Συνδέοντας τον εγκέφαλο με το υπόλοιπο σώμα: Η ανάπτυξη της πρώιμης παιδικής ηλικίας και η διά βίου υγεία είναι βαθιά αλληλένδετες
Η κλινική κατάθλιψη (επίσης γνωστή ως μείζονα καταθλιπτική διαταραχή ή MDD) είναι μία από τις πιο κοινές ψυχικές διαταραχές στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο. Στις ΗΠΑ, περισσότερο από το 7% όλων των ενηλίκων και το 13% των εφήβων βίωσαν τουλάχιστον ένα σημαντικό καταθλιπτικό επεισόδιο το 2017.
Τα άτομα με κατάθλιψη βιώνουν μια σειρά συμπτωμάτων που επηρεάζουν το πώς αισθάνονται, σκέφτονται και διαχειρίζονται τις καθημερινές εργασίες. Οι έρευνες δείχνουν ότι η κατάθλιψη προκαλείται από ένα συνδυασμό γενετικών, βιολογικών, περιβαλλοντικών και ψυχολογικών παραγόντων που αλληλεπιδρούν με διάφορους τρόπους.



Υπάρχουν εκτεταμένες ενδείξεις ότι η κλινική κατάθλιψη, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις και ο διαβήτης, συνδέεται με αυξημένη φλεγμονώδη ενεργοποίηση και αντίσταση στην ινσουλίνη. Αν και παραμένουν πολλά ερωτήματα σχετικά με το αν αυτή η σύνδεση αντικατοπτρίζει μια αιτία ή μια επίδραση, αυτές οι συνάφειες είναι καλά τεκμηριωμένες και υπογραμμίζουν τη σημασία της εκμάθησης περισσότερων για τις σχέσεις μεταξύ των αντιξοοτήτων της πρώιμης ζωής, της επίμονης φλεγμονής, της αντίστασης στην ινσουλίνη και των διαταραχών τόσο στην ψυχική όσο και στη σωματική υγεία καθ 'όλη τη διάρκεια των ενήλικων ετών.
National Scientific Council on the Developing Child (2020). Connecting the Brain to the Rest of the Body: Early Childhood Development and Lifelong Health Are Deeply Intertwined Working Paper No. 15. Retrieved from www.developingchild.harvard.edu.
Ακολουθούν τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα σχετικά με την κατάθλιψη:
● Οι ενήλικες που εμφάνισαν σοβαρό τραύμα στην παιδική ηλικία διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση της νόσου (υποδεικνύοντας ότι οι εμπειρίες είναι ένας σημαντικός παράγοντας).
● Εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε ορισμένες οικογένειες (υποδεικνύοντας ότι τα γονίδια παίζουν επίσης ρόλο).
● Είναι δύο φορές πιο συχνή στις γυναίκες από ό, τι στους άνδρες (αν και ο λόγος δεν είναι γνωστός, ορισμένες μελέτες σε ζώα έχουν διαπιστώσει διαφυλικές διαφορές στις συμπεριφορές των ενηλίκων μετά από τις πρώιμες αντιξοότητες της ζωής (Adverse Childhood Experiences), με επικράτηση καταθλιπτικών προτύπων στα θηλυκά, σε αντίθεση με πιο επιθετικές συμπεριφορές στα αρσενικά).
● Είναι πιο συχνή στους αστικούς πληθυσμούς από ό, τι στις αγροτικές περιοχές (υποδεικνύοντας ότι το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον μπορεί επίσης να συμβάλει).
● Τα οξέα επεισόδια αναφέρονται συχνότερα στους λευκούς σε αντίθεση με τα υψηλότερα ποσοστά χρόνιας κατάθλιψης σε κοινότητες εγχρώμων.
● Περίπου μία στις επτά εγκυμονούσες και παρόμοιο ποσοστό γυναικών σε λοχεία επηρεάζονται από διαταραχές της διάθεσης και του άγχους, ενώ το 40- 60 % των γυναικών χαμηλού εισοδήματος αναφέρουν επιλόχεια καταθλιπτικά συμπτώματα.
Η εφηβεία σήμερα (Gen Y)
Ένα βασικό διαμορφωτικό χαρακτηριστικό για την Gen Y είναι η πρόωρη και συχνή έκθεση στην τεχνολογία, η οποία έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα όσον αφορά τις γνωστικές, συναισθηματικές και κοινωνικές εκβάσεις (Immordino-Yang et al., 2012).
Για παράδειγμα οι έφηβοι σήμερα βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην τεχνολογία για να αλληλεπιδράσουν με άλλους, ή και να ρυθμίσουν τα συναισθήματα τους.
Η γενιά Y αναφέρεται συχνά ως η Peter Pan Generation επειδή τείνουν να καθυστερούν την είσοδό τους στην ενηλικίωση αναβάλλοντας την ανεξαρτητοποίηση από τους γονείς τους (Carroll et al., 2009).
H Gen Y χαρακτηρίζεται συχνά ως πιο σκεπτικιστική, με αμβλύ συναίσθημα και ανυπόμονη, σε σχέση με τους προκατόχους της – αναμφισβήτητα, λόγω της ωρίμανσης της σε ένα περιβάλλον διαφάνειας πληροφοριών και κυριαρχούμενο από τεχνολογίες που προσφέρουν άμεση ικανοποίηση
Οι έρευνες μεταξύ γενεών που διεξήχθησαν από τον Twenge (2007) δείχνουν ότι η Gen Y έχει μεγαλύτερη αίσθηση των δικαιωμάτων της και τάση να απορρίπτει τις κοινωνικές συμβάσεις, καθώς και μια αύξηση της τελειοθηρίας (Curan & Hill, 2017).
H Tελειοθηρία σχετίζεται θετικά με το άγχος και την κατάθλιψη
Λόγω της έκθεσής τους στην ταχέως μεταβαλλόμενη τεχνολογία, την προσιτή εκπαίδευση και τις οικογένειες υψηλής υποστήριξης, τα μέλη της Gen Y θεωρούνται πιο ανοιχτά στην αλλαγή, τεχνολογικά ενήμερα, καλύτερα εκπαιδευμένα, πιο ανεκτικά στην ποικιλομορφία και πιο αποτελεσματικά στο multitasking (NAS, 2006).
Ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους η Gen Y χρησιμοποιεί τα κοινωνικά μέσα είναι για να κοινωνικοποιηθεί και να βιώσει μια αίσθηση κοινότητας (Valkenburg et al., 2006).
Ως εκ τούτου, ένα θετικό αποτέλεσμα της χρήσης των κοινωνικών μέσων είναι η διαμόρφωση και διατήρηση του κοινωνικού κεφαλαίου (Berthon et al., 2011, Ellison et al., 2007, Valenzuela et al., 2009)
Τα κοινωνικά δίκτυα, όπως το Facebook, μπορούν να ενισχύσουν το κοινωνικό κεφάλαιο των νέων, διότι η ταυτότητά τους διαμορφώνεται από αυτό που μοιράζονται για τον εαυτό τους αλλά και με το τι μοιράζονται και συζητούν οι άλλοι γι ‘αυτούς (Christofides et al., 2009)
Άγχος και φόβος αποτυχίας στην εφηβεία
Εγκεφαλικές δομές υπεύθυνες για τη συναισθηματική ρύθμιση
H αμυγδαλή είναι μια ομάδα νευρώνων, σε σχήμα αμυγδάλου που βρίσκεται κοντά στο εγκεφαλικό στέλεχος και θεωρείται μέρος του «πρωτόγονου» εγκεφάλου που αναλαμβάνει τις ενστικτώδεις λειτουργίες. Σχετίζεται με τα συναισθήματα, και ειδικά με τον φόβο, και τις αντιδράσεις σε αυτά. Συνδέεται με αρκετά από τα υπόλοιπα μέρη του εγκεφάλου και σε αυτήν καταλήγουν πρώιμα και ανεπεξέργαστα ερεθίσματα των αισθήσεων με σκοπό την ταχεία αντίδραση. Παίζει πρωτεύοντα ρόλο στη μνήμη, στη λήψη αποφάσεων, και στις συναισθηματικές αντιδράσεις.
Ο ιππόκαμπος αποτελεί μία εγκεφαλική δομή που είναι μέρος του μεταιχμιακού συστήματος. Συμμετέχει στη μεταφορά πληροφοριών από τη βραχυπρόθεσμη μνήμη στη μακροπρόθεσμη και την πλοήγηση στο χώρο. Οι άνθρωποι με εκτεταμένες διμερείς βλάβες στον ιππόκαμπο εμφανίσουν αδυναμία να σχηματίζουν και να συγκρατούν νέες πληροφορίες.Βλάβη στον ιππόκαμπο δεν επηρεάζει ορισμένους τύπους μνήμης, όπως την ικανότητα μάθησης νέων δεξιοτήτων. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι οι εν λόγω ικανότητες εξαρτώνται από διαφορετικούς τύπους μνήμης (διαδικαστική μνήμη) και διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου.
Υπάρχει σχέση μεταξύ του μεγέθους του ιππόκαμπου και της μνήμης. Μείωση του όγκου του ιππόκαμπου είναι ένα από τα πρώτα διαγνωστικά χαρακτηριστικά της νόσου Αλτσχάιμερ . Μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2011 διαπίστωσε ότι η άσκηση της σχετικά χαμηλής έντασης που εξαρτάται κυρίως από την αερόβια διαδικασία παραγωγής ενέργειας μπορεί να αυξήσει το μέγεθος του ιππόκαμπου σε ενήλικες ηλικίας 55 έως 80, καθώς και να βελτιώσει τον προσανατολισμό τους στο χώρο.
