το ένα σκέλος του σεμιναρίου θα επικεντρωθεί σε μια σύντομη αναδρομή της ιστορίας της απεικόνισης του σώματος στις εικαστικές τέχνες και στο σώμα ως τέχνη, ως φορέα πραγματοποίησης καλλιτεχνικών ιδεών και ως μέσο δημιουργικής ή καταστροφικής χειρονομίας.

Ήδη από τον περασμένο αιώνα το σώμα επαναπροσδιορίστηκε, αντικειμενοποιήθηκε και εκτός από θέμα απεικόνισης μεταμορφώθηκε το ίδιο σε επιφάνεια ή μέσο καλλιτεχνικής δημιουργίας, έγινε το ίδιο τέχνη. Συνδέθηκε με τις τεχνολογικές εξελίξεις, τις μηχανές, τις ρομποτικές και υβριδικές κατασκευές, τρυπήθηκε, του τοποθετήθηκαν εμφυτεύματα, κρεμάστηκε από γάντζους και αιωρήθηκε στο κενό, ταλαιπωρήθηκε και βασανίστηκε, ακρωτηριάστηκε και χειρουργήθηκε, έγινε cyborg, ντύθηκε με ωμές μπριζόλες ή δάνεισε το λίπος του για να κατασκευαστούν σαπούνια και ονομάστηκε πρωτοποριακό, μεταμοντέρνο, τέχνη.

Καλλιτέχνες όπως η Ορλάν, ο Stelarc ή οι Aziz + Cucher θέτουν το σώμα στην καρδιά της προβληματικής της τέχνης. Είναι οι πλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις, η κακοποίηση και η άσκηση βίας στο σώμα, στο ίδιο το σώμα του καλλιτέχνη από τον εαυτό του, τέχνη; Πως διαμορφώνεται η έννοια του σώματος κοινωνικά, οικονομικά, πολιτισμικά; Είναι η ‘σαρκική τέχνη’ μια ακρότητα ή ένας ‘νέος’ τρόπος έκφρασης αφού πλέον όλα έχουν ήδη ειπωθεί και διατυπωθεί με τα ‘παραδοσιακά’ ή ‘συμβατικά’ μέσα; Εμπίπτει στη δικαιοδοσία της Κοινωνιολογίας και της Ψυχολογίας η αντιμετώπιση του σώματος ως καλλιτέχνημα, ως ένα νέο είδος καμβά;  

Panopticon - Bentham

Ο Foucault πιστεύει πως η μοντέρνα εξουσία δεν καταπιέζει αλλά κατασκευάζει πραγματικότητες. Με τον τρόπο αυτό η ανάγκη για έλεγχο και καταστολή μειώνονται στο βαθμό που ο αποκλίνων φροντίζει να αυτό διορθώνει την συμπεριφορά του δίχως (την βίαιη) εξωτερική επιβολή. Ο Foucault ονόμασε την τάση αυτή της μοντέρνας εξουσίας Πανοπτισμό, ενώ στην ανάλυσή του εμπνεύστηκε από το περίφημο σχέδιο για ιδρύματα εγκλεισμού του Bentham, το Πανοπτικόν.

Το Πανοπτικόν γυμναστήριο

To Πανοπτικόν υπήρξε ένας ευφυής σχεδιασμός που προκαλούσε την αίσθηση στον κρατούμενο ότι ήταν ορατός από το βλέμμα ενός και μόνο φύλακα. Με τον τρόπο αυτό ο κρατούμενος αυτό ρύθμιζε την συμπεριφορά του, δίχως να υπάρχει ανάγκη για βίαιη επιβολή. Η Μοντέρνα εξουσία κατασκευάζει την πραγματικότητα του σύγχρονου ανθρώπου μέσα από τον κυρίαρχο λόγο για τα πράγματα. Μια από τις κορυφαίες αφηγήσεις της εποχής μας είναι η αφήγηση για το σώμα, όχι το σώμα στην βιολογική του διάσταση αλλά το ενδεχόμενο (σώμα), το σύνολο των πιθανοτήτων που επενδύεται με προσδοκίες και φαντασιώσεις ευτυχίας και που εντέλει προσδιορίζει την αυτοεικόνα και σε μια ευρύτερη προοπτική την αυτοαξία μας.

