Συναισθηματική νοημοσύνη. Η ευφυΐα της "καρδιάς"

Η συναισθηματική νοημοσύνη (ΣΝ) είναι η ικανότητα ενός ατόμου να αναγνωρίζει, να κατανοεί, να διαχειρίζεται και να εκφράζει τα συναισθήματά του, αλλά και να αναγνωρίζει τα συναισθήματα των άλλων. Αυτή η έννοια αναπτύχθηκε από τους Peter Salovey και John D. Mayer, και έγινε ευρύτερα γνωστή από τον Daniel Goleman μέσω του βιβλίου του "Emotional Intelligence".

Βασικές διαστάσεις της συναισθηματικής νοημοσύνης

  1. Αυτογνωσία (Self-awareness): Η ικανότητα να αναγνωρίζεις και να κατανοείς τα δικά σου συναισθήματα.
  2. Αυτορρύθμιση (Self-regulation): Η ικανότητα να διαχειρίζεσαι και να ελέγχεις τα συναισθήματά σου.
  3. Κίνητρα (Motivation): Η ικανότητα να κινητοποιείς τον εαυτό σου προς την επίτευξη στόχων.
  4. Ενσυναίσθηση (Empathy): Η ικανότητα να κατανοείς και να νιώθεις τα συναισθήματα των άλλων.
  5. Κοινωνικές δεξιότητες (Social skills): Η ικανότητα να διαχειρίζεσαι τις σχέσεις και να αλληλεπιδράς αποτελεσματικά με τους άλλους.

Πώς βοηθάει την Ψυχοθεραπεία?

Η συναισθηματική νοημοσύνη είναι κρίσιμη στην ψυχοθεραπεία για διάφορους λόγους:

  1. Βελτίωση της θεραπευτικής σχέσης: Οι ψυχολόγοι με υψηλή ΣΝ είναι πιο ικανοί να δημιουργούν και να διατηρούν αποτελεσματικές και θετικές σχέσεις με τους θεραπευόμενους τους. Η κατανόηση και η ανταπόκριση στα συναισθήματα των θεραπευόμενων ενισχύουν την εμπιστοσύνη και τη συνεργασία.
  2. Διαχείριση συναισθηματικών καταστάσεων: Οι ψυχολόγοι χρησιμοποιούν την ΣΝ για να βοηθήσουν τους θεραπευόμενους να αναγνωρίσουν, να κατανοήσουν και να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους, οδηγώντας σε καλύτερη διαχείριση άγχους, κατάθλιψης και άλλων ψυχολογικών διαταραχών.
  3. Βελτίωση της αυτογνωσίας των θεραπευόμενων: Μέσω της ανάπτυξης της ΣΝ, οι θεραπευόμενοι μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα τα συναισθήματά τους και τις αιτίες τους, οδηγώντας σε βελτιωμένη αυτοαντίληψη και αυτοεκτίμηση.
  4. Ενίσχυση της ενσυναίσθησης: Η ενσυναίσθηση, μια βασική διάσταση της ΣΝ, βοηθά τους θεραπευόμενους να κατανοούν και να συνδέονται καλύτερα με τους άλλους, βελτιώνοντας τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.
  5. Ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων: Οι θεραπευόμενοι με ανεπτυγμένη ΣΝ είναι πιο ικανοί να διαχειρίζονται συγκρούσεις και να δημιουργούν υγιείς κοινωνικές σχέσεις, κάτι που είναι κρίσιμο για την προσωπική και επαγγελματική τους ζωή.

Η συναισθηματική νοημοσύνη αποτελεί θεμέλιο λίθο για την κατανόηση και την προαγωγή της ψυχικής υγείας. Μέσω της βελτίωσης της ΣΝ, οι άνθρωποι μπορούν να επιτύχουν καλύτερη αυτορρύθμιση, αυξημένη ενσυναίσθηση και πιο υγιείς κοινωνικές σχέσεις, οδηγώντας σε βελτιωμένη ψυχολογική ευεξία και ποιότητα ζωής.

Ερευνες για την επίδραση της συναισθηματικής νοημοσύνης

Υπάρχουν πολλές έρευνες που εξετάζουν τη συναισθηματική νοημοσύνη και τον ρόλο της σε διάφορους τομείς. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα ερευνών που αναδεικνύουν τη σημασία και τις εφαρμογές της ΣΝ:

1. ΣΝ και επαγγελματική επιτυχία

Έρευνα: "Emotional Intelligence and Leadership Effectiveness" Συγγραφείς: George, J. M. (2000)

Περίληψη: Η έρευνα αυτή διερευνά τη σχέση μεταξύ της ΣΝ και της αποτελεσματικότητας στην ηγεσία. Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι ηγέτες με υψηλή ΣΝ είναι πιο επιτυχημένοι στη διαχείριση των ομάδων τους, καθώς μπορούν να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματα των μελών της ομάδας τους πιο αποτελεσματικά.

2. ΣΝ και ακαδημαϊκή επίδοση

Έρευνα: "Emotional Intelligence as a Predictor of Academic and Social Success" Συγγραφείς: Parker, J. D. A., Summerfeldt, L. J., Hogan, M. J., & Majeski, S. A. (2004)

Περίληψη: Αυτή η έρευνα δείχνει ότι η ΣΝ είναι σημαντικός παράγοντας για την ακαδημαϊκή επίδοση των φοιτητών. Οι φοιτητές με υψηλή ΣΝ έχουν καλύτερες ακαδημαϊκές επιδόσεις και κοινωνικές σχέσεις, καθώς μπορούν να διαχειριστούν το άγχος και τις πιέσεις πιο αποτελεσματικά.

3. ΣΝ και ψυχική υγεία

Έρευνα: "Emotional Intelligence and Its Relationship to Depression, Anxiety, and Stress" Συγγραφείς: Martins, A., Ramalho, N., & Morin, E. (2010)

Περίληψη: Αυτή η μελέτη εξετάζει τη σχέση μεταξύ της ΣΝ και της ψυχικής υγείας. Τα ευρήματα δείχνουν ότι η υψηλή ΣΝ σχετίζεται με χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και στρες, υποδεικνύοντας ότι η ΣΝ μπορεί να λειτουργήσει ως προστατευτικός παράγοντας ενάντια στις ψυχικές διαταραχές.

4. ΣΝ και διαπροσωπικές σχέσεις

Έρευνα: "Emotional Intelligence and Relationship Quality Among Couples" Συγγραφείς: Brackett, M. A., Warner, R. M., & Bosco, J. S. (2005)

Περίληψη: Η έρευνα αυτή εξετάζει τη σχέση μεταξύ της ΣΝ και της ποιότητας των σχέσεων μεταξύ ζευγαριών. Τα ευρήματα δείχνουν ότι τα ζευγάρια με υψηλή ΣΝ έχουν πιο ικανοποιητικές και σταθερές σχέσεις, καθώς μπορούν να επικοινωνούν αποτελεσματικά και να επιλύουν τις συγκρούσεις με επιτυχία.