Ο ιππόκαμπος περιέχει υψηλά επίπεδα γλυκοκορτικοειδών υποδοχέων που τον καθιστούν ευάλωτο σε μακροπρόθεσμο στρες. Υπό κανονικές συνθήκες ο ιππόκαμπος ρυθμίζει την παραγωγή της κορτιζόλης. Ωστόσο, η περίσσεια κορτιζόλης φθείρει τους νευρώνες του ιππόκαμπου. Σοβαρό και μακροχρόνιο μετατραυματικό στρες προκαλεί ατροφία του ιππόκαμπου. Αυτό βλάπτει το σχηματισμό και την ανάκτηση της μακροπρόθεσμης μνήμης.
Οι ψυχικές παθήσεις (κατάθλιψη, διαταραχή μετα-τραυματικού στρες, διπολική διαταραχή) προκαλούν τη συρρίκνωση του ιππόκαμπου. Με την αντικαταθλιπτική αγωγή το μέγεθος του ιππόκαμπου μπορεί να αυξηθεί κατά περισσότερο από 30%.
Η μείωση της νευρογένεσης στον ιππόκαμπο είναι ένα χαρακτηριστικό της άνοιας και της κατάθλιψης σε ενήλικες. Η απουσία θορύβου οδηγεί σε μια μακροπρόθεσμη αύξηση του ρυθμού δημιουργίας νέων νευρικών κυττάρων στον ιππόκαμπο.
Η αντίδραση πάλεψε ή πέταξε (fight or fly response)
- Όταν ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται μια κατάσταση ως απειλητική δίνει εντολή στο σώμα να βρίσκεται σε ετοιμότητα να δράσει η να απομακρυνθεί
- Οι αλλαγές που παρατηρούμε στο σώμα μας είναι αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας. Ταχυκαρδία, σύσπαση των μυών, ταχύπνοια, κρύα άκρα κλπ.
- Όταν η νευρική διέγερση είναι μεγάλη και δεν υπάρχει τρόπος να εκτονωθεί φτάνει μέχρι του σημείου της κατάρρευσης
Η κρίση πανικού
Αποτελεί την σωστή αντίδραση σε κάτι που λανθασμένα ο εγκέφαλος έχει εκλάβει ως απειλητικό.
Γνωστικά σχήματα
- Σημασία δεν έχουν τα γεγονότα άλλα η αναπαράστασή τους, το πως γίνονται αντιληπτά απ τους ανθρώπους
- Η αντίληψη των γεγονότων σχηματοποιείται στο γνωστικό μας σύστημα σε μοτίβα (patterns) σκέψεων, συμπεριφορών και συναισθημάτων (schemata)
- Αυτό εξηγεί γιατί οι άνθρωποι δεν αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο απέναντι στα γεγονότα
Aποφυγή
- Το άγχος αυξάνει εκθετικά μέχρι ενός σημείου. Κατόπιν σταθεροποιείται και αρχίζει η σταδιακή αποκλιμάκωση.
- Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους να αντέξουν τα υψηλά επίπεδα άγχους μέχρι την αποκλιμάκωση.
- Οπότε ευρισκόμενοι μπροστά σε καταστάσεις stress προτιμούμε την αποφυγή
Συμβουλευτική για γονείς και εκπαιδευτικούς
Το κλειδί είναι η επικοινωνία
- Για να μπορέσουμε να στηρίξουμε τα παιδιά μας θα πρέπει αρχικά να ελέγξουμε εμείς οι ίδιοι ως γονείς τις προσδοκίες μας, διερευνώντας τις πεποιθήσεις μας για τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του παιδιού μας
- Ρύθμιση των δικών μας θυμικών αντιδράσεων
- Κατανοήστε την ανάγκη του παιδιού για αποδοχή και βοηθήστε το στην έκφραση των συναισθημάτων του. Να νιώθει δηλαδή ότι το αγαπούν και το αποδέχονται
- Ένα περιβάλλον επικύρωσης των παιδιών είναι ένα περιβάλλον αγάπης, κατανόησης και αναγνώρισης του παιδιού ως αυτόνομης προσωπικότητας που έχει έγκυρες σκέψεις και συναισθήματα
- Όχι στην επικριτική στάση. Οι αρνητικές μας προσδοκίες γίνονται ο δρόμος που στρώνουμε –άθελα – μας να βαδίσουν τα παιδιά μας
- Τα παιδιά μας είναι ατελή όπως εξάλλου είμαστε κι εμείς. Έχουν δικαίωμα στο λάθος και την αποτυχία
Ενεργητική ακρόαση
Προσοχή :
- Κοιτώ απευθείας τον συνομιλητή μου (διατηρώ βλεματική επαφή)
- Αφήνω στην άκρη σκέψεις που μου αποσπούν την προσοχή
- Δεν προετοιμάζω την απάντηση όσο μιλάει ο συνομιλητής μου
- Δεν αφήνω περιβαλλοντικούς παράγοντες να αποσπάσουν την προσοχή μου
- Παρατηρώ τα εξωλεκτικά σημεία της επικοινωνίας
Ακοή :
- Χρησιμοποίησε την εξωλεκτική επικοινωνία (εκφράσεις προσώπου, στάση σώματος, επιφωνήματα) για να δείξεις στον συνομιλητή ότι ακούς
- Ενθάρρυνε τον συνομιλητή σου να συνεχίσει με ένα χαμόγελο ή ένα Χμ
- Δώσε ανατροφοδότηση (feedback). Προέρχεται από τη συστημική θεωρία και σημαίνει την πληροφορία που επιστρέφουμε στον συνομιλητή σε σχέση με τις σκέψεις και τα συναισθήματα που μας δημιουργεί η συμπεριφορά και οι στάσεις του. Για να είναι αποτελεσματική η ανατροφοδότηση πρέπει να είναι συγκεκριμένη, να δίνεται στο κατάλληλο χρονικό σημείο, να είναι ξεκάθαρη και αξιόπιστη και φυσικά να έχει στόχο να βοηθήσει τον άλλο
- Απέφυγε την κριτική και το αντεπιχείρημα, μην διακόπτεις τον συνομιλητή
- Δώσε τις απαντήσεις με σεβασμό
Αντανάκλαση
Επανάληψη των όσων έχει πει ο συνομιλητής ώστε να διευκρινιστούν απορίες ή παρερμηνείες
Αντανάκλαση συναισθημάτων
- «Θα πρέπει να ήταν πολύ αγχωτικό αυτό που μου σου συνέβη..»
- Μην μαντεύετε τα συναισθήματα των παιδιών σας! Πολύ περισσότερο μην τους λέτε τι –υποθέτετε- ότι αισθάνονται
- Ρωτήστε τα πως αισθάνονται. Χρησιμοποιήστε ανοιχτές ερωτήσεις…
- Αποφύγετε να συγκρίνετε τα παιδιά σας με άλλα παιδιά ή με την δική σας παιδική ηλικία
Συμβουλές για τους εφήβους
- Το άγχος είναι προσωπικό βίωμα (το ίδιο είναι και οι εξετάσεις)
- Καλή οργάνωση του χρόνου και των υποχρεώσεων
- Κοντινοί, εφικτοί και ρεαλιστικοί στόχοι (σταδιακή προσέγγιση)
- Το reboot του εγκεφάλου είναι η κίνηση (περίπατος- άθληση- δραστηριότητες)
- Καλή διατροφή –ξεκούραση- ψυχαγωγία
- Σχέσεις με νόημα – αυθεντική επικοινωνία- έκφραση συναισθημάτων
Συμβουλές για τους γονείς
- Το άγχος είναι προσωπικό βίωμα (το ίδιο είναι και οι εξετάσεις)
- Υποστηρικτική μη κριτική στάση –αποδοχή – ενθάρρυνση
- Επικοινωνία με ελεύθερη έκφραση των συναισθημάτων
- Εξασφάλιση συνθηκών ηρεμίας (προτυποποίηση της συμπεριφοράς)
- Ρύθμιση των προσδοκιών (μας)
- Προσοχή για σημεία υπερβολικού άγχους – κατάθλιψης
Συμβουλές για τους εκπαιδευτικούς
- Υποστηρικτική μη κριτική στάση –αποδοχή – ενθάρρυνση
- Επικοινωνία με ελεύθερη έκφραση των συναισθημάτων
- Προσοχή για σημεία υπερβολικού άγχους – κατάθλιψης
- Καλή συνεργασία με τις οικογένειες
Εφηβεία και εξαρτήσεις
Από την αυγή της ιστορίας του ο άνθρωπος πειραματίστηκε δοκιμάζοντας και χρησιμοποιώντας ουσίες που μεταβάλλουν την ψυχοσυναισθηματική και συνειδησιακή του κατάσταση. Από ιστορική άποψη, η χρήση αυτών των ουσιών είχε χαρακτήρα θεραπευτικό και θρησκευτικό, κυρίως επειδή οι μεθυστικές και ευφραντικές ιδιότητές τους αλλά και η σπανιότητά τους δεν επέτρεπαν την ευρεία χρήση τους. Σε οργανωμένες ομαδικές διαδικασίες, οι οποίες για θρησκευτικούς και σπανιότερα για θεραπευτικούς λόγους προσελάμβαναν τελετουργικό χαρακτήρα, η χρήση ψυχοδραστικών ουσιών ήταν προϋπόθεση της ομαλής εκδίπλωσης και της τελικής έκβασης της τελετής. Οι πιο περιθωριακές βοτανομαγικές τελετές είχαν και αυτές ομαδικό χαρακτήρα, αλλά πολύ κλειστό, πολύ αυστηρά οργανωμένο.