Το ενδεχόμενο σώμα νοηματοδοτείται ως ο χάρτης (map) που σκιαγραφεί αλλά δεν αναπαριστά το πλήθος των δυνατοτήτων της περιοχής (territory). Είναι ο ιδρώτας, ο κάματος αλλά και συχνά η φαρμακευτική βοήθεια που θα συνδέσει τον χάρτη με την περιοχή, για να λάβει σάρκα και οστά το σχέδιο. Τούτη η μακρά και επώδυνη διαδικασία είχε επί μακρόν συνδεθεί με τον ιδιότυπο ναρκισσισμό του καθρέφτη των γυμναστηρίων, και ήταν παραδοσιακά μοναχική και μονωμένη στα στενά όρια τους.

Το Πανοπτικόν γυμναστήριο αντίθετα, είναι διάφανο και εντελώς εκτεθειμένο σε δύο επίπεδα. Στο εξωτερικό επίπεδο οι γυάλινοι τοίχοι του εκθέτουν στο Πάνθορα εξουσιαστικό κοινωνικό βλέμμα (the gaze). Στο εσωτερικό, τα όργανα (σύμπραξη της μηχανικής και της ηλεκτρονικής τεχνολογίας), παρατάσσονται κυκλικά απέναντι από το φυλάκιο έλεγχου (εσωτερικός έλεγχος). Τεχνολογία και Κοινωνία συνεργάζονται αρμονικά για να υπηρετήσουν τον άνθρωπο, χωρίς ο άνθρωπος (στη φυσική του διάσταση) να αποτελεί και αναγκαία συνθήκη της όλης διαδικασίας. Δεν χρειάζεται καν ο γυμναστής – φύλακας της ορθότητας.

Η τεχνολογία καταγράφει και συγκρίνει αυτόματα τις αποκλείσεις, εικονικοποιεί τις καμπύλες και τα μεγέθη της φυσιολογικότητας (καρδιακές σφίξεις, αριθμός αναπνοών και δείκτης μάζας σώματος). Η μηχανική μνήμη αποτυπώνει στο καντράν το μέγεθος της προσπάθειας, τον δρόμο που διανύθηκε και κυρίως τον δρόμο που απομένει. Κι όλα αυτά με ένα τρόπο επιστημονικό που δεν χωράει αμφισβητήσεις και ταλαντεύσεις. Το αόρατο μάτι της πειθαρχικής ισχύος (disciplinary power) είναι παντού ακόμη και όταν δεν είναι πουθενά. Οι κοινωνικές νόρμες που οριοθετούν την κανονικότητα του σώματος είναι πλήρως εσωτερικευμένες, απλές, προφανείς, εύληπτες και κατανοητές.

Τόσο απλές που μπορούν να γίνουν διαφημιστικό μήνυμα, slogan ή mouth to mouth marketing. Μια ερώτηση όπως , “Τι είναι αυτό που σε οδηγεί στο γυμναστήριο” αρκεί για να προκαλέσει την έκδηλη απορία στο βλέμμα και το μειδίαμα στα χείλη των ανθρώπων. –Τι είδους ερώτηση είναι αυτή. Αφού είναι όλοι τους εδώ… Και είναι πραγματικά όλοι παρόντες, ακόμη και όσοι ως απόντες γίνονται σύμβολα του Κοινωνικού νου πως ορίζει τι πρέπει να γίνει και πώς γίνεται. Οι άνθρωποι τραβούν τον συλλογικό δρόμο προς την ευτυχία δίχως να χρειάζονται πια τη- φυσική- παρουσία του υποβολέα να υπενθυμίζει πως τα αγαθά κόποις κτώνται. Το γνωρίζουν πολύ καλά από μόνοι τους.

Επιμορφωτές : Κωνσταντίνος Μπλέτσος, Ψυχολόγος, MSc Δρ Μαρία Αθανασέκου, Ιστορικός τέχνης.

https://app.box.com/embed_widget/s/l6jzobe2fzfhhniiejwi9bdrszq57v4u?view=icon&sort=name&direction=ASC&theme=blue


[hoot_code][/hoot_code]

What is mind uploading?

Mind uploading is a popular term for a process by which the mind, a collection of memories, personality, and attributes of a specific individual, is transferred from its original biological brain to an artificial computational substrate. Alternative terms for mind uploading have appeared in fiction and non-fiction, such as mind transfer, mind downloading, off-loading, side-loading, and several others. They all refer to the same general concept of “transferring” the mind to a different substrate.

Once it is possible to move a mind from one substrate to another, it is then called a substrate-independent mind (SIM). The concept of SIM is inspired by the idea of designing software that can run on multiple computers with different hardware without needing to be rewritten. For example, Java’s design principle “write once, run everywhere” makes it a platform independent system. In this context, substrate is a term referring to a generalized concept of any computational platform that is capable of universal computation.

