Γενική Θεωρία Συστημάτων, Κυβερνητική και Οικογενειακή Θεραπεία
Ο Καρτεσιακός αναγωγισμός είναι μια θεωρία ή διαδικασία που μειώνει πολύπλοκα δεδομένα σε απλούς όρους. Ο αναγωγισμός είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την κατανόηση της πραγματικότητας, σπάζοντας πολύπλοκες ταυτότητες σε συστατικά μέρη, επιτρέποντας στους επιστήμονες σημαντική εικόνα για το πώς λειτουργούν τα πράγματα. Ωστόσο, αυτή η έννοια ότι τα πάντα ανάγονται σε μηχανικές ιδιότητες δεν ισχύει γενικά για πολύπλοκα (πραγματικά) συστήματα. Ο Gregory Bateson (1972) επεσήμανε ότι για να κατανοήσουμε ένα ψυχικά άρρωστο άτομο, πρέπει να κοιτάξουμε το δίκτυο των οικογενειακών επικοινωνιών με το οποίο ζει αυτό το άτομο. Για να κατανοήσουμε τις οικογένειες, πρέπει να μελετήσουμε τα μέλη της οικογένειας σε σχέση μεταξύ τους. Είναι αυτή η σχέση μεταξύ των μελών της οικογένειας που κάνει κάθε οικογένεια μοναδική
Eπιδραστικοί επιστήμονες

Image by me
Ludwig von Bertalanffy
Η γενική θεωρία συστημάτων (General Systems Theory) επικεντρώνεται στη σχέση και την αλληλεπίδραση μεταξύ των αντικειμένων σε ένα σύστημα. Το GST παρείχε ένα μοντέλο για την κατανόηση των ζωντανών συστημάτων που επικεντρώθηκε στο πώς φαινομενικά άσχετα γεγονότα ή φαινόμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αλληλένδετα μέρη ή συστατικά ενός μεγαλύτερου συνόλου ή συστήματος
Η συνεισφορά του
Ο Λούντβιχ φον Μπερταλάνφι (Ludwig von Bertalanffy, 19 Σεπτεμβρίου 1901 – 12 Ιουνίου 1972) ήταν ένας αυστρο-αμερικανός βιολόγος και διανοητής, ο οποίος είναι ευρέως γνωστός ως ο κύριος θεμελιωτής και ο «πατέρας» της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων (General Systems Theory - GST).
Αν και εκπαιδεύτηκε ως βιολόγος, η πραγματική του συνεισφορά ήταν η δημιουργία ενός νέου, διαdisciplinary πλαισίου για την κατανόηση πολύπλοκων φαινομένων σε ένα ευρύ φάσμα επιστημών.
Οι Κύριες Συνεισφορές του
1. Η Γενική Θεωρία Συστημάτων (GST)
Αυτή είναι η σημαντικότερη ιδέα του. Στη δεκαετία του 1940 και του 1950, αντιλήφθηκε ότι οι παραδοσιακές επιστημονικές μέθοδοι (που αναλύουν τα πράγματα σε όλο και μικρότερα μέρη) ήταν ανεπαρκείς για να κατανοήσουν την πολυπλοκότητα των ζωντανών οργανισμών και των κοινωνικών συστημάτων.
Η GST προτείνει ότι:
Τα συστήματα (βιολογικά, κοινωνικά, φυσικά, τεχνολογικά) αποτελούνται από αλληλεπιδρώντα και αλληλοεξαρτώμενα μέρη.
Το όλο είναι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του ( emergence). Οι ιδιότητες ενός συστήματος προκύπτουν από τις αλληλεπιδράσεις των συστατικών του και δεν μπορούν να εξηγηθούν μελετώντας τα μέρη μεμονωμένα.
Υπάρχουν καθολικές αρχές που διέπουν τη συμπεριφορά όλων των τύπων συστημάτων. Αυτό σημαίνει ότι ένα μαθηματικό μοντέλο ή μια αρχή που περιγράφει τη ροή πληροφοριών σε ένα βιολογικό κύτταρο μπορεί να εφαρμοστεί και σε μια επιχειρησιακή ροή εργασίας ή σε ένα κοινωνικό δίκτυο.
Στόχος της GST ήταν να προωθήσει την ενοποίηση των επιστημών, να βρει κοινές γλώσσες και να αντιμετωπίσει προβλήματα που είναι πολύ πολύπλοκα για μια μόνο επιστήμη.
2. Ανοιχτά Συστήματα στη Βιολογία
Πριν από τη θεωρία συστημάτων, ο Μπερταλάνφι επηρέασε σημαντικά τη βιολογία με την έννοια των «ανοιχτών συστημάτων».
Ανοιχτό Σύστημα: Ένας ζωντανός οργανισμός (π.χ. ένα ανθρώπινο σώμα, ένα κύτταρο) είναι ένα ανοιχτό σύστημα που ανταλλάσσει ύλη και ενέργεια με το περιβάλλον του (π.χ. τροφή, οξυγόνο, απόβλητα). Αυτό του επιτρέπει να διατηρεί μια σταθερή εσωτερική κατάσταση (ομοιόσταση) ενώ βρίσκεται σε συνεχή αλλαγή.
Κλειστό Σύστημα: Αντιπαραβάλλεται με τα κλειστά συστηματα της κλασικής φυσικής και χημείας (π.χ. μια χημική αντίδραση σε ένα κλειστό δοχείο), που δεν ανταλλάσσουν ύλη με το εξωτερικό περιβάλλον.
Αυτή η θεώρηση των οργανισμών ως δυναμικών ανοιχτών συστημάτων ήταν μια επανάσταση έναντι των μηχανιστικών και αναλυτικών μοντέλων της εποχής του.
Επίδραση και Κληρονομιά
Η θεωρία του Μπερταλάνφι είχε μια τεράστια και διαρκή επίδραση που ξεπέρασε κατά πολύ τη βιολογία. Έγραψε το κλασικό βιβλίο "General System Theory: Foundations, Development, Applications" (1968), που συγκεντρώνει τις ιδέες του.
Οι έννοιές του εφαρμόστηκαν και αντέκρουσαν σε πολλούς τομείς, όπως:
Ψυχολογία και Ψυχιατρική: (π.χ. οικογενειακή θεραπεία, που βλέπει την οικογένεια ως ένα σύστημα όπου η συμπεριφορά του ενός επηρεάζει όλους).
Οργανωσιακή Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων: Η θεώρηση μιας εταιρείας ως ενός ανοιχτού συστήματος που αλληλεπιδρά με την αγορά, τους πελάτες και το κοινωνικό περιβάλλον.
Πληροφορική και Κυβερνητική: Η ανάπτυξη δικτύων και η ροή πληροφοριών.
Περιβαλλοντικές Επιστήμες: Η κατανόηση των οικοσυστημάτων ως πολύπλοκων δικτύων.
Επιστήμη Διοίκησης (Management Science) και Έρευνα Λειτουργιών.
Norbert Wiener
Ο Norbert Wiener (1954), προώθησε την κυβερνητική θεωρία. Η κυβερνητική χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη θεωρία του Wiener για την επικοινωνία και τον έλεγχο. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, οι άνθρωποι (καθώς και οι μηχανές) προσπαθούν να ελέγξουν την εντροπία (αποδιοργάνωση) στα συστήματα μέσω ανατροφοδότησης που επηρεάζει τη μελλοντική απόδοση. Η κυβερνητική θεωρία εξετάζει την οργάνωση των συστημάτων και τους μηχανισμούς που ρυθμίζουν τη λειτουργία του συστήματος.
Η συνεισφορά του
Νόρμπερτ Βίνερ (Norbert Wiener, 26 Νοεμβρίου 1894 – 18 Μαρτίου 1964) ήταν ένας αμερικανός μαθηματικός και φιλόσοφος, που είναι γνωστός κυρίως ως ο ιδρυτής της Κυβερνητικής (Cybernetics) και ένα από τα πιο σημαντικά μυαλά του 20ού αιώνα. Υπήρξε παιδί-θαύμα και η δουλειά του είχε τεράστια επίδραση σε πλαίσια όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η νευροεπιστήμη, η θεωρία ελέγχου και οι κοινωνικές επιστήμες.
Ας δούμε τις κύριες πτυχές της ζωής και της συνεισφοράς του:
1. Κυβερνητική: Η Σημαντικότερη Συνεισφορά του
Ο Βίνερ έδωσε το όνομα και όρισε το πεδίο της Κυβερνητικής στο ομώνυμο επαναστατικό βιβλίο του, "Cybernetics: Or Control and Communication in the Animal and the Machine" (1948).
Ορισμός: Η Κυβερνητική είναι η μελέτη των μηχανισμών ελέγχου και επικοινωνίας τόσο στα ζωντανά όντα (ζώα, ανθρώπους) όσο και στις μηχανές. Ο κεντρικός της μηχανισμός είναι ο βρόχος ανάδρασης (feedback loop).
Βρόχος Ανάδρασης: Αυτή είναι η ιδέα ότι ένα σύστημα ρυθμίζει τη συμπεριφορά του συγκρίνοντας τα πραγματικά του αποτελέσματα με τον επιθυμητό στόχο.
Αρνητική Ανάδραση: Διορθώνει τις αποκλίσεις και διατηρεί την ισορροπία (π.χ. ο θερμοστάτης, το σώμα που ρυθμίζει τη θερμοκρασία του, ένας οδηγός που διορθώνει την πορεία του αυτοκινήτου).
Θετική Ανάδραση: Ενισχύει μια τάση και οδηγεί σε εκθετική αλλαγή (π.χ. η αύξηση του πληθυσμού, η συσσώρευση του κεφαλαίου με τόκους).
Η κεντρική διαπίστωση της Κυβερνητικής ήταν ότι οι ίδιες αρχές μπορούν να εφαρμοστούν για να περιγράψουν πώς ένας εγκέφαλος ελέγχει το σώμα, πώς ένας θερμοστάτης ελέγχει τη θερμοκρασία ενός δωματίου, ή πώς μια οικονομία αυτο-ρυθμίζεται.
2. Παιδί-Θαύμα και Ακαδημαϊκή Καριέρα
Ο Βίνερ ήταν ένα κλασικό παράδειγμα παιδιού-θαύματος (child prodigy):
Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο (Ταφτς) σε ηλικία 14 ετών με πτυχίο στα Μαθηματικά.
Απέκτησε το διδακτορικό του από το Harvard σε ηλικία 18 ετών, με θέμα τη Μαθηματική Λογική.
Σπούδασε με φιλόσοφους όπως ο Μπέρτραντ Ράσελ και μαθηματικούς όπως ο Ντέιβιντ Χίλμπερτ.
Δίδαξε για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του στο MIT (Massachusetts Institute of Technology).
3. Άλλες Σημαντικές Συνεισφορές
Πριν από την Κυβερνητική, ο Βίνερ είχε ήδη κάνει σημαντικές συνεισφορές στα μαθηματικά:
Στοχαστικές Διαδικασίες: Η δουλειά του στην «Βrownian motion» (Κίνηση Μπράουν) και στα στοχαστικά διαφορικά equations ήταν θεμελιώδης.
Θεωρία Πληροφορίας: Αν και ο Κλωντ Σάνον θεωρείται ο «πατέρας» της Θεωρίας Πληροφορίας, ο Βίνερ εργάστηκε παράλληλα πάνω σε παρόμοιες ιδέες σχετικά με την επεξεργασία σημάτων και τον θόρυβο.
Θεωρία Ελέγχου: Ανέπτυξε μαθηματικά μοντέλα για βέλτιστο έλεγχο συστημάτων.
4. Επίδραση και Κληρονομιά
Η επίδραση του Βίνερ ήταν τεράστια και διασχίζει πολλούς τομείς:
Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) και Ρομποτική: Η ιδέα της ανάδρασης είναι θεμελιώδης για κάθε ρομπότ ή έξυπνο σύστημα που πρέπει να προσαρμόζει τις πράξεις του με βάση το περιβάλλον.
Νευροεπιστήμη: Βοήθησε να φερθούν κοντά οι επιστήμες του εγκεφάλου και της πληροφορικής.
Κοινωνικές Επιστήμες: Η Κυβερνητική χρησιμοποιήθηκε για τη μελέτη οικονομικών, διοικητικών και πολιτικών συστημάτων.
Φιλοσοφία: Προκάλεσε συζητήσεις για την τεχνολογία, την ευθύνη των επιστημόνων και τη σχέση ανθρώπου-μηχανής.
Ήταν επίσης ένας από τους πρώτους που προειδοποίησαν για τις ηθικές και κοινωνικές επιπτώσεις της αυτοματοποίησης και της τεχνολογίας, ένα θέμα που παραμένει εξαιρετικά σχετικό σήμερα.
Gregory Bateson
Ο Gregory Bateson ήταν ο στοχαστής με τη μεγαλύτερη επιρροή στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, καθότι εφάρμοσε τόσο τη γενική θεωρία συστημάτων όσο και την κυβερνητική θεωρία στις οικογένειες.
Η συνεισφορά του
Γκρέγκορι Μπέιτσον (Gregory Bateson, 9 Μαΐου 1904 – 4 Ιουλίου 1980) ήταν ένας βρετανός ανθρωπολόγος, κοινωνιολόγος, γλωσσολόγος και κυβερνητιστής, του οποίου το έργο ήταν διεπιστημονικό και επαναστατικό. Είναι γνωστός για τη δουλειά του στη θεωρία συστημάτων, την κυβερνητική, την ψυχιατρική και την επικοινωνία.
Ο Μπέιτσον δεν ήταν απλώς ένας ακαδημαϊκός· ήταν ένας συναρμολογητής ιδεών που πέρασε τα σύνορα μεταξύ επιστημών, δημιουργώντας νέους τρόπους κατανόησης του κόσμου. Η κεντρική του ιδέα ήταν ότι η ψυχή και η διαδικασία της επικοινωνίας είναι θεμελιώδεις για την κατανόηση όλων των ζωντανών συστημάτων.
Ας δούμε τις κύριες πτυχές της ζωής και της συνεισφοράς του:
1. Η Θεωρία του Διπλού Δεσμού (Double Bind Theory)
Αυτή είναι ίσως η πιο γνωστή συνεισφορά του, η οποία αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1950 και είχε μεγάλη επίδραση στην ψυχιατρική και την ψυχοθεραπεία.
Τι είναι: Ένας «διπλός δεσμός» είναι ένα αδιέξοδο στην επικοινωνία, όπου ένα άτομο δέχεται δύο αμοιβαία αντικρουόμενα μηνύματα ή εντολές, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί ή να σχολιάσει το παράδοξο.
Παράδειγμα: Μια μητέρα λέει στο παιδί της «Σ' αγαπώ», αλλά η γλώσσα του σώματος της (π.χ. μια ψυχρή έκφραση, γυρίζοντας το κεφάλι) μεταφέρει το μήνυμα «Δεν σ' αγαπώ». Αν το παιδί επισημάνει την αντίφαση, η μητέρα μπορεί να αρνηθεί ή να παραπονεθεί («Γιατί δεν δέχεσαι ότι σ' αγαπώ;»). Το παιδί «χάνεται» σε ένα δίλημμα χωρίς λύση.
Συνέπεια: Ο Μπέιτσον υπέθετε ότι η χρόνια έκθεση σε τέτοιες καταστάσεις θα μπορούσε να είναι ένας συντελεστής στην ανάπτυξη διαταραχών όπως η σχιζοφρένεια. Η θεωρία αυτή άλλαξε ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ψυχική ασθένεια, μετατοπίζοντας την προσοχή από το «ελαττωματικό» άτομο στα μοτίβα επικοινωνίας εντός της οικογένειας ή του συστήματος.
2. Η Κυβερνητική της Επικοινωνίας
Ο Μπέιτσον ήταν βαθιά επηρεασμένος από την Κυβερνητική του Νόρμπερτ Βίνερ. Ωστόσο, ενώ ο Βίνερ εφάρμοζε την κυβερνητική σε μηχανές, ο Μπέιτσον την εφάρμοσε στην ανθρώπινη σχέση και επικοινωνία.
Ψυχή ως Δικτυακό Φαινόμενο: Υποστήριζε ότι η «ψυχή» δεν βρίσκεται αποκλειστικά μέσα στο κεφάλι ενός ατόμου, αλλά είναι ένα μοτίβο που εκτυλίσσεται μεταξύ ατόμων, σε σχέσεις και συστήματα (π.χ. οικογένεια, κοινότητα).
Επικοινωνία και Μετα-επικοινωνία: Διεύρυνε τη θεωρία της επικοινωνίας εισάγοντας την έννοια των επιπέδων μηνύματος. Κάθε μήνυμα μεταφέρει:
Περιεχόμενο (τα λεγόμενα)
Εντολή (πώς να ερμηνευτεί το περιεχόμενο - το «μετα-μήνυμα»)
Για παράδειγμα, το χτύπημα στο ώμο ενός φίλου (περιεχόμενο) μπορεί να σημαίνει «Γεια σου!» (εντολή φιλικότητας) ή «Πρόσεχε!» (εντολή προειδοποίησης), ανάλογα με το πλαίσιο και τη σχέση.
3. Διεπιστημονική Προσέγγιση και Θεωρία Συστημάτων
Ο Μπέιτσον εφάρμοσε τις ίδιες αρχές για να κατανοήσει πολύ διαφορετικά φαινόμενα:
Βιολογία & Οικολογία: Ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για την «οικολογική σκέψη», βλέποντας τον φυσικό κόσμο ως ένα δίκτυο αλληλένδετων συστημάτων. Η δουλειά του επηρέασε βαθιά το κίνημα της οικολογίας.