Με λίγα λόγια, η χρήση ψυχοδραστικών ουσιών βρισκόταν κάτω από ισχυρό κοινωνικό έλεγχο και σχεδόν πάντοτε είχε ομαδικό και επίσημο χαρακτήρα. Το οινόπνευμα έπαιζε σημαντικό ρόλο στις κοινωνικές συναθροίσεις και σε ορισμένες από αυτές (γάμο, γέννηση, θρησκευτικά γεγονότα, θάνατος) αποκτούσε και συμβολικό χαρακτήρα. Η σύνδεση του με την κουλτούρα, με θρησκευτικές τελετουργίες και γιορτές, το γεγονός ότι αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της καθημερινής κοινωνικής ζωής και συμβάλλει στη χαλάρωση και στη δημιουργία ευχάριστης ατμόσφαιρας, το καθιστά προσιτό για ευρύτατη χρήση, εδώ και χιλιετίες (Αγγελόπουλος, 2009). Από την άλλη μεριά η χρήση (και η απαγόρευση) αυτών των ουσιών ήταν- και σε μεγάλο βαθμό παραμένει- αποτέλεσμα πολιτισμικών και θρησκευτικών παραγόντων (για παράδειγμα η απαγόρευση του αλκοόλ στον μουσουλμανικό κόσμο και η κατά τόπους «επιτρεπτή» χρήση όποιου και κάνναβης)
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι ψυχοδραστικές ουσίες βλάπτουν τη φυσική και την ψυχική υγεία και είναι βέβαιο ότι η λήψη τους οδηγεί σε εθισμό και εξάρτηση. Η υπεύθυνη συμπεριφορά, οι ικανότητες και η θέληση βλάπτονται σε μεγάλο βαθμό από τη χρήση τέτοιων ουσιών και σταδιακά εγκαθίσταται μια κατάσταση με χαρακτηριστικά τη στοιχεία την αδράνεια, την απάθεια, την αυτοεγκατάλειψη και την απώλεια ενδιαφέροντος για την επίτευξη στόχων. Το άτομο γίνεται αμυντικό, βίαιο ή παθητικό, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να συμμετάσχει σε οικογενειακές, επαγγελματικές και κοινωνικές δραστηριότητες, η απόδοση στην εργασία ή η επίδοση στο σχολείο μειώνονται δραματικά (Αγγελόπουλος, 2009, σ. 588-589).
Οι διαταραχές που συνδέονται με τη χρήση ουσιών προκαλούν έκπτωση σε πολλές πτυχές της λειτουργικότητας και αποτελούν διαδεδομένο πρόβλημα, δημόσιας υγείας. Το 37% του πληθυσμού των ΗΠΑ έχουν λάβει μία απαγορευμένη ουσία τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών με διαταραχές χρήσης ουσιών εμφανίζουν συννοσηρή ψυχιατρική πάθηση. Τα σύνδρομα που προκαλούν οι ουσίες μπορούν να μιμηθούν όλες τις ψυχιατρικές διαταραχές, των οποίων τις μείζονες διαταραχές της διάθεσης, τις ψυχωτικές και αγχώδεις διαταραχές. Η κατάχρηση ουσιών συχνά συνδέεται με διαταραχές προσωπικότητας (π.χ. αντικοινωνική, μεθοριακή και ναρκισσιστική).
Οι καταθλιπτικοί, οι αγχώδεις και οι ψυχωτικοί ασθενείς μπορεί να λαμβάνουν ως αυτό-θεραπεία συνταγογραφούμενες ή μη συνταγογραφούμενες ουσίες. Κατά την εκτίμηση της κατάθλιψης, του άγχους και των ψυχώσεων θα πρέπει πάντα να ελέγχεται τυχόν χρήση ουσιών. Όταν μια ψυχιατρική διαταραχή δεν ανταποκρίνεται στη συνήθη αγωγή, συχνά συνυπάρχει χρήση ουσιών. Η κατάχρηση ουσιών είναι συχνά δύσκολο να ανιχνευθεί, να εκτιμηθεί και να κατηγοριοποιηθεί. Οι ασθενείς που κάνουν κατάχρηση ουσιών σχεδόν πάντοτε υποεκτιμούν την ποσότητα της ουσίας που λαμβάνουν, ενώ συχνά καταφεύγουν στο μηχανισμό της άρνησης, είναι συχνά χειριστικοί και φοβούνται τις συνέπειες (κοινωνικές και νομικές) της αποδοχής του προβλήματος τους (Kaplan and Sadock, 2000).
Χαρακτηριστικά του εθισμού
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά του εθισμού στις ουσίες περιλαμβάνουν:
Ανοχή (tolerance) σε ένα φάρμακο είναι η ελάττωση της αρχικής φαρμακολογικής ενέργειας μετά από παρατεταμένη λήψη του. Για να δράσει κατά τον ίδιο τρόπο, απαιτείται αύξηση της δοσολογίας του. Η ανοχή είναι συνδεδεμένη στενά με το φαινόμενο της σωματικής εξάρτησης προς το οποίο εξελίσσεται.
Η εξάρτηση είναι κατάσταση παροδικής, περιοδικής ή παρατεταμένης στον χρόνο τοξίκωσης, αποτέλεσμα επανειλημμένης λήψης της ουσίας. Χαρακτηρίζεται από έντονη επιθυμία ή ανάγκη (που βιώνεται ως καταναγκασμός) συνέχισης της λήψης της ουσίας, επιδίωξη απόκτησης της με κάθε τρόπο, προσανατολισμό όλης της συμπεριφοράς προς τρόπους αναζήτησής της, εμφάνιση ψυχικών ή και σωματικών συμπτωμάτων όταν η στέρηση της ουσίας διαρκεί περισσότερο από κάποιο χρονικό διάστημα. Η εξάρτηση μπορεί να αφορά σε μία ουσία ή σε ομάδα ουσιών.
Η ύπαρξη ψυχοπαθολογίας συμβάλλει στη ροπή για χρήση ουσιών και για εξάρτηση από αυτές, αλλά και η ίδια η χρήση ουσιών αυξάνει κατά πολύ την πιθανότητα ανάπτυξης ψυχιατρικής συμπτωματολογίας (Friedman et al 1987). Η εξάρτηση διακρίνεται στη σωματική και στην ψυχική. Σωματική εξάρτηση εμφανίζεται όταν το άτομο έχει αναπτύξει ανοχή σε ουσία που ελήφθη επανειλημμένως και εκδηλώνεται με σωματικά συμπτώματα ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα όταν αυτή εξέρχεται του οργανισμού. Ψυχική εξάρτηση είναι η λαχτάρα απόκτησης (craving) ή ο καταναγκασμός που οδηγεί το άτομο στην αναζήτηση και λήψη της ουσίας, ώστε να προκληθεί μια ευχάριστη κατάσταση ή να εμποδιστεί η εμφάνιση μιας δυσάρεστης. Έχει προταθεί και ο όρος κοινωνική εξάρτηση, η οποία διακρίνεται από τη σωματική και την ψυχική κατά το ότι στη δραστηριότητα της λήψης ουσιών περιλαμβάνεται και η εμπλοκή σε δίκτυα άλλων χρηστών μαζί με το στυλ της ζωής που τα επενδύει, τα οποία είναι δυνατόν καθαυτά να προκαλέσουν εξάρτηση ανεξαρτήτως των συγκεκριμένων ουσιών.
Η κατάσταση στέρησης περιλαμβάνει σωματικά ή/και ψυχικά συμπτώματα, που ποικίλλουν ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη ουσία. Το σύνολο των σωματικών συμπτωμάτων διά των οποίων εκδηλώνεται αποτελεί το σύνδρομο στέρησης (Αγγελόπουλος, 2009, σ. 601).
Κριτήρια εθισμού
Ο Griffiths (2000) προσδιόρισε τα κριτήρια που είναι απαραίτητα για το χαρακτηρισμό μιας συμπεριφοράς ως εθιστικής:
Η προβολή εμφανίζεται όταν ένας εθιστικός παράγοντας καθίσταται η σημαντικότερη δραστηριότητα στη ζωή ενός ανθρώπου, προκαλώντας του μια ανησυχία σχετικά με τη δραστηριότητα.
Η τροποποίηση της διάθεσης αναφέρεται στην ευφορία και στον ενθουσιασμό που προκαλείται από την έκλυση ντοπαμίνης κατά την ενασχόληση με τον εθιστικό παράγοντα.
Η ανοχή είναι η κατάσταση κατά την οποία απαιτείται αυξημένη χρήση της ουσίας προκειμένου το άτομο να επιτύχει την αλλαγή της διάθεσής του.
H απόσυρση είναι το δυσάρεστο συναίσθημα που προκαλείται όταν διακόπτεται ή μειώνεται η χρήση της ουσίας
Η σύγκρουση είναι ένα κοινό συναίσθημα που συνδέεται με τους εθισμούς η οποία συνοδεύεται από καταθλιπτική διάθεση και ενοχή μετά από την χρήση.