We take the materialist position that the human mind is solely generated by the brain and is a function of neural states. Additionally, we assume that the neural states are computational processes and devices capable of universal computing are sufficient to generate the same kind of computational processes found in a brain. Link out

Links

The Psychology of Body Modification

Fifty Shades of Tattooing: Body Art, Risk and Personality

Special Issue: THE SITUATED BODY

Introduction: The Arts and Sciences of the Situated Body (PDF 79 kb)

Shaun Gallagher Affective Proprioception (PDF 78 kb)

Evan Selinger and Timothy Engström Negotiating Embodiment: A Reply to Selinger and Engström (PDF 98 kb)

Andrew R. Rawnsley ART Photography

Syrie Kovitz CREATIVE WRITING The Laundry Cycle (PDF 39 kb)

Christine Wiesenthal Sestina (PDF 26 kb)

Helen Krieger Thoughts About Thoughts (PDF 50 kb)

Fanny Howe Two poems (PDF 27 kb)

Rebecca Lu Kiernan Europe (PDF 25 kb)

Alex Irvine Three poems (PDF 21 kb)

Kristina Marie Darling Tight and Low Across the Lap (PDF 21 kb)

Mary Lynn Broe Hunger at the Mountain (PDF 21 kb) Kurt Caswell  

Celebrating Don Ihde Review of Postphenomenology: A Critical Companion to Ihde Edited by Evan Selinger (PDF 37 kb) Reviewer: Jan-Kyrre Berg Olsen

Textual Styles Review of Analyzing Prose by Richard Lanham (PDF 34 kb) Reviewer: G. Keilan Rickard

Nordic Women, Symbiotic Poetry Review of To Catch a Life Anew: 18 Swedish Women Poets Translated by Eva Claeson, Sonia Akesson, Kristina Lugn, Barbro Dahlin, & Margareta Ekstrom (PDF 44 kb) Reviewer: Hakan Sandgren

The Complexities of Cixious and Ecriture Feminine Review of Helene Cixious: Live Theory by Ian Blyth & Susan Sellers (PDF 48 kb) Reviewer: Kristen Hennessy

CONTRIBUTORS

Contributors (PDF 71 kb)


Τέχνη και Ψυχολογία

Για την συστημική οπτική, η  ψυχική ασθένεια δεν γίνεται αντιληπτή ως  κάτι που κατοικεί εντός των ανθρώπων,  αλλά περισσότερο  ως   μια σχεσιακή δυσλειτουργία που εκφράζεται στο μεταξύ των.  Οι τρελοί της κάθε εποχής δεν είναι επομένως, το αποτέλεσμα   μιας προκαθορισμένης βιολογικά ποιότητας, αλλά οι φορείς και οι εκφραστές της τρέλας  των ανθρωπίνων σχέσεων.

Αν λοιπών υιοθετήσουμε αυτή την σχεσιακή  οπτική,  οι παθολογίες των καιρών και των τόπων γίνονται αντιληπτές ως  συνθήκες που υπερβαίνουν ή είναι εν πάση περιπτώσει διαφορετικές,  απ' το σύνολο των παθολογιών των κοινωνικών δραστών μιας συγκεκριμένης  ιστορικής συγκυρίας.

Ας αναρωτηθούμε για  παράδειγμα,  “Τι  ανέλαβε να πει από τα ανείπωτα (unspoken)  της εποχής της η Guernica; Πόσο δυνατός υπήρξε ο “λόγος” της,  πόσο διαχρονικά ισχυρός   και πόσο ικανός να νοηματοδοτεί, ανεξαρτήτως χώρου,  χρόνου και συγκεκριμένων  ιστορικών συγκείμενων;”. Η Guernica στο ανίδεο μάτι  φαίνεται τουλάχιστον παράδοξη. Ανθρώπινα μέλη και  λάμπες φωτισμού, μοσχαροκεφαλές, λύκοι, άλογα  και λυχνίες,   όλα μαζί ατάκτως ειρημένα, δίχως ρεαλισμό και  συνοχή μοιάζουν  σίγουρα η γέννα ενός τρελού μυαλού. H μήπως η γέννα  μιας τρελής εποχής;

“….Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες
υψώνονται σαν δάχτυλα στα χάη
στην κορυφή τους το άπειρο αντηχάει
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.
Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε
στα όνειρά μας μπερδεύεται όλη η φύσις
στο σώμα στην ενθύμηση, πονούμε
κι η ποίηση είναι το καταφύγιο που φθονούμε….”