Επιδράσεις στην Ψυχοθεραπεία: Η δουλειά του ήταν θεμελιώδης για την ανάπτυξη της οικογενειακής θεραπείας και της συστημικής θεραπείας. Θεωρούσε ότι η αλλαγή σε ένα μέλος ενός συστήματος (π.χ. μιας οικογένειας) αλλάζει αναπόφευκτα ολόκληρο το σύστημα.
Μελέτη των Χίππης: Στη δεκαετία του 1960, μελέτησε τα μοτίβα επικοινωνίας και τις συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων στην κουλτούρα των χίππης.
4. Κληρονομιά και Επίδραση
Ο Μπέιτσον ήταν ένας «σχεδιαστής» παρά ένας συνηθισμένος επιστήμονας. Η πραγματική του συνεισφορά δεν ήταν στην ανακάλυψη νέων δεδομένων, αλλά στη δημιουργία νέων συνδέσεων μεταξύ υπαρχόντων ιδεών.
Σχολή του Παλο Άλτο: Η εργασία του για την επικοινωνία και την οικογενειακή θεραπεία ήταν καθοριστική για τη δημιουργία της «Σχολής του Παλο Άλτο» και της Στρατηγικής Θεραπείας.
Οικολογία και Φιλοσοφία: Το έργο του «Steps to an Ecology of Mind» (1972) και «Mind and Nature» (1979) παραμένουν θεμελιώδη κείμενα για όσους ασχολούνται με τη συστημική σκέψη, την οικολογία και τη φιλοσοφία.
Επίδραση σε Άλλους: Επηρέασε σημαντικά φιγούρες όπως ο Πολ Βατλάβικ (ψυχοθεραπευτής), η Μαργκαρέτ Μιντ (ανθρωπολόγος και τρίτη του σύζυγος) και ο Φρίτγιοφ Κάπρα (φυσικός και συγγραφέας).
Ο Γκρέγκορι Μπέιτσον ήταν ο «συστημικός στοχαστής» που πήρε τις αφηρημένες ιδέες της Κυβερνητικής (Wiener) και της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων (Bertalanffy) και τις εφάρμοσε στην ανθρώπινη εμπειρία: στην επικοινωνία, τη σχιζοφρένεια, τις οικογένειες και την οικολογία. Η ερώτηση του «Ποια είναι τα μοτίβα που συνδέουν;» παραμένει το κεντρικό μότο της κληρονομιάς του.
Η εκμάθηση της θεωρίας συστημάτων δεν σημαίνει μόνο τη μελέτη νέων όρων και εννοιών, αλλά περιλαμβάνει μια αλλαγή παραδείγματος (Kuhn, 1962), η οποία είναι μια αλλαγή στον τρόπο σκέψης παρόμοια με την αλλαγή στον τρόπο σκέψης που συνέβη όταν ο Γαλιλαίος πρότεινε ότι η γη περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο – αμφισβητώντας την κοινή πεποίθηση της εποχής ότι η γη ήταν το κέντρο του σύμπαντος.
Οι βασικές αρχές της θεωρίας συστημάτων περιλαμβάνουν τα ακόλουθα (προσαρμοσμένα από τον Minuchin, 1985):
- Κάθε σύστημα είναι ένα οργανωμένο σύνολο. Τα αντικείμενα μέσα στο σύστημα είναι απαραίτητα αλληλεξαρτώμενα.
- Το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του.
- Τα συστήματα αποτελούνται από υποσυστήματα.
- Τα μοτίβα σε ένα σύστημα είναι κυκλικά και όχι γραμμικά.
- Τα συστήματα έχουν ομοιοστατικούς μηχανισμούς που διατηρούν τη σταθερότητα των προτύπων τους.
- Η εξέλιξη και η αλλαγή είναι εγγενείς στα ανοικτά συστήματα.
Τι είναι το Σύστημα
Ένα σύστημα είναι ένα σύνολο στοιχείων που στέκονται σε αλληλεπίδραση. Κάθε στοιχείο στο σύστημα επηρεάζεται από οτιδήποτε συμβαίνει σε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο. Τα συστήματα αποτελούνται από τρία στοιχεία: αντικείμενα, ιδιότητες και σχέσεις μεταξύ των αντικειμένων μέσα σε ένα περιβάλλον (Littlejohn, 1978, σελ. 31).
Τα χαρακτηριστικά μπορεί να περιλαμβάνουν στόχους, ενέργεια, στάσεις, εθνικότητα και άλλα χαρακτηριστικά της οικογένειας. Η «σχέση μεταξύ αντικειμένων» είναι ο τρόπος με τον οποίο τα μέλη της οικογένειας επικοινωνούν μεταξύ τους. Το περιβάλλον περιλαμβάνει το περιβάλλον που διαμορφώνεται ταυτόχρονα από την οικογένεια και διαμορφώνει την οικογένεια.
Τι είναι ένα οικογενειακό σύστημα;
Το οικογενειακό σύστημα περιλαμβάνει τα μέλη της οικογένειας, τα μοναδικά χαρακτηριστικά των μελών της οικογένειας και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας. Αυτή η μικρή ομάδα στενά αλληλένδετων και αλληλεξαρτώμενων ατόμων οργανώνεται σε μια μονάδα με συγκεκριμένους σκοπούς, λειτουργίες ή στόχους.
Αν και η πυρηνική μορφή οικογένειας είναι διαδεδομένη στις απεικονίσεις των οικογενειών μας σε ταινίες ή σε τηλεοπτικά προγράμματα και παρόλο που εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχη μορφή, δεν είναι η μόνη μορφή που οι οικογενειακοί θεραπευτές θα συναντήσουν με οποιονδήποτε τρόπο. Ευτυχώς, η θεωρία συστημάτων περιλαμβάνει όλα τα είδη σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, των χαρακτηριστικών τους και του περιβάλλοντός τους.
Η θεωρία των οικογενειακών συστημάτων περιλαμβάνει όλους τους τύπους οικογενειών και εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ των μελών. Τα οικογενειακά συστήματα περιλαμβάνουν επίσης εκτεταμένες οικογένειες ή συγγενείς εκείνων που αποτελούν την πρωταρχική πυρηνική οικογένεια. Όλοι μεγαλώνουμε σε κάποιο είδος οικογενειακού συστήματος. Η οικογένεια στην οποία μεγαλώσατε αναφέρεται ως οικογένεια καταγωγής σας. Μερικοί άνθρωποι που δεν έχουν υποστήριξη οικογένειας προέλευσης ή εκτεταμένες οικογένειες μπορεί να δημιουργήσουν τις δικές τους οικογενειακές διαμορφώσεις με βάση τις φιλίες. αυτό ονομάζεται οικογένεια επιλογής.
Ο αντίκτυπος των υπερσυστημάτων
Τα μεγαλύτερα συστήματα επηρεάζουν επίσης το οικογενειακό σύστημα. Δυστυχώς, η οικογενειακή θεραπεία συχνά αγνοούσε την επίδραση του ευρύτερου συστήματος στην οικογένεια μέχρι τα τελευταία χρόνια. Τα μεγαλύτερα συστήματα, ή υπερσυστήματα, που επηρεάζουν τις οικογένειες περιλαμβάνουν πολιτιστικά, πολιτικά και οικονομικά πλαίσια, περιβάλλον (κοινωνικό και φυσικό) και οποιαδήποτε άλλα συμφραζόμενα συστήματα που επηρεάζουν την καθημερινή λειτουργία της οικογένειας, του σχολείου, της εθνικότητας, της θρησκείας, της πολιτιστικής κοινότητας και ούτω καθεξής.

Image: Hecker, L. L., Mims, G. A., & Boughner, S. R. (2015). General systems theory, cybernetics, and family therapy. In J. L. Wetchler & L. L. Hecker (Eds.), An introduction to marriage and family therapy (2nd ed., pp. 39–67). Routledge.
Τα συμφραζόμενα μεταβάλλουν το νόημα
Εκείνοι που ασκούν τη θεωρία των οικογενειακών συστημάτων εξετάζουν το πλαίσιο των ατόμων και των οικογενειών τους προκειμένου να κατανοήσουν πλήρως ένα πρόβλημα. Τα συμφραζόμενα μεταβάλλουν το νόημα. Ένα αναγωγιστικό παράδειγμα θα έκανε κάποιον να υποθέσει ότι το πρόβλημα υπάρχει μόνο του. Ένα ολιστικό παράδειγμα οικογενειακών συστημάτων διερευνά το πλαίσιο του προβλήματος μέσα στις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις.
Αλληλεξάρτηση
Τα συστήματα (ή υποσυστήματα) είναι αλληλεξαρτώμενα και δεν υπάρχουν μεμονωμένα. Η αλληλεξάρτηση μπορεί να θεωρηθεί ως κάθε μέρος του συστήματος που έχει επίδραση σε κάθε άλλο μέρος του συστήματος. Η αλλαγή σε ένα μέρος του συστήματος θα έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή σε ένα άλλο μέρος του συστήματος. Οι Capuzzi και Gross (1999) περιγράφουν την αλληλεξάρτηση των συστημάτων χρησιμοποιώντας τη μεταφορά του φαινομένου κυματισμού που παρατηρείται όταν ένας βράχος ρίχνεται σε μια λίμνη. Στην αρχή, ο κυματισμός θα είναι πολύ μικρός, αλλά τελικά εξαπλώνεται σε ολόκληρη τη λίμνη. Επειδή οι θεραπευτές οικογενειακών συστημάτων πιστεύουν στην αλληλεξάρτηση, πιστεύουν ότι η αλλαγή σε ένα μέλος της οικογένειας απαιτεί αλλαγή σε άλλα μέλη.
Μια έννοια που σχετίζεται με την αλληλεξάρτηση εντός της θεωρίας συστημάτων είναι ότι το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του. Κάποιος θα μπορούσε να μελετήσει το υδρογόνο και το οξυγόνο απομονωμένα το ένα από το άλλο για πάντα, αλλά ποτέ δεν ανακάλυπτε το νερό. Το υδρογόνο και το οξυγόνο πρέπει να αλληλεπιδράσουν πριν επιτευχθεί νερό (Bellinger, 2000).
Η μη-αθροιστικότητα είναι ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα είναι η δική του οντότητα που είναι μεγαλύτερη από το απλό άθροισμα των μερών του· αυτό εξηγείται συχνά χρησιμοποιώντας τη μαθηματική εξίσωση, 1 + 1 = 3. Εάν ένα σύστημα έχει δύο άτομα, τότε έχει τρία μέρη. Ένα μέρος αποτελείται από κάθε άτομο στο σύστημα και ένα μέρος αποτελείται από την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο ανθρώπων στο σύστημα.

Image by me
Ανάδραση
Η ανατροφοδότηση σε ένα οικογενειακό σύστημα είναι η διαδικασία με την οποία η είσοδος κάθε μέλους της οικογένειας οδηγεί σε μια πιο σύνθετη, προσανατολισμένη στα συστήματα έξοδο. Προκειμένου να κατανοήσουμε την οικογένεια, η παραγωγή δεν καθορίζεται μεμονωμένα, αλλά το σύνολο γίνεται κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του. Με την ανατροφοδότηση των συστημάτων, υποθέτουμε ότι η δυσλειτουργία οποιουδήποτε ατόμου δεν προκαλείται από μια ενδοψυχική κατάρρευση, αλλά από την αποτυχία του ίδιου του συστήματος να λειτουργήσει σωστά. Συνήθως, ένα άτομο χαρακτηρίζεται από το σύστημα ως το πρόβλημα. Οι οικογενειακοί θεραπευτές αποκαλούν αυτό το άτομο τον αναγνωρισμένο ασθενή ή IP. Οι οικογενειακοί θεραπευτές βλέπουν αυτό το άτομο ως φορέα συμπτωμάτων για δυσλειτουργία στο οικογενειακό σύστημα.
Οι βρόχοι ανατροφοδότησης είναι οι κύκλοι με τους οποίους τα άτομα επηρεάζουν το ένα τις ενέργειες του άλλου. Ο αντίκτυπος που έχει μια συμπεριφορά στο σύστημα και η ανταπόκριση του συστήματος σε αυτή τη συμπεριφορά θεωρείται από την άποψη της θετικής και αρνητικής ανατροφοδότησης. Οι «θετικές» και οι «αρνητικές» δεν είναι αξιολογικές κρίσεις σχετικά με τη συμπεριφορά, αλλά μάλλον υποδεικνύουν εάν έχει συμβεί αλλαγή στο σύστημα. Ένας θετικός βρόχος ανάδρασης ενισχύεται. Εάν έχει συμβεί μια αλλαγή και έχει γίνει αποδεκτός ο έφηβος από το σύστημα, έχει συμβεί ένας θετικός βρόχος ανάδρασης. Το status quo δεν διατηρήθηκε, επομένως η διαδικασία αναφέρεται ως θετική ανατροφοδότηση. Η αρνητική ανάδραση, από την άλλη πλευρά, μπορεί να οδηγήσει σε σχεδόν σταθερή συμπεριφορά με ήπιες διακυμάνσεις, παρόμοια με έναν θερμοστάτη που διατηρεί μια συγκεκριμένη θερμοκρασία δωματίου. Εάν ένα ζευγάρι τσακωθεί, αλλά και οι δύο πηγαίνουν σε διαφορετικά μέρη του σπιτιού για να ηρεμήσουν, ώστε να αποφύγουν να πουν άσχημα πράγματα ο ένας στον άλλο, έχει προκύψει αρνητική ανατροφοδότηση. Αν και ένα σύστημα χρειάζεται σταθερότητα, πρέπει επίσης να είναι σε θέση να δέχεται αλλαγές και να προσαρμόζεται.
Σταθερότητα/Προσαρμοστικότητα
Η αλλαγή είναι κάτι που οι οικογένειες πρέπει να αγκαλιάσουν καθώς και να αποφύγουν. Είναι μια δύσκολη πράξη εξισορρόπησης. Προκειμένου να αποφευχθεί η αποσύνθεση και το χάος, ένα σύστημα πρέπει να εξισορροπήσει τη σταθερότητα με την προσαρμοστικότητα. Η ικανότητα ενός συστήματος να παραμένει σταθερό στο πλαίσιο της αλλαγής και να αλλάζει στο πλαίσιο της σταθερότητας είναι κεντρικής σημασίας για την επιβίωσή του.
Ένα σύστημα έχει δύο μηχανισμούς που λειτουργούν ταυτόχρονα για την επίτευξη αυτής της ισορροπίας. Η μορφόσταση είναι η τάση ενός συστήματος προς σταθερότητα ή σταθερή κατάσταση. Το σύστημα πρέπει να συμμετέχει σε ρύθμιση και έλεγχο καθώς και να διαχειρίζεται τη θέση του στο υπερσύστημα, Αυτή η ρύθμιση και ο έλεγχος συμβάλλουν στην τάξη και σε μια κατάσταση δυναμικής ισορροπίας για το σύστημα. Ταυτόχρονα, το σύστημα διαθέτει έναν μηχανισμό που επιτρέπει την ανάπτυξη, τη δημιουργικότητα, την καινοτομία και την αλλαγή που ονομάζεται μορφογένεση.
Η ισορροπία μεταξύ αυτών των δύο μηχανισμών είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος. Οι Becvar και Becvar (1996) περιγράφουν αυτή την ισορροπία ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Keeney (1983, σελ. 70) απεικονίζει την αλληλεξάρτηση της μορφόστασης και της μορφογένεσης με τη δήλωσή του «η αλλαγή δεν μπορεί να βρεθεί χωρίς μια στέγη σταθερότητας πάνω από το κεφάλι της. Ομοίως, η σταθερότητα θα έχει πάντα τις ρίζες της στις υποκείμενες διαδικασίες αλλαγής» (όπως αναφέρεται στο Becvar and Becvar, 1996).

Image by me
Γραμμική έναντι κυκλικής αιτιότητας

Η είσοδος σε ένα οικογενειακό σύστημα οδηγεί σε έξοδο που τροφοδοτείται πίσω στο σύστημα, καθιστώντας έτσι είσοδο στην επόμενη έξοδο της οικογένειας ή του ζευγαριού. Αυτή η κυκλική διαδικασία είναι σημαντική για την κατανόηση των οικογενειακών συστημάτων. Στη σκέψη των οικογενειακών συστημάτων, μια κυκλική διαδικασία εμπλέκεται στο μοντέλο ανατροφοδότησης της αιτιότητας. Η θεώρηση της πραγματικότητας από αυτό το κυκλικό μοντέλο αιτιότητας σημαίνει ότι τα γεγονότα είναι πολλαπλά αιτιώδη και αμοιβαία.
