Γενική Θεωρία Συστημάτων, Κυβερνητική και Οικογενειακή Θεραπεία

Ο Καρτεσιακός αναγωγισμός είναι μια θεωρία ή διαδικασία που μειώνει πολύπλοκα δεδομένα σε απλούς όρους. Ο αναγωγισμός είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την κατανόηση της πραγματικότητας, σπάζοντας πολύπλοκες ταυτότητες σε συστατικά μέρη, επιτρέποντας στους επιστήμονες σημαντική εικόνα για το πώς λειτουργούν τα πράγματα. Ωστόσο, αυτή η έννοια ότι τα πάντα ανάγονται σε μηχανικές ιδιότητες δεν ισχύει γενικά για πολύπλοκα (πραγματικά) συστήματα. Ο Gregory Bateson (1972) επεσήμανε ότι για να κατανοήσουμε ένα ψυχικά άρρωστο άτομο, πρέπει να κοιτάξουμε το δίκτυο των οικογενειακών επικοινωνιών με το οποίο ζει αυτό το άτομο. Για να κατανοήσουμε τις οικογένειες, πρέπει να μελετήσουμε τα μέλη της οικογένειας σε σχέση μεταξύ τους. Είναι αυτή η σχέση μεταξύ των μελών της οικογένειας που κάνει κάθε οικογένεια μοναδική

Eπιδραστικοί επιστήμονες 

Image by me

Ludwig von Bertalanffy

Η γενική θεωρία συστημάτων (General Systems Theory) επικεντρώνεται στη σχέση και την αλληλεπίδραση μεταξύ των αντικειμένων σε ένα σύστημα. Το GST παρείχε ένα μοντέλο για την κατανόηση των ζωντανών συστημάτων που επικεντρώθηκε στο πώς φαινομενικά άσχετα γεγονότα ή φαινόμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αλληλένδετα μέρη ή συστατικά ενός μεγαλύτερου συνόλου ή συστήματος


Ο Λούντβιχ φον Μπερταλάνφι (Ludwig von Bertalanffy, 19 Σεπτεμβρίου 1901 – 12 Ιουνίου 1972) ήταν ένας αυστρο-αμερικανός βιολόγος και διανοητής, ο οποίος είναι ευρέως γνωστός ως ο κύριος θεμελιωτής και ο «πατέρας» της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων (General Systems Theory - GST).

Αν και εκπαιδεύτηκε ως βιολόγος, η πραγματική του συνεισφορά ήταν η δημιουργία ενός νέου, διαdisciplinary πλαισίου για την κατανόηση πολύπλοκων φαινομένων σε ένα ευρύ φάσμα επιστημών.

Οι Κύριες Συνεισφορές του

1. Η Γενική Θεωρία Συστημάτων (GST)

Αυτή είναι η σημαντικότερη ιδέα του. Στη δεκαετία του 1940 και του 1950, αντιλήφθηκε ότι οι παραδοσιακές επιστημονικές μέθοδοι (που αναλύουν τα πράγματα σε όλο και μικρότερα μέρη) ήταν ανεπαρκείς για να κατανοήσουν την πολυπλοκότητα των ζωντανών οργανισμών και των κοινωνικών συστημάτων.

Η GST προτείνει ότι:

  • Τα συστήματα (βιολογικά, κοινωνικά, φυσικά, τεχνολογικά) αποτελούνται από αλληλεπιδρώντα και αλληλοεξαρτώμενα μέρη.

  • Το όλο είναι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του ( emergence). Οι ιδιότητες ενός συστήματος προκύπτουν από τις αλληλεπιδράσεις των συστατικών του και δεν μπορούν να εξηγηθούν μελετώντας τα μέρη μεμονωμένα.

  • Υπάρχουν καθολικές αρχές που διέπουν τη συμπεριφορά όλων των τύπων συστημάτων. Αυτό σημαίνει ότι ένα μαθηματικό μοντέλο ή μια αρχή που περιγράφει τη ροή πληροφοριών σε ένα βιολογικό κύτταρο μπορεί να εφαρμοστεί και σε μια επιχειρησιακή ροή εργασίας ή σε ένα κοινωνικό δίκτυο.

Στόχος της GST ήταν να προωθήσει την ενοποίηση των επιστημών, να βρει κοινές γλώσσες και να αντιμετωπίσει προβλήματα που είναι πολύ πολύπλοκα για μια μόνο επιστήμη.