5. ΣΝ στην εκπαίδευση

Έρευνα: "Promoting Emotional Intelligence in the Classroom" Συγγραφείς: Rivers, S. E., Brackett, M. A., Reyes, M. R., Elbertson, N. A., & Salovey, P. (2012)

Περίληψη: Αυτή η μελέτη διερευνά την επίδραση των προγραμμάτων εκπαίδευσης στη ΣΝ στις σχολικές τάξεις. Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι μαθητές που συμμετέχουν σε προγράμματα ανάπτυξης της ΣΝ έχουν καλύτερη ακαδημαϊκή απόδοση, αυξημένη κοινωνική ευαισθησία και μειωμένες συμπεριφορικές προβλήματα.

Η συναισθηματική νοημοσύνη είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο που επηρεάζει την επαγγελματική επιτυχία, την ακαδημαϊκή επίδοση, την ψυχική υγεία και την ποιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων. Οι έρευνες υποστηρίζουν την ιδέα ότι η ΣΝ μπορεί να βελτιωθεί μέσω κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων και να έχει θετικές επιπτώσεις σε διάφορους τομείς της ζωής.


Πώς το παιδικό τραύμα γίνεται μέρος του ποιοι είμαστε ως ενήλικες

Η διαδικασία της «Ταύτισης με τον Επιτιθέμενο», που εισήχθη από τον ψυχαναλυτή Sándor Ferenczi (1949), είναι ένας τρόπος κατανόησης του αντίκτυπου του παιδικού σχεσιακού τραύματος, είτε χαρακτηρίζεται από κακοποίηση είτε από παραμέληση. 

Το παιδί διαμορφώνει την αίσθηση του εαυτού του σύμφωνα με τις ανάγκες του ενήλικα ως έναν τρόπο αναζήτησης συναισθηματικής και ψυχολογικής ασφάλειας. 

Στις σχέσεις των ενηλίκων, αυτή η προσαρμογή μπορεί να μετατραπεί σε αυτό που ευρέως ονομάζεται «εξυπηρετικοί άνθρωποι», και είναι μια προσπάθεια αναζήτησης ψυχολογικής ή συναισθηματικής ασφάλειας μέσω της προτεραιότητα στις ανάγκες των άλλων ανθρώπων. Ωστόσο, οι επιπτώσεις αυτής της διαδικασίας είναι ευρύτερες.

Προκειμένου να παραμείνει ασφαλές με το να γίνει αυτό που οι άλλοι χρειάζονται να είναι, το παιδί πρέπει να αναπτύξει μια οξεία ευαισθησία στις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις διαθέσεις και τα συναισθήματα του άλλου . 

Αυτό που μπορεί να μοιάζει με ωριμότητα, ενσυναίσθηση ή «σοφία» μπορεί να είναι μια έκφραση του τρόπου με τον οποίο το παιδί έπρεπε να αλλάξει για να εξασφαλίσει τη συναισθηματική, ψυχολογική και σωματική του επιβίωση. Όταν  το σχεσιακό τραύμα δεν ορίζεται από την κακοποίηση αλλά από την παραμέληση, την απόρριψη ή τη συναισθηματική έλλειψη διαθεσιμότητας, ο αντίκτυπος μπορεί να είναι παρόμοιος. 

Για παράδειγμα, προκειμένου να προστατεύσουν τον εαυτό τους από το να αισθάνονται εγκαταλελειμμένα ή χωρίς αγάπη, τα παιδιά των καταθλιπτικών  γονέων μπορούν να αποκτήσουν  δεξιότητες φροντίδας ή να διαμορφώσουν την προσωπικότητα τους με τρόπο ικανό να «ζωντανέψει» τον συναισθηματικά μη διαθέσιμο φροντιστή τους.

Το να γίνουμε ενσυναισθητικοί ταυτιζόμενοι με πτυχές των γονιών μας και τις αντίστοιχες επιθυμίες τους για εμάς, μπορεί, υπό κανονικές συνθήκες, να αυξήσει την αίσθηση του εαυτού και της ταυτότητας μας.

 Ωστόσο, μπορεί να είναι έκφραση των  τραυματικών εμπειριών μας όταν περιλαμβάνει την ανάληψη γονεϊκών ρόλων προκειμένου να διατηρηθεί μια αίσθηση ασφάλειας 

Όπως σημειώνει ο Frankel (2004), «Καθώς αυτές οι ικανότητες [ενσυναίσθησης, σύνδεσης με τον άλλο κ.λπ.] αποκτώνται, η επαφή του παιδιού με τη δική του συναισθηματική ζωή χάνεται» (σελ. 79). 

Κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής, αυτό μπορεί να βιωθεί ως περιορισμένη σχέση με την εσωτερική μας ζωή, αίσθημα αποσύνδεσης ή αβεβαιότητας για τις δικές μας ανάγκες και επιθυμίες ή συμμετοχή σε μαζοχιστικές σχέσεις.

Στο επίκεντρο της διαδικασίας της Ταύτισης με τον Επιτιθέμενο βρίσκεται το επείγον καθήκον της ικανοποίησης των ναρκισσιστικών αναγκών του ενήλικα  . 

Οι ναρκισσιστικές ανάγκες μπορεί να περιλαμβάνουν το αίσθημα δύναμης, ανάγκης, χρησιμότητας, ζωής, επιθυμίας ή αγάπης. Τα παιδιά γίνονται προεκτάσεις των αναγκών των γονιών τους και βιώνουν τον εαυτό τους «ως αντικείμενο χρήσης για τον φροντιστή, παρά ως άτομο εγγενούς αξίας» (Howell, 2014, σελ. 52). 

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την μειωμένη αίσθηση αυτενέργειας, την ασταθή  ταυτότητας και  την μειωμένη εσωτερική συνοχή, η οποία συχνά μεταφέρεται στην ενήλικη ζωή και βιώνεται ως αδυναμία, κατάθλιψη, αμφιβολία για τον εαυτό  ή ως φόβος, άγχος και αστάθεια καθώς εξαρτόμαστε από τους άλλους για να αισθανόμαστε γειωμένοι και συνεκτικοί. 

Εσωτερικευμένη επιθετικότητα και ντροπή

Ως αποτέλεσμα του παιδικού τραύματος, ασυνείδητα εσωτερικεύουμε τους επιτιθέμενους μας σε μια προσπάθεια να αναζητήσουμε ασφάλεια και αυτορρύθμιση. Μετατρέποντας τον επιτιθέμενο σε μια ασυνείδητη νοητική αναπαράσταση, τον κάνουμε να «εξαφανιστεί» από την εξωτερική πραγματικότητα, ώστε να μπορέσουμε να διαχειριστούμε τον συντριπτικό φόβο και την ανημποριά μας. Πληρώνουμε ένα τίμημα για αυτό, καθώς ο εσωτερικευμένος επιτιθέμενος θα μας τιμωρήσει, θα μας απειλήσει ή θα μας κακοποιήσει από μέσα, ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να βιώνουμε τον εξωτερικό ενήλικα / επιτιθέμενο ως στοργικό και ασφαλή.