Το κριτήριο της προόδου, σύμφωνα με το οποίο ένα άτομο ξεκινά από ηπιότερους εθιστικούς παράγοντες και καταλήγει σε ισχυρότερους.
Το κριτήριο της άρνησης, σύμφωνα με το οποίο η άρνηση ενός προβλήματος αποτελεί ένα μηχανισμό άμυνας για τη διατήρηση του αυτοελέγχου και τη σταθερότητα του ατόμου, παρά το γεγονός ότι αντικειμενικά το πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται. Οι συνέπειες και η συνεχής χρήση παρά τις συνέπειες αντιπροσωπεύουν ένα τελικό κριτήριο εθισμού.
Οι Παράγοντες πυροδότησης είναι αντικείμενα ή καταστάσεις του παρελθόντος που πυροδοτούν εθιστικές συμπεριφορές (triggers). Οι παράγοντες πυροδότησης μπορεί να είναι άνθρωποι, μέρη, δραστηριότητες ή φαγητά. Ένα μπαρ για παράδειγμα πυροδοτεί την χρήση αλκοόλ, το ίδιο μια τράπουλα την χαρτοπαιξία. Παράγοντες πυροδότησης μπορεί ακόμη να είναι:
Οι αρνητικές σκέψεις και τα αρνητικά συναισθήματα καθώς και άσχημες συνθήκες ζωής (προβλήματα στο γάμο-ανεργία-οικονομικά προβλήματα).
Υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ χαμηλής αυτοεκτίμησης και εθισμών (Fanning & O’Neill, 1996).
Ο Peele (1991) εξήγησε την ψυχολογική σύνδεση με τον εθισμό, ως κάτι που «σας δίνει συναισθηματική και αισθησιακή ευχαρίστηση που δεν είστε σε θέση να πάρετε με άλλους τρόπους». Μπορεί να εμποδίσει την αίσθηση του πόνου, την αβεβαιότητα, ή την δυσφορία. Μπορεί να δημιουργήσει διασπαστικές αισθήσεις που εστιάζουν και απορροφούν την προσοχή. Μπορεί να επιτρέψει σε ένα πρόσωπο να ξεχνά ή να αισθάνεται «εντάξει» για κάποια ανυπέρβλητα προβλήματα. Μπορεί να παρέχει μια τεχνητή, προσωρινή αίσθηση ασφάλειας ή ηρεμίας, αυτοεκτίμησης ή επίτευξης, εξουσίας και ελέγχου, οικειότητας και αίσθησης του ανήκειν. Τα κυρίαρχα συναισθήματα σε μια τέτοια κατάσταση είναι:
- Η Έξαψη
- Η Χαρά
- Η Ευφορία
Τα παραπάνω θετικά συναισθήματα λειτουργούν ως ενισχυτές (reinforces) της εθιστικής συμπεριφοράς και όσο μια συμπεριφορά ανταμείβεται τόσο πιο πιθανό είναι να επαναληφθεί.
Ένα κοινό γνωστικό σχήμα των εξαρτημένων ατόμων είναι η ανησυχία και ο καταστροφολογικός τρόπος σκέψης. Η Young (1996) θεωρεί ότι η καταστροφολογία είναι ένας γνωστικός μηχανισμός άμυνας ώστε το άτομο να αποφεύγει πραγματικά ή προσλαμβανόμενα προβλήματα (πχ αν ζητήσω μια αύξηση για την εξαιρετική απόδοση που έχω στη δουλεία μου θα προκαλέσω την οργή του αφεντικού και θα απολυθώ). Οι δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοαξία (συστατικά μεταξύ άλλων της κατάθλιψης) λειτουργούν ως παράγοντες πυροδότησης του εθισμού. Η θεωρία της Υoung (1997) προβλέπει πως οι άνθρωποι με ψυχολογικές διαταραχές είναι πιθανά οι πλέον ευάλωτοι στις εθιστικές συμπεριφορές, ακριβώς για να ανταπεξέλθουν στις συναισθηματικές τους δυσκολίες. Ένα άτομο είναι επιρρεπές σε κάποιο εθισμό όταν:
- Αισθάνεται μειωμένη ικανοποίηση από τη ζωή του.
- Απουσιάζει η οικειότητα και οι στενοί δεσμοί με άλλους ανθρώπους.
- Εμφανίζει μειωμένη αυτοπεποίθηση.
- Έχει χάσει την ελπίδα του (Peele, 1991).
Με αυτό τον τρόπο, τα άτομα που δεν είναι ικανοποιημένα ή είναι δυσαρεστημένα από ένα συγκεκριμένο τομέα ή πολλαπλούς τομείς της ζωής τους έχουν αυξημένη πιθανότητα να αναπτύξουν εθισμό επειδή δεν αντιλαμβάνονται ένας διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων. Για παράδειγμα, αντί να κάνουν θετικές επιλογές αναζητώντας την εκπλήρωση, οι αλκοολικοί συνήθως αναζητούν το ποτό που εξασθενίζει τον πόνο, αποφεύγει το πρόβλημα και τους κρατά σε ένα status quo. Ωστόσο, καθώς καθίστανται νηφάλιοι συνειδητοποιούν ότι οι δυσκολίες τους δεν έχουν αλλάξει, τίποτα δεν έχει μεταβληθεί με την κατανάλωση αλκοόλ, αλλά φαίνεται πιο εύκολο να πίνουν από το να αντιμετωπίζουν προβλήματα (Young, 2009).
Αιτιοπαθογένεια της χρήσης
Σύμφωνα με τον Λιάππα (1992) οποιαδήποτε προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου της ουσιοεξάρτησης πρέπει να είναι πολυπαραγοντική και να συμπεριλαμβάνει δεδομένα από ποικίλους τομείς. Έχουν αναπτυχθεί διάφορες θεωρίες για να εξηγήσουν το φαινόμενο του εθισμού , καμία δεν έχει κατορθώσει να εξηγήσει πλήρως την πολυπλοκότητα και τις αλληλεπιδράσεις των στοιχείων που συντελούν στη διαμόρφωση του. Παρακάτω αναφέρονται οι σημαντικότεροι παράγοντες της αιτιοπαθογένειας του εθισμού.
Η ντοπαμινεργική θεωρία της εξάρτησης βασίζεται σε ενδείξεις από τη δραστηριότητα του ντοπαμινεργικού συστήματος. Η ντοπαμίνη είναι νευρομεταβιβαστής που συνδέεται με τη δημιουργία ευχάριστων συναισθημάτων και συμμετέχει σε διαδικασίες μάθησης και μνήμης. Κάθε ευφοριογόνο ερέθισμα αυξάνει τον ρυθμό λειτουργίας των ντοπαμινεργικών νευρώνων αυτού του συστήματος, το οποίο δραστηριοποιείται κάθε φορά που το αποτέλεσμα μιας ενέργειας είναι καλύτερο από το αναμενόμενο, ενώ αναστέλλεται όταν το αποτέλεσμα είναι χειρότερο από το προσδοκώμενο, ενεργοποιείται από παράγοντες όπως π.χ. η προσδοκία ικανοποίησης (επιτυχία επίλυσης προβλήματος, συνάντηση με προσφιλές πρόσωπο κ.λπ.), αλλά και από πολλές εξαρτησιογόνες ουσίες. Τα ερεθίσματα που προκαλούν αύξηση της ντοπαμίνης κάνουν το σύστημα ανταμοιβής να ωθεί τον οργανισμό σε αναζήτηση ευφοριογόνων ερεθισμάτων. (Αγγελόπουλος, 2009, σ. 605).
Υπάρχουν ενδείξεις ότι τα εξαρτημένα από ουσίες άτομα δεν τις διαλέγουν στην τύχη, αλλά επειδή αυτές οι ουσίες τούς ανακουφίζουν από συγκεκριμένες επώδυνες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Σύμφωνα με την υπόθεση της αυτοφαρμακοθεραπείας (Khantzian 1985), όπως αναφέρει ο Αγγελόπουλος (2009), οι τοξικομανείς είναι προδιατεθειμένοι στην εξάρτηση επειδή υποφέρουν από επώδυνες συναισθηματικές καταστάσεις. Η επιλογή της ουσίας είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης μεταξύ της ψυχοφαρμακολογικής δράσης της ουσίας και των κυριαρχικών επώδυνων συναισθημάτων με τα οποία ο χρήστης παλεύει. Οι χρήστες οπιοειδών τα χρειάζονται επειδή καταστέλλουν τα αποδιοργανωτικά και απειλητικά συναισθήματα της οργής και της επιθετικότητας. Οι χρήστες κοκαΐνης την επιλέγουν για την ικανότητά της να ανακουφίζει τη δυσφορία που συνδέεται με την κατάθλιψη και να αμβλύνει τη δυσκολία των διαπροσωπικών συναλλαγών (οπ,σ.605).
Ο Μαρσέλος (1989) χαρακτηρίζει το φαινόμενο της τοξικομανίας ως «φαρμακευτική φυγή», ως απουσία προσωρινή (ύπνος) ή μόνιμη (θάνατος) μέσα από μια σειρά ριψοκίνδυνων συμπεριφορών. Η χρήση ναρκωτικών δημιουργεί αφενός τις συνθήκες της απουσίας και αφετέρου τις προϋποθέσεις για τη μετάπτωσή της από προσωρινή σε μόνιμη με τρόπο ανώδυνο και ανεπαίσθητο μέσα στον ονειρικό χώρο της ίδιας της απουσίας.