2. Ανοιχτά Συστήματα στη Βιολογία

Πριν από τη θεωρία συστημάτων, ο Μπερταλάνφι επηρέασε σημαντικά τη βιολογία με την έννοια των «ανοιχτών συστημάτων».

  • Ανοιχτό Σύστημα: Ένας ζωντανός οργανισμός (π.χ. ένα ανθρώπινο σώμα, ένα κύτταρο) είναι ένα ανοιχτό σύστημα που ανταλλάσσει ύλη και ενέργεια με το περιβάλλον του (π.χ. τροφή, οξυγόνο, απόβλητα). Αυτό του επιτρέπει να διατηρεί μια σταθερή εσωτερική κατάσταση (ομοιόσταση) ενώ βρίσκεται σε συνεχή αλλαγή.

  • Κλειστό Σύστημα: Αντιπαραβάλλεται με τα κλειστά συστηματα της κλασικής φυσικής και χημείας (π.χ. μια χημική αντίδραση σε ένα κλειστό δοχείο), που δεν ανταλλάσσουν ύλη με το εξωτερικό περιβάλλον.

Αυτή η θεώρηση των οργανισμών ως δυναμικών ανοιχτών συστημάτων ήταν μια επανάσταση έναντι των μηχανιστικών και αναλυτικών μοντέλων της εποχής του.

Επίδραση και Κληρονομιά

Η θεωρία του Μπερταλάνφι είχε μια τεράστια και διαρκή επίδραση που ξεπέρασε κατά πολύ τη βιολογία. Έγραψε το κλασικό βιβλίο "General System Theory: Foundations, Development, Applications" (1968), που συγκεντρώνει τις ιδέες του.

Οι έννοιές του εφαρμόστηκαν και αντέκρουσαν σε πολλούς τομείς, όπως:

  • Ψυχολογία και Ψυχιατρική: (π.χ. οικογενειακή θεραπεία, που βλέπει την οικογένεια ως ένα σύστημα όπου η συμπεριφορά του ενός επηρεάζει όλους).

  • Οργανωσιακή Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων: Η θεώρηση μιας εταιρείας ως ενός ανοιχτού συστήματος που αλληλεπιδρά με την αγορά, τους πελάτες και το κοινωνικό περιβάλλον.

  • Πληροφορική και Κυβερνητική: Η ανάπτυξη δικτύων και η ροή πληροφοριών.

  • Περιβαλλοντικές Επιστήμες: Η κατανόηση των οικοσυστημάτων ως πολύπλοκων δικτύων.

  • Επιστήμη Διοίκησης (Management Science) και Έρευνα Λειτουργιών.


Norbert Wiener

Ο Norbert Wiener (1954), προώθησε την κυβερνητική θεωρία. Η κυβερνητική χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη θεωρία του Wiener για την επικοινωνία και τον έλεγχο. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, οι άνθρωποι (καθώς και οι μηχανές) προσπαθούν να ελέγξουν την εντροπία (αποδιοργάνωση) στα συστήματα μέσω ανατροφοδότησης που επηρεάζει τη μελλοντική απόδοση. Η κυβερνητική θεωρία εξετάζει την οργάνωση των συστημάτων και τους μηχανισμούς που ρυθμίζουν τη λειτουργία του συστήματος.


Νόρμπερτ Βίνερ (Norbert Wiener, 26 Νοεμβρίου 1894 – 18 Μαρτίου 1964) ήταν ένας αμερικανός μαθηματικός και φιλόσοφος, που είναι γνωστός κυρίως ως ο ιδρυτής της Κυβερνητικής (Cybernetics) και ένα από τα πιο σημαντικά μυαλά του 20ού αιώνα. Υπήρξε παιδί-θαύμα και η δουλειά του είχε τεράστια επίδραση σε πλαίσια όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η νευροεπιστήμη, η θεωρία ελέγχου και οι κοινωνικές επιστήμες.

Ας δούμε τις κύριες πτυχές της ζωής και της συνεισφοράς του:

1. Κυβερνητική: Η Σημαντικότερη Συνεισφορά του

Ο Βίνερ έδωσε το όνομα και όρισε το πεδίο της Κυβερνητικής στο ομώνυμο επαναστατικό βιβλίο του, "Cybernetics: Or Control and Communication in the Animal and the Machine" (1948).