Θύματα  του περιβάλλοντος και των εποχών, οι καλλιτέχνες είναι σύμφωνα με τον Καρυωτάκη, αντένες που αντηχούν τα χάη. Ευαίσθητοι δέκτες και πομποί συνάμα,  συμβολοποιητές [sic]  του  πνεύματος  των παρόντων και μελλούμενων  καιρών (zeitgeist), δομούν και αποδομούν ταυτόχρονα το είναι και το δέον,  μέσα από τον τόσο οικεία αλλότριο  κώδικα της τέχνης τους  σαν κεραίες τεντωμένες μεταβολίζουν  τα σήματα των μελλούμενων καιρών, σαν  αλεξικέραυνα  γειώνουν τα ρεύματα των εποχών.  Αλλά φευ, γρήγορα θα σπάσουν απ τους ανέμους και τις θύελλες  ή ακόμη χειρότερα θα χαθούν μέσα στην βουή και την σύγχυση, θα βυθιστούν στον πόνο των πραγμάτων και τον πόνο τ’ ανθρώπου και θα σιγήσουν οριστικά

Άλλα έτσι είναι οι καλλιτέχνες. Πρωτοπόροι, αλαφροΐσκιωτοι και αποδιοπομπαίοι,  αναλαμβάνουν τον ρόλο που οι συμβατικότητες τους έχουν αναθέσει. Εφελκύουν   την αλλαγή, αντιστεκόμενοι  με σθένος στις ομοιοστατικές κοινωνικές δυναμικές   και ανοίγουν δρόμους  μέσα από το χάος των εποχών προς τις νέες κανονικότητες (mainstream art) και τα καινοφανή  ήθη. Και αυτή η δουλειά έχει κόστος, μεγάλο συναισθηματικό κόστος και πολύ μοναξιά.

Με τον τρόπο αυτό  οι τρελοί καλλιτέχνες επιτρέπουν σε εμάς (τους κατά σύμβαση λογικούς)  να απολαμβάνουμε την αυτάρεσκη κανονικοτητά, καθόσον  εκείνοι παραμένουν  τόσο τρελοί όσο να μοιάζουμε εμείς  λογικοί και τούμπαλιν, σε μια κυκλική διάταξη όπου η τρέλα και η λογική δεν είναι πράγματα αλλά σχέσεις και πράξεις νοήματος (Bruner, 2011).

Η τέχνη έχει την δύναμή της αφήγησης  (narrate)  χωρίς απαραίτητα να χρησιμοποιεί τον λόγο (discourse), συμπυκνώνει την μνήμη σε ένα στίχο, δυο φιγούρες , τρεις  πινελιές. Κινείται αναστοχαστικά στο χωροχρονικό συνεχές, χωρίς να υπόκεινται στον έλεγχο των   φορμαλισμών. Αλλάζει τόπους και συναισθήματα, βγάζει αυτάρεσκα τη γλώσσα σε κάθε συμβατικότητα, δεν είναι υπόχρεη  αναφοράς  στην (όποια) πραγματικότητα.

Πόσο κοντινό είναι τούτο σε αυτό που οι άνθρωποι ονομάζουμε  τρέλα; Ο καλλιτέχνης γίνεται Θεός καθώς ποιεί, καθώς δημιουργεί εκ του μη όντος την δική του αλήθεια στην οποία μας καλεί να γίνουμε κοινωνοί. Και αυτό είναι σίγουρα μια  μεγάλη ευθύνη.

Από την άλλη βέβαια είναι ο πόνος (των πραγμάτων και τ’ ανθρώπου που λέει ο αγαπημένος Καρυωτάκης),  που μας ξυπνάει από την μακάρια γαλήνη μιας ρομαντικής μυθοποίησης.