Η αμοιβαία αιτιότητα είναι πολύ διαφορετική από τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία μας συνήθως κατανοεί τα γεγονότα. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε εκπαιδευτεί να σκεφτόμαστε με όρους γραμμικής αιτιότητας, ή το Α προκαλεί το Β (βλ. Σχήμα 21·3}· Εγώ ο αναγνώστης μπορεί να κάνει μετατόπιση από γραμμική σε κυκλική σκέψη με τη σκέψη για δύο ή περισσότερους ανθρώπους και όχι για έναν. Κάθε φορά που περιγράφουμε ένα άτομο, περιγράφουμε επίσης ένα μέρος μιας αλληλεπίδρασης. Για παράδειγμα, αν κάποιος περιγράφει τον πατέρα σε μια συγκεκριμένη οικογένεια ως «ελεγκτικό», δεν μπορούμε να σταματήσουμε με αυτή τη «μονόδρομη» (δηλαδή γραμμική) περιγραφή της αλληλεπίδρασης. Οι στοχαστές των συστημάτων θέλουν επίσης να καταλάβουν σε τι αντιδρά ο πατέρας – ίσως ένας έφηβος γιος του οποίου η συμπεριφορά ο πατέρας πιστεύει ότι είναι «απρόσεκτη». Τώρα μπορούμε να διευρύνουμε τις περιγραφές μας για να συμπεριλάβουμε μια «αμφίδρομη» αλληλεπίδραση. Όταν ο γιος συμπεριφέρεται απρόσεκτα, ο πατέρας γίνεται ελεγκτικός. Όσο περισσότερο ελέγχει ο πατέρας, τόσο πιο απρόσεκτος γίνεται ο γιος. Η κατανόηση της αμοιβαίας συνιστώσας οποιασδήποτε αλληλεπίδρασης είναι κεντρικής σημασίας για την κυκλική, συστημική σκέψη. Αυτό συχνά αναφέρεται πιο επίσημα ως αμοιβαία αιτιότητα (βλ. σχήμα 2.3). Η συμπεριφορά του Α είναι το λογικό αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Β και η συμπεριφορά του Β είναι το λογικό αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Α.
Υποσυστήματα
Μέσα σε ένα οικογενειακό σύστημα υπάρχουν επίσης μικρότερα, αυτόνομα, αλλά αλληλένδετα συστήματα που ονομάζονται υποσυστήματα. Για παράδειγμα, οι γονείς σε μια οικογένεια αποτελούν ένα γονικό υποσύστημα που έχει το δικό του σύνολο κανόνων, ορίων και στόχων. Οι ίδιοι γονείς μπορούν επίσης να παντρευτούν και να αποτελέσουν ένα ακόμη υποσύστημα γνωστό ως συζυγικό υποσύστημα. Αδελφοί και αδελφές, θετοί αδελφοί και θετές αδελφές, ετεροθαλείς αδελφοί και ετεροθαλείς αδελφές είναι όλοι διαφορετικοί σχηματισμοί του αδελφικού υποσυστήματος.
Η έννοια της ιεραρχίας αναφέρεται στο γεγονός ότι κάθε πολύπλοκο σύστημα είναι επίσης ένα υποσύστημα ενός συστήματος υψηλότερης τάξης. Για παράδειγμα, η τοπική σχολική περιφέρεια, η θρησκευτική κοινότητα, η ιατρική κοινότητα και η επιχειρηματική κοινότητα είναι υποσυστήματα της ευρύτερης κοινότητας για κάθε πόλη. Ακριβώς όπως οι πόλεις έχουν μέσα τους υποσυστήματα, το ίδιο κάνουν και οι οικογένειες.
Ένα άλλο υποσύστημα είναι το προσωπικό υποσύστημα και τα συστατικά του στοιχεία. Κάθε άτομο έχει βιολογικές, γνωστικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές συνιστώσες που αποτελούν το άτομο (Kantor and Lehr, 1976) και επηρεάζουν τα άλλα υποσυστήματα και συστήματα, και αντίστροφα αυτά τα συστήματα επηρεάζουν το προσωπικό υποσύστημα του ατόμου.
Οικογενειακά πρότυπα
Όλα τα συστήματα παρουσιάζουν μοτίβα που έχουν αναδρομικό χαρακτήρα. Τα μοτίβα είναι συνηθισμένοι, περιττοί τρόποι συμπεριφοράς και επικοινωνίας στις σχέσεις. Τα συστήματα αποτελούνται από μοτίβα αλληλεπίδρασης που τείνουν να επαναλαμβάνονται. Όλα τα συστήματα θέλουν να διατηρήσουν ισορροπία ή σταθερή κατάσταση. Ως αποτέλεσμα, αυτά τα μοτίβα οδηγούν σε προβλεψιμότητα ότι μια αλληλεπίδραση θα τελειώσει το ίδιο ανεξάρτητα από τον τρόπο που ξεκίνησε, ανεξάρτητα από το θέμα ή το περιεχόμενο (δηλαδή, την είσοδο) της αλληλεπίδρασης. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι έφηβοι θα μπορούσαν να προβλέψουν πώς θα αντιδρούσαν οι γονείς τους αν έμεναν έξω όλη τη νύχτα χωρίς να τηλεφωνήσουν στο σπίτι. Αυτοί οι έφηβοι καταλαβαίνουν πώς το οικογενειακό τους σύστημα θα δείξει ένα μοτίβο που είναι πιθανό να είναι σε θέση να προβλέψουν. Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν ένα μέλος της οικογένειας ή ένας σύντροφος πρέπει απλώς να σας ρίξει μια «ματιά» και φαίνεται να ξεκινά μια διαφωνία. Το ίδιο το «βλέμμα» είναι ένας προγνωστικός δείκτης ενός επερχόμενου μοτίβου αλληλεπίδρασης που αντικατοπτρίζει την κυκλική αιτιότητα. Όλα τα συστήματα έχουν μοτίβα αλληλεπίδρασης που μπορούν να γίνουν προβλέψιμα με την πάροδο του χρόνου. Ομοιόσταση σε μια οικογένεια είναι η επιθυμία να διατηρηθεί η σταθερότητα ή το status quo. Στους ανθρώπους τείνουν να αρέσει η προβλεψιμότητα. Αυτή η προβλεψιμότητα προσφέρεται για ομοιόσταση.
Κανόνες και ρόλοι
Οι οικογενειακοί κανόνες και ρόλοι συμβάλλουν στη διατήρηση της σταθερότητας. Οι οικογενειακοί κανόνες είναι αντιλήψεις ή συμφωνίες στις οικογένειες που οργανώνουν τις αλληλεπιδράσεις των μελών της οικογένειας. Οι κανόνες μπορεί να είναι φανεροί ή συγκεκαλυμμένοι. Παραδείγματα τέτοιων εμφανών κανόνων περιλαμβάνουν «Στην οικογένειά μας πηγαίνουμε στην εκκλησία κάθε Κυριακή» ή «Εκείνοι που δεν κάνουν τις δουλειές τους δεν παίρνουν το επίδομά τους». Οι συγκεκαλυμμένοι κανόνες είναι εκείνοι που υπονοούνται αλλά δεν δηλώνονται απροκάλυπτα, όπως «Ποτέ μην προκαλείς τη μητέρα σου» ή «Μην κάνεις σεξ μέχρι να παντρευτείς».
Οι οικογενειακοί ρόλοι είναι ατομικά προδιαγεγραμμένα πρότυπα συμπεριφοράς που ενισχύονται από τις προσδοκίες και τους κανόνες της οικογένειας. Αυτοί οι ρόλοι μπορεί να καθορίζονται από το φύλο, ή από ταλέντα, ή ικανότητες, και ούτω καθεξής. Ο ρόλος ενός πατέρα μπορεί να είναι να μένει ξύπνιος μέχρι αργά με άρρωστα παιδιά, επειδή μπορεί να τα καταφέρει με λιγότερο ύπνο από τη σύζυγό του. Οι ρόλοι μπορεί να αφορούν απτά καθήκοντα ή μπορεί να αφορούν περισσότερο χαρακτηριστικά όπως ο ρόλος του «μαύρου προβάτου», του «κλόουν», του «επιτυχημένου» και ούτω καθεξής.
Όρια
Ένα όριο συστήματος μπορεί να θεωρηθεί ως το σημείο στο οποίο ρέουν δεδομένα (π.χ. έξοδος) από ένα σύστημα σε άλλο (π.χ. είσοδος). Στη θεωρία των οικογενειακών συστημάτων, τα όρια καθορίζουν ποιος είναι μέσα και ποιος είναι έξω από το σύστημα. Τα όρια μπορούν να διαχωρίζουν τα υποσυστήματα, τις γενιές ή την ταυτότητα των ελασμάτων.
Ο βαθμός στον οποίο τα δεδομένα είναι ελεύθερα να ρέουν από το ένα σύστημα στο άλλο είναι γνωστός ως διαπερατότητα του ορίου. Ένα διαπερατό όριο επιτρέπει στα δεδομένα να ρέουν ελεύθερα, με αποτέλεσμα ένα ανοιχτό σύστημα. Ένα αδιαπέραστο όριο είναι αυτό που ελέγχει αυστηρά (ή ακόμα και αρνείται) την αποδοχή ή τη διανομή δεδομένων, με αποτέλεσμα ένα κλειστό σύστημα. Στα οικογενειακά συστήματα είναι μερικές φορές δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ υποσυστημάτων, γεγονός που μπορεί να υποδηλώνει έλλειψη ορίων ή διάχυτα όρια. Για παράδειγμα, δεν είναι ασυνήθιστο να βλέπουμε ένα παιδί ως μέρος ενός γονικού υποσυστήματος. Ένα παιδί μπορεί να έχει «γονεϊκοποιηθεί» επειδή είναι το μεγαλύτερο και αναμένεται να φροντίσει τα μικρότερα αδέλφια χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες του από τους γονείς.
Ή ίσως ένας γονέας δεν λειτουργεί στο γονεϊκό ρόλο, όπως μπορεί να συμβαίνει εάν ένας γονέας αγωνίζεται με πρόβλημα κατάχρησης ουσιών. Σε μια τέτοια περίπτωση, ένα παιδί μπορεί να προσπαθήσει να καλύψει το ρόλο και να γίνει μέρος του γονικού υποσυστήματος. Σε άλλες περιπτώσεις, υπάρχουν άκαμπτα όρια και τα μέλη της οικογένειας είναι τόσο ξεχωριστά που είναι δύσκολο να πει κανείς ότι τα μέλη είναι μέλη της ίδιας οικογένειας. Για παράδειγμα, μπορεί να υπάρχει μικρή επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιών, όπως απεικονίζεται στο ρητό, «Τα παιδιά πρέπει να φαίνονται και να μην ακούγονται!»
Τα συστήματα μπορούν να είναι κλειστά ή ανοιχτά. Τα κλειστά συστήματα δεν έχουν καμία ανταλλαγή με το περιβάλλον τους. Για παράδειγμα, τα μηχανήματα είναι κλειστά συστήματα. Τα ανοικτά συστήματα ανταλλάσσουν ύλη, ενέργεια ή πληροφορίες με το περιβάλλον τους. Τα περισσότερα βιολογικά και κοινωνικά συστήματα είναι ανοικτά συστήματα. Τα φυτά είναι ένα παράδειγμα ανοικτών συστημάτων. Το περιβάλλον παρέχει στο φυτό υγρασία και τρόφιμα και το εργοστάσιο παρέχει οξυγόνο στο περιβάλλον. Το ένα επηρεάζει το άλλο.
Τα οικογενειακά συστήματα είναι ανοικτά συστήματα. "Ένα ανοιχτό σύστημα είναι ένα σύνολο αντικειμένων με χαρακτηριστικά που συσχετίζονται σε ένα περιβάλλον. Το σύστημα διαθέτει ιδιότητες ολότητας, αλληλεξάρτησης, ιεραρχίας, αυτορρύθμισης, περιβαλλοντικής ανταλλαγής, ισορροπίας, προσαρμοστικότητας και ισότητας» (Littlejohn, 1983, σελ. 32). Οι οικογένειες έχουν συνεχή ανταλλαγή με το περιβάλλον τους. Οι αξίες που ενθαρρύνονται στο σχολείο, την εργασία ή τα θρησκευτικά ιδρύματα επηρεάζουν τις αξίες στο σπίτι και αντίστροφα. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να γυρίσει σπίτι από το σχολείο μια μέρα κοροϊδεύοντας έναν συμμαθητή του επειδή είναι διαφορετικός.

Οι γονείς μπορούν να συζητήσουν την ανοχή και τη συμπόνια για εκείνους που είναι διαφορετικοί με το παιδί, το οποίο με τη σειρά του επιστρέφει στο σχολείο και μοιράζεται αυτές τις ιδέες με άλλα παιδιά.οι οποίοι στη συνέχεια φιλτράρουν αυτές τις πληροφορίες στις οικογένειές τους. Οι οικογένειες επηρεάζουν το περιβάλλον τους και ταυτόχρονα το περιβάλλον επηρεάζει τις οικογένειες. Η προσαρμοστικότητα είναι η ικανότητα μιας οικογένειας να αλλάζει πρότυπα ανταποκρινόμενη σε μεταβαλλόμενες συνθήκες, όπως αναπτυξιακές ή περιστασιακές κρίσεις ή περιστατικά. Για παράδειγμα, μια οικογένεια που κάνει απαγόρευση κυκλοφορίας αργότερα για έναν έφηβο που ήταν υπεύθυνος αλλά επιθυμεί να μείνει έξω λίγο αργότερα, δείχνει προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού. Οι οικογένειες πρέπει να αλλάξουν και να αναδιαρθρωθούν για να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν. Η ισοδυναμία είναι η ικανότητα μιας οικογένειας να επιτύχει παρόμοιους στόχους, αλλά με διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, δεν είναι όλοι οι γονείς ίδιοι. Ωστόσο, οικογένειες με διαφορετικά στυλ ανατροφής μπορεί να έχουν παιδιά που συμπεριφέρονται με αποδεκτό τρόπο. Αυτό δείχνει την ικανότητα των οικογενειακών συστημάτων να επιτύχουν τους ίδιους στόχους, αλλά από διάφορες διαφορετικές διαδρομές. Το αντίθετο της ισοδυναμίας είναι η ισοδυναμία. Η ισοδυναμία συμβαίνει όταν η ίδια αιτία μπορεί να παράγει διαφορετικά αποτελέσματα. Τόσο η ισοδυναμία όσο και η ισοδυναμία αναφέρονται στην ιδέα ότι δεν υπάρχουν μεμονωμένες αιτίες ή αποτελέσματα στη θεωρία συστημάτων.
Μερικές φορές οι οικογένειες ελαχιστοποιούν την ανταλλαγή με το περιβάλλον τους, ειδικά αν αυτό το περιβάλλον θεωρείται ότι απειλεί την ακεραιότητα του συστήματος. Για παράδειγμα, οι Amish έχουν ισχυρά όρια μεταξύ του έξω κόσμου και του κόσμου τους, προκειμένου να διατηρήσουν τα πολιτιστικά και θρησκευτικά ιδεώδη. Από την αρνητική πλευρά ενός κλειστού συστήματος, ορισμένες οικογένειες μπορεί να επιθυμούν να προστατεύσουν ένα μυστικό, όπως η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση, και έτσι να αποφύγουν τον έξω κόσμο, έτσι ώστε κανείς να μην γνωρίζει τι συμβαίνει στην οικογένεια.
Ένα σύστημα σε οποιοδήποτε άκρο της ανοιχτότητας / κλειστότητας βρίσκεται σε μέγιστη αταξία και αποσύνθεση, που αναφέρεται ως εντροπία. Ένα σύστημα πρέπει να βρει μια ισορροπία διαπερατών ορίων, έτσι ώστε να μπορεί να είναι ανοικτό για να λάβει τις πληροφορίες που χρειάζεται για να επιβιώσει και να κλείσει τις πληροφορίες που απειλούν τον ακέραιο αριθμό του συστήματος. Μια τέτοια ισορροπία ονομάζεται negentropy. Υποδεικνύει ένα σύστημα με τη μέγιστη σειρά. Συνήθως, οι οικογενειακοί θεραπευτές συναντούν οικογένειες σε κατάσταση εντροπίας και είναι δουλειά τους να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της negentropy στο οικογενειακό σύστημα.
Τα ανοικτά συστήματα ανταλλάσσουν πληροφορίες με το περιβάλλον τους. Οι οικογένειες ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω της συμπεριφοράς και της επικοινωνίας. Όλη η συμπεριφορά είναι επικοινωνία και είναι αδύνατο να μην επικοινωνήσουμε (Watzlawick, Beavin και Jackson, 1967). Ακόμα και καθώς κάθεστε διαβάζοντας αυτό το βιβλίο αυτή τη στιγμή, επικοινωνείτε με τους γύρω σας – ίσως δείχνετε ότι μελετάτε (με τη σιωπηλή σας ανάγνωση), ότι βαριέστε (χασμουριέται) ή ότι ενδιαφέρεστε (από το βλέμμα στο πρόσωπό σας καθώς διαβάζετε). Η επικοινωνία χρησιμεύει ως είσοδος και έξοδος στο σύστημα.
Υπάρχουν δύο τύποι επικοινωνίας: ψηφιακή και αναλογική. Η ψηφιακή επικοινωνία είναι ο λεκτικός τρόπος επικοινωνίας, ο προφορικός λόγος ή το περιεχόμενο της επικοινωνίας. Η αναλογική επικοινωνία είναι ο συνδυασμός του μη λεκτικού τρόπου επικοινωνίας (π.χ. τόνος φωνής, κλίση φωνής, χειρονομίες, έκφραση προσώπου και στάση σώματος) και το πλαίσιο του μηνύματος. Είναι η αναλογική επικοινωνία ή διαδικασία επικοινωνίας που ενδιαφέρει περισσότερο τους οικογενειακούς θεραπευτές επειδή αυτό· Η επικοινωνία μας λέει για τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Στην οικογενειακή θεραπεία, ο θεραπευτής συνήθως επικεντρώνεται πολύ περισσότερο στην αναλογική επικοινωνία στη συνεδρία οικογενειακής θεραπείας. Εξετάζει τη διαδικασία της επικοινωνίας και την αποκρυπτογραφεί από την άποψη του τι σημαίνει σχετικά με τη σχέση των μελών της οικογένειας με τους άλλους. Το περιεχόμενο των όσων λέγονται είναι πολύ λιγότερο σημαντικό από το πώς λέγονται.