Νεαροί χρήστες είναι συνήθως συναισθηματικός ανώριμα, ασταθή και ανεπαρκή άτομα και κρατούν μια επικριτική στάση απέναντι στους άλλους και κυρίως σε ό,τι έχει σχέση με τους θεσμούς και την εξουσία. Ίσως αποτυγχάνουν στην επίτευξη των στόχων τους ή ίσως έχουν πολύ χαμηλές φιλοδοξίες. Πολλοί δεν μπορούν να αποφασίσουν τι θα κάνουν στη ζωή τους. Έχουν κακές επιδόσεις στο σχολείο με πολλές απουσίες. Τι οδηγεί αυτούς τους νέους σε επικίνδυνες συμπεριφορές; Η σύγκρουση με τον πατέρα, και ό,τι αυτός συμβολίζει, είναι παγκόσμιο και διαχρονικό φαινόμενο και πυροδοτεί πάντοτε τις δυνάμεις της αντιεξουσίας. Ορισμένες ριψοκίνδυνες συμπεριφορές των νεαρών ατόμων επαναλαμβάνονται σε όλες τις χώρες και σε όλες τις εποχές, δηλαδή έχουν και αυτές οικουμενικό και διαχρονικό χαρακτήρα (Αγγελόπουλος, 2009, σ. 606).
Το οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για πειραματισμό με απαγορευμένες ουσίες. Το μεγαλύτερο ποσοστό των χρηστών ουσιών προέρχεται από διαταραγμένες οικογένειες. Χωρισμός των γονέων, γονέϊκή υπεραυταρχικότητα, εργασιακή απασχόληση και των δύο γονέων είναι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη συμπεριφορών που οδηγούν στα ναρκωτικά. Τα κύρια χαρακτηριστικά της οικογένειας του τοξικομανούς (Μάτσα 1997) είναι: μικρότερη συνοχή και μεγαλύτερη σύγκρουση μεταξύ των μελών, λιγότερα ενδιαφέροντα, μικρότερη συμμετοχή σε πολιτιστικές και πνευματικές δραστηριότητες, μεγαλύτερος αριθμός στρεσογόνων καταστάσεων και θανάτων, συχνότερες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Η ιεραρχία μέσα στην οικογένεια έχει ανατραπεί. Οι γονείς αρνούνται επί χρόνια, παρά τις σχετικές ενδείξεις, να δεχθούν την τοξικομανία του παιδιού τους (οικογενειακή τύφλωση). Στο σπίτι, η επικοινωνία μεταξύ των μελών, κυρίως μεταξύ των γονέων, μπορεί να έχει πλήρως καταρρεύσει. Συχνά υπάρχει ιστορικό ψυχικής νόσου ή διαταραχής της προσωπικότητας μέλους ή μελών στην οικογένεια του τοξικομανούς (οπ, σ.607).
Η κρίση ταυτότητας
Ο Erik Erikson ως ψυχαναλυτής και μαθητής του Freud επηρεάστηκε από τη θεωρία του. Υιοθέτησε τη σημασία που απέδιδε ο Freud στη νηπιακή ηλικία καθώς και την ύπαρξη των τριών βασικών στοιχείων της ψυχικής δομής (Εγώ, Υπερεγώ και Εκείνο) και την ύπαρξη ασυνείδητων ενορμήσεων. Συμφωνούσε με τον Freud και ως προς τη σημαντικότητα της επίδρασης του φύλου στη διεργασία συγκρότησης ταυτότητας. Ωστόσο, σε αντίθεση με την ψυχαναλυπκή θεωρία, έθεσε την επίδραση της κοινωνίας ως βασικό στοιχείο στη θεωρία του. Κάθε αναπτυξιακό στάδιο παρέχει νέες δυνατότητες στο παιδί να βιώσει τον κόσμο και τις συναλλαγές του με αυτόν. Αυτές οι δυνατότητες διαμορφώνονται από τα πρόσωπα του περιβάλλοντος του, τα οποία διαμορφώνονται με τη σειρά τους από τον πολιτισμό και τους κοινωνικούς θεσμούς. Η σωματική ωρίμανση ορίζει το χρονοδιάγραμμα που κάθε στοιχείο προσωπικότητας ωριμάζει, αλλά ο πολιτισμός παρέχει τα ερμηνευτικά μοντέλα και τη μορφή των καταστάσεων μέσα στα οποία αυτά θα ωριμάσουν (Κόρπα, 2011).
Ο Erikson υποστήριζε ότι το κύριο θέμα της ζωής είναι η αναζήτηση ταυτότητας. Η διαδικασία διαφοροποίησης και διαμόρφωσης της ταυτότητας είναι διαρκής. Ενδεικτικό είναι ότι τα στάδια που ορίζει δεν σταματούν στην ενηλικίωση αλλά προχωρούν μέχρι την τρίτη ηλικία. Στη διαδρομή αυτή κάθε στάδιο τοποθετεί ένα ακόμα ακρογωνιαίο λίθο στο οικοδόμημα της ενήλικης προσωπικότητας.Ο Erikson πίστευε ότι καθώς μπαίνουν οι νέοι στην ενήλικη ζωή, πρέπει να εναρμονίσουν τις ενορμήσεις τους με τις επιταγές της κοινωνίας σε αυτό που αποκαλεί ταυτότητα, ώστε να βρίσκεται σε ισορροπία με τους ανθρώπους γύρω τους αλλά και με τον εαυτό τους. Για να σχηματίσει ταυτότητα ο ενήλικας ανακεφαλαιώνει όλες τις προηγούμενες αναπτυξιακές κρίσεις, έτσι ο έφηβος ανακτά ανθρώπους τους οποίους να αισθάνεται ως αξιόπιστους και αξιοθαύμαστους φίλους (Στάδιο Εμπιστοσύνης), επιλέγει μόνος του τι θα κάνει και δεν υπακούει στους γονείς του (Στάδιο Αυτονομίας), κάνει μεγαλεπήβολα όνειρα τα οποία προσπαθεί να υλοποιήσει χωρίς να συμβιβάζεται (Στάδιο Πρωτοβουλίας) και παίρνει την ευθύνη για την ποιότητα του έργου του (Στάδιο Εργατικότητας). Όλα τα παραπάνω στάδια ενώνονται για δομηθεί η αίσθηση του ενήλικου εαυτού. Υιοθέτησε τη θέση του Piaget ότι ο έφηβος εξετάζει πώς κρίνει τους άλλους, πώς τον κρίνουν οι άλλοι, πώς κρίνει τον τρόπο που τον κρίνουν οι άλλοι και πόσο λαμβάνει υπόψη τους κοινωνικούς χαρακτηρισμούς του πολιτισμού. Ζώντας σε τέτοια σύγχυση οι έφηβοι, κατά τον Erikson, την αποδίδουν στους άλλους με αποτέλεσμα να γίνονται αντικοινωνικοί ή και αυτοκαταστροφικοί (Κόρπα, 2011).
Οι θεωρητικοί της ανθρώπινης ανάπτυξης χαρακτήρισαν τη σχηματοποίηση της ταυτότητας, ως το κύριο έργο της εφηβείας, τουλάχιστον όσων αφορά τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες (Erikson, 1968). Κατά την περίοδο αυτή της ζωής τους, τα άτομα αρχίζουν να επανεξετάσουν τις αντιλήψεις για τον εαυτό, καθώς γίνονται όλο και περισσότερο ενήμεροι της ευρύτερης κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών αξιών, των κανόνων καθώς και των προσδοκιών. Οι ψυχολόγοι έχουν αναδείξει τη διαδικασία της εξερεύνησης (exploration ) ως το βασικό μηχανισμό διαμέσω του οποίου οι έφηβοι μπορούν να πειραματιστούν σε διαφορετικές ταυτότητες και να αξιολογήσουν τον τρόπο με τον οποίο γίνονται αντιληπτές από την κοινωνία (Moshman, 2005 ; Schwartz, 2001), όπως αναφέρεται από τον Carrie (2009).
Ο Santrock (2005) περιγράφει το συγκεκριμένο αναπτυξιακό στάδιο ως την εποχή που τα άτομα προσπαθούν να ανακαλύψουν « ποιοι είναι, τι είναι όλα αυτά, και πού πηγαίνουν στη ζωή». Ο Marcia (1980)[7] από την άλλη, αναφέρεται στην κρίση ταυτότητας, δεδομένου ότι αυτή η ηλικία, είναι η ηλικία της επιλογής και της αναζήτησης των εναλλακτικών λύσεων για ένα άτομο.