  • Ορισμός: Η Κυβερνητική είναι η μελέτη των μηχανισμών ελέγχου και επικοινωνίας τόσο στα ζωντανά όντα (ζώα, ανθρώπους) όσο και στις μηχανές. Ο κεντρικός της μηχανισμός είναι ο βρόχος ανάδρασης (feedback loop).

  • Βρόχος Ανάδρασης: Αυτή είναι η ιδέα ότι ένα σύστημα ρυθμίζει τη συμπεριφορά του συγκρίνοντας τα πραγματικά του αποτελέσματα με τον επιθυμητό στόχο.

    • Αρνητική Ανάδραση: Διορθώνει τις αποκλίσεις και διατηρεί την ισορροπία (π.χ. ο θερμοστάτης, το σώμα που ρυθμίζει τη θερμοκρασία του, ένας οδηγός που διορθώνει την πορεία του αυτοκινήτου).

    • Θετική Ανάδραση: Ενισχύει μια τάση και οδηγεί σε εκθετική αλλαγή (π.χ. η αύξηση του πληθυσμού, η συσσώρευση του κεφαλαίου με τόκους).

Η κεντρική διαπίστωση της Κυβερνητικής ήταν ότι οι ίδιες αρχές μπορούν να εφαρμοστούν για να περιγράψουν πώς ένας εγκέφαλος ελέγχει το σώμα, πώς ένας θερμοστάτης ελέγχει τη θερμοκρασία ενός δωματίου, ή πώς μια οικονομία αυτο-ρυθμίζεται.

2. Παιδί-Θαύμα και Ακαδημαϊκή Καριέρα

Ο Βίνερ ήταν ένα κλασικό παράδειγμα παιδιού-θαύματος (child prodigy):

  • Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο (Ταφτς) σε ηλικία 14 ετών με πτυχίο στα Μαθηματικά.

  • Απέκτησε το διδακτορικό του από το Harvard σε ηλικία 18 ετών, με θέμα τη Μαθηματική Λογική.

  • Σπούδασε με φιλόσοφους όπως ο Μπέρτραντ Ράσελ και μαθηματικούς όπως ο Ντέιβιντ Χίλμπερτ.

  • Δίδαξε για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του στο MIT (Massachusetts Institute of Technology).

3. Άλλες Σημαντικές Συνεισφορές

Πριν από την Κυβερνητική, ο Βίνερ είχε ήδη κάνει σημαντικές συνεισφορές στα μαθηματικά:

  • Στοχαστικές Διαδικασίες: Η δουλειά του στην «Βrownian motion» (Κίνηση Μπράουν) και στα στοχαστικά διαφορικά equations ήταν θεμελιώδης.

  • Θεωρία Πληροφορίας: Αν και ο Κλωντ Σάνον θεωρείται ο «πατέρας» της Θεωρίας Πληροφορίας, ο Βίνερ εργάστηκε παράλληλα πάνω σε παρόμοιες ιδέες σχετικά με την επεξεργασία σημάτων και τον θόρυβο.

  • Θεωρία Ελέγχου: Ανέπτυξε μαθηματικά μοντέλα για βέλτιστο έλεγχο συστημάτων.

4. Επίδραση και Κληρονομιά

Η επίδραση του Βίνερ ήταν τεράστια και διασχίζει πολλούς τομείς:

  • Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) και Ρομποτική: Η ιδέα της ανάδρασης είναι θεμελιώδης για κάθε ρομπότ ή έξυπνο σύστημα που πρέπει να προσαρμόζει τις πράξεις του με βάση το περιβάλλον.

  • Νευροεπιστήμη: Βοήθησε να φερθούν κοντά οι επιστήμες του εγκεφάλου και της πληροφορικής.

  • Κοινωνικές Επιστήμες: Η Κυβερνητική χρησιμοποιήθηκε για τη μελέτη οικονομικών, διοικητικών και πολιτικών συστημάτων.

  • Φιλοσοφία: Προκάλεσε συζητήσεις για την τεχνολογία, την ευθύνη των επιστημόνων και τη σχέση ανθρώπου-μηχανής.

Ήταν επίσης ένας από τους πρώτους που προειδοποίησαν για τις ηθικές και κοινωνικές επιπτώσεις της αυτοματοποίησης και της τεχνολογίας, ένα θέμα που παραμένει εξαιρετικά σχετικό σήμερα.