Με αυτόν τον τρόπο, η εσωτερίκευση του επιτιθέμενου επιτρέπει  στο παιδί να διατηρήσει την προσκόλληση με τον ενήλικα, κάτι που πρέπει να κάνει, καθώς η ύπαρξη του εξαρτάται από αυτό. Αυτή η προσπάθεια απαιτεί από το παιδί να διαχωρίσει τα «καλά» και τα «κακά» μέρη του εσωτερικευμένου επιτιθέμενου, επιτρέποντας στην επιθυμία του παιδιού για αγάπη να εκπληρωθεί, έστω και μόνο στη φαντασία, από έναν ενήλικα που μπορεί να αγαπηθεί, να αγαπήσει ή να εξιδανικευτεί.

Μέσα από τον ασυνείδητο διαχωρισμό του ενήλικα, το παιδί θα αναπτύξει μια ασυνείδητη σχέση με έναν στοργικό και εξιδανικευμένο «άλλο» που υπάρχει, στο μυαλό του παιδιού, σε σχέση με έναν «εαυτό» που παίρνει την «κακία» του επιτιθέμενου. 

Όπως το έθεσε ο Ferenczi (1949), «Η πιο σημαντική αλλαγή, που παράγεται στο μυαλό του παιδιού από την αγχώδη και φοβισμένη ταύτιση με τον ενήλικο σύντροφο, είναι η ενδοσκόπηση [εσωτερίκευση] των  συναισθημάτων ενοχής του ενήλικα» (σελ. 228, πλάγια γραφή στο πρωτότυπο).

Το αν ο ενήλικος επιτιθέμενος  βιώνει πραγματικά ενοχή είναι αμφισβητήσιμο. Ωστόσο, το θέμα είναι ότι μέσω της διαδικασίας της Ταύτισης με τον Επιτιθέμενο, το παιδί αφήνεται να αισθάνεται υπεύθυνο για τυχόν οδυνηρές, απογοητευτικές ή τραυματικές εμπειρίες. Το παιδί αναλαμβάνει την «κακία» του ενήλικα, γεμίζοντας  με μια βαθιά αίσθηση ντροπής, ενοχής και αναξιότητας, η οποία συχνά επιμένει μέχρι την ενηλικίωση. Η αναγνώριση των αποτυχιών των ενηλίκων από τους οποίους εξαρτόμαστε θα έθετε τη δική μας ύπαρξη σε αφόρητο κίνδυνο, οπότε το μυαλό μας θα επιλέξει να κάνει τους εαυτούς μας υπεύθυνους και «κακούς».

Ως αποτέλεσμα, τα συναισθήματα του πόνου, του φόβου, της θλίψης και της απογοήτευσης με τους φροντιστές μας παραμένουν αποσυνδεδεμένα, αποσυνδεδεμένα από την εμπειρία και την επίγνωσή μας. 

Η διαδικασία της Ταύτισης με τον Επιτιθέμενο απαιτεί από το παιδί να διαχωρίσει τη  δική του εμπειρία, εκκενώνοντας τη δική του αίσθηση του εαυτού, των αναγκών, των επιθυμιών και των συναισθημάτων του, προκειμένου να γίνει αυτό που ο επιτιθέμενος χρειάζεται να είναι.

Τα συναισθήματα της ντροπής, της λαχτάρας, του τρόμου και της οργής έπρεπε να παραμείνουν κρυμμένα στη σφαίρα του αδιανόητου, ξεχωριστά από τη συνείδηση και οδηγώντας σε ισχυρές άμυνες για να διατηρήσουν μια αίσθηση ασφάλειας και κάποια επίφαση συνοχής. 

Η σκληρή, τιμωρητική αυτοκριτική, οι εσωτερικευμένοι επιτιθέμενοι, είναι τα απομεινάρια αυτού που έπρεπε να κάνουμε για να παραμείνουμε ζωντανοί και να διαχειριστούμε την οδυνηρή πραγματικότητα του να φοβόμαστε αυτούς που αγαπούσαμε και να χρειαζόμαστε εκείνους που δεν ήταν εκεί για εμάς.

Art: The Girl I Left Behind Me by Eastman Johnson [CC0]

Τίτλος πρωτότυπου: How Childhood Trauma Becomes Part of Who We Are as Adults - Santiago Delboy MBA, LCSW


Ανάρρωση από το Ψυχικό Τραύμα

Τι είναι το ψυχικό τραύμα;

Το ψυχικό τραύμα είναι μια σοβαρή ψυχολογική κατάσταση που προκαλείται από ένα συμβάν ή μια σειρά από συμβάντα τα οποία είναι συνήθως τρομακτικά, ανατριχιαστικά ή βίαια. Το ψυχικό τραύμα μπορεί να προκαλέσει έντονο στρες και να επηρεάσει σοβαρά την καθημερινή ζωή του ατόμου που το βιώνει.

Συμπτώματα του ψυχικού τραύματος

Τα συμπτώματα του ψυχικού τραύματος μπορεί να εκδηλωθούν με διάφορους τρόπους ανάλογα με το άτομο και την ένταση του τραύματος. Κάποια από τα συνηθέστερα συμπτώματα περιλαμβάνουν την αϋπνία, την απώλεια ενδιαφέροντος, την απομόνωση, την ανικανότητα αντιμετώπισης καθημερινών υποχρεώσεων και την αυξημένη ευαισθησία σε στιγμές άγχους ή θλίψης.

Μέθοδοι θεραπείας του ψυχικού τραύματος

Η θεραπεία του ψυχικού τραύματος είναι ένα σημαντικό μέρος της ανάρρωσης και της αντιμετώπισης των συμπτωμάτων. Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι θεραπείας που μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα που έχουν υποστεί ψυχικό τραύμα. Ας εξετάσουμε μερικές από αυτές τις μεθόδους.

Ψυχοθεραπεία

Η ψυχοθεραπεία ή συμβουλευτική ψυχολογία, είναι μια διαδικασία κατά την οποία ένα άτομο συνεργάζεται με έναν ειδικό ψυχολόγο ή ψυχίατρο για να διεργαστεί τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τη συμπεριφορά του. Μέσω διαφόρων τεχνικών, όπως η συζήτηση και η ενεργητική ακρόαση, η ψυχοθεραπεία βοηθά τα άτομα να αντιμετωπίσουν τα ψυχικά τραύματα και να ανακτήσουν την εσωτερική τους ισορροπία.

EMDR (Επεξεργασία και επανεπεξεργασία μέσω κίνησης των ματιών)

Η EMDR είναι μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που χρησιμοποιεί την κίνηση των ματιών για να βοηθήσει τους ανθρώπους να επεξεργαστούν τραυματικές μνήμες. Αυτή η μέθοδος βοηθά τα άτομα να αποκτήσουν μια πιο ισορροπημένη και λιγότερο επώδυνη οπτική για τα τραυματικά γεγονότα.