Αυτή η σκέψη με οδηγεί σε ορισμένες – νομίζω- ενδιαφέρουσες ερωτήσεις:

Είναι άραγε η ενδοσκόπηση κίνητρο για την τέχνη ή μήπως αντίθετα είναι αποφυγή;
Ο πόνος  κρατάει  άραγε  το πινέλο ή αντίθετα το πινέλο είναι ο μετουσιωμένος (κατά Freud) τρόπος που ο καλλιτέχνης επιλέγει για να βγει απ το συναισθηματικό του αδιέξοδο;
Είναι ή τέχνη το δηλητήριο ή μήπως είναι η γιατρειά για τις βασανισμένες ψυχές;
Εν τέλει ο καλλιτέχνης  ψάχνει (ή ενδεχομένως) προκαλεί τον πόνο του ή μήπως αντίθετα ψάχνει τρόπους να απαλλαγεί από αυτόν;

Δεν ξέρω καν αν έχουν πρακτική αξία  τούτες οι ερωτήσεις. Ο Bakhtin θα λεγε πως όλες αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι πάρα οι πολλαπλές εσωτερικές  φωνές που πραγματεύονται την πολυφωνία, τη μορφή, την απαρτίωση και εν τέλη το νόημα.
Το νόημα όμως δεν υπάρχει έξω από την ανθρώπινη εμπειρία.  

Αποτελεί προσωπική ευθύνη του καθενός η απόδοση του νοήματος στη ζωή, μας διδάξαν οι Υπαρξιστές Φιλόσοφοι όπως ο Kierkegaard.  Και είναι συχνά ο λόγος που δίνει νόημα στα πράγματα. Οι αφηγήσεις που καθείς πλάθει, όχι μόνο για να εξηγήσει αλλά και να βιώσει αυτό που είναι (dasein), την ύπαρξή του.

Ο Νίτσε για παράδειγμα  ακούγεται σαν μια απελπισμένη κραυγή απέναντι σε μια επερχόμενη νεωτερικότητα. Και ο Νίτσε τράβηξε αυτή την κραυγή μέχρι το απώτατο σημείο, που ήταν η πνευματική του κατάρρευση. Η τρέλα του Νίτσε έχει την ίδια σημασία με την απονενοημένη φυγή του Ρεμπώ, ή την αυτοκτονία του Καρυωτάκη. Είναι η “η μεγάλη άρνηση” η οποία τρέφει ακόμη όλη τη δυτική σκέψη του 20ου αιώνα, και όλες τις κριτικές μας αντιστάσεις απέναντι σε μια πραγματικότητα που έχει όλο και περισσότερο τη φύση της πέτρας Προγούλης, 2015

Oι καλλιτέχνες έχουν στη διάθεση τους  πλήθος συμβόλων και υλικών για να μιλήσουν. Μάρμαρο, γύψο,  ξύλο, χαρτί, πινέλα, χρώματα, ακουαρέλες, κινήσεις, εκφράσεις, μονολόγους , σιωπές. Και το κάνουν συχνά αδιαφορώντας αν μοιράζονται με το κοινό,  τους αυτούς κώδικες επικοινωνίας. Είπαμε, το νόημα είναι προσωπική υπόθεση του καθενός. Όπως και προσωπική ευθύνη.
Άλλα σε κάποιο βαθμό τουλάχιστο, όλοι είμαστε (και) καλλιτέχνες όπως όλοι είμαστε (και) τρελοί. Είμαστε καθημερινοί άνθρωποι που  λειτουργούν  πάντοτε εντός συγκεκριμένων πλαισίων που καθορίζουν τα (συχνά δυσδιάκριτα)  όρια μεταξύ της λογικής και του παραλόγου.

Vincent van Gogh – Wheat Field with Crows

«Αν ακούσεις μέσα σου μια φωνή να λέει δεν μπορείς να ζωγραφίσεις  τότε χωρίς δισταγμό ζωγράφισε, κι η φωνή αυτή θα σιωπήσει». Vincent Van Gogh.

Στη εξελικτική μας πορεία πρώτα ζωγραφίσαμε σύμβολα σε σπηλιές και έπειτα (πολύ αργότερα) ανακαλύψαμε την δυνατότητα να εκφραζόμαστε μέσα από τον γραπτό λόγο. Επομένως είμαστε παλαιότεροι  ζωγράφοι από ότι  ποιητές, παλαιότεροι  γλύπτες από ότι συγγραφείς, παλαιότεροι χτίστες από ότι ηθοποιοί.

Ο λόγος και ή λογική εδράζονται στο ομιλών αριστερό εγκεφαλικό ημισφαίριο, ή φαντασία και το όνειρο στο βωβο δεξιό. Τα συναισθήματα φωλιάζουν στις υποφλοιικες περιοχές του ιππόκαμπου και της αμυγδαλής. Η  ικανότητά έκφρασης του ανθρώπου εμπλουτίζεται και γίνεται πιο εκλεκτική (elegant) παράλληλα με την βιολογική εξέλιξή των ανωτέρων συνειρμικών κέντρων του εγκεφαλικού φλοιού.