Για παράδειγμα, σκεφτείτε ότι η ψηφιακή επικοινωνία (περιεχόμενο) είναι η ίδια στα ακόλουθα μηνύματα, αλλά η αναλογική επικοινωνία είναι διαφορετική και στα τρία παραδείγματα:
- Αν κάποιος πει, «Έι, πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή», με χαρούμενο τόνο και φιλικό χαμόγελο, πιθανότατα θα το θεωρούσατε μια πρόσκληση να κάνετε κάτι διασκεδαστικό με αυτό το άτομο.
- Αν κάποιος πει, «Έι, πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή», με λίγο πάθος ή ενδιαφέρον για τη φωνή του, ενώ κοιτάζει μακριά, μπορεί να νομίζετε ότι είναι ευγενικός, αλλά δεν ενδιαφέρεται να συναντηθεί πραγματικά.
- Για άλλη μια φορά, το "Ει, θα πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή" μπορεί να έχει ένα πολύ διαφορετικό μήνυμα εάν το πλαίσιο είναι ότι περπατάτε στο διάδρομο μιας φυλακής και το άτομο που στέλνει το μήνυμα είναι κρατούμενος.
Εάν η διαδικασία και το περιεχόμενο του μηνύματος δεν είναι σύμφωνα, μπορεί να προκύψει ένα διπλό μήνυμα. Αν κάποιος πει, «Φαίνεσαι πραγματικά ωραίος σήμερα», αλλά γυρίζει τα μάτια του σαρκαστικά ενώ το λέει, λαμβάνετε ένα διπλό μήνυμα. Η επικοινωνία είναι το κλειδί για κάθε μορφή ψυχοθεραπείας.
Οι οικογενειακοί θεραπευτές προσβλέπουν στην επικοινωνία για να ρυθμίσουν το οικογενειακό σύστημα. Αν και το περιεχόμενο είναι σημαντικό για τον οικογενειακό θεραπευτή να εξετάσει, αυτός ή αυτή θα παρακολουθεί συνεχώς τη διαδικασία επικοινωνίας της οικογένειας, καθώς εκεί συμβαίνουν οι είσοδοι και οι έξοδοι στο σύστημα.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ: Hecker, L. L., Mims, G. A., & Boughner, S. R. (2015). General systems theory, cybernetics, and family therapy. In J. L. Wetchler & L. L. Hecker (Eds.), An introduction to marriage and family therapy (2nd ed., pp. 39–67). Routledge.
(ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ)
Γενική Θεωρία Συστημάτων, Κυβερνητική και Οικογενειακή Θεραπεία: Μια Συνθετική Παρουσίαση
Εισαγωγή στη Γενική Θεωρία Συστημάτων
Η Γενική Θεωρία Συστημάτων αποτελεί μια διεπιστημονική προσέγγιση που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αποσκοπώντας στην κατανόηση και ανάλυση πολύπλοκων συστημάτων που συνδέονται μεταξύ τους. Ουσιαστικά, η θεωρία αυτή εξετάζει τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις των επιμέρους στοιχείων που απαρτίζουν ένα σύστημα, αντί να επικεντρώνεται αποκλειστικά σε αυτά καθαυτά. Αυτή η προσέγγιση καθιστά ευκολότερη τη μελέτη των συστημάτων, από οικολογικά και κοινωνικά, μέχρι οργανωτικά και οικογενειακά.
Η προέλευση της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων μπορεί να αναχθεί στα μέσα του 20ου αιώνα, με αξιόλογους επιστήμονες, όπως ο Ludwik Fleck και ο Norbert Wiener, να συμβάλλουν στην ανάπτυξή της. Ο Wiener, ιδιαίτερα με το έργο του στην κυβερνητική, συνέβαλε στη δημιουργία ενός πλαισίου που υπογραμμίζει τη σημασία των πληροφοριών και της επικοινωνίας μέσα στα συστήματα. Ουσιαστικά, η κυβερνητική προσφέρει εργαλεία και μοντέλα για την κατανόηση της δυναμικής των συστημάτων.
Η κεντρική ιδέα της θεωρίας αυτής βασίζεται στην αντίληψη ότι οι διάφορες οντότητες - είτε πρόκειται για ανθρώπους, οργανισμούς ή φυσικά φαινόμενα - δεν μπορούν να μελετηθούν απομονωμένα, αλλά πρέπει να θεωρούνται ως μέρη ενός ολικού συστήματος. Οι βασικές αρχές της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων περιλαμβάνουν την έννοια της ανατροφοδότησης, την πολυπλοκότητα και τη διασύνδεση. Αυτές οι αρχές είναι κρίσιμες για την κατανόηση των πολύπλοκων φαινομένων που παρατηρούμε στην καθημερινή ζωή, Από τη διοίκηση έως την οικογενειακή θεραπεία, η Γενική Θεωρία Συστημάτων παρέχει ένα πλαίσιο που επιτρέπει τη βαθύτερη ανάλυση και κατανόηση των αλληλοσυνδέσεων.
Βασικές Αρχές της Κυβερνητικής
Η κυβερνητική αποτελεί έναν διεπιστημονικό τομέα που εστιάζει στη μελέτη των συστημάτων, τη διαχείριση της πληροφορίας και τον έλεγχο μέσω της ανατροφοδότησης. Μια από τις κεντρικές έννοιες της κυβερνητικής είναι η ανατροφοδότηση, η οποία επιτρέπει σε ένα σύστημα να προσαρμόζεται ανάλογα με τις διαφοροποιήσεις του περιβάλλοντός του και τις εσωτερικές του διεργασίες. Η ανατροφοδότηση μπορεί να είναι θετική, ενισχύοντας τις διαδικασίες και την ανάπτυξη, ή αρνητική, οδηγώντας στον έλεγχο και τη σταθεροποίηση του συστήματος.
Ακόμη, η αρχή του ελέγχου είναι θεμελιώδης για την κυβερνητική. Αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία τα συστήματα αξιολογούν τις διακυμάνσεις των παραμέτρων τους μέσω της συνεχούς παρακολούθησης και ανάλυσης των δεδομένων. Ο έλεγχος επιτρέπει στα συστήματα να διατηρούν την ακεραιότητά τους και να διασφαλίζουν την επιτυχία τους μέσω προγραμματισμένων μοναδικών στρατηγικών. Η σύνθεση αυτού του ελέγχου με την ανατροφοδότηση δημιουργεί έναν κύκλο βελτίωσης που ενισχύει την αποτελεσματικότητα του συστήματος.
Η επικοινωνία εντός των συστημάτων καταλαμβάνει επίσης έναν σημαντικό ρόλο στις βασικές αρχές της κυβερνητικής. Η διακίνηση πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των επιμέρους στοιχείων ενός συστήματος ενδυναμώνουν την ικανότητά τους να ανταγωνίζονται και να συνεργάζονται σε διάφορα επίπεδα. Αυτή η επικοινωνία είναι κρίσιμη για τη λειτουργία κοινωνικών, βιολογικών και τεχνικών συστημάτων, καθώς εξασφαλίζει την αλληλοσύνδεση και τη συνοχή μεταξύ των στοιχείων τους. Η συνειδητοποίηση αυτών των αρχών βοηθά στην κατανόηση της λειτουργίας περιπλοκών όπως οι οικογένειες, οι οργανισμοί και οι κοινότητες.
Σύνδεση Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και Κυβερνητικής
Η Γενική Θεωρία Συστημάτων (ΓΘΣ) και η Κυβερνητική είναι δύο θεμελιώδεις επιστημονικές προσεγγίσεις που αλληλοσυμπληρώνονται και επηρεάζουν την αντίληψή μας για την πραγματικότητα. Η ΓΘΣ αναφέρεται στη μελέτη των συστημάτων ως έννοιες που εκτείνονται πέρα από τη σωματική ή την πεπερασμένη διάσταση μιας υποκείμενης επιστήμης. Επικεντρώνεται στις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις των στοιχείων εντός ενός συστήματος, προσδιορίζοντας την αναγκαιότητα της συνολικής προσέγγισης στη μελέτη πολύπλοκων φαινομένων.
Από την άλλη πλευρά, η Κυβερνητική, που θεμελιώθηκε από τον Norbert Wiener, ασχολείται με τη μελέτη των συστημάτων ελέγχου και της επικοινωνίας σε ζωντανούς οργανισμούς, μηχανές και κοινωνικές δομές. Η ύπαρξη ανατροφοδοτικών διαδικασιών είναι κεντρική στη διοίκηση και τον έλεγχο των συστημάτων, γεγονός που αναδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ δεδομένων και αποφάσεων, ενώ ανάγεται σε βασική αρχή στη μελέτη του πώς διαφορετικά συστήματα προσαρμόζονται στο περιβάλλον τους.
Οι αρχές της Κυβερνητικής, όπως η ανατροφοδότηση και η αυτορύθμιση, προσφέρουν εργαλεία για την κατανόηση της δυναμικής των συστημάτων. Μαζί με την ΓΘΣ, αυτές οι αρχές βοηθούν στην ανάλυση της πολυπλοκότητας που περιβάλει συστήματα, όπως οικογενειακές δομές ή κοινωνικά δίκτυα. Με αυτή τη συνεργασία, οι θεωρίες αυτές ενισχύουν την ικανότητά μας να κατανοούμε και να επιλύουμε προβλήματα, προάγοντας τη συνθετική γνώση που είναι κρίσιμη για την επιστημονική έρευνα και την εφαρμογή στην πράξη. Η συμβολή της Κυβερνητικής στο πεδίο της ΓΘΣ διευρύνει τη δυνατότητά μας να αναλύουμε και να ερμηνεύουμε πολύπλοκες διασυνδέσεις με τρόπο που είναι τόσο ρεαλιστικός όσο και εφαρμοσμένος.
Οικογενειακή Θεραπεία: Θεωρητικά Πλαίσια
Η οικογενειακή θεραπεία αποτελεί ένα πολυδιάστατο πεδίο της ψυχολογίας, το οποίο έχει αναπτυχθεί μέσα από ποικίλες θεωρητικές προσεγγίσεις. Η συστημική προσέγγιση είναι ίσως η πιο θεμελιώδης. Αυτή η θεωρία βλέπει την οικογένεια ως ένα δυναμικό σύστημα, όπου οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών επηρεάζουν τη συναισθηματική και ψυχική ευημερία του καθενός. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, τις παθογένειες και τις προκλήσεις που κρατούν την οικογένεια σε δυσλειτουργία, είναι αποτέλεσμα συνεχών αλληλεπιδράσεων και δεν μπορούν να απομονωθούν σε μεμονωμένα άτομα.
Από την άλλη πλευρά, η κυβερνητική προσέγγιση προάγει την ιδέα ότι οι οικογενειακές σχέσεις ρυθμίζονται από κανόνες, δομές και διαδικασίες. Οι θεραπευτές που εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο εστιάζουν συχνά στην κατανόηση των κωδίκων επικοινωνίας που διέπουν την οικογένεια και προσπαθούν να δημιουργήσουν μηχανισμούς ανατροφοδότησης που επιτρέπουν αλλαγές στις αλληλεπιδράσεις και στις συμπεριφορές. Ανάλογα με την κατάσταση, οι θεραπευτές ενδέχεται να εφαρμόσουν στρατηγικές που θα βοηθήσουν σε ανατροφοδοτούμενες διαδικασίες μάθησης.
Πέρα από τις συστημικές και κυβερνητικές προσεγγίσεις, σημαντικές επιρροές συναντώνται από διάφορες ψυχολογικές σχολές σκέψης, όπως είναι η ψυχαναλυτική και η ανθρώπινη προσέγγιση. Η ψυχαναλυτική προσέγγιση αναγνωρίζει τη σημασία των υποσυνείδητων δυνατοτήτων που επηρεάζουν τις οικογενειακές σχέσεις, ενώ η ανθρωπιστική κατεύθυνση εστιάζει στην αυτοδιάθεση και την ανάπτυξη των μελών της οικογένειας. Οι θεραπευτές της οικογενειακής θεραπείας μπορεί να επιλέξουν να συνδυάσουν στοιχεία από αυτές τις διαφορετικές σχολές για να παρέχουν πιο ολοκληρωμένες και εξατομικευμένες παρεμβάσεις.
Εφαρμογή Κυβερνητικής στην Οικογενειακή Θεραπεία
Η κυβερνητική, που αφορά τη μελέτη των συστημάτων, του ελέγχου και της ανατροφοδότησης, έχει σημαντική εφαρμογή στην οικογενειακή θεραπεία. Στην οικογενειακή δυναμική, οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις των μελών της οικογένειας μπορούν να κατανοηθούν πιο αποτελεσματικά μέσω των αρχών της κυβερνητικής. Η οικογένεια μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σύστημα που λειτουργεί μέσω συνεχιζόμενων αλληλεπιδράσεων, και μέσω της κυβερνητικής, οι θεραπευτές μπορούν να αναλύσουν και να παρέμβουν σε αυτές τις σχέσεις.
Μία από τις βασικές έννοιες της κυβερνητικής στην οικογενειακή θεραπεία είναι η ανατροφοδότηση. Η ανατροφοδότηση αναφέρεται στην πληροφορία που επιστρέφεται σε ένα σύστημα και η οποία μπορεί να τροποποιήσει τις συμπεριφορές και τις αλληλεπιδράσεις του. Για παράδειγμα, όταν ένα μέλος της οικογένειας εκφράζει τα συναισθήματά του σχετικά με μια κατάσταση, αυτή η πληροφορία μπορεί να πυροδοτήσει αλλαγές στις συμπεριφορές των άλλων, οδηγώντας έτσι σε μια σειρά θετικών ή αρνητικών ανατροφοδοτήσεων. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι οικογενειακοί θεραπευτές μπορούν να ενθαρρύνουν πιο υγιείς, λειτουργικές αλληλεπιδράσεις.
Επιπλέον, η έννοια του ελέγχου στην κυβερνητική είναι επίσης κρίσιμη. Ο έλεγχος αναφέρεται στις διαδικασίες με τις οποίες ένα σύστημα επιτυγχάνει τους στόχους του. Στην οικογενειακή θεραπεία, οι θεραπευτές συχνά εργάζονται για να βοηθήσουν τις οικογένειες να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τους μηχανισμούς ελέγχου που χρησιμοποιούν, καθώς αυτοί οι μηχανισμοί επηρεάζουν τη δυναμική της οικογένειας και την ικανότητά της να επιλύει προβλήματα. Μέσα από την κατανόηση αυτών των αρχών, οι οικογένειες μπορούν να αναπτύξουν στρατηγικές για να διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά τις προκλήσεις τους.
Στρατηγικές Οικογενειακής Θεραπείας με Βάση τη Γενική Θεωρία Συστημάτων
Η Γενική Θεωρία Συστημάτων παρέχει ένα ισχυρό πλαίσιο για την ανάλυση και κατανόηση των οικογενειακών δυναμικών. Βασίζεται στην ιδέα ότι οι οικογένειες είναι «συστήματα» που αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τη συναισθηματική κατάσταση των μελών τους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι στρατηγικές οικογενειακής θεραπείας εστιάζουν στη διαπίστωση και την παρέμβαση στις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις μεταξύ των μελών.
Μια βασική στρατηγική είναι η συστημική παρέμβαση, όπου οι θεραπευτές εξετάζουν τις σχέσεις και τις επικοινωνίες εντός της οικογένειας για να εντοπίσουν τα προβλήματα που επηρεάζουν την ισορροπία και τη λειτουργία του οικογενειακού συστήματος. Αυτή η προσέγγιση προάγει μια ολιστική θεώρηση, επιτρέποντας στους θεραπευτές να βοηθήσουν τα μέλη της οικογένειας να κατανοήσουν τις επιρροές που έχουν ο ένας στον άλλο.
Μια άλλη στρατηγική περιλαμβάνει την ενίσχυση των θετικών αλληλεπιδράσεων μέσα στην οικογένεια. Οι θεραπευτές μπορούν να προτείνουν δραστηριότητες που προάγουν την επικοινωνία και τη συνεργασία, όπως οι οικογενειακές δραστηριότητες ή οι συνεδρίες επικοινωνίας. Η προώθηση θετικών σχέσεων συμβάλλει στη δυναμική της οικογένειας, βοηθώντας τα μέλη να οικοδομήσουν μια υποστηρικτική δομή.
Επιπλέον, η καλλιέργεια αυτογνωσίας είναι κρίσιμη στη θεραπεία. Οι θεραπευτές ενθαρρύνουν τα μέλη της οικογένειας να εξερευνήσουν τους ρόλους και τις προσδοκίες τους, αναγνωρίζοντας πώς αυτές οι παραδοχές επηρεάζουν τη λειτουργία της οικογένειας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, μπορεί να προκύψει μια καλύτερη κατανόηση της οικογενειακής δυναμικής.
Η εφαρμογή αυτών των στρατηγικών μπορεί να είναι αποτελεσματική στη βελτίωση της οικογενειακής υποστήριξης και της συναισθηματικής υγείας, βασιζόμενη στις αρχές της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων.