Σε αυτό το πλαίσιο της κρίσης ο έφηβος θα στραφεί στο κοινωνικό του δίκτυο για να αναζητήσει ασφάλεια και καθοδήγηση. Από την διαθεσιμότητα των σημαντικών άλλων προσδοκά να βρει τον καθρέφτη πάνω στον οποίο θα προβάρει την καινούργια του ταυτότητα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η εφηβική ηλικία είναι η εποχή που (σύμφωνα με την ψυχαναλυτική άποψη τουλάχιστον) εκκρεμή ζητήματα, τραύματα και συγκρούσεις της παιδικής ηλικίας, καταπιεσμένες ορμές και συμπλέγματα επανακάμπτουν δριμύτερα ελπίζοντας σε μια νέα διευθέτηση. Όλα τα σημαντικά ζητήματα του εφήβου (σχέσεις με τους γονείς, ερωτικές σχέσεις, σχέδια για το αύριο, φιλίες, ακαδημαϊκές επιδόσεις κλπ) επανερμηνεύονται και αναλύονται υπό το πρίσμα πλέον των έντονων εσωτερικών αλλά και εξωτερικών (κοινωνικών-συμμορφωτικών) πιέσεων. Ο έφηβος διευθετεί (προσωρινά τουλάχιστο) τις εκκρεμότητες της παιδικότητας για να αναλάβει τις ευθύνες της ενηλικίωσης. Και κάτι τέτοιο αποτελεί μια τεράστια αλλαγή η οποία δεν ορίζεται μόνο βιολογικά, αλλά πρωτίστως κοινωνικά, ψυχολογικά και συναισθηματικά.
Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί αλλά ορισμένες φορές ακόμη και οι ειδικοί τονίζουν μονομερώς τα κόστη που πληρώνει ο χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Είναι φυσικά πολύ σημαντική η αναγνώριση της καταστροφικής επίδρασης των ναρκωτικών στη ζωή των εφήβων. Αλλά δεν είναι η μόνη σημαντική παράμετρος. Ο εξαρτημένος έφηβος έχει σημαντικά οφέλη από την χρήση. Η ανακούφιση από τα άγχη, η συντροφικότητα και η αίσθηση του ανήκειν, η τιμωρία σε γονείς και ευρύτερα συστήματα εξουσίας, η ηδονή και η ευχαρίστηση του «ταξιδιού», αποδεικνύονται ισχυροί παράγοντες διατήρησης που κρατούν τον χρήστη δέσμιο και αποτρέπουν την αλλαγή. Η αναγνώριση όμως του οφέλους της χρήσης (κάτι το οποίο δεν είναι πάντοτε συνειδητό) αποδεικνύεται πολύτιμη γιατί αναδεικνύει το μέγεθος της αμφισημίας, αλλά και γιατί ερμηνεύει την δυσκολία της αλλαγής.
Ότι μάθαμε, όσο διαστρεβλωμένο και καταστροφικό κι αν είναι, δεν παύει να αποτελεί τη νησίδα ασφαλείας του οικείου και γνώριμου. Ένας κόσμος χωρίς ναρκωτικά μπορεί να μοιάζει κάτι τρομακτικό για τον μακροχρόνια χρήστη για τον απλό λόγο ότι του είναι άγνωστος ή εν πάση περιπτώσει πολύ μακρινός. Όσο μάλιστα τα σύνορα του νέου κόσμου επιτηρούνται αυστηρότερα (μέσω των μηχανισμών καταστολής και ποινικοποίησης) κι όσο περισσότερο ο νέος βυθίζεται στο περιθώριο και την ανομία, τόσο περισσότερο θα γίνεται παρίας καθώς θα αναλαμβάνει πλήρως (και όχι στο κομμάτι που του αναλογεί) το ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου μιας «καθαρής» κοινωνίας.
Η αλλαγή της συνήθειας
Σύμφωνα με τους Di Clemente & Prochaska όταν ένα άτομο αποφασίσει να αλλάξει μία συνήθεια θα περάσει υποχρεωτικά από όλα τα παρακάτω στάδια. Προκειμένου να πραγματοποιηθεί μία αλλαγή η πορεία μέσα από τα παρακάτω στάδια είναι υποχρεωτική.
Προ-περίσκεψη:
Σε αυτό το στάδιο, το άτομο δεν σκέφτεται καν την αλλαγή, δεν μπορεί να αναγνωρίσει την συμπεριφορά του σαν προβληματική και είναι πολύ σπάνιο να περάσει την πόρτα του ειδικού. Τα εξαρτημένα άτομα βλέπουν την σχέση τους με τις ουσίες σαν την λύση στο πρόβλημα τους και όχι σαν καθεαυτού πρόβλημα. Για αυτά τα άτομα η άγνοια είναι ευτυχία. Σε αυτό το στάδιο, ο ειδικός μπορεί μόνο να συμβουλέψει, να ενημερώσει τον πάσχοντα για τους πιθανούς κινδύνους αν και όπως είπαμε ο τελευταίος σπάνια θα διαβάσει, θα μιλήσει ή θα θελήσει να ενημερωθεί για την αλλαγή. Είναι το στάδιο όπου τα οφέλη από την συμπεριφορά του είναι παρά πολύ δυνατά και τα κόστη σχεδόν δεν υπάρχουν για τον ίδιο. Σε αυτό το στάδιο πολύ βοηθητική μπορεί να γίνει η οικογένεια.
Περίσκεψη (θέλω να):
To στάδιο της περίσκεψης θα μπορούσαμε να το περιγράψουμε σαν κάποιος να κάθεται πάνω σε ένα φράκτη και να μην ξέρει προς ποια κατεύθυνση να κινηθεί. Σε αυτό το στάδιο το άτομο αρχίζει να βλέπει ότι υπάρχουν κόστη από την συμπεριφορά του, αρχίζει να εξετάζει την πιθανότητα αλλαγής αλλά στην πραγματικότητα δεν θέλει ακόμη να μπει σε δράση. Δεν είναι ακόμη σίγουρος για το τι θέλει να το κάνει. Το πιο σημαντικό στοιχείο σε αυτό το στάδιο είναι η αμφιθυμία (θέλω-δεν θέλω) του να εγκαταλείψει την προβληματική συμπεριφορά. Αν και αυτό το στάδιο είναι ενθαρρυντικό για τον ειδικό, στην πραγματικότητα το εξαρτημένο άτομο μπορεί να δυσκολευτεί να την αποφασίσει. Μια μαθημένη συμπεριφορά έστω και προβληματική προσφέρει αρκετά οφέλη που δεν είναι καθόλου εύκολο ο πάσχων να τα αφήσει πίσω του. Ο ειδικός σε αυτό το στάδιο προσπαθεί να ενισχύσει την αξιολόγηση των θετικών και των αρνητικών μιας συμπεριφοράς καθώς και να αναγνωρίσει και να προωθήσει νέες θετικές προσδοκίες από την αλλαγή.
Προετοιμασία για την αλλαγή (μπορώ να):
Είναι το στάδιο όπου το άτομο λέει συνήθως: «δεν μπορώ να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου έρμαιο των ναρκωτικών. Κάτι πρέπει να κάνω για αυτό». Είναι το στάδιο όπου αρχίζει και πρακτικά να κάνει κάποιες ανοιχτές τροποποιήσεις στις συνήθειες του. Είναι το στάδιο που αισθάνεται έτοιμο να αλλάξει αλλά δεν ξέρει πως να διαχειριστεί τις δύσκολες καταστάσεις και τι να κάνει. Σε αυτό το στάδιο ο ειδικός τον βοηθάει να οργανώσει εναλλακτικά πλάνα αντιμετώπισης προβλημάτων, να τον ενθαρρύνει για την ικανότητα του να αλλάξει και να τον ενισχύσει να ξεκινήσει κάνοντας μικρά βήματα για να τσεκάρει τα εναλλακτικά του πλάνα. Είναι σαν ο πάσχων να ταράζει δειλά τα νερά για να δει αν μπορεί να κολυμπήσει. Στην πραγματικότητα σκέφτεται να προχωρήσει σε δραστικές αλλαγές μέσα στον επόμενο μήνα. Προχωράει καθημερινά βήμα- βήμα και προσπαθεί να βρει εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων. Συνήθως τα εξαρτημένα άτομα μένουν για αρκετό χρονικό διάστημα στο συγκεκριμένο στάδιο.
Δράση (είμαι έτοιμος να):
Είναι το στάδιο όπου το άτομο έχει πιστέψει και έχει δεσμευτεί στην αλλαγή και αρχίζει να εφαρμόζει τις νέες στρατηγικές που έμαθε τουλάχιστον για τους επόμενους έξι μήνες. Πρόκειται για μια εξαιρετικά στρεσσογόνο περίοδο για τον ίδιο και πρέπει τόσο ο ειδικός όσο και το άμεσο κοινωνικό του δίκτυο να τον υποστηρίζουν συνεχώς. Ο ειδικός πρέπει να εστιάσει στα μακροπρόθεσμα οφέλη αλλαγής στην συμπεριφορά και να ενισχύσει την επάρκεια του πελάτη να τα καταφέρει.
Διατήρηση (είμαι έτοιμος να):
Είναι το στάδιο όπου ο πάσχων παγιώνει την νέα του συμπεριφορά για μεγάλο χρονικό διάστημα (6μήνες-5 χρόνια μετά το τέλος της θεραπείας). Είναι το στάδιο που προσπαθεί να προβλέψει την υποτροπή και να την διαχειριστεί καθώς και να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τις νέες μαθημένες δεξιότητες.
Υποτροπή:
Τα στάδια αυτά δεν είναι γραμμικά. Στην πραγματικότητα ο πάσχων μπορεί να πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα στάδια. Αυτό ονομάζεται υποτροπή στο συναίσθημα και στην συμπεριφορά. Η υποτροπή αποτελεί μια φυσιολογική διαδικασία. Κατά έναν περίεργο τρόπο ο πάσχων φλερτάρει με την υποτροπή την στιγμή ακριβώς που αισθάνεται πιο σίγουρος να συνεχίσει με την αλλαγή. Η υποτροπή είναι χρήσιμη γιατί μας δίνει πληροφορίες για τις καταστάσεις που την πυροδοτούν και για την στρατηγική που μπορούμε να οργανώσουμε προκειμένου να την προβλέψουμε.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Αγγελόπουλος, Νικηφόρος Β.(2009) Ιατρική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία : Μια σύγχρονη ψυχιατρική , Αθήνα : Βήτα Ιατρικές Εκδόσεις.