Θεραπεία έκθεσης

Η θεραπεία έκθεσης είναι μια θεραπευτική τεχνική που βοηθά τα άτομα να αντιμετωπίσουν τα τραυματικά γεγονότα με έναν ελεγχόμενο και ασφαλή τρόπο. Μέσω της σταδιακής και προσεκτικής έκθεσης σε καταστάσεις που συνδέονται με το τραύμα, τα άτομα μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις αρνητικές συναισθηματικές αντιδράσεις και να ανακτούν τον έλεγχο.

Φαρμακευτική αγωγή

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ψυχοθεραπεία μπορεί να συνδυαστεί με φαρμακευτική αγωγή. Οι ψυχίατροι μπορούν να συνταγογραφήσουν φάρμακα που βοηθούν στη διαχείριση των συμπτωμάτων, όπως της κατάθλιψης και της ανησυχίας, που σχετίζονται με το ψυχικό τραύμα.

Σωματική άσκηση και χαλάρωση

Η σωματική άσκηση και η χαλάρωση μπορούν να συμβάλουν στη μείωση του στρες και της έντασης που συνδέεται με το ψυχικό τραύμα. Η τακτική άσκηση, όπως η γιόγκα ή η γυμναστική, μπορεί να βοηθήσει στην εκκένωση του μυαλού και της σωματικής έντασης που συχνά συνοδεύει το ψυχικό τραύμα.

Υποστήριξη από την οικογένεια και τους φίλους

Η υποστήριξη από την οικογένεια και τους φίλους μπορεί να παίξει ένα κρίσιμο ρόλο στην ανάρρωση από ένα ψυχικό τραύμα. Η ανοιχτή και συνεπής επικοινωνία, η συμπαράσταση και η κατανόηση από τους αγαπημένους μπορούν να παρέχουν ένα αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης στο άτομο που αντιμετωπίζει το τραύμα.

Συμμετοχή σε ομάδες υποστήριξης

Οι ομάδες υποστήριξης μπορούν να παρέχουν ένα ασφαλές περιβάλλον όπου οι άνθρωποι που έχουν βιώσει ψυχικά τραύματα μπορούν να μοιραστούν τις εμπειρίες τους και να αντλήσουν στήριξη από άλλους σε παρόμοια κατάσταση. Η συμμετοχή σε ομάδες υποστήριξης μπορεί να δώσει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να αισθανθούν λιγότερο μόνοι και απομονωμένοι κατά τη διάρκεια της ανάρρωσής τους.

Το ψυχικό τραύμα μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή ενός ατόμου, αλλά υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αντιμετωπιστεί και να ξεπεραστεί. Η ψυχοθεραπεία, η φαρμακευτική αγωγή, η σωματική άσκηση, η υποστήριξη από τους αγαπημένους και η συμμετοχή σε ομάδες υποστήριξης είναι μερικοί από τους τρόπους που μπορούν να βοηθήσουν στην ανάρρωση από ένα ψυχικό τραύμα. Είναι σημαντικό να ζητήσει κανείς βοήθεια και υποστήριξη όταν αντιμετωπίζει ένα τέτοιο τραύμα, καθώς η αντιμετώπισή του μπορεί να απαιτήσει εξειδικευμένη βοήθεια.

Εναλλακτικές θεραπείες για το ψυχικό τραύμα

Εκτός από τις παραδοσιακές θεραπευτικές προσεγγίσεις, υπάρχουν και εναλλακτικές μέθοδοι που μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του ψυχικού τραύματος. Ας εξετάσουμε μερικές από αυτές.

Διαλογισμός και πνευματικότητα

Ο διαλογισμός και οι πνευματικές πρακτικές, όπως η προσευχή, η γιόγκα και ο βουδισμός, μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του ψυχικού τραύματος. Αυτές οι τεχνικές μπορούν να βοηθήσουν στην ενίσχυση της εσωτερικής ηρεμίας, της αυτοσυνειδησίας και της ενδοσκόπησης, παρέχοντας ένα πλαίσιο για την επεξεργασία και την ενσωμάτωση του τραύματος.

Σωματική θεραπεία

Η σωματική θεραπεία, όπως η μασάζ, η χειροπρακτική και η φυσιοθεραπεία, μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση των σωματικών επιπτώσεων του ψυχικού τραύματος. Αυτές οι μέθοδοι μπορούν να βελτιώσουν τη σωματική ευεξία, να μειώσουν τον μυϊκό πόνο και την ένταση και να ενισχύσουν την ενέργεια και την κινητικότητα.

Ολιστική προσέγγιση

Για να επιτύχει τα καλύτερα αποτελέσματα, η θεραπεία του ψυχικού τραύματος συχνά απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση που συνδυάζει διάφορες μεθόδους. Ένας ειδικός ψυχικής υγείας μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία ενός εξατομικευμένου σχεδίου θεραπείας που λαμβάνει υπόψη τις μοναδικές ανάγκες και προτιμήσεις του κάθε ατόμου.

Πρόληψη του ψυχικού τραύματος

Ενώ η θεραπεία είναι σημαντική για την αντιμετώπιση του ψυχικού τραύματος, η πρόληψη μπορεί επίσης να παίξει καθοριστικό ρόλο. Μέτρα όπως η δημιουργία ασφαλών και υποστηρικτικών περιβαλλόντων, η εκπαίδευση για την αναγνώριση των σημείων του ψυχικού τραύματος και η ενίσχυση της ψυχικής ανθεκτικότητας μπορούν να συμβάλουν στην πρόληψη ή τη μείωση της επίπτωσης του ψυχικού τραύματος.

Το ψυχικό τραύμα είναι ένα σοβαρό ζήτημα που χρειάζεται προσεκτική αντιμετώπιση και θεραπεία. Με τη σωστή υποστήριξη και τις κατάλληλες θεραπευτικές προσεγγίσεις, τα άτομα που έχουν υποστεί ψυχικό τραύμα μπορούν να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα, να ανακτήσουν την ψυχική τους ισορροπία και να οδηγηθούν σε μια πορεία ανάρρωσης και ευεξίας. Είναι σημαντικό να υπάρχει ευρύτερη κατανόηση και ευαισθητοποίηση σχετικά με το ψυχικό τραύμα, ώστε να μπορούν να παρέχονται οι απαραίτητες υπηρεσίες και υποστήριξη σε όσους τις έχουν ανάγκη.


Τι γίνεται στον εγκέφαλο ενός ανθρώπου που πάσχει απο μετατραυματικό σύνδρομο;

Μια νέα έρευνα δείχνει ότι η θεραπεία έκθεσης μπορεί να αντιμετωπίσει το μετατραυματικό σύνδρομο βοηθώντας τους ασθενείς να μετατρέψουν τις τραυματικές αναμνήσεις τους, που υποβάλλονται σε επεξεργασία στον  οπίσθιο φλοιό του προσαγωγίου, σε θλιβερές αναμνήσεις, οι οποίες υποβάλλονται σε επεξεργασία στον ιππόκαμπο.