Gregory Bateson

Ο Gregory Bateson ήταν ο στοχαστής με τη μεγαλύτερη επιρροή στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, καθότι εφάρμοσε τόσο τη γενική θεωρία συστημάτων όσο και την κυβερνητική θεωρία στις οικογένειες.


Γκρέγκορι Μπέιτσον (Gregory Bateson, 9 Μαΐου 1904 – 4 Ιουλίου 1980) ήταν ένας βρετανός ανθρωπολόγος, κοινωνιολόγος, γλωσσολόγος και κυβερνητιστής, του οποίου το έργο ήταν διεπιστημονικό και επαναστατικό. Είναι γνωστός για τη δουλειά του στη θεωρία συστημάτων, την κυβερνητική, την ψυχιατρική και την επικοινωνία.

Ο Μπέιτσον δεν ήταν απλώς ένας ακαδημαϊκός· ήταν ένας συναρμολογητής ιδεών που πέρασε τα σύνορα μεταξύ επιστημών, δημιουργώντας νέους τρόπους κατανόησης του κόσμου. Η κεντρική του ιδέα ήταν ότι η ψυχή και η διαδικασία της επικοινωνίας είναι θεμελιώδεις για την κατανόηση όλων των ζωντανών συστημάτων.

Ας δούμε τις κύριες πτυχές της ζωής και της συνεισφοράς του:


1. Η Θεωρία του Διπλού Δεσμού (Double Bind Theory)

Αυτή είναι ίσως η πιο γνωστή συνεισφορά του, η οποία αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1950 και είχε μεγάλη επίδραση στην ψυχιατρική και την ψυχοθεραπεία.

  • Τι είναι: Ένας «διπλός δεσμός» είναι ένα αδιέξοδο στην επικοινωνία, όπου ένα άτομο δέχεται δύο αμοιβαία αντικρουόμενα μηνύματα ή εντολές, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί ή να σχολιάσει το παράδοξο.

  • Παράδειγμα: Μια μητέρα λέει στο παιδί της «Σ' αγαπώ», αλλά η γλώσσα του σώματος της (π.χ. μια ψυχρή έκφραση, γυρίζοντας το κεφάλι) μεταφέρει το μήνυμα «Δεν σ' αγαπώ». Αν το παιδί επισημάνει την αντίφαση, η μητέρα μπορεί να αρνηθεί ή να παραπονεθεί («Γιατί δεν δέχεσαι ότι σ' αγαπώ;»). Το παιδί «χάνεται» σε ένα δίλημμα χωρίς λύση.

  • Συνέπεια: Ο Μπέιτσον υπέθετε ότι η χρόνια έκθεση σε τέτοιες καταστάσεις θα μπορούσε να είναι ένας συντελεστής στην ανάπτυξη διαταραχών όπως η σχιζοφρένεια. Η θεωρία αυτή άλλαξε ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ψυχική ασθένεια, μετατοπίζοντας την προσοχή από το «ελαττωματικό» άτομο στα μοτίβα επικοινωνίας εντός της οικογένειας ή του συστήματος.


2. Η Κυβερνητική της Επικοινωνίας

Ο Μπέιτσον ήταν βαθιά επηρεασμένος από την Κυβερνητική του Νόρμπερτ Βίνερ. Ωστόσο, ενώ ο Βίνερ εφάρμοζε την κυβερνητική σε μηχανές, ο Μπέιτσον την εφάρμοσε στην ανθρώπινη σχέση και επικοινωνία.

  • Ψυχή ως Δικτυακό Φαινόμενο: Υποστήριζε ότι η «ψυχή» δεν βρίσκεται αποκλειστικά μέσα στο κεφάλι ενός ατόμου, αλλά είναι ένα μοτίβο που εκτυλίσσεται μεταξύ ατόμων, σε σχέσεις και συστήματα (π.χ. οικογένεια, κοινότητα).

  • Επικοινωνία και Μετα-επικοινωνία: Διεύρυνε τη θεωρία της επικοινωνίας εισάγοντας την έννοια των επιπέδων μηνύματος. Κάθε μήνυμα μεταφέρει:

    1. Περιεχόμενο (τα λεγόμενα)

    2. Εντολή (πώς να ερμηνευτεί το περιεχόμενο - το «μετα-μήνυμα»)

    Για παράδειγμα, το χτύπημα στο ώμο ενός φίλου (περιεχόμενο) μπορεί να σημαίνει «Γεια σου!» (εντολή φιλικότητας) ή «Πρόσεχε!» (εντολή προειδοποίησης), ανάλογα με το πλαίσιο και τη σχέση.