Βιβλιογραφικές Αναφορές και Σημαντικές Μελέτες
Η Γενική Θεωρία Συστημάτων, η κυβερνητική και η οικογενειακή θεραπεία είναι τρεις τομείς που αλληλοσυμπληρώνονται και προσφέρουν πλούσιες προοπτικές για την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της κοινωνικής δυναμικής. Η εν λόγω ενότητα παρουσιάζει μια επιλεγμένη βιβλιογραφία και σημαντικές μελέτες που θα είναι χρήσιμες για αναγνώστες που επιθυμούν να εμβαθύνουν σε αυτές τις θεματικές.
Μια από τις κλασικές αναφορές στη Γενική Θεωρία Συστημάτων είναι το έργο του Ludwig von Bertalanffy, "General System Theory: Foundations, Development, Applications" (1968). Αυτό το έργο θεμελίωσε τη δράση των συστημάτων και επέστησε την προσοχή στη σημασία της ενότητας στη μελέτη σύνθετων φαινομένων.
Επιπλέον, η κυβερνητική, που προήλθε από τις εργασίες του Norbert Wiener, προσφέρει μια διεπιστημονική προσέγγιση για την κατανόηση των επικοινωνιακών διαδικασιών και της αυτορρύθμισης. Το βιβλίο του Wiener "Cybernetics: Or Control and Communication in the Animal and the Machine" (1948) αποτελεί θεμελιώδη αναφορά για όσους μελετούν θέματα που αφορούν την αυτονομία και τη νοημοσύνη, τόσο στα οργανικά όσο και στα τεχνητά συστήματα.
Στην οικογενειακή θεραπεία, το έργο του Salvador Minuchin, "Families and Family Therapy" (1974), προσφέρει ορατές προσεγγίσεις στην οικογενειακή δυναμική και θεραπεία. Μέσω αυτής της μελέτης, οι αναγνώστες μπορούν να κατανοήσουν τη σύνθεση και τη λειτουργία των οικογενειακών συστημάτων.
Άλλες σημαντικές μελέτες που αξίζει να αναφερθούν περιλαμβάνουν ερευνητικά έργα που διερευνούν την εφαρμογή της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων στους τομείς της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Αυτό περιλαμβάνει αναλύσεις που εξετάζουν πώς οι συστημικές προσεγγίσεις συμβάλλουν στη βελτίωση της θεραπευτικής διαδικασίας, ενισχύοντας τη σύνδεση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου.
Αυτή η βιβλιογραφία παρέχει μια σταθερή βάση για την κατανόηση της αλληλεπίδρασης μεταξύ θεωρίας και πρακτικής στις διάφορες σχετικές πειθαρχίες.
Προκλήσεις και Μελλοντικές Κατευθύνσεις
Στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, επαγγελματίες και ερευνητές αντιμετωπίζουν ποικίλες προκλήσεις που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεών τους. Ένα από τα κύρια ζητήματα είναι η ποικιλία των οικογενειακών δομών και δυναμικών που αναδύονται στις σύγχρονες κοινωνίες. Οι παραδοσιακές θεωρίες δεν επαρκούν πλέον για να εξηγήσουν ορθά τα ζητήματα που προκύπτουν από πολυσύνθετες οικογενειακές συνθήκες, όπως οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι οικογένειες με διαφορετικές πολιτισμικές προελεύσεις. Για το λόγο αυτό, οι επαγγελματίες της οικογενειακής θεραπείας καλούνται να υιοθετήσουν πιο ενοποιημένες και ευέλικτες προσεγγίσεις.
Επιπλέον, η ανάπτυξη των ψηφιακών εργαλείων και η πρόσβαση στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες έχουν δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, αλλά και προκλήσεις για την οικογενειακή θεραπεία. Η τηλεθεραπεία, για παράδειγμα, προσφέρει πρόσβαση σε υποστήριξη για πολλά άτομα, ωστόσο, εγείρει επίσης ζητήματα που σχετίζονται με την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των δεδομένων. Η αποτελεσματική εκπαίδευση των θεραπευτών στη χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών είναι καίριας σημασίας.
Κοιτώντας το μέλλον, οι θεωρίες και οι πρακτικές στην οικογενειακή θεραπεία αναμένονται να προσαρμοστούν στις κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές. Η ενσωμάτωση των αρχών της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και της Κυβερνητικής μπορεί να προσφέρει νέες διαστάσεις στην κατανόηση της αλληλεπίδρασης των μελών της οικογένειας. Η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ θεραπευτών, κοινωνικών επιστημόνων και άλλων επαγγελματιών υγειονομικής περίθαλψης θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντική, νέες κλινικές προσεγγίσεις θα μπορούσαν να αναπτυχθούν βάσει αυτής της συνεργασίας.
Συμπεράσματα
Η διασύνδεση μεταξύ Γενικής Θεωρίας Συστημάτων, κυβερνητικής και οικογενειακής θεραπείας προσφέρει πολύτιμα εργαλεία τόσο στους επαγγελματίες όσο και στους θεραπευόμενους. Η Γενική Θεωρία Συστημάτων προάγει την κατανόηση ότι οικογένειες δεν αποτελούν απλώς σύνολα ατόμων, αλλά ζωντανά συστήματα στα οποία οι αλληλεπιδράσεις και οι σχέσεις είναι κρίσιμες. Αυτή η προοπτική ενθαρρύνει την ανάδειξη των σχέσεων που επηρεάζουν τη δυναμική της οικογενειακής λειτουργίας, οδηγώντας σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της θεραπείας.
Η κυβερνητική, με την έμφαση στη δυναμική των συστημάτων και την ανατροφοδότηση, συνδυάζεται άριστα με τη Γενική Θεωρία Συστημάτων. Μέσα από την εφαρμογή κυβερνητικών αρχών, οι επαγγελματίες βρίσκουν τρόπους να εντοπίσουν και να επανασχεδιάσουν τα μοτίβα συμπεριφοράς, προάγοντας την αλλαγή και τη βελτίωση της οικογενειακής επικοινωνίας. Χρησιμοποιώντας μοντέλα ανατροφοδότησης, είναι δυνατόν να κατανοηθούν οι επιδράσεις των ατομικών δράσεων στο σύνολο της οικογένειας και έτσι να διαμορφωθούν αποτελεσματικές στρατηγικές παρέμβασης.
Τέλος, η σύνθεση αυτών των θεωριών ενδυναμώνει τους επαγγελματίες στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, προσφέροντάς τους μια διαφανή και πολυδιάστατη κατασκευή της οικογενειακής πραγματικότητας. Με την υποστήριξη της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και της κυβερνητικής, οι θεραπευτές μπορούν να προτείνουν λύσεις που θίγουν όχι μόνο τα επιφανειακά συμπτώματα, αλλά και τις βαθύτερες ρίζες των οικογενειακών ζητημάτων. Η αρμονική συνύπαρξη αυτών των παραγόντων δεν ενισχύει απλώς την αποτελεσματικότητα της θεραπείας αλλά και εμπλουτίζει τη θεωρητική βάση της οικογενειακής ψυχολογίας.
Σχιζοφρένεια: Μια διαφορετική προσέγγιση μέσω του Ανοιχτού Διαλόγου του Jaakko Seikkula
Εισαγωγή στην Ανάλυση της Σχιζοφρένειας
Η σχιζοφρένεια παραδοσιακά θεωρείται ως μια ψυχική ασθένεια, με μια σειρά από χαρακτηριστικά που συνδέονται με τη διαταραχή της σκέψης και της αντίληψης. Ωστόσο, ο Jaakko Seikkula προτείνει μια διαφορετική προσέγγιση, εστιάζοντας στον ανοιχτό διάλογο, ως τρόπος για να αναγνωριστεί η σχιζοφρένεια όχι απλά σαν μια παθολογία, αλλά σαν μια ανθρώπινη εμπειρία που χρήζει υποστήριξης και κατανόησης. Με αυτόν τον νέο τρόπο σκέψης, η σχιζοφρένεια δεν είναι μια στατική κατάσταση, αλλά μια δυναμική διαδικασία που επιτρέπει στους ανθρώπους να εξερευνήσουν και να αναδείξουν τις πολύπλοκες πτυχές της ψυχικής τους υγείας.
Ο ανοιχτός διάλογος, ως μεθοδολογία, εντάσσει τους πάσχοντες στην καρδιά της θεραπευτικής διαδικασίας, επιδιώκοντας τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων προσώπων, περιλαμβανομένων των οικογενειών και των επαγγελματιών υγείας. Αυτός ο τύπος διάλογου δημιουργεί ένα υποστηρικτικό πλαίσιο που ενθαρρύνει τη συζήτηση και την εξερεύνηση των συναισθημάτων και των σκέψεων που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της εμπειρίας της σχιζοφρένειας. Έτσι, η διαδικασία ταυτίζεται με την ιδέα ότι η σχιζοφρένεια μπορεί να είναι ένας τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας, αντί να περιορίζεται σε μια διάγνωση ή σε μια στατική περιγραφή της ασθένειας.
Αυτή η προσέγγιση μετατοπίζει τη συζήτηση της σχιζοφρένειας από τους περιορισμούς και τους κανόνες της παραδοσιακής ψυχιατρικής στην εξερεύνηση της ανθρωπιάς και της δυνατότητας ανάπτυξης μέσω των σχέσεων. Είναι μια πρόσκληση για αλλαγή στο πώς η κοινωνία και το ιατρικό πλαίσιο αντιλαμβάνονται τις θλιβερές πραγματικότητες που σχετίζονται με τη σχιζοφρένεια, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για έναν ανοιχτό διάλογο, προκειμένου να προαχθεί η κατανόηση και η αποδοχή.
Τι είναι ο Ανοιχτός Διάλογος;
Ο ανοιχτός διάλογος αποτελεί μια καινοτόμο θεραπευτική προσέγγιση που έχει αναπτυχθεί κυρίως από τον Φινλανδό ψυχίατρο Jaakoo Seikkulla και την ομάδα του. Αυτή η μέθοδος εστιάζει στη σημασία της επικοινωνίας, ενθαρρύνοντας διάλογο μεταξύ όλων των εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων που αντιμετωπίζουν ψυχικές προκλήσεις, των οικογενειών τους και επαγγελματιών του τομέα της ψυχικής υγείας. Μέσω αυτού του συστήματος, δημιουργείται ένα υποστηρικτικό και συνεργατικό περιβάλλον, όπου οι συμμετέχοντες έχουν τη δυνατότητα να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους ελεύθερα.
Μία από τις βασικές αρχές του ανοιχτού διαλόγου είναι η αποδοχή της πολυπλοκότητας των ανθρώπινων σχέσεων και των κοινωνικών παραγόντων που επηρεάζουν την ψυχική υγεία. Η έμφαση σε μια συλλογική κατανόηση της κατάστασης προάγει τη συνειδητοποίηση ότι τα προβλήματα δεν είναι αποκλειστικά ατομικά, αλλά συνδέονται με τις σχέσεις και τις δυναμικές της κοινότητας. Ο ανοιχτός διάλογος επιτρέπει τη συνεργασία διαφορετικών φωνών, με σκοπό τη συλλογική αναζήτηση για λύσεις που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες όλων.
Η διαδικασία του ανοιχτού διαλόγου περιλαμβάνει συναντήσεις σε μη ιεραρχικά πλαίσια, όπου το άτομο, οι οικείοι του και οι επαγγελματίες αντιμετωπίζουν την κατάσταση μαζί. Αυτή η διαδικασία δεν περιορίζεται μόνο στην τυπική θεραπευτική συνεδρία, αλλά επεκτείνεται σε κάθε κοινωνική συνθήκη όπου μπορούν να διατυπωθούν και να εξεταστούν όλες οι σχετικές ανησυχίες και σκέψεις. Η ενεργή συμμετοχή όλων των μερών ενισχύει την εκατέρωθεν κατανόηση και διαχείριση των προκλήσεων της ψυχικής υγείας.
Η Αντιμετώπιση της Σχιζοφρένειας: Παράδοση vs. Καινοτομία
Η αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας έχει μια πλούσια ιστορία που περιλαμβάνει τόσο παραδοσιακές όσο και καινοτόμες προσεγγίσεις. Οι παραδοσιακές μέθοδοι συνήθως εστιάζουν στη διάγνωση και τη φαρμακευτική αγωγή, θεωρώντας τη σχιζοφρένεια ως μια ψυχική ασθένεια που απαιτεί ιατρική παρέμβαση. Αυτή η θεραπευτική προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε μια αποξενωτική εμπειρία για τον ασθενή, με αποτέλεσμα την έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης και κατανόησης. Οι ασθενείς συχνά αισθάνονται ότι είναι θύματα μιας διαδικασίας που τους απομακρύνει από την πραγματικότητα και από τους οικείους τους.
Αντίθετα, η καινοτόμος προσέγγιση του ανοιχτού διαλόγου του Seikkula Jaakko προωθεί μια πιο συλλογική και συμμετοχική μορφή θεραπείας. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ασθενείς, οι οικογένειες τους και οι θεραπευτές εμπλέκονται σε συζητήσεις που προάγουν την αμοιβαία κατανόηση και την εύρεση λύσεων. Ο ανοιχτός διάλογος αναιρεί την παραδοσιακή ιεραρχία της θεραπείας και θέτει στο επίκεντρο τις ανάγκες και τις ανησυχίες των ασθενών, επιτρέποντάς τους να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και να συμμετάσχουν ενεργά στην πορεία της θεραπείας τους. Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο ενδυναμώνει τον ασθενή αλλά και ενισχύει τις σχέσεις του με το περιβάλλον του.
Οι κύριες διαφορές στην αντίληψη για τη σχιζοφρένεια ανάμεσα στις παραδοσιακές μεθόδους και την προσέγγιση του ανοιχτού διαλόγου υπογραμμίζουν τη σημασία της κοινωνικής υποστήριξης και της επικοινωνίας στη διαδικασία επούλωσης. Η μετατόπιση από μια ιατρική-κεντρική προσέγγιση σε έναν περισσότερο ανθρωποκεντρικό τρόπο αντιμετώπισης της σχιζοφρένειας μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών, παρέχοντας τους τις υποστηρικτικές δομές που χρειάζονται για να προχωρήσουν στη ζωή τους.
Σχιζοφρένεια ως Ανθρώπινη Εμπειρία
Η σχιζοφρένεια συχνά θεωρείται ως μια ψυχική διαταραχή, αλλά είναι κρίσιμο να την προσεγγίσουμε ως μια ανθρώπινη εμπειρία που μπορεί να εμπλουτίσει την κατανόησή μας για τον εαυτό και τον κόσμο. Αυτή η ασθένεια δεν περιορίζεται σε ένα σύνολο συμπτωμάτων, αλλά περιλαμβάνει μια σειρά από υποκειμενικές εμπειρίες που μπορεί να είναι πολύπλοκες και μοναδικές για κάθε άτομο. Η έρευνα του Seikkula, που προωθεί τον ανοιχτό διάλογο, ενισχύει την ιδέα ότι αυτές οι εμπειρίες μπορούν να εξερευνηθούν σε ένα περιβάλλον που σέβεται την προσωπικότητα και την αυτονομία του ατόμου.
Οι άνθρωποι που ζουν με σχιζοφρένεια συχνά αναφέρουν την αίσθηση του αποξενωμένου από την κοινωνία, ωστόσο, η αναγνώριση της σοβαρότητας αυτής της κατάστασης μπορεί να παρέχει μια ευκαιρία για αυτογνωσία και ανάπτυξη. Μέσα από ανοιχτό διάλογο, οι πάσχοντες έχουν τη δυνατότητα να μοιραστούν τις ιστορίες τους και να αναλύσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους σε ένα υποστηρικτικό περιβάλλον. Αυτές οι συνομιλίες δεν επιδιώκουν απλώς την ανακούφιση των συμπτωμάτων, αλλά προάγουν την κατανόηση και τη σύνδεση με άλλους.
Η διερεύνηση της σχιζοφρένειας ως ανθρώπινη εμπειρία προάγει μια νέα προσέγγιση για την ψυχική υγεία. Αντί να βλέπουμε τη σχιζοφρένεια αποκλειστικά ως μια παθολογία, η εξερεύνηση των βαθύτερων διαστάσεών της μπορεί να οδηγήσει σε νέες στρατηγικές υποστήριξης και ενδυνάμωσης. Με την προώθηση του ανοιχτού διαλόγου, δίνεται η δυνατότητα στους ανθρώπους να βρουν νοήματα και συνδέσεις που ενισχύουν την ευημερία τους, αποκαλύπτοντας τη δυναμική που κρύβεται πίσω από την εμπειρία αυτή.
"Ανοιχτός Διάλογος" ένα ντοκιμαντέρ σε σχέση με το πρόγραμμα του Ανοικτού Διαλόγου στη Φινλανδική Δυτική Λαπωνία, σκηνοθετημένο από το Daniel Mackler.