Παπαδάτου, Δ., Αναγνωστόπουλος, Φ. (1997) Ψυχολογία στο χώρο της υγείας. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα.
Sadock, Benjamin J.,(2000) Εγχειρίδιο κλινικής ψυχιατρικής, Αθήνα: Λίτσας.
ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ SOS
ΟΚΑΝΑ
Παροχή υπηρεσιών βραχείας συμβουλευτικής σε άτομα που αντιμετωπίζουν άμεσα είτε στο κοντινό τους περιβάλλον πρόβλημα εξάρτησης.
Δευτέρα – Παρασκευή, 9 π.μ. έως 8 μ.μ.
Τηλ: 1031
- Μονάδα Απεξάρτησης Τοξικομανών και Αλκοολικών
18 άνω – Μονάδα απεξάρτησης Ψ.Ν.Α.
Αντιμετώπιση προβλημάτων που αφορούν στην εξάρτηση από ναρκωτικά και αλκοόλ.
Δευτέρα – Πέμπτη, 10 π.μ. έως 8 μ.μ. s
Παρασκευή, 10 π.μ. έως 4 μ.μ.
Τηλ: 210 – 361 7089 - Μονάδα Επείγουσας Τηλεφωνικής Βοήθειας «ΙΘΑΚΗ»
ΚΕΘΕΑ
Ενημέρωση για τις ναρκωτικές ουσίες, πληροφόρηση για υπηρεσίες και συναισθηματική στήριξη σε χρήστες ψυχοτρόπων ουσιών, τους συγγενείς και τους φίλους τους.
Όλο το εικοσιτετράωρο.
Τηλ. 1145 - Ανοιχτή γραμμή απεξάρτησης τοξικομανών
τηλ. 210 5323780
Συμβουλευτική γονέων σε θέματα διαδικτύου
Το διαδίκτυο μπήκε στην ζωή μας ουσιαστικά τα τελευταία δέκα χρόνια προκαλώντας μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητα μας. Δεν υπάρχει τομέας της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής που να έμεινε ανεπηρέαστος. Από το πως δουλεύουμε και το πως επικοινωνούμε, μέχρι τον τρόπο που κάνουμε τραπεζικές συναλλαγές και διασκεδάζουμε ολόκληρο το φάσμα της κοινωνικής και προσωπικής ζωής έχει επηρεαστεί από την καταλυτική παρουσία του.
Το περιβόητο «χάσμα των γενεών» ήταν πάντοτε ένας σημαντικός παράγοντας ενδοοικογενειακών συγκρούσεων. Οι έφηβοι όταν προσπαθούν να εξηγήσουν τη συμπεριφορά τους συχνά αναφέρονται στο ότι «Δεν μας καταλαβαίνουν», ενώ οι γονείς συνήθως αναφέρονται στο ότι «Δεν υπήρχαν αυτά τα πράγματα στην εποχή μας».
Το χάσμα των γενεών έχει επιδεινωθεί με την παρουσία του ψηφιακού χάσματος. Το ότι παιδιά και γονείς ζουν σε άλλες εποχές δεν είναι πλέον μια απλή διαπίστωση, οι διαφορετικές εποχές προσφέρουν διαφορετικά σχήματα ερμηνείας του κόσμου, διαφορετικές αναπαραστάσεις των γεγονότων. Τα παιδιά και οι έφηβοι ζούνε στην εποχή τους , θα πρέπει και οι γονείς να προσαρμοστούν ανάλογα.
Οι οικογενειακές σχέσεις έχουν και αυτές με την σειρά τους υποστεί σημαντικές αλλαγές.
Είναι δύσκολο να αναλύσουμε προβλήματα σχέσεων χωρίς να αναφερθούμε σε προβλήματα επικοινωνίας και διαχείρισης ρόλων εντός του οικογενειακού πλαισίου.
Η επικοινωνία είναι επί της ουσίας μια ανθρώπινη δεξιότητα, και ως τέτοια είναι αποτέλεσμα μάθησης. Πολλές οικογένειες έχουν εγκαθιδρύσει δυσλειτουργικά επικοινωνιακά σχήματα τα οποία δημιουργούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο διενέξεις και συγκρούσεις μεταξύ των μελών:
Η προβολή είναι ένας συχνός μηχανισμός για αυτές τις οικογένειες .Το κάθε μέλος προβάλει στα άλλα μέλη τα συναισθήματα του χρησιμοποιώντας συχνά τον συναισθηματικό εκβιασμό στις επικές μάχες για την κατάληψη της εξουσίας.
Σε άλλες οικογένειες παρατηρείται αναστροφή των ρόλων. Στην κατάσταση αυτή οι γονείς απαρνούνται την βασική ευθύνη τους και παραδίδουν την ευθύνη της οικογένειας στα παιδιά.
Επικοινωνώ σημαίνει ακούω, αλλά πολύ συχνά τα προϋπάρχοντα γνωστικά μας σχήματα δεν επιτρέπουν την ενεργή ακρόαση ούτε την ενσυναισθητική κατανόηση, την ικανότητα μας δηλαδή να μπαίνουμε στη θέση του άλλου.
Οι γονείς λειτουργούν ως πρότυπα συμπεριφοράς για τα παιδιά τους, δεν πρέπει να λησμονούν ότι ο ηγέτης διοικεί στη βάση του παραδείγματος.
Το οικογενειακό κλίμα ευνοεί ή δυσχεραίνει την επικοινωνία. Ένα αυταρχικό οικογενειακό πλαίσιο προκαλεί στρεβλώσεις και ελλείμματα στην επικοινωνία.
Αντίθετα ένα κλίμα που ευνοεί τον διάλογο και την έκφραση των συναισθημάτων μπορεί να προωθήσει τη γνήσια επικοινωνία μεταξύ των μελών και την ορθότερη διευθέτηση των προβλημάτων.
Η εφηβεία είναι μια εποχή συναισθηματικής αστάθειας για τα παιδιά που βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ παιδικότητας και ενηλικίωσης. Σίγουρα τα παιδιά μας είναι ζωηρά, ανυπόμονα και ορισμένες φορές παραρμητικά, αλλά δεν είναι ανόητα, ας πάψουμε να τους φερόμαστε ως τέτοια.
Η επίκληση της κοινής λογικής μέσα σε ένα πλαίσιο αποδοχής μπορεί να βοηθήσει τον έφηβο να δει καλύτερα τα πράγματα από όλες τις πειθαρχικές ποινές μαζί.
Η ζωή μας ολόκληρη κινείται μέσα σε όρια (φυσικά- κοινωνικά- πολιτισμικά). Από τη στιγμή της γέννησης η φύση μας προικίζει με χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν το εύρος των δυνητικών επιλογών μας. Για παράδειγμα θα ήθελα να ήμουν μπασκετμπολίστας αλλά το ύψος μου (1.78) δεν μου το επιτρέπει.
Το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό status προκαθορίζουν σε κάποιο βαθμό τα εφόδια που θα έχω στη ζωή μου. Δυστυχώς πολλές φορές οι γονείς κινούμενοι από αγνά κίνητρα λησμονούν αυτή τη βασική αλήθεια. Έτσι στο όνομα της αγάπης αφήνουν τα παιδιά τους ανεξέλεγκτα, «για να μην τα πιέσουν» .
Ως αποτέλεσμα τα παιδιά μεγαλώνουν δίχως να γνωρίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού, η οικογένεια βαδίζει χωρίς οδηγό και οι σχέσεις των μελών είναι συχνά αποτέλεσμα εγωιστικών ανταγωνισμών «για να περάσει το δικό μου».
Το ζήτημα των ορίων είναι θεμελιώδες για την εύρυθμη οικογενειακή λειτουργία.
Όριο δεν σημαίνει εφαρμογή της εξουσίας του ενός. Αποτελεί το επιστέγασμα της ανοιχτής επικοινωνίας μεταξύ γονέα-παιδιού όπου σε κλίμα συνεργασίας αναδύεται η προσφορότερη λύση.
Το όριο δεν είναι άκαμπτο όπως δεν είναι άκαμπτες οι συνθήκες και οι καταστάσεις. Σε κάθε περίπτωση μπορεί να τροποποιηθεί όταν αλλάξουν οι εξωτερικές συνθήκες.
Το όριο είναι σαφές όπως και το κόστος που θα κληθεί ο νέος να πληρώσει αν αθετηθεί η συμφωνία. Το κόστος έχει χαρακτήρα παιδευτικό μιας και διδάσκει ότι στη ζωή οι επιλογές έχουν συνέπειες και δεν πρέπει να συγχέεται με την ποινή που σκοπό έχει να τιμωρήσει τον παραβάτη.