Όπως αναφέρεται στο lifeslittlemysteries.com έρευνα επιστημόνων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, οι οποίοι μελέτησαν τη συμπεριφορά 700.000 δεκαεξάχρονων Σουηδών, αποκαλύπτει ότι εκείνοι που είχαν άριστες σχολικές επιδόσεις διέθεταν επίσης τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διπολική διαταραχή, δηλαδή μανιοκατάθλιψη, σε σχέση με τους μέτριους μαθητές.

Η διπολική διαταραχή συνεπάγεται δραματική εναλλαγή της διάθεσης ανάμεσα στην  υπερβολική ευτυχία (γνωστή ως «μανία») και την κατάθλιψη. Πώς μπορεί αυτός o βίαιος κύκλος να προκαλεί δημιουργικότητα; Έρευνα από ένα μέλος της ειδικής ομάδας, James Fallon, νευρολόγο του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Irvine, προτείνει μια απάντηση.

«Οι άνθρωποι με διπολική διαταραχή τείνουν να είναι δημιουργικοί όταν βγαίνουν από βαθιά κατάθλιψη» δήλωσε ο Fallon. Όταν η διάθεση του ασθενούς βελτιώνεται μετατοπίζεται αντίστοιχα και η εγκεφαλική του δραστηριότητα: η εγκεφαλική δραστηριότητα «κοπαζει» στο κάτω μέρος μιας περιοχής του εγκεφάλου που ονομάζεται μετωπιαίος λοβός, και εξάπτεται στο υψηλότερο τμήμα αυτού του λοβού. Περιέργως, η ίδια μετατόπιση συμβαίνει όταν οι άνθρωποι βιώνουν εξάρσεις δημιουργικότητας. «Εκεί εντοπίζεται αυτή η σχέση μεταξύ αυτών των κυκλωμάτων που έχουν να κάνουν με τη διπολική διαταραχή  και τη δημιουργικότητα», είπε ο Fallon.

Όσο για το πώς τα πρότυπα του εγκεφάλου μεταφράζονται σε συνειδητή σκέψη, o Elyn Saks, καθηγητής Νομικής ψυχικής υγείας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, εξήγησε ότι οι άνθρωποι με ψύχωση δε φιλτράρουν τα ερεθίσματα, όπως οι άλλοι άνθρωποι. Αντ ‘αυτού, είναι σε θέση να φιλοξενούν ταυτόχρονα αντιφατικές ιδέες και να συνειδητοποιούν χαλαρές λεκτικές ενώσεις τις οποίες το ασυνείδητο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων δεν θα θεωρούσε αντάξιες της αποστολής τους στην επιφάνεια της συνείδησής. Τη στιγμή που η εισβολή ανοησιών στη συνειδητή σκέψη μπορεί να είναι συντριπτική και να προκαλεί αναστάτωση παράλληλα , «μπορεί να είναι πάρα πολύ δημιουργική», δήλωσε ο Saks, ο οποίος ανέπτυξε σχιζοφρένεια ως νεαρός ενήλικας.

Για παράδειγμα, μελέτες σε λεκτικές ενώσεις, που ζητούν από τους συμμετέχοντες να απαριθμήσουν όλες τις λέξεις που τους έρχονται στο μυαλό σε σχέση με μια λέξη ως ερέθισμα (όπως «τουλίπα»), αποδεικνύουν ότι οι διπολικοί ασθενείς που υφίστανται ήπια μορφή μανίας μπορούν να δημιουργήσουν τρεις φορές περισσότερες ενώσεις στη λέξη που τους έχει δοθεί σε δεδομένη χρονική περίοδο από το γενικό πληθυσμό.

Φυσικά, κανείς δε χαρακτηρίζεται από άπλετη δημιουργική ενέργεια κατά τη διάρκεια μιας περιόδου σοβαρής κατάθλιψης ή σχιζοφρένειας. Πάνω απ ‘όλα, οι προϋποθέσεις αυτές είναι εξουθενωτικές, ακόμα και απειλητικές για τη ζωή, λένε οι επιστήμονες. Παρόλο που η κοινωνία ωφελείται από την παραγωγικότητα των ιδιοφυιών της , τα  πάσχοντα άτομα δεν θεωρούν πάντα ότι οι στιγμές της λαμπρότητας τους αξίζει αυτή την εκτεταμένη δυστυχία.

Μπλέτσος Κωνσταντίνος
Ψυχολόγος


Privacy Preference Center