Η Δύναμη της Κοινότητας στον Ανοιχτό Διάλογο
Η δύναμη της κοινότητας είναι κρίσιμη για την εφαρμογή της προσέγγισης του ανοιχτού διαλόγου, όπως έχει προταθεί από τον Seikkula. Ο ανοιχτός διάλογος βασίζεται στην ιδέα ότι η υποστήριξη και οι σχέσεις μέσα σε μια κοινότητα μπορούν να λειτουργήσουν ως ισχυροί παράγοντες για την αποκατάσταση ατόμων που πλήττονται από ψυχικές δυσκολίες, όπως η σχιζοφρένεια. Η διασύνδεση μεταξύ των μελών της κοινότητας προσφέρει ένα υποστηρικτικό δίκτυο, το οποίο μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να αισθανθούν ασφαλείς, αποδεκτοί και κατανοητοί.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ανοιχτού διαλόγου είναι η προώθηση μιας ασφαλούς και ανοιχτής επικοινωνίας, όπου τα άτομα ενθαρρύνονται να εκφράσουν τα συναισθήματα και τις εμπειρίες τους χωρίς φόβο κριτικής. Σε αυτό το πλαίσιο, η κοινότητα παίζει καταλυτικό ρόλο. Όταν οι άνθρωποι μοιράζονται τις εμπειρίες τους και συνδέονται συναισθηματικά, δημιουργούν ένα κοινό αίσθημα κατανόησης και αλληλεγγύης. Αυτή η παραλλαγή της επικοινωνίας μπορεί να έχει καταλυτική επίδραση στην αποκατάσταση και την ψυχική υγεία.
Επιτυχημένα παραδείγματα από διάφορες κοινότητες δείχνουν ότι η συμμετοχή σε ομαδικές δραστηριότητες και το να είναι κάποιος μέρος ενός υποστηρικτικού δικτύου είναι απαραίτητα για τη διαδικασία αποκατάστασης. Άτομα που εμπλέκονται στον ανοιχτό διάλογο μέσα σε κοινοτικά πλαίσια συχνά αναφέρουν θετικές αλλαγές στην ψυχική τους υγεία και την ποιότητα ζωής τους. Αυτή η αλληλεπίδραση όχι μόνο ενισχύει την αίσθηση ταυτότητας αλλά επίσης προάγει μια αίσθηση κοινής ευθύνης για τη φροντίδα και τη στήριξη των ατόμων που βρίσκονται σε ανάγκη.
Εμπειρίες Ατόμων με Σχιζοφρένεια
Οι προσωπικές μαρτυρίες ατόμων που έχουν βιώσει τη σχιζοφρένεια προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την φύση της πάθησης και την επίδραση που έχει στη ζωή τους. Πολλοί από αυτούς αναφέρουν ότι η εμπειρία τους δεν περιορίζεται μόνο σε αρνητικά συμπτώματα, αλλά περιλαμβάνει και μια σειρά από κοινωνικά και συναισθηματικά ζητήματα.
Ένας ασθενής περιγράφει πώς η συμμετοχή του σε ομάδες ανοιχτού διαλόγου τον βοήθησε να κατανοήσει καλύτερα τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Δηλώνει ότι το περιβάλλον που δημιουργείται, κατά τη διάρκεια αυτών των συνεδριών, είναι υποστηρικτικό και μη κριτικό, γεγονός που του επιτρέπει να εκφράζει ανοιχτά τις ανησυχίες του. Αυτή η ειλικρινής επικοινωνία έχει μειώσει την αίσθηση της απομόνωσής του και έχει ενισχύσει την αίσθηση της αυτοεκτίμησης.
Ένα άλλο άτομο αναφέρεται στη σημασία της οικογένειας στη διαδικασία ανάρρωσης. Η συμμετοχή των συγγενών σε ανοιχτούς διαλόγους έχει διευκολύνει τις ανοιχτές συζητήσεις, επιτρέποντας στους συγγενείς να κατανοήσουν την πάθηση και τις επιρροές της. Να σημειωθεί, οι διάλογοι αυτοί λειτουργούν σα γέφυρες που ενώνουν τους ασθενείς με τους δικούς τους ανθρώπους, προάγοντας τη συναντίληψη και αυξάνοντας την υποστήριξη.
Οι εμπειρίες αυτές καταδεικνύουν την αξία της προσέγγισης του ανοιχτού διαλόγου και την ικανότητά της να μεταμορφώνει την εμπειρία των ατόμων με σχιζοφρένεια, δίνοντάς τους την δυνατότητα να διαχειρίζονται την κατάσταση τους με περισσότερη αυτοπεποίθηση και υποστήριξη από το περιβάλλον τους.
Επιστημονική Βάση και Έρευνες
Η προσέγγιση του ανοιχτού διαλόγου έχει αποκτήσει όλο και περισσότερη προσοχή στην επιστημονική κοινότητα τα τελευταία χρόνια. Πολλές μελέτες έχουν διεξαχθεί για να υποστηρίξουν τις αρχές αυτής της μεθόδου, εξετάζοντας τη δυνατότητά της να αλλάξει ριζικά τον τρόπο αντιμετώπισης της σχιζοφρένειας. Μια σημαντική έρευνα που διεξήχθη στη Φινλανδία έδειξε ότι οι ασθενείς που συμμετείχαν σε προγράμματα ανοιχτού διαλόγου παρουσίασαν σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων τους, σε σύγκριση με παραδοσιακές μεθόδους θεραπείας.
Ειδικότερα, η έρευνα αυτή συγκρίνει την κλασική ψυχολογική θεραπεία με παρεμβάσεις μέσω ανοιχτού διαλόγου, αναδεικνύοντας ότι οι ασθενείς που βίωσαν ανοιχτές και διαφανείς συζητήσεις, συνήθως παρουσίασαν λιγότερες υποτροπές, καθώς και μειωμένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης. Επιπλέον, οι μελέτες υπογραμμίζουν την σημασία της υποστήριξης του κοινωνικού περιβάλλοντος, το οποίο είναι κρίσιμο για τη διαδικασία ανάρρωσης. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα ήταν ότι οι σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα στο πλαίσιο του ανοιχτού διαλόγου οδηγούν σε μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη ζωή και στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης των ατόμων που πάσχουν από σχιζοφρένεια.
Αυτά τα αποτελέσματα ενισχύουν την ιδέα ότι η σχιζοφρένεια δεν είναι απλώς μια ασθένεια, αλλά μια κατάσταση που μπορεί να επηρεαστεί θετικά μέσω των κοινωνικών και συναισθηματικών μεθόδων παρέμβασης. Η ενασχόληση με τις ψυχοκοινωνικές πτυχές της υγείας μπορεί να προσφέρει πολύ πιο ολοκληρωμένες λύσεις από τις παραδοσιακές θεραπευτικές πρακτικές, δίνοντας έμφαση στη σημασία του ανοιχτού διαλόγου στην πορεία προς την ανάρρωση.
Προτάσεις για την Αλλαγή της Αντίληψης
Η αντίληψη της σχιζοφρένειας συχνά είναι απλουστευμένη και παραμορφωμένη, οδηγώντας σε στίγμα και απομόνωση των ατόμων που βιώνουν αυτή την κατάσταση. Για να προωθηθεί μια πιο θετική και κατανοητή εικόνα, είναι απαραίτητο να υιοθετηθούν συγκεκριμένες στρατηγικές και προτάσεις. Ο ανοιχτός διάλογος μπορεί να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην αλλαγή της κοινής γνώμης και των πρακτικών στον τομέα της ψυχικής υγείας.
Πρώτον, η εκπαίδευση επαγγελματιών ψυχικής υγείας είναι καίριας σημασίας. Οι ειδικοί πρέπει να αποκτήσουν γνώσεις σχετικά με τις διαστάσεις της σχιζοφρένειας και τις προσεγγίσεις του ανοιχτού διαλόγου. Η ψυχιατρική κοινότητα θα επωφεληθεί από την υιοθέτηση μη-καταναγκαστικών μεθόδων παρέμβασης, που επικεντρώνονται στη συνεργασία με τους ασθενείς και τις οικογένειές τους.
Δεύτερον, πρέπει να προωθηθούν εκστρατείες ευαισθητοποίησης για το κοινό. Αυτές θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ομιλίες, εργαστήρια, και κοινοτικές εκδηλώσεις που θα εξηγούν τον ανοιχτό διάλογο και τη σημασία του στην θεραπεία της σχιζοφρένειας. Η συμμετοχή των πρώην ασθενών θα είναι πολύτιμη για να μοιραστούν τις προσωπικές τους εμπειρίες, ενθαρρύνοντας άλλους να κατανοήσουν καλύτερα την πραγματικότητα αυτής της κατάστασης.
Τέλος, θα ήταν ωφέλιμο να συμπεριληφθούν προτάσεις στη δημόσια πολιτική που να προάγουν τις ερευνητικές πρωτοβουλίες γύρω από την ψυχική ασθένεια. Η υποστήριξη της έρευνας γύρω από τον ανοιχτό διάλογο μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη κατανόηση και εφαρμογή αυτών των αρχών στη θεραπεία της σχιζοφρένειας, στηρίζοντας άτομα και κοινότητες σε μια πορεία προς την αποδοχή και τη συμπερίληψη.
Συμπέρασμα
Η ανάλυση του Seikkula σχετικά με τη σχιζοφρένεια και την εφαρμογή του ανοιχτού διάλογου παραθέτει μια νέα προοπτική, αναθεωρώντας τις παραδοσιακές στάσεις απέναντι στην ασθένεια. Μέσα από αυτή την προσέγγιση, διαπιστώνει κανείς ότι η σχιζοφρένεια δεν είναι απλώς μια ψυχολογική διαταραχή, αλλά μια κατάσταση που μπορεί να αντιμετωπιστεί και να κατανοηθεί καλύτερα μέσω της συζήτησης και της επικοινωνίας. Ο ανοιχτός διάλογος ενθαρρύνει την ενεργητική συμμετοχή των ατόμων που βιώνουν την παραφροσύνη, των συγγενών τους και των επαγγελματιών της ψυχικής υγείας, δημιουργώντας ένα πλαίσιο υποστήριξης και κατανόησης.
Η εστίαση στη διαδικασία του ανοιχτού διαλόγου δίνει έμφαση στη σημασία του ενεργού ακροατηρίου, της ειλικρινούς αλληλεπίδρασης και της συναισθηματικής υποστήριξης. Αυτή η μέθοδος προσφέρει έναν χώρο όπου οι ατομικές ιστορίες και οι εμπειρίες είναι σεβαστές και ακούγονται, προάγοντας τη σταδιακή αποδοχή των εννοιών της σχιζοφρένειας και των προσεγγίσεων υποστήριξης σε τοπικό επίπεδο. Αντί να απλοποιούνται οι διαγνώσεις και οι θεραπείες, ο ανοιχτός διάλογος υποδεικνύει ότι η ψυχική υγεία απαιτεί προσοχή στις προσωπικές ιστορίες και τις ομαδικές εμπειρίες.
Ο δρόμος προς το μέλλον απαιτεί την εφαρμογή αυτών των προσεγγίσεων επικοινωνίας ώστε να αναγνωριστεί η πολύπλοκη φύση της σχιζοφρένειας. Η προώθηση πολιτικών και πρακτικών που ενσωματώνουν τον ανοιχτό διάλογο μπορεί να οδηγήσει σε πιο αποτελεσματικές μεθόδους κατανόησης και φροντίδας των ατόμων που πλήττονται, προσφέροντας ελπίδα και λύσεις για την κοινωνία ως σύνολο.
Links & References
Maude, P., James, R., & Searby, A. (2024). The use of open dialogue in trauma informed care services for mental health consumers and their family networks: A scoping review. Journal of Psychiatric and Mental Health Nursing, 31(4), 681–698. https://doi.org/10.1111/jpm.13023
Ιστοσελίδες με πλούσιο υλικό για τον ανοιχτό διάλογο.
Επιστημονική επιμέλεια κειμένου: Κων/νος Μπλέτσος (Mε την συνδομή AI)
Η γραμματική του τραύματος
"Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη“
“Σα/ /βγεις/ /στον/ /πηγαιμό/ /για/ /την/ / Ιθάκη..”
Η εν σειρά αλληλουχία θεμελιωδών γλωσσικών στοιχείων, των γραμμάτων, κατασκεύαζει τις λέξεις οι οποίες με την σειρά τους κατασκεύαζουν το θεμελιώδες νοηματικό συστατικό του λόγου, την πρόταση.
“ΣαβγειςστονπηγαιμόγιατηνΙθάκη”
Κι ανάμεσα στις λέξεις το κενό. Η απουσία, το μη νόημα που διαχωρίζει και ενώνει. Η έλλειψη νοήματος που νοηματοδοτεί, καθώς οι λέξεις ενω παρατάσσονται ενωμένες σε αλυσίδες, παραμένουν ταυτόχρονα ξέχωρες, καθάριες απέναντι στην συγχητική όσμωση.
Το κενό δεν έχει υπόσταση, δεν υπάρχει κείμενο δίχως γράμματα, αλλά δεν υπάρχει επίσης κείμενο που να αποτελείται μόνο από γράμματα. Το κενό είναι απουσία αλλά είναι και παρουσία, είναι κάτι που λείπει αλλά και κάτι που κανείς έν-λογος δεν θα αναζητήσει ποτέ.
Είναι ο μη χώρος, η απροσδιοριτσία, που πάνω της ομως πλαισιώνεται με σαφήνεια η μορφή της συνέχειας που καταλαμβάνει τον χώρο ένθεν και εκείθεν της ασυνέχειας. Το κενό αποκτά υπόσταση μέσα στην μήτρα του λόγου, γίνεται η μήτρα όλων των σημασιοδοτήσεων.
Ο εγκέφαλος μας έχει την ικανότητα να διαχωρίζει. Μπορεί να προσθετει κατι που λείπει (μπορεί να αφαιρεί) ανεξάρτητα της γραμματικής ποιότητας του κειμένου. Ο εγκέφαλός μας αποκωδικοποιεί σωστά ένα λανθασμένα κωδικοποιημένο απόσπασμα αρκεί να έχει επίγνωση του νοηματικού πλαισίου αναφοράς. Θα πρέπει να έχει οικειοποιηθεί το νόημα πριν το νόημα. Η οικειοποίηση μπορεί να έχει επέλθει αν η ορθή ανάγνωση ή η ακρόαση του κειμένου έχει καταγραφεί σε κάποιο μνημονικό μονοπάτι.
Στην περίπτωση αυτή ο εγκέφαλος δεν διαβάζει απλά, ανακατασκεύαζει στη μνήμη εργασίας την ορθή γραμματική του κάθε λεξικού.
“Βγεις σα στον Ιθάκη πηγαιμό την για“
Το κείμενο της τραυματικής εμπειρίας παρουσιάζεται με την παραπάνω μορφή. Περιλαμβάνει τις λέξεις, την πρόταση και τα κενά, έχει δηλαδή όλα τα συστατικά μιας αφήγησης με νόημα. Δεν έχει όμως φθόγγους, το τραύμα είναι βουβό και δεν μπορεί να μιληθεί, είναι κενό περιεχομένου, είναι α-νόητο.
Μπορεί να εμφανίζει βέβαια ενος είδους αλληλουχία, μια υποτυπώδη σειρά, μα οι λέξεις είναι ανάκατες, τοποθετημένες λάθος, ριγμένες θαρείς στην τυχή του κάθε ατυχούς συγκιριακού. Και ο στιγμαιός χρόνος της διάσχισης ανίκανος να συντονιστεί με τον ρέοντα εξωτραυματικό χρόνο.
Η νόηση του τραύματος είναι εξ ορισμού ελλειπής κάθε αναπαράσταση εμφανίζεται κατακερματισμένη, σκόρπια και συγχητική.
Εδώ η εξοικίωση δεν βοηθάει γιατί λείπει το κλειδί της αποκωδικοποιησης. Λείπει το νόημα πριν το νόημα. Λέπει η σημασία της ασυνέχειας ανάμεσα στο συνεχές καθώς το κενό δεν είναι πια το φόντο της νοηματικής διαφοροποίησης, μορφοποιείτα το ίδιο, ενσαρκούμενο σε μια ιστορία γραμμένη με διάφανη μελάνη στον καθρέφτη της ανυπαρξίας…
Art: The False Mirror, Rene Magritte, 1928
Συστημική θεραπεία
Τι είναι η συστημική θεραπεία
Σύστημα
Σύστημα είναι ένα σύνολο από μονάδες που αλληλεπιδρούν και αποτελούν τα συστατικά μέρη μιας συνολικής διάταξης ή οργάνωσης. Ο Ludwig von Bertalanffy, πατέρας της Γενικής θεωρίας των Συστημάτων ορίζει τα συστήματα ως συμπλέγματα στοιχείων που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση.
Aνθρώπινο σύστημα (πχ μια οικογένεια), είναι ένα σύνολο δύο ή περισσοτέρων προσώπων που μέσα στο χρόνο έχουν αναπτύξει σταθερά σχήματα (patterns) σχέσεων και αλληλεπιδράσεων.
Βασικές παραδοχές του συστημικού μοντέλου κατανόησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς
- Η συμπεριφορά του ατόμου μπορεί να κατανοηθεί μόνο μέσα στο κοινωνικό του πλαίσιο (πχ το πλαίσιο της οικογένειας) λαμβάνοντας υπόψη το δίκτυο αλληλεπιδράσεων με τα άλλα μέλη του συστήματος.
- Το όλο είναι μεγαλύτερο από τα μέλη του.
- Εστιασμός στις διαδράσεις δηλαδή το ενδιαφέρον εστιάζεται στις σχέσεις μεταξύ των μελών του συστήματος και οι συμπεριφορές του κάθε ατόμου θεωρούνται ότι συνδέονται με τις συμπεριφορές των υπολοίπων μελών.
- Κυκλική αιτιότητα: η συμπεριφορά ενός μέλους του συστήματος δεν θεωρείται αιτία μιας άλλης συμπεριφοράς αλλά σε κυκλική σχέση δηλαδή και οι δύο συμπεριφορές είναι ταυτόχρονα αιτίες και αποτελέσματα.