Τα δυναμικά των οικογενειών ασθενών που πάσχουν από οριακή διαταραχή της προσωπικότητας
Για τους αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι, η μεθοριακή διαταραχή της προσωπικότητας (Borderline Personality Disorder) είναι η “βασίλισσα” των διαταραχών της προσωπικότητας. Οι άνθρωποι με αυτή την διαταραχή παρουσιάζουν εξαιρετικές δυσκολίες στον ελέγχο των συναισθημάτων τους, χαοτικές διαπροσωπικές σχέσεις, δυσκολία στον έλεγχο των παρορμήσεων, και αδυναμία να κατανοήσουν ποιοι είναι ή τι θέλουν να είναι στη ζωή (σύγχυση ταυτότητας).
Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ψυχωτικοί, αλλά φαίνεται να έχουν πολύ κακή κρίση στις διαπροσωπικές σχέσεις. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν μεγάλη ευαισθησία στην κοινωνική κριτική καθώς συχνά παρερμηνεύουν με αρνητικό τρόπο ακόμη και το πιο αθώο σχόλιο που τους γίνεται. Συχνά κόβονται, καίγονται, ή τραυματίζουν τον εαυτό τους με κάθε δυνατό μέσο. Απειλούν ότι θα αυτοκτονήσουν, κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας και έχουν προβλήματα ελέγχου του θυμού τους. Δεν εμπιστεύονται τους άλλους εύκολα και συχνά αποσυνδέονται όταν βρεθούν κάτω από πίεση.
Οι συμπεριφορές τους συχνά αναφέρονται από τους θεραπευτές ως διαχωριστικές (splitting). Οι άλλοι αντιμετωπίζονται είτε σαν Θεοί, είτε σαν σκουπίδια και δεν φαίνεται να υπάρχει κανείς στο ενδιάμεσο. Είναι ενδιαφέρον ότι, οι ασθενείς με BPD περιγράφονται από τους θεραπευτές ως θαυμάσιοι χειριστές των σχέσεων (manipulators). Είναι βέβαια απορίας άξιο πως θα μπορούσε κάποιος που αδυνατεί να αξιολογήσει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία ενός άλλου ατόμου να χειρίζεται με τόση επιδεξιότητα τις σχέσεις. Η απάντηση είναι απλή: Δεν θα μπορούσε! Παρότι η τάση τους να χωρίζουν τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς προέρχεται απ την αντιφατική συμπεριφορά των γονιών ή των φροντιστών τους, συνήθως δεν αποτελεί πάρα μια αντιδραστική πράξη.
Δυο χαρακτηριστικά αποδεικνύουν πως η μεθοριακή διαταραχή της προσωπικότητας δεν είναι μια εγκεφαλική ασθένεια όπως η σχιζοφρένεια. Κατ 'αρχάς οι ασθενείς με BPD μπορούν να επέμβουν στα συμπτώματα τους και να τροποποιήσουν την συμπεριφορά τους άμεσα, οποιαδήποτε στιγμή. Κάτι που φαντάζει αδύνατο για ένα ασθενή που πάσχει από σχιζοφρένεια. Δεύτερον οι ασθενείς αυτοί σχεδόν πάντα προέρχονται από οικογένειες που έχουν σοβαρή οικογενειακή παθολογία.
Σύμφωνα με ένα μεγάλο αριθμό μελετών, η κακοποίηση των παιδιών και / ή η παραμέληση είναι οι πιο κοινοί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη της διαταραχής. Φυσικά, δεν αναπτύσσει BPD κάθε κακοποιημένο ή παραμελημένο παιδί, επίσης πολλά άτομα που πάσχουν από τη διαταραχή δεν υπήρξαν ποτέ σεξουαλικά ή σωματικά κακοποιημένα. Η κινηματογραφική ταινία Thirteen αποτελεί ένα εγχειρίδιο οδηγιών για το πώς να δημιουργήσετε ασθενείς με BPD χωρίς να κακοποιήσετε τα παιδιά σας. Δεν είναι η κακοποίηση per se, αλλά τα αντικρουόμενα διπλά μηνύματα που εκπέμπονται από τους γονείς που είναι πιο πιθανό να δημιουργήσουν οριακές συμπεριφορές στους απογόνους.
Το βασικό πρόβλημα στην "οριακή" οικογένεια είναι ότι οι γονείς βλέπουν το ρόλο τους ως τον απόλυτο στόχο της ανθρώπινης ύπαρξης, την ίδια ώρα που κατά βάθος μισούν να είναι γονείς και βλέπουν τα παιδιά τους ως ένα εμπόδιο για την προσωπική τους ολοκλήρωση.
Η σύγκρουση γύρω απ τον γονεϊκό ρόλο οδηγεί σε ένα μοτίβο στο οποίο οι γονείς άγονται και φέρονται μεταξύ της υπερεμπλοκής με ή χωρίς κακοποίηση, και της αποσύνδεσης με ή χωρίς παραμέληση. Το διπλό μήνυμα, εγγενές σε αυτό το μοτίβο, με τη σειρά του οδηγεί τα παιδιά να αντιλαμβάνονται ένα μήνυμα από τους γονείς τους, που μεταφράζεται χονδρικά σε «Σε χρειάζομαι, αλλά σε μισώ». Προκειμένου να διατηρηθεί η οικογενειακή ομοιόσταση, το παιδί που γίνεται το επίκεντρο της γονεϊκής αμφιθυμίας, πασχίζει να ανακαλύψει την απάντηση στο εξής ερώτημα: Πώς μπορεί αυτός ή αυτή να παραμείνει στο επίκεντρο της ζωής των γονέων (ακόμα και αν η επαφή φαίνεται πολύ περιορισμένη) εξακολουθώντας να τους παρέχει μια εύκολη δικαιολογία διεξόδου για το θυμό τους, ώστε να μην χρειάζεται να αισθάνονται ένοχοι γι 'αυτόν;
Ο ρόλος του καταστροφέα (Spoiler) είναι η τέλεια λύση. Το παιδί καταστροφέας αρνείται να μεγαλώσει, εξακολουθεί να εξαρτάται κατά κάποιο τρόπο από τον/τους γονείς και συστηματικά καταστρέφει ή υποτιμά ό, τι οι γονείς προσπαθούν να κάνουν για εκείνο. Τίποτα από όσα οι γονείς κάνουν ή λένε δεν είναι ποτέ αρκετά. Το παιδί και εν συνεχεία ο ενήλικας θα απαξιώνει συνεχώς κάθε τι που του προσφέρεται . Τα κίνητρα των γονιών θα παρερμηνεύονται σταθερά και συνεχώς θα κατηγορούνται ότι είναι εγωιστές, υπερβολικά απαιτητικοί, ηλίθιοι, ή εντελώς σατανικοί.
Η ακύρωση του άλλου δεν σημαίνει απλώς την διαφωνία με το άλλο πρόσωπο. Είναι μια διαδικασία κατά την οποία τα άτομα επικοινωνούν μεταξύ τους ότι οι απόψεις και τα συναισθήματα του άλλου είναι άκυρα, παράλογα, εγωιστικά, αδιάφορα, ηλίθια, πιθανότατα τρελά, και φυσικά λάθος. Σε μερικές οικογένειες, η ακύρωση γίνεται ακραία, πράγμα που οδηγεί σε σωματική κακοποίηση, ακόμη και φόνο. Ωστόσο, η ακύρωση μπορεί επίσης να επιτευχθεί με λεπτούς λεκτικούς χειρισμούς που προκαλούν σύγχυση. Σε οικογένειες όπως αυτές, η ακύρωση του παιδιού από τους γονείς είναι πανταχού παρούσα. Μεγαλώνοντας, το παιδί αρχίζει να κάνει στους γονείς ό, τι ακριβώς του είχαν κάνει. Οι καταστροφείς δεν θα ανεξαρτητοποιηθούν ποτέ από τους γονείς τους, επειδή δεν θα είναι σε θέση να λειτουργήσουν πραγματικά ως υπεύθυνοι ενήλικες. Αυτό επιτρέπει στους γονείς να παραμείνουν στην εμμονική σχέση με το παιδί, πράγμα που όπως φαίνεται υπήρξε πάντοτε η ένθερμη επιθυμία τους. Την ίδια στιγμή, η εξωφρενική και σκανδαλώδης συμπεριφορά του παιδιού δίνει στους γονείς μια αναγκαία δικαιολογία για την συχνά παραγνωρισμένη εχθρότητα απέναντι του. Οι γονείς ωστόσο, συχνά αισθάνονται ένοχοι για τις κακές επιδόσεις τους στην ανατροφή των παιδιών, πράγμα που τους οδηγεί στην αποσταθεροποίηση. Σε απάντηση, το παιδί θα επιδιώξει να «ρυθμίσει» τα συναισθήματά τους.
Αν οι γονείς θυμώσουν, το παιδί τους κάνει να αισθάνονται ένοχοι. Αν αρχίσουν να αισθάνονται πολύ ένοχοι, το παιδί τους κάνει να θυμώνουν!
Ο ρόλος του καταστροφέα είναι δύσκολο να διατηρηθεί, αν δεν εξασκείται συνεχώς με άλλους ανθρώπους. Οι συνήθεις υποψήφιοι για να εξασκούνται οι καταστροφείς είναι οι εραστές, οι σύζυγοι, και φυσικά οι θεραπευτές. Κανείς άλλος έτσι κι αλλιώς δεν θα άντεχε για καιρό να τα βάζει μαζί τους.
----------------------------------------------------------
Πηγή: www.psychologytoday.com
Μετάφραση Προσαρμογή: Μπλέτσος Κων/νος Ψυχολόγος
Υποψήφιος Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο psychologynow.gr