Εκτιμάται ότι ένας στους 11 ενήλικες Αμερικάνους θα βιώσει διαταραχή μετατραυματικού στρες, (PTSD), κατά τη διάρκεια της ζωής του. Το PTSD εμφανίζεται όταν οι άνθρωποι έχουν έντονες και ενοχλητικές σκέψεις και συναισθήματα που σχετίζονται με μια προηγούμενη τραυματική εμπειρία.

Τα συμπτώματα παίρνουν την  μορφή εφιαλτών ή αναδρομών στο παρελθόν (flashbacks)  και συχνά προκαλούν στους ανθρώπους την αίσηθηση της αναβίωσης του τραυματικού γεγονός. Το PTSD επηρεάζει την ικανότητα ενός ατόμου να λειτουργεί στην καθημερινή ζωή και μπορεί να παραμείνει για χρόνια.

Οι ερευνητές εργάζονται για να κατανοήσουν καλύτερα τι συμβαίνει στους εγκεφάλους των ατόμων με PTSD. Μια πρωτοποριακή νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Neuroscience δείχνει ότι οι τραυματικές αναμνήσεις λειτουργούν διαφορετικά από τις άλλες αναμνήσεις.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Yale κατέγραψαν τις  αφηγήσεις από 28 άτομα με PTSD. Οι αφηγήσεις αφορούσαν διάφορες αναμνήσεις – χαρούμενες ή ουδέτερες, λυπημένες και τραυματικές. Οι συμμετέχοντες στη συνέχεια υποβλήθηκαν σε σάρωση εγκεφάλου ενώ άκουγαν τις ηχογραφήσεις τους.

Οι τομογραφίες του εγκεφάλου έδειξαν διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι εγκέφαλοι των συμμετεχόντων επεξεργάζονταν κάθε μία από τις αναμνήσεις τους. Όταν οι συμμετέχοντες άκουγαν  θλιβερές αφηγήσεις ήταν ενεργοποιημένος ο Ιππόκαμπος  το τμήμα του εγκεφάλου που έχει σημαντικό ρόλο στη μάθηση και τη μνήμη

Όταν άκουγαν τις τραυματικές αναμνήσεις τους, αντίθετα ένα διαφορετικό μέρος του εγκεφάλου τους είχε ενεργοποιηθεί, ο  οπίσθιος φλοιός του προσαγωγίου ή PCC. Αυτή η περιοχή εμπλέκεται στη χωρική πλοήγηση και επεξεργασία καθώς και την αυτό-απεικόνιση.

Sagittal MRI slice with highlighting indicating location of the posterior cingulate. Wikipedia Commons

Στην ουσία, οι συμμετέχοντες δεν επεξεργάστηκαν καθόλου τις τραυματικές αναμνήσεις ως αναμνήσεις, αλλά ως εμπειρίες της παρούσας στιγμής.

«Αυτό συνάδει με την ιδέα ότι οι τραυματικές αναμνήσεις δεν βιώνονται ως αναμνήσεις αυτές καθαυτές», δήλωσε ο Ilan Harpaz-Rotem, καθηγητής ψυχιατρικής και ψυχολογίας στην Ιατρική Σχολή του Yale και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης. «Αντίθετα, αυτά είναι θραύσματα προηγούμενων γεγονότων, που υποτάσσουν την παρούσα στιγμή για να αποφύγουν την άνεση του ανήκειν στο παρελθόν».

Ένας κοινός τύπος θεραπείας για PTSD είναι η θεραπεία έκθεσης και απευαισθητοποίησης, όπου ένας θεραπευτής βοηθά τον ασθενή να επανεξετάσει τραυματικές αναμνήσεις. Αυτή η νέα έρευνα δείχνει ότι αυτός ο τύπος θεραπείας μπορεί να αντιμετωπίσει το PTSD βοηθώντας τους ασθενείς να μετατρέψουν τις τραυματικές αναμνήσεις τους, που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο PCC, σε θλιβερές αναμνήσεις, οι οποίες υποβάλλονται σε επεξεργασία στον ιππόκαμπο. Αυτό επιτρέπει στους ασθενείς να σταματήσουν να αισθάνονται ότι το τραυματικό γεγονός επαναλαμβάνεται στο παρόν και να κατανοήσουν πλήρως ότι είναι μια ανάμνηση.

Η νέα έρευνα απεικόνισης του εγκεφάλου παρέχει πληροφορίες για το πώς λειτουργούν οι τραυματικές μνήμες στον εγκέφαλο και μπορεί να ανοίξει την πόρτα σε πιο αποτελεσματικές θεραπείες για το ψυχικό τραύμα.

Photo by Aleksandar Pasaric

Μετάφραση και προσαρμογή απ' το πρωτότυπο " What Happens In the Brain During PTSD?" Psychology Today


grayscale portrait of woman

Το σύνθετο ψυχικό τραύμα και οι διαφορές του απ' το μεμονωμένο τραυματικό γεγονός

Το  μεμονωμένο ψυχικό τραύμα  σχετίζεται με τη διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD). Οι επιζώντες από σύνθετο ψυχικό τραύμα μπορεί να εμφανίσουν PTSD και διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν  PTSD.

Ωστόσο, οι επιπτώσεις του σύνθετου  τραύματος είναι πιο εκτεταμένες και εξουθενωτικές από αυτές του PTSD. Τα άτομα με σύνθετο τραύμα συχνά αναπτύσσουν σύνθετη διαταραχή μετατραυματικού στρες (C – PTSD). 

Η νέα διάγνωση διευκρινίζει τις διαφορές στις επιπτώσεις μεταξύ PTSD και C-PTSD. Έχουν ήδη προταθεί διαφορετικές θεραπευτικές προσεγγίσεις για τις διαφορετικές κλινικές κατηγορίες  (Courtois & Ford, 2009; van der Kolk, 2003).

Η θεραπεία του σύνθετου  τραύματος στηρίζεται στις νευροβιολογικές γνώσεις, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου του σώματος. Παράλληλα περιλαμβάνει στοιχεία από την ψυχοδυναμική θεραπεία  (Howell and Itzkowitz, 2016), τη σωματική  θεραπεία  (Rothschild, 2017; Levine, 2011; 2015; Fisher and Ogden, 2015), το μοντέλο της δομικής αποσύνδεσης (van der Hart et al., 2016), καθώς και την ενσυνειδητότητα  (Briere and Scott, 2012).

Η πρόοδος της τεχνολογίας υποστηρίζει πολλές απο τις υπάρχουσες θεωρίες του τραύματος. Οι σχετικές έρευνες περιλαμβάνουν την μαγνητική τομογραφία (MRI), τις εξετάσεις αίματος και την τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (σαρώσεις PET).

Εμπειρικές αναλύσεις και δεδομένα απο το κλινικό πεδίο τροφοδοτούν επίσης τη θεραπεία. Για παράδειγμα το συνεργατικό μοντέλο στην ψυχοθεραπεία δρα καταλυτικά στην αποτελεσματικότητα όπως και το ίδιο το σχεσιακό πλαίσιο της θεραπείας (Green & Latchford, 2012; Barkham & Hardy, 2010; Duncan, Miller et al, 2010).Η θεραπεία του  σύνθετου τραύματος πρέπει να βασίζεται στη θεραπευτική σχέση, ανεξάρτητα από την μέθοδο που χρησιμοποιείται.