- Ο παρατηρητής θέτει και το όριο του υπό παρατήρηση συστήματος.
Βασικές έννοιες του συστημικού μοντέλου
- Υποσύστημα: σύνολο μικρότερο του συστήματος (πχ το υποσύστημα των παιδιών σε μια οικογένεια).
- Ιεραρχία: τα συστήματα είναι συνήθως πολυεπίπεδα με ιεραρχικές σχέσεις μεταξύ των μελών και υποσυστημάτων τους.
- Όρια: ανάλογα με τη διαπερατότητα των ορίων του συστήματος είναι περισσότερο ή λιγότερο κλειστό ή ανοιχτό σύστημα. Το όριο του συστήματος τοποθετείται αυθαίρετα από τον παρατηρητή.
- Ομοιόσταση : η τάση του συστήματος να διατηρεί τη δυναμική του ισορροπία.
- Μορφογένεση : η τάση του συστήματος για αλλαγή και εξέλιξη.
Μοντέρνες επιστημολογικές εξελίξεις
Κονστρουκτιβισμός
Είναι η επιστημολογική θεώρηση κατά την οποία η γνώση της πραγματικότητας απορρέει από την υποκειμενική αντίληψη και τη συνακόλουθη κατασκευή ή επινόηση του κόσμου και όχι από την αντικειμενική ύπαρξη του κόσμου.
Θεωρία της αυτοποίησης (Maturana & Varela)
Τα αυτοποιητικά συστήματα αυτοοργανώνονται. Επηρεάζονται από πληροφορίες του περιβάλλοντος μόνο υπό προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου προχωρούν μόνο σε αλλαγές που ταιριάζουν στη δομή του συστήματος. Tα αυτοποιητικά συστήματα δεν γίνεται να καθοδηγηθούν. Επομένως ο θεραπευτής δεν γίνεται να «αλλάξει» μια οικογένεια πάρα μόνο να γίνει ο καταλύτης των διεργασιών της αλλαγής.
Μεταμοντέρνο και θεραπεία (Foucault, Lyotard, Derrida)
Η μοντέρνα έννοια της απόλυτης αλήθειας απορρίπτεται από τους μεταμοντέρνους που δέχονται όλες τις αφηγήσεις χωρίς επικρίσεις. Η πραγματικότητα για εκείνους δεν είναι παρά μια κοινωνική κατασκευή. Η έμφαση μετατοπίζεται από το πλαίσιο (Bateson) στο κείμενο (Derrida). Αποδίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη γλώσσα και οι πραγματικότητες, οι θεωρίες, τα συστήματα ιδεών θεωρούνται κατά κάποιο τρόπο αφηγήσεις. Τα ανθρώπινα συστήματα είναι συστήματα γλώσσας και δημιουργίας νοήματος. Το νόημα δημιουργείται και βιώνεται στο διάλογο με τους άλλους και με τον εαυτό. Στις κοινωνικές κατασκευές ανήκει ο κυρίαρχος λόγος και οι σχέσεις εξουσίας που συνδέονται μ’ αυτόν. Τα προβλήματα δημιουργούνται μέσω της γλώσσας και άρα μπορούν να αποδομηθούν μέσω της γλώσσας. Οι θεραπευτές δεν κατέχουν μια γνώση που οφείλουν να μεταλαμπαδεύσουν στους θεραπεύομενους. Θεραπευόμενοι και θεραπευτές είναι διαλογικοί σύντροφοι που συμμετέχουν στη διαδικασία συζήτησης (Anderson & Goolishian, Lynn Hoffman). Οι συνεργατικοί θεραπευτές θεωρούν τους ίδιους τους θεραπευόμενους ως τους πλέον ειδικούς για τη ζωή τους. Οι θεραπευτές είναι ειδικοί (και υπεύθυνοι) μόνο για τη διευκόλυνση μιας θεραπευτικής συζήτησης.
- Αμφισβήτηση της αντικειμενικής γνώσης.
- Υπάρχουν πολλαπλές όψεις της πραγματικότητας που είναι κοινωνικές κατασκευές- προκαταλήψεις των θεραπευτών.
- Συν-κατασκευή της πραγματικότητας με την οικογένεια.
- Στην κατασκευή της πραγματικότητας συμμετέχουν η προσωπική ιστορία, το φύλο, η τάξη, το πολιτισμικό υπόβαθρο κλπ (φεμινιστική προσέγγιση).
- Απόδοση νέου νοήματος στα οικογενειακά γεγονότα ζωής.
Αφηγηματική θεραπεία
Οι αφηγηματικοί θεραπευτές:
- Προσανατολίζονται στην επανεξέταση της κυρίαρχης ιστορίας από τους θεραπευόμενους με την αμφισβήτησή της ώστε να αναδυθούν οι εναλλακτικές ιστορίες. Αναζητούν τις εξαιρέσεις στην αφήγηση. Προσεγγίζουν τις ιστορίες των ανθρώπων μέσα από την πολιτική σκοπιά και ιδιαίτερα τις ιστορίες καταπίεσης που συνδέονται με ρατσισμό, σεξισμό, προκαταλήψεις για το φύλο, την τάξη, το σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ.
- Εντοπίζουν τις εσωτερικευμένες αφηγήσεις που συνδέονται με τον κυρίαρχο λόγο της κοινωνίας και λειτουργούν καταπιεστικά στους θεραπευόμενους δημιουργώντας μια στάση ηττοπάθειας.
- Θεωρούν ότι οι θεραπευόμενοι είναι οι πλέον ειδικοί για τις δικές τους ζωές και σχέσεις.
- Προωθούν τον κοινωνικό ακτιβισμό.
- Τοποθετούν το πρόβλημα έξω από το άτομο με τη μέθοδο της εξωτερίκευσης
Η μέθοδος της εξωτερίκευσης
- Το πρόβλημα τοποθετείται έξω από το άτομο. Έτσι δημιουργείται χώρος για συζήτηση σχετικά με τη σχέση του ατόμου με το πρόβλημα, μειώνεται η ενοχή ενώ δεν καταργείται η υπευθυνότητα. Το πρόβλημα τοποθετείται έξω από την ταυτότητα του προσώπου.
- Επιτρέπονται και επιδιώκονται οι πολλαπλές περιγραφές της ταυτότητας του προσώπου και των σχέσεων. Οι θεραπευόμενοι προσκαλούνται να προσδώσουν το δικό τους νόημα και άποψη – εξήγηση στα γεγονότα. Καθίστανται ορατές οι κοινωνικές πρακτικές που προωθούν, διατηρούν και τρέφουν το πρόβλημα. Εξετάζονται οι πολιτισμικές, κοινωνικοπολιτικές αφηγήσεις – ιστορίες που επιδρούν στους ανθρώπους που ζητούν βοήθεια. Επικροτείται η διαφορετικότητα και στόχος είναι να καταστούν ορατές οι πρακτικές διακρίσεων. Επιζητείται να αποκαλυφθεί ότι οι ικανότητες και οι γνώσεις είναι παρούσες στους θεραπευόμενους. Θεωρείται ότι οι άνθρωποι είναι οι πλέον ειδικοί για τις δικές τους ζωές και σχέσεις. Αποζητούνται εναλλακτικές περιγραφές και αφηγήσεις εκτός από την περιγραφή του προβλήματος. Επιδιώκεται η επανα-συγγραφή της ιστορίας του θεραπευόμενου που συχνά είναι κορεσμένη από προβλήματα.
Αναφορές
Δαμασκηνίδου, Κ. (2010) ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ για τους προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές του Ψυχολογικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Schlippe, A & Schweitzer, J. (2008) Εγχειρίδιο της Συστημικής Θεραπείας και Συμβουλευτικής University Studio Press.
Συστημική σκέψη και θεραπεία
Συστημική Θεωρία
Παρότι υπάρχουν πολλοί ορισμοί της έννοιας σύστημα, θα προτιμήσουμε εκείνον του Wilke (1993), όπως αναφέρεται από τους Schlippe & Schweitzer (2008), σύμφωνα με τον οποίον σύστημα είναι “Μια συνάφεια μερών, των οποίων η σχέση μεταξύ τους είναι ποσοτικά πιο εντατική και ποιοτικά πιο παραγωγική απ ότι η σχέση τους με άλλα στοιχεία. Αυτή η διαφορετικότητα των σχέσεων συνιστά τα όρια του συστήματος, τα οποία διαχωρίζουν το σύστημα από το περιβάλλον του” (σ. 69).
H πρώιμη συστημική θεωρία αναφερόταν κυρίως στους τρόπους με τους οποίους οι παράμετροι ενός συστήματος μπορούν να διατηρηθούν σταθερές κάτω από μεταβαλλόμενες συνθήκες (ομοιόσταση). H ομοιόσταση, λένε οι Schlippe & Schweitzer (2008), εξασφαλίζεται μέσα από την αρνητική ανατροφοδότηση, η οποία αναφέρεται στις αντισταθμιστικές ενέργειες ενός συστήματος ως απόρροια της απόκλισης του από το σημείο ισορροπίας (πχ κάποιος γονιός χτυπάει το παιδί του για να σταματήσει να κάνει αταξίες).
Αντίθετα η έννοια της θετικής ανατροφοδότησης περιγράφει την κατάσταση κατά την οποία την ανάδραση μιας απόκλισης από την ιδανική κατάσταση ενός συστήματος (που επιτυγχάνεται με την αρνητική ανατροφοδότηση) ακολουθούν πράξεις που εκτρέπουν το σύστημα ακόμη περισσότερο από την κατάσταση ισορροπίας και το ωθούν προς την κλιμάκωση. Για παράδειγμα ο γονιός χτυπά το παιδί του κι εκείνο απαντά στα χτυπήματα με χτυπήματα με αποτέλεσμα να το χτυπάει πιο δυνατά κ.ο.κ (οπ. σ.77). Η έννοια της ομοιόστασης προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ιδανικής κατάστασης και επομένως η (όποια) παρούσα κατάσταση του συστήματος δεν αποτελεί παρά το βαθμό της απόκλισης από εκείνη την ιδανική κατάσταση (Schlippe & Schweitzer, 2008).
Τι είναι η Συστημική Θεραπεία;
Η Συστημική Θεραπεία είναι η εφαρμογή της Συστημικής θεωρίας στον χώρο της ψυχικής υγείας. Εμφανίστηκε την δεκαετία του ’40 και έστρεψε την ψυχολογική ματιά από το άτομο στο «όλον» και από τις προσωπικές ιδιότητες στις σχέσεις.
Ήταν μια διευρυμένη θεώρηση του ανθρώπου που εμπλούτισε την ατομική, ομαδική και οικογενειακή συμβουλευτική και την ψυχοθεραπεία. Κάθε αλλαγή σε κάποιο στοιχείο του συστήματος επιφέρει αλλαγές σε ολόκληρο το σύστημα (Bateson,1972).
Μια οικογένεια, μια θεραπευτική ή εργασιακή ομάδα, μια σχολική τάξη, μια επιχείρηση είναι ένα ανθρώπινο σύστημα. Σε κάθε σύστημα κάθε μέλος συνδέεται με όλα τα άλλα μέλη με ένα πλέγμα σχέσεων που υπερβαίνει τα μέλη και καθορίζει την πορεία και την εξέλιξη όλων. Τα μέλη μιας οικογένειας αλληλοεπηρεάζονται και αλληλο-προσδιορίζονται έτσι ώστε να γίνεται ανέφικτη η εξέταση και η κατανόηση της συμπεριφοράς του ενός ανεξάρτητα από την συμπεριφορά του άλλου.
Η οικογένεια όπως και κάθε ζωντανό σύστημα, δεν είναι μια απλή σύναξη ατόμων, αλλά μια ενότητα, «ένα σύνολο» με τη δική του δομή, δικούς του κανόνες και στόχους. Αυτή η θεωρητική προσέγγιση καθώς και η παρατήρηση της συναλλαγής ανάμεσα στα μέλη, αρχικά, οικογενειών σχιζοφρενών, οδήγησε στην ριζοσπαστική για την εποχή της θέση, πως η ψυχική ασθένεια δεν είναι ατομική υπόθεση αλλά οικογενειακή. Κατά συνέπεια και όλα τα άλλα συμπτώματα, δυσκολίες αλλά και αλλαγές που μπορεί να παρουσιάσει ένα άτομο στην προσωπική του πορεία και εξέλιξη είναι σε άμεση αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση με τα σημαντικά συστήματα στα οποία ανήκει (ΕΛΕΣYΘ, 2014).
Εκπρόσωποι της συστημικής θεραπείας
Παρότι δεν είχε ασκήσει ποτέ ψυχοθεραπευτικό έργο, ο Gregory Bateson υπήρξε ο θεωρητικός που επηρέασε την συστημική σκέψη, όσο κανένας άλλος στον κλινικό τομέα. Κυριότερη συνεισφορά του, η θεωρία του διπλού δεσμού (double bind) που ανέπτυξε με τους Donald Jackson, Jay Haley, & John Weakland στο Palo Alto. Η έννοια του διπλού δεσμού, παρότι δεν επιβεβαίωσε τις υψηλές προσδοκίες των ερευνητών ότι θα γίνει μια θεωρία της σχιζοφρένειας, ανέδειξε την επικοινωνιακή διάσταση των σχιζοφρενικών επικοινωνιών στο επίπεδο της οικογένειας.
Ψυχαναλυτής και Ψυχίατρος, ο Murrey Bowen υπήρξε από τους πρωτοπόρους της συστημικής σκέψης στην Ψυχοθεραπεία. Έχει συνεισφέρει πλήθος εννοιών που εξακολουθούν να συναρπάζουν με την σαφήνεια και την τεκμηρίωση τους:
Διαφοροποίηση του Εαυτού.
Η πιο σημαντική συνεισφορά του. Αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να διαφοροποιηθεί γνωστικά και συναισθηματικά από την πατρική του οικογένεια.
Τρίγωνα.
Αφορά τις τριγωνικές σχέσεις στις οποίες εμπλέκονται συνήθως οι δύο γονείς με ένα από τα παιδιά. Το παιδί μέσα σε μια τριγωνική σχέση δέχεται ισχυρή συναισθηματική πίεση στο βαθμό που χρησιμεύει ως ρυθμιστής, αλλά και αγωγός των συναισθημάτων.
Θεμελιωτής της δομικής σχολής της συστημικής θεραπείας ο Salvador Minuchin εξέλιξε ένα στιβαρό σύνολο εννοιών και τεχνικών, το οποίο επέβαλε σε αυστηρή εμπειρική τεκμηρίωση. Παρότι λαμπρός ακαδημαϊκός (Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Harvard) με υψηλό κύρος και καταξίωση δεν ξέχασε ποτέ την ταπεινή καταγωγή του (παιδί οικογένειας μεταναστών). Δούλεψε χρόνια με φτωχές και περιθωριακές οικογένειες στα γκέτο της Φιλαδέλφειας και του Σικάγο. Η κυριότερη συμβολή του υπήρξε το ψυχοσωματικό μοντέλο για τη θεραπεία της νευρικής ανορεξίας, που αποτελεί ακόμη και σήμερα τη βάση των οικογενειακών παρεμβάσεων στις διατροφικές διαταραχές.
Η Σχολή του Μιλάνο υπήρξε η σημαντικότερη Ευρωπαϊκή συνεισφορά στην Οικογενειακή θεραπεία. Δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 70 απο τους Palazzoli, Boscolo, Gecchin και Prate. Παρουσίασε την έννοια του Παράδοξου και του Αντιπαράδοξου στην θεραπεία. Παράδοξο είναι το αίτημα της οικογένειας που έρχεται στη θεραπεία με την προτροπή, αλλάξτε μας αρκεί να μας αφήσετε όπως είμαστε, στο οποίο οι θεραπευτές απαντούν με τον ίδιο παράδοξο τρόπο. Η συστημική σχολή του Μιλάνο πρόσφερε σημαντικές έννοιες και τεχνικές που χρησιμοποιούνται ευρύτατα απο τους Οικογενειακούς θεραπευτές:
Συστημική Υπόθεση.
Είναι οι προσωρινές περιγραφές της οικογενειακής πραγματικότητας που κατασκευάζουν οι θεραπευτές για να ερμηνεύσουν την κατάσταση. Οι υποθέσεις πρέπει να είναι κυκλικές (να αφορούν δηλαδή αλληλεπιδραστικές και αμοιβαίες σχέσεις).
Οι κυκλικές ερωτήσεις (circular questioning).
Η βάση της θεωρίας αυτής βρίσκεται στο αξίωµα του Bateson, ότι κάθε πληροφορία παράγει διαφορά (Bateson et al., 1987). Στόχος των κυκλικών ερωτήσεων είναι ο εντοπισµός των διαφορών µεταξύ των µελών της οικογένειας ή ο καθορισµός µιας σχέσης (Boscolo et al., 1987).
Η θετική σηµασιοδότηση (Positive connotation).
Δίνεται θετική σηµασιοδότηση τόσο του συµπτώµατος, όσο και όλων των "παθολογικών" συµπεριφορών της οικογένειας (Boscolo et al., 1987).
Η Αφηγηματική (Narrative) Σχολή αποτελεί την πλέον μοντέρνα εξέλιξη της συστημικής σχολής. Θεµελιωτής της αφηγηµατικής θεραπείας θεωρείται ο Michael White.