3. Διεπιστημονική Προσέγγιση και Θεωρία Συστημάτων

Ο Μπέιτσον εφάρμοσε τις ίδιες αρχές για να κατανοήσει πολύ διαφορετικά φαινόμενα:

  • Βιολογία & Οικολογία: Ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για την «οικολογική σκέψη», βλέποντας τον φυσικό κόσμο ως ένα δίκτυο αλληλένδετων συστημάτων. Η δουλειά του επηρέασε βαθιά το κίνημα της οικολογίας.

  • Επιδράσεις στην Ψυχοθεραπεία: Η δουλειά του ήταν θεμελιώδης για την ανάπτυξη της οικογενειακής θεραπείας και της συστημικής θεραπείας. Θεωρούσε ότι η αλλαγή σε ένα μέλος ενός συστήματος (π.χ. μιας οικογένειας) αλλάζει αναπόφευκτα ολόκληρο το σύστημα.

  • Μελέτη των Χίππης: Στη δεκαετία του 1960, μελέτησε τα μοτίβα επικοινωνίας και τις συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων στην κουλτούρα των χίππης.


4. Κληρονομιά και Επίδραση

Ο Μπέιτσον ήταν ένας «σχεδιαστής» παρά ένας συνηθισμένος επιστήμονας. Η πραγματική του συνεισφορά δεν ήταν στην ανακάλυψη νέων δεδομένων, αλλά στη δημιουργία νέων συνδέσεων μεταξύ υπαρχόντων ιδεών.

  • Σχολή του Παλο Άλτο: Η εργασία του για την επικοινωνία και την οικογενειακή θεραπεία ήταν καθοριστική για τη δημιουργία της «Σχολής του Παλο Άλτο» και της Στρατηγικής Θεραπείας.

  • Οικολογία και Φιλοσοφία: Το έργο του «Steps to an Ecology of Mind» (1972) και «Mind and Nature» (1979) παραμένουν θεμελιώδη κείμενα για όσους ασχολούνται με τη συστημική σκέψη, την οικολογία και τη φιλοσοφία.

  • Επίδραση σε Άλλους: Επηρέασε σημαντικά φιγούρες όπως ο Πολ Βατλάβικ (ψυχοθεραπευτής), η Μαργκαρέτ Μιντ (ανθρωπολόγος και τρίτη του σύζυγος) και ο Φρίτγιοφ Κάπρα (φυσικός και συγγραφέας).

Ο Γκρέγκορι Μπέιτσον ήταν ο «συστημικός στοχαστής» που πήρε τις αφηρημένες ιδέες της Κυβερνητικής (Wiener) και της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων (Bertalanffy) και τις εφάρμοσε στην ανθρώπινη εμπειρία: στην επικοινωνία, τη σχιζοφρένεια, τις οικογένειες και την οικολογία. Η ερώτηση του «Ποια είναι τα μοτίβα που συνδέουν;» παραμένει το κεντρικό μότο της κληρονομιάς του.


Η εκμάθηση της θεωρίας συστημάτων δεν σημαίνει μόνο τη μελέτη νέων όρων και εννοιών, αλλά περιλαμβάνει μια αλλαγή παραδείγματος (Kuhn, 1962), η οποία είναι μια αλλαγή στον τρόπο σκέψης παρόμοια με την αλλαγή στον τρόπο σκέψης που συνέβη όταν ο Γαλιλαίος πρότεινε ότι η γη περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο – αμφισβητώντας την κοινή πεποίθηση της εποχής ότι η γη ήταν το κέντρο του σύμπαντος.

Οι βασικές αρχές της θεωρίας συστημάτων περιλαμβάνουν τα ακόλουθα (προσαρμοσμένα από τον Minuchin, 1985):

  • Κάθε σύστημα είναι ένα οργανωμένο σύνολο. Τα αντικείμενα μέσα στο σύστημα είναι απαραίτητα αλληλεξαρτώμενα.
  • Το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του.
  • Τα συστήματα αποτελούνται από υποσυστήματα.
  • Τα μοτίβα σε ένα σύστημα είναι κυκλικά και όχι γραμμικά.
  • Τα συστήματα έχουν ομοιοστατικούς μηχανισμούς που διατηρούν τη σταθερότητα των προτύπων τους.
  • Η εξέλιξη και η αλλαγή είναι εγγενείς στα ανοικτά συστήματα.