Η αποτελεσματική θεραπεία οφείλει να είναι «από κάτω προς τα πάνω» και «από πάνω προς τα κάτω». Αυτό περιλαμβάνει φυσιολογικές και σωματικές (βασισμένες στο σώμα) προσεγγίσεις, συναισθηματικές και γνωστικές  προσεγγίσεις (Ogden, 2006· van der Kolk, 2010· Fosha, 2003).

Το σύνθετο τραύμα διαταράσσει διαφορετικές πτυχές ενός ατόμου καθώς και τις συνδέσεις μεταξύ των πτυχών. Ο στόχος είναι να καλλιεργηθούν οι συνδέσεις μεταξύ αυτών των διαφορετικών πτυχών η επανασύνδεση των συναισθημάτων, των αισθήσεων, της επίγνωσης και των σκέψεων (Cozolino, 2006· Ogden, 2006· Siegel, 1999). Είναι σημαντικό να μπορούμε να εμπλέκουμε τις σχετικές νευροβιολογικές διεργασίες (Fosha, 2003:229). Η αποτελεσματική θεραπεία για το  τραύμα περιλαμβάνει τη διευκόλυνση της νευρικής ολοκλήρωσης» (Solomon & Siegel, 2003). 

Προσεγγίσεις που βασίζονται στο σώμα π.χ. Η γιόγκα και η ενσυνειδητότητα (mindfulness) μπορούν να βοηθήσουν το σώμα και το μυαλό να επανασυνδεθούν.

Βέλτιστες πρακτικές στη θεραπεία του τραύματος

Τα μεγαλύτερα παγκόσμια Ινστιτούτα για το τραύμα (ISSTD, 2011; ACPTMH, 2007; APA Div.56) συστήνουν την σταδιακή προσέγγιση στη θεραπεία που περιλαμβάνει 3 φάσεις (Cloitre et al., 2011).

  • Σταθεροποίηση, παροχή πόρων και αυτορρύθμιση.
  • Επεξεργασία τραυματικών αναμνήσεων.
  • Ενοποίηση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων. 

Η πρώτη φάση (ασφάλεια και σταθεροποίηση) είναι κεντρική και θεμελιώδης. Είναι το επίκεντρο της θεραπείας πριν από τις φάσεις 2 και 3 (Courtois και Ford, 2013). Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτές οι φάσεις δεν είναι γραμμικές.  Η ασφάλεια πρέπει να εδραιώνεται ξανά και ξανά.

Τα άτομα που έχουν πληγεί  από πολύπλοκα τραύματα συχνά δυσκολεύονται να ρυθμίσουν τα επίπεδα της σωματικής τους  διέγερσης, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά τους. Συχνά δυσκολεύονται επίσης να αναστοχαστούν (reflect). 

Μελέτες δείχνουν ότι τα άτομα που υποβάλλονται σε θεραπεία για πολύπλοκο τραύμα «μπορεί να αντιδράσουν αρνητικά στις τυπικές θεραπείες για το PTSD και ότι η αποτελεσματική θεραπεία πρέπει να επικεντρώνεται στα ελλείμματα αυτορρύθμισης αντί στην «επεξεργασία του τραύματος» (van der Kolk, 2003:173).Οι περισσότεροι άνθρωποι με πολύπλοκα τραύματα έχουν σοβαρά διασχιστικά συμπτώματα. Οι ασθενείς με διασχιστικά συμπτώματα ανταποκρίνονται λιγότερο καλά στην τυπική ψυχοθεραπεία που βασίζεται στην έκθεση και καλύτερα σε θεραπείες που τους βοηθούν  στην αυτοσταθεροποίηση» (Spiegel, 2018).

 Για ορισμένους πελάτες, η θεραπεία μπορεί να διαρκέσει για χρόνια ή και  δεκαετίες, παρεχόμενη συνεχώς είτε με διαλείποντα τρόπο. Για άλλους, η θεραπεία μπορεί να είναι αρκετά οριοθετημένη, αλλά σπάνια μπορεί να έχει νόημα εάν ολοκληρωθεί σε λιγότερο  από 1 ή 2 χρόνια.

Προφανώς, οι στόχοι και η διάρκεια της θεραπείας θα πρέπει να προσαρμόζονται στην ικανότητα, τα κίνητρα και τους πόρους του πελάτη.

 Όταν τα εφόδια του πελάτη  είναι περιορισμένα, οι παρεμβάσεις κατευθύνονται προς την ασφάλεια, την υποστήριξη, την εκπαίδευση σε συγκεκριμένες δεξιότητες και σε ορισμένες περιπτώσεις, την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση και τη διαχείριση κρίσεων» (Courtois et al, 2009:96).

Μτφ και προσαρμογή απ’ το πρωτότυπο - Κ. Δ. Μπλέτσος


Η νευρο- ευπλαστότητα της τραυματικής μνήμης

Η κριτική (δίκαια ή υπερβολική) που έχει ασκηθεί στον συμπαθή παππού της Ψυχοθεραπείας, θα μπορούσε άνετα να καταλάβει τα μισά ράφια της βιβλιοθήκης του Κογκρέσου.

Σε ένα πράγμα είχε -αποδεδειγμένα πλέον- δίκιο ο Σίγκμουντ. Ότι η συμπεριφορά μας σε μεγάλο βαθμό (και σχεδόν πάντοτε στην ψυχοπαθολογία) καθοδηγείται απο εκείνο που ίδιος είχε ονομάσει ενορμήσεις.

Ο ενορμήσεις σύμφωνα με την τρέχουσα επιστημονική αντίληψη, αντιπροσωπεύουν τα υποσυνείδητα εσωτερικευμένα μοντέλα (internal working models) και είναι συμπεριφορικά σχήματα (με τις αντίστοιχες νοητικές, συναισθηματικές και σωματικές τους διαστάσεις) που συνήθως έχουν σχηματοποιηθεί κατα την παιδική ηλικία.

Τα συγκεκριμένα συμπεριφορικά μοντέλα βρίσκονται αποθηκευμένα σε "σφραγισμένα" μνημονικά δίκτυα αποτελούμενα απο αρνητικά και ιδιαίτερα φορτισμένα συναισθηματικά γεγονότα (ψυχικά τραύματα, γεγονότα παραμέλησης, δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, απώλειες, ασθένειες, ατυχήματα κλπ.).

Η δράση τους πυροδοτείται απο συγκεκριμένους εσωτερικούς ή εξωτερικούς παράγοντες πυροδότησης (triggers), εξελισσόμενη ταχύτατα σε μη συνειδητό/ μη γνωστικό επίπεδο στις υποφλοιικές περιοχές του εγκεφάλου.

Μέχρι πρόσφατα οι νευροεπιστήμονες θεωρούσαν ότι άρρητες μνήμες είναι αδύνατον να τροποποιηθούν άμεσα εξαιτίας της ενοποίησης που υφίσταται η μνήμη (memory consolidation) όταν μεταφέρεται στην μακρόχρονη αποθήκευση (Long Term Memory).