Ο White επηρεάστηκε αρχικά από τις θέσεις του Bateson για την λειτουργία των συστηµάτων, στην συνέχεια όµως δέχθηκε σηµαντική επιρροή από τις θέσεις του J. Bruner και του M. Foucault. Η βασική θέση του Bruner, που επηρέασε τον White, είναι οι ιστορίες που αφηγούνται οι άνθρωποι δεν είναι απλές περιγραφές, αλλά δοµούνται, πλάθονται από τους ίδιους.
Στην θεραπευτική διαδικασία ο White έδινε ιδιαίτερη σηµασία στον τρόπο µε τον οποίο τα προβλήµατα επηρεάζουν τα άτοµα και τις οικογένειες. Βασική υπόθεση αυτής της θεώρησης είναι ότι οι άνθρωποι πλάθουν ιστορίες για την ζωή τους και βλέπουν τον εαυτό τους µέσα από αυτές. Οι αφηγήσεις αποτελούν τον τρόπο µε τον οποίο οι άνθρωποι δηλώνουν τον εαυτό τους, αλλά και τον τρόπο µε τον οποίο αναδιαµορφώνεται ο εαυτός.
Όπως αναφέρει ο Bruner (2002), δεν υπάρχει ένας εαυτός· αντίθετα µέσα από τις αφηγήσεις µας συνηθίζουµε να δηµιουργούµε και να αναδηµιουργούµε συνεχώς τον εαυτό µας. Τα άτοµα µε προβλήµατα ορίζουν τον εαυτό και την ζωή τους µε αφηγήσεις στις οποίες οι αλλαγές δεν φαίνονται εφικτές. Τα προβλήµατα επισκιάζουν τις άλλες πτυχές της ζωής (Περπερίδου και Διδιροπούλου, n/a).
Η θεραπευτική αλλαγή επομένως μπορεί να προέλθει μέσα από μια διαφορετική αφήγηση της ιστορίας του ατόμου.
Do it yourself: Συμβουλές για τη χρονιοποίηση ενός προβλήματος!
Κύκλος βασικών μαθημάτων
- Αποφεύγετε να παρατηρείτε αλλαγές με την πάροδο του χρόνου. Εστιάζετε την προσοχή σας σε ότι έμεινε ίδιο, μην δίνετε σημασία σε ότι έχει αλλάξει.
- Τις αλλαγές στη ζωή σας αν δεν μπορείτε να τις αποφύγετε, φροντίστε να μην τις δίνετε ιδιαίτερη σημασία με τελετουργίες. Μην γιορτάζετε γενέθλια, ούτε επιτυχίες στις εξετάσεις, ούτε τον γάμο σας, ούτε τη συνταξιοδότηση σας, μην πηγαίνετε ούτε σε επετείους, ούτε σε κηδείες.
- Θεωρείτε τον εαυτό σας κατά Βάση ως θύμα, ποτέ ως θύτη/δράστη όσων έχουν συμβεί. Αναλύετε όσο το δυνατό πιο λεπτομερώς πώς και γιατί οι αδιάφοροι ή υπερπροστατευτικοί γονείς σας, οι καταπιεστικοί δάσκαλοι σας, οι συμμαθητές σας, οι διευθυντές και συνάδελφοι σας, η ασθένειά σας ή οι κοινωνικές συνθήκες δεν σας έδωσαν ποτέ δυνατότητα επιλογής.
- Αφού δημιουργήσετε έτσι ένα σταθερό παρελθόν για το πρόβλημα, μην παραπλανηθείτε από την ιδέα ότι θα μπορούσατε σήμερα να νιώσετε καλύτερα από ό,τι τότε. Θεωρείτε ως δεδομένη τη ρήση: «το παρελθόν μου είναι η μοίρα μου».
- Περιγράφετε στον εαυτό σας την παρούσα συμπεριφορά σας κατά το δυνατόν ως έκφραση ελλείψεων, ποτέ ως χρήσιμη ή δημιουργική αντίδραση σε δεδομένες συνθήκες.
- Μην Βλέπετε ποτέ τη συμπεριφορά σας και αυτή των άλλων μέσα στο πλαίσιο της, αλλά ως έκφραση αιώνια σταθερών χαρακτηριστικών ή αδυναμιών.
- Αποφεύγετε να φαντάζεστε λεπτομερώς το μέλλον, το πολύ πολύ φανταστείτε το γενικά ως μια σκοτεινή ή άδεια τρύπα. Αν αυτόν τον καιρό δεν είστε καλά, αποφεύγετε κυρίως να σκέφτεστε τι θα κάνατε διαφορετικά από ό,τι σήμερα, αν ήσασταν πάλι καλύτερα.
- Αν το καταφέρετε αυτό σε νοητικό επίπεδο, πρέπει μόνο να συμπεριφερθείτε ανάλογα, και θα έχετε ένα σταθερά χρονιοποιημένο εσωτερικό βιωματικό πρότυπο, που θα καθορίζει κάθε πρόβλημα.
- Βοηθάει επίσης, αν σημαντικοί άνθρωποι γύρω σας έχουν τις ίδιες απόψεις, σας ενισχύουν προς αυτήν την κατεύθυνση και σας αντιμετωπίζουν ανάλογα, όπως «ένα αβοήθητο και κακόμοιρο πλάσμα».
Κύκλος μαθημάτων για προχωρημένους
- Για να επιτύχετε ψυχιατρική χρονιοποίηση, απαιτούνται κάποιες επιπλέον ενέργειες -όπως και «ευγενική βοήθεια» από το περιβάλλον:
- Αποφεύγετε να παρουσιάζετε τη συμπεριφορά σας έτσι, ώστε το περιβάλλον σας να μπορεί να την εκλάβει ως εύλογη και συναισθηματικά κατανοητή (αλλιώς θα επιτύχετε «μόνο» μια νευρωσική χρονιοποίηση).
- Αποφεύγετε όμως επίσης να δίνετε την εντύπωση στο περιβάλλον σας ότι όλα αυτά σας αρέσουν ή είναι ηθελημένα (διαφορετικά υπάρχει η πιθανότητα να πάνε όλα αυτά χαμένα ως «διαταραχή προσωπικότητας» ή «εγκληματικότητα», που θα έχει ως αποτέλεσμα πολλούς καυγάδες και ανοιχτή σύγκρουση με το περιβάλλον).
- Φροντίστε οπωσδήποτε να σας πάνε σε κάποια ψυχιατρική μονάδα, γιατί χωρίς διάγνωση δεν θα σας αναγνωρίζουν ως ασθενή. Χωρίς επίσημο στάτους «ασθενή», το περιβάλλον σας θα αμφιβάλλει συνεχώς αν η συμπεριφορά σας είναι αποκλειστικά έκφραση της «ψυχικής ασθένειας» σας ή και αποτέλεσμα της καλής ή κακής σας διάθεσης, των προτιμήσεων και αποφάσεών σας. Χρειάζεστε την επιβεβαίωση της άποψής σας για την πραγματικότητα (ασθένεια) από γιατρούς, νοσηλευτικό προσωπικό, κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχολόγους.
- Αναπτύξετε περαιτέρω την «αρνητική συμπτωματολογία» σας ή τα «παραγωγικά σας συμπτώματα». Έτσι, με κάποια βοήθεια θα μπορέσετε να πετύχετε τις προϋποθέσεις, ώστε να σας αναγνωρίσει η κοινωνική υπηρεσία ως ανίκανο για εργασία, ως μόνιμα ψυχικά ανάπηρο ή ότι δικαιούστε πρόωρη σύνταξη.
- Αλλάξτε συστηματικά τον κύκλο των γνωστών σας. Αρχίστε να συχνάζετε σε ψυχιατρεία, κέντρα ημέρας, λέσχες ασθενών, προστατευόμενες μονάδες, ώσπου ο φιλικός σας κύκλος να αποτελείται κυρίως από ανθρώπους που βλέπουν τον κόσμο με παρόμοιο τρόπο όπως εσείς. Το αργότερο τώρα πρέπει να τα έχετε καταφέρει. Υπάρχει φάκελος ασθενούς, ο οποίος έχει δική του ζωή, ανεξάρτητη από εσάς και συνεχώς συμπληρώνεται.
- Προσοχή: Διατρέχετε τον κίνδυνο, κάθε προσπάθεια να συμπεριφερθείτε «φυσιολογικά» (π.χ. με επιθετική αλλαγή της παρούσας κατάστασής σας) να στρέφεται εναντίον σας ως απόδειξη της τρέλας σας (π.χ. ως «αρχή μιας κρίσης»)!
Από το βιβλίο των Schlippe & Schweitzer
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΗΣ ΣΥΣΤΗΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ
Τι είναι ο συνεργατικός διάλογος
Συμβουλές για την προετοιμασία και τη βελτιστοποίηση των προϋποθέσεων για τον συνεργατικό διάλογο Harlene Anderson, Ph.D.
Τόσο η πρόσκληση σε συμμετοχή, όσο και η συνέχιση του συνεργατικού διαλόγου απαιτεί μια αλλαγή στον προσανατολισμό.
Ο προσανατολισμός βασίζεται σε παραδοχές που προέρχονται από την θεωρία του μεταμοντερνισμού και άλλες σχετικές θεωρίες.
Οι συνθήκες για συνεργατικό διάλογο καθώς και η στάση εκείνου που απευθύνει την πρόσκληση σε συνεργατικό διάλογο προέρχονται από τις παρακάτω παραδοχές:
- Οι συνθήκες διαπλέκονται, καμιά δεν μπορεί να σταθεί μόνη της.
- Η αλλαγή στον προσανατολισμό οδηγεί με φυσικό τρόπο τις δράσεις που προσκαλούν σε συνεργατικό διάλογο.
- Ο διάλογος δεν απαιτεί συγκεκριμένα προσωπικά χαρακτηριστικά ή επαναλαμβανόμενες δεξιότητες.
Ο διάλογος απαιτεί συνεργατικό σχέδιο.
- Η συνεργατική σχεδίαση είναι μέρος της διαδικασίας της συν-δημιουργίας καινοτομίας στο νόημα, την κατανόηση και τη δράση.
- Η συνεργατική σχεδίαση απαιτεί την πρόσκληση, τη μάθηση και τον σεβασμό στην εμπειρία του άλλου ατόμου.
- Κάθε διάλογος είναι μοναδικός για τους συμμετέχοντες, τις καταστάσεις, τις περιστάσεις και την ημερήσια διάταξη.
- Ο διάλογος είναι μια φυσική, αυθόρμητη δραστηριότητα που πραγματοποιείται κάθε στιγμή.
- Μπορείτε να προετοιμαστείτε για διάλογο, αλλά δεν μπορείτε να σχεδιάσετε ή να προ-κατασκευάσεται τον διάλογο.
- Ο διάλογος δεν μπορεί να γίνει σε στάδια, η διαδικασία του διαλόγου δεν είναι διαδοχική ή επαναλαμβανόμενη.
- Ο διάλογος δεν μπορεί να “εφαρμοστεί”, ενορχηστρωθεί ή να αποτελέσει αντικείμενο διαχείρισης.
Οι διαφορές είναι κρίσιμης σημασίας για τον διάλογο.
- Οι διαφορές, όπως στην ένταση, τη σαφήνεια, την αβεβαιότητα κλπ είναι απαραίτητες για έναν παραγωγικό διάλογο.
- Ο διάλογος είναι πολυδιάστατος.
- Κάθε συνάντηση - σχέση και συζήτηση - είναι μέρος του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος των συμμετεχόντων.
- Ο διάλογος συνεπάγεται την πολλαπλότητα των φωνών, των παρόντων και των απόντων.
- Το πλαίσιο είναι το σκηνικό για τον διάλογο: Το ιστορικό, πολιτιστικό, οργανωτικό, σχεσιακό πλαίσιο.
Ο διάλογος απαιτεί:
- To να μιλάς, να ακούς και να αποκρίνεσαι.
- Την πλήρη εμπιστοσύνη και την ικανότητα να είσαι ανοικτός στην άλλη άποψη και τη διαφορετικότητα.
- Να μην υποθέτεις ότι ξέρεις τι εννοεί το άλλο άτομο, να μην συμπληρώνεις τα κενά ή τα στοιχεία της ιστορίας του άλλου ατόμου με ότι πιστεύεις ότι είναι πίσω από την ιστορία.
- Να ελέγχεις για να βεβαιωθείς ότι έχεις κατανοήσει την οπτική γωνία του άλλου όσο καλύτερα μπορείς. Η κατανόηση δεν σημαίνει συμφωνία.
- Χρόνο για εσωτερική και εξωτερική συζήτηση.
- Χρόνο για εσωτερικούς και εξωτερικούς αναστοχασμούς.
- Παύσεις και σιωπές. Παρέχουν ευκαιρία για προβληματισμό, εσωτερική συζήτηση και προετοιμασία για ομιλία.
Source: http://www.harleneanderson.org/
Η τέχνη του να είσαι μια "αποτυχία" ως θεραπευτής
Σε μια από τις πρώτες εργασίες του ο Jay Haley, αναφέρει πως ο πιο σημαντικός κανόνας για την αποτυχία στην ψυχοθεραπεία, είναι να αγνοούμε τον πραγματικό κόσμο στον οποίο ζουν οι ασθενείς και να εμβαθύνουμε στη ζωτική σημασία της παιδικής τους ηλικίας, στις εσωτερικές τους ορμές , και τη φαντασιακή τους ζωή.
Αυτό θα αποτρέψει αποτελεσματικά τόσο τους θεραπευτές όσο και τους ασθενείς από το να επιχειρήσουν να κάνουν αλλαγές στις οικογένειες, τους φίλους, τα σχολεία, τις γειτονιές ή τα θεραπευτικά περιβάλλοντα. Φυσικά, οι ασθενείς δεν πρόκειται να βελτιωθούν όσο η κατάστασή τους δεν αλλάζει και έτσι μπορεί κανείς να εγγυηθεί την αποτυχία, όντας αμειβόμενος για να ακούει ενδιαφέρουσες φαντασιώσεις.
Συζητώντας για τα όνειρα, λέει ο Haley, “Είναι ένας καλός τρόπος για να περνάει η ώρα”.
O Haley ήταν ο πρώτος θεραπευτής που ανέπτυξε την ιδέα ότι τα ψυχιατρικά συμπτώματα συχνά εμφανίζονται σε οικογένειες που έχουν κολλήσει σε βασικές μεταβατικές στιγμές του κύκλου της οικογενειακής ζωής. Περιέγραψε τη ριζοσπαστική για την εποχή της θέση, πως τα συμπτώματα δεν προέρχονται μέσα από το άτομο, μέσω γενετικής ανωμαλίας, παθολογίας του εγκεφάλου, ή ψυχικού τραύματος, αλλά και από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ένα πρόβλημα, έγραψε στη Θεραπεία Επίλυσης Προβλημάτων, είναι “ένα είδος συμπεριφοράς που αποτελεί μέρος μιας σειράς ενεργειών μεταξύ πολλών ανθρώπων.”
"Αλλάξτε την ακολουθία και το πρόβλημα θα διαταραχθεί , ανεξάρτητα από το τι μπορεί ή δεν μπορεί να συμβαίνει μέσα στο κεφάλι του καθενός."
Ο Haley συνεισέφερε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στην διαμόρφωση των πρακτικών της στρατηγικής θεραπείας, κατά την οποία ο θεραπευτής εντοπίζει ενεργά συγκεκριμένα προβλήματα, θέτει στόχους, σχεδιάζει συγκεκριμένες παρεμβάσεις, και ελέγχει συνεχώς την αποτελεσματικότητα τους. Αυτό μπορεί να μην ακούγεται σαν είδηση σήμερα, αλλά όταν η επανάσταση της οικογενειακής θεραπείας ήταν σε εξέλιξη στα τέλη της δεκαετίας του '50, οι μόνες νόμιμες κλινικές πρακτικές ήταν η ερμηνεία των ονείρων και των φαντασιώσεων, η βοήθεια προς στους ασθενείς για να επιτύχουν "επίγνωση " των ασυνείδητων κινήτρων τους, και η απαλή ώθηση προς την κατεύθυνση της «προσωπικής ανάπτυξης», όποια και αν ήταν αυτή.
Ο Haley συνήθιζε να συγκρίνει τον καλό θεραπευτής σε τον αδαμαντουργό, ο οποίος υπομονετικά χαράζει μια μικρή τομή μετά την άλλη, για να σχηματίσει ένα διαμάντι από ένα άμορφο βράχο.
Εάν για παράδειγμα οι γονείς φέρουν το παιδί τους στη θεραπεία, επειδή το μικρό βάζει φωτιές στο σπίτι, ο στόχος της θεραπείας δεν είναι να αποκαλυφθούν οι νεφελώδης, ενδοψυχικές συγκρούσεις του παιδιού, των οποίων ο εμπρησμός ήταν "μόνο ένα σύμπτωμα," αλλά να σταματήσει να βάζει φωτιές!.
Παρότι πολλές από τις ιδέες εκείνης της εποχής θεωρούνται πλέον ξεπερασμένες (πχ οι παράδοξες παρεμβάσεις), η στρατηγική θεραπεία πρόσφερε για πρώτη ίσως φορά στην ψυχοθεραπευτική πρακτική τις θεωρίες και τις πρακτικές για αποτελεσματική δουλεία με δυσλειτουργικές οικογένειες.
Το άρθρο βασίστηκε στο The Accidental Therapist Jay Haley Didn't Set Out to Transform Psychotherapy By Mary Sykes Wylie