Εξαιτίας της συγκεκριμένης (και όπως αποδείχθηκε εσφαλμένης) πεποίθησης, όλα τα ψυχοθεραπευτικά μοντέλα παραδοσιακά εστίασαν στην "εγκατάσταση" ανταγωνιστικών - παράλληλων (λειτουργικών) σχημάτων τα οποία μέσω της επανάληψης και της νευροπλαστικής ικανότητας του εγκεφάλου - της ικανότητας δηλαδή που έχει ο εγκέφαλος να δημιουργεί συνεχώς δίκτυα νευρικών κυττάρων - θα μπορούσαν ενδεχομένως να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά με τα πρωταρχικά δυσλειτουργικά σχήματα ή υπο προυποθέσεις να τα αντικαταστήσουν.

Έχουμε πλέον μια ικανή εξήγηση για τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στη θεραπεία του ψυχικού τραύματος, ιδίως εκείνου που έχει τις ρίζες του στην παιδική ηλικία. Παράλληλα έχουμε και μια σαφή ένδειξη ότι πιθανά υπάρχει ταχύτερος και ασφαλέστερος δρόμος για την θεραπεία.

Οι σύγχρονες εξελίξεις στις νευροεπιστήμες έχουν αποδείξει πλέον ότι οι παγιωμένες άρρητες μνήμες σε αντίθεση με ότι πιστεύαμε μπορούν να τροποποιηθούν και να αντικατασταθούν μέσα απ' την διαδικασία που αποκαλείται μνημονική επανενοποίηση (memory reconsolidation).

Η παραδοσιακή άποψη της αποθήκευσης της μνήμης θεωρεί ότι σε κάθε ανάκληση μιας προηγούμενης εμπειρίας, ανακτάται το αρχικό μνημονικό ίχνος. Αυτή η άποψη αμφισβητήθηκε από δεδομένα που δείχνουν ότι οι μνήμες κατά την διάρκεια της ανάκτησης είναι επιρρεπείς σε αλλαγές και επομένως κάθε μελλοντική ανάκτηση χρησιμοποιεί τις τροποποιημένες πληροφορίες.

Επίσης είναι σημαντικό να γνωρίζουμε οτι η τροποποίηση δεν αφορά τη διαγραφή του μνημονικού ίχνους του τραυματικού γεγονότος (αμνησία), αλλά των συναισθημάτων, των πεποιθήσεων και των σωματικών διεγέρσεων που επιφέρει η ανάκληση του. Με άλλα λόγια το τραύμα γίνεται -επιτέλους- μια κακή ανάμνηση και οχι μια διαρκής αναβίωση που φέρνει ξανά και ξανά στο παρόν όλο τον πόνο και τον τρόμο της στιγμής που δημιουργήθηκε.

Αυτές οι εξελίξεις μεταθέτουν τον στόχο της θεραπευτικής παρέμβασης στην κατεύθυνση της τροποποίησης της ίδιας της τραυματικής μνήμης και των συνοδών συναισθηματικών αντιδράσεων που προκαλεί η ενεργοποίηση της. Και πράγματι τις τελευταίες δυο δεκαετίες παρουσιάζεται μια ταχεία ανάπτυξη ψυχοθεραπευτικών μεθόδων που στοχεύουν άμεσα στην τραυματική μνήμη. Ενδεικτικά αναφέρω εδώ τις EMDR, Somatic Experiences, NARM, Flash techniques κλπ.

Αυτό είναι μοντέρνο διεπιστημονικό παράδειγμα πάνω στο οποίο μπορεί να εξελιχθεί η ψυχοθεραπευτική επιστήμη.

Ένα παράδειγμα που δεν απορρίπτει την θεωρητική / φιλοσοφική και εμπειρική παράδοση, αλλά που ταυτόχρονα προσφέρει ένα καινοφανές framework εξέλιξης του επιστημολογικού μας παραδείγματος, ώστε η διάγνωση να ξεφύγει απ την περιγραφικότητα, την κυκλική αιτιότητα και την αλληλοεπικάλυψη των κριτηρίων του DSM και του ICD για να μεταβεί σε αιτιολογικά μοντέλα της ψυχικής νόσου βασισμένα περισσότερο στην νευροεπιστήμη και λιγότερο στην στατιστική.


family of four walking at the street

Συστημική θεραπεία

Τι είναι η συστημική θεραπεία
Σύστημα

Σύστημα είναι ένα σύνολο από μονάδες που αλληλεπιδρούν και αποτελούν τα συστατικά μέρη μιας συνολικής διάταξης ή οργάνωσης. Ο Ludwig von Bertalanffy, πατέρας της Γενικής θεωρίας των Συστημάτων ορίζει τα συστήματα ως συμπλέγματα στοιχείων που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση.

Aνθρώπινο σύστημα (πχ μια οικογένεια), είναι ένα σύνολο δύο ή περισσοτέρων προσώπων που μέσα στο χρόνο έχουν αναπτύξει σταθερά σχήματα (patterns) σχέσεων και αλληλεπιδράσεων.

Βασικές παραδοχές του συστημικού μοντέλου κατανόησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς

  • Η συμπεριφορά του ατόμου μπορεί να κατανοηθεί μόνο μέσα στο κοινωνικό του πλαίσιο (πχ το πλαίσιο της οικογένειας) λαμβάνοντας υπόψη το δίκτυο αλληλεπιδράσεων με τα άλλα μέλη του συστήματος.
  • Το όλο είναι μεγαλύτερο από τα μέλη του.
  • Εστιασμός στις διαδράσεις δηλαδή το ενδιαφέρον εστιάζεται στις σχέσεις μεταξύ των μελών του συστήματος και οι συμπεριφορές του κάθε ατόμου θεωρούνται ότι συνδέονται με τις συμπεριφορές των υπολοίπων μελών.
  • Κυκλική αιτιότητα: η συμπεριφορά ενός μέλους του συστήματος δεν θεωρείται αιτία μιας άλλης συμπεριφοράς αλλά σε κυκλική σχέση δηλαδή και οι δύο συμπεριφορές είναι ταυτόχρονα αιτίες και αποτελέσματα.
  • Ο παρατηρητής θέτει και το όριο του υπό παρατήρηση  συστήματος.
Βασικές έννοιες του συστημικού μοντέλου

  • Υποσύστημα: σύνολο μικρότερο του συστήματος (πχ το υποσύστημα των παιδιών σε μια οικογένεια).
  • Ιεραρχία: τα συστήματα είναι συνήθως πολυεπίπεδα με ιεραρχικές σχέσεις μεταξύ των μελών και υποσυστημάτων τους.
  • Όρια: ανάλογα με τη διαπερατότητα των ορίων του συστήματος είναι περισσότερο ή λιγότερο κλειστό ή ανοιχτό σύστημα. Το όριο του συστήματος τοποθετείται αυθαίρετα από τον παρατηρητή.
  • Ομοιόσταση : η τάση του συστήματος να διατηρεί τη δυναμική του ισορροπία.
  • Μορφογένεση : η τάση του συστήματος για αλλαγή και εξέλιξη.
Μοντέρνες επιστημολογικές εξελίξεις
Κονστρουκτιβισμός

Είναι η επιστημολογική θεώρηση κατά την οποία η γνώση της πραγματικότητας απορρέει από την υποκειμενική αντίληψη και τη συνακόλουθη κατασκευή ή επινόηση του κόσμου και όχι από την αντικειμενική ύπαρξη του κόσμου.

Θεωρία της αυτοποίησης (Maturana & Varela

 Τα αυτοποιητικά συστήματα αυτοοργανώνονται. Επηρεάζονται από πληροφορίες του περιβάλλοντος μόνο υπό προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου προχωρούν μόνο σε αλλαγές που ταιριάζουν στη δομή του συστήματος. Tα αυτοποιητικά συστήματα δεν γίνεται να καθοδηγηθούν. Επομένως ο θεραπευτής δεν γίνεται να «αλλάξει» μια οικογένεια πάρα μόνο να γίνει ο καταλύτης των διεργασιών  της αλλαγής.

Μεταμοντέρνο και θεραπεία (Foucault, Lyotard, Derrida)

Η μοντέρνα έννοια της απόλυτης αλήθειας απορρίπτεται από τους μεταμοντέρνους που δέχονται όλες τις αφηγήσεις χωρίς επικρίσεις. Η πραγματικότητα για εκείνους δεν είναι παρά μια κοινωνική κατασκευή. Η έμφαση μετατοπίζεται από το πλαίσιο (Bateson) στο κείμενο (Derrida). Αποδίδεται ιδιαίτερη έμφαση στη γλώσσα και οι πραγματικότητες, οι θεωρίες, τα συστήματα ιδεών θεωρούνται κατά κάποιο τρόπο αφηγήσεις. Τα ανθρώπινα συστήματα είναι συστήματα γλώσσας και δημιουργίας νοήματος. Το νόημα δημιουργείται και βιώνεται στο διάλογο με τους άλλους και με τον εαυτό. Στις κοινωνικές κατασκευές ανήκει ο κυρίαρχος λόγος και οι σχέσεις εξουσίας που συνδέονται μ’ αυτόν. Τα προβλήματα δημιουργούνται μέσω της γλώσσας και άρα μπορούν να αποδομηθούν μέσω της γλώσσας. Οι θεραπευτές δεν κατέχουν μια γνώση που οφείλουν να μεταλαμπαδεύσουν στους θεραπεύομενους. Θεραπευόμενοι και θεραπευτές είναι διαλογικοί σύντροφοι που συμμετέχουν στη διαδικασία συζήτησης (Anderson & Goolishian, Lynn Hoffman).  Οι συνεργατικοί θεραπευτές θεωρούν τους ίδιους τους θεραπευόμενους ως τους πλέον ειδικούς για τη ζωή τους. Οι θεραπευτές είναι ειδικοί (και υπεύθυνοι) μόνο για τη διευκόλυνση μιας θεραπευτικής συζήτησης.

  • Αμφισβήτηση της αντικειμενικής γνώσης.
  • Υπάρχουν πολλαπλές όψεις της πραγματικότητας που είναι κοινωνικές κατασκευές- προκαταλήψεις των θεραπευτών.
  • Συν-κατασκευή της πραγματικότητας με την οικογένεια.
  • Στην κατασκευή της πραγματικότητας συμμετέχουν η προσωπική ιστορία, το φύλο, η τάξη, το πολιτισμικό υπόβαθρο κλπ (φεμινιστική προσέγγιση).
  • Απόδοση νέου νοήματος στα οικογενειακά γεγονότα ζωής.
Αφηγηματική θεραπεία

Οι αφηγηματικοί θεραπευτές:

  • Προσανατολίζονται στην επανεξέταση της κυρίαρχης ιστορίας από τους θεραπευόμενους με την αμφισβήτησή της ώστε να αναδυθούν οι εναλλακτικές ιστορίες. Αναζητούν τις εξαιρέσεις στην αφήγηση. Προσεγγίζουν τις ιστορίες των ανθρώπων μέσα από την πολιτική σκοπιά και ιδιαίτερα τις ιστορίες καταπίεσης που συνδέονται με ρατσισμό, σεξισμό, προκαταλήψεις για το φύλο, την τάξη, το σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ.
  • Εντοπίζουν τις εσωτερικευμένες αφηγήσεις που συνδέονται με τον κυρίαρχο λόγο της κοινωνίας και λειτουργούν καταπιεστικά στους θεραπευόμενους δημιουργώντας μια στάση ηττοπάθειας.
  • Θεωρούν ότι οι θεραπευόμενοι είναι οι πλέον ειδικοί για τις δικές τους ζωές και σχέσεις.
  • Προωθούν τον κοινωνικό ακτιβισμό.
  • Τοποθετούν το πρόβλημα έξω από το άτομο με τη μέθοδο της εξωτερίκευσης

 

Η μέθοδος της εξωτερίκευσης

  • Το πρόβλημα τοποθετείται έξω από το άτομο. Έτσι δημιουργείται χώρος για συζήτηση σχετικά με τη σχέση του ατόμου με το πρόβλημα, μειώνεται η ενοχή ενώ δεν καταργείται η υπευθυνότητα. Το πρόβλημα τοποθετείται έξω από την ταυτότητα του προσώπου.
  • Επιτρέπονται και επιδιώκονται οι πολλαπλές περιγραφές της ταυτότητας του προσώπου και των σχέσεων. Οι θεραπευόμενοι προσκαλούνται να προσδώσουν το δικό τους νόημα και άποψη – εξήγηση στα γεγονότα. Καθίστανται ορατές οι κοινωνικές πρακτικές που προωθούν, διατηρούν και τρέφουν το πρόβλημα. Εξετάζονται οι πολιτισμικές, κοινωνικοπολιτικές αφηγήσεις – ιστορίες που επιδρούν στους ανθρώπους που ζητούν βοήθεια. Επικροτείται η διαφορετικότητα και στόχος είναι να καταστούν ορατές οι πρακτικές διακρίσεων. Επιζητείται να αποκαλυφθεί ότι οι ικανότητες και οι γνώσεις είναι παρούσες στους θεραπευόμενους. Θεωρείται ότι οι άνθρωποι είναι οι πλέον ειδικοί για τις δικές τους ζωές και σχέσεις. Αποζητούνται εναλλακτικές περιγραφές και αφηγήσεις εκτός από την περιγραφή του προβλήματος. Επιδιώκεται η επανα-συγγραφή της ιστορίας του θεραπευόμενου που συχνά είναι κορεσμένη από προβλήματα.
Αναφορές

Δαμασκηνίδου, Κ. (2010) ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ για τους προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές του Ψυχολογικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Schlippe, A & Schweitzer, J. (2008) Εγχειρίδιο της Συστημικής Θεραπείας και Συμβουλευτικής University Studio Press.


Privacy Preference Center