Τι είναι το Σύστημα

Ένα σύστημα είναι ένα σύνολο στοιχείων που στέκονται σε αλληλεπίδραση. Κάθε στοιχείο στο σύστημα επηρεάζεται από οτιδήποτε συμβαίνει σε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο. Τα συστήματα αποτελούνται από τρία στοιχεία: αντικείμενα, ιδιότητες και σχέσεις μεταξύ των αντικειμένων μέσα σε ένα περιβάλλον (Littlejohn, 1978, σελ. 31).

Τα χαρακτηριστικά μπορεί να περιλαμβάνουν στόχους, ενέργεια, στάσεις, εθνικότητα και άλλα χαρακτηριστικά της οικογένειας. Η «σχέση μεταξύ αντικειμένων» είναι ο τρόπος με τον οποίο τα μέλη της οικογένειας επικοινωνούν μεταξύ τους. Το περιβάλλον περιλαμβάνει το περιβάλλον που διαμορφώνεται ταυτόχρονα από την οικογένεια και διαμορφώνει την οικογένεια.

Τι είναι ένα οικογενειακό σύστημα;

Το οικογενειακό σύστημα περιλαμβάνει τα μέλη της οικογένειας, τα μοναδικά χαρακτηριστικά των μελών της οικογένειας και τις σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας. Αυτή η μικρή ομάδα στενά αλληλένδετων και αλληλεξαρτώμενων ατόμων οργανώνεται σε μια μονάδα με συγκεκριμένους σκοπούς, λειτουργίες ή στόχους.

Αν και η πυρηνική μορφή οικογένειας είναι διαδεδομένη στις απεικονίσεις των οικογενειών μας σε ταινίες ή σε τηλεοπτικά προγράμματα και παρόλο που εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχη μορφή, δεν είναι η μόνη μορφή που οι οικογενειακοί θεραπευτές θα συναντήσουν με οποιονδήποτε τρόπο. Ευτυχώς, η θεωρία συστημάτων περιλαμβάνει όλα τα είδη σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, των χαρακτηριστικών τους και του περιβάλλοντός τους.

Η θεωρία των οικογενειακών συστημάτων περιλαμβάνει όλους τους τύπους οικογενειών και εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ των μελών. Τα οικογενειακά συστήματα περιλαμβάνουν επίσης εκτεταμένες οικογένειες ή συγγενείς εκείνων που αποτελούν  την πρωταρχική πυρηνική οικογένεια. Όλοι   μεγαλώνουμε σε κάποιο είδος οικογενειακού συστήματος. Η οικογένεια στην οποία μεγαλώσατε  αναφέρεται ως οικογένεια καταγωγής σας. Μερικοί άνθρωποι που δεν έχουν υποστήριξη οικογένειας προέλευσης ή εκτεταμένες οικογένειες μπορεί να δημιουργήσουν τις δικές τους οικογενειακές διαμορφώσεις με βάση τις φιλίες. αυτό ονομάζεται οικογένεια επιλογής.

Ο αντίκτυπος των υπερσυστημάτων

Τα μεγαλύτερα συστήματα επηρεάζουν επίσης το οικογενειακό σύστημα. Δυστυχώς, η οικογενειακή θεραπεία συχνά αγνοούσε την επίδραση του ευρύτερου συστήματος στην οικογένεια μέχρι τα τελευταία χρόνια. Τα μεγαλύτερα συστήματα, ή υπερσυστήματα, που επηρεάζουν τις οικογένειες περιλαμβάνουν πολιτιστικά, πολιτικά και οικονομικά πλαίσια, περιβάλλον (κοινωνικό και φυσικό) και οποιαδήποτε άλλα συμφραζόμενα συστήματα που επηρεάζουν την καθημερινή λειτουργία της οικογένειας, του σχολείου, της εθνικότητας, της θρησκείας, της πολιτιστικής κοινότητας και ούτω καθεξής.

Image: Hecker, L. L., Mims, G. A., & Boughner, S. R. (2015). General systems theory, cybernetics, and family therapy. In J. L. Wetchler & L. L. Hecker (Eds.), An introduction to marriage and family therapy (2nd ed., pp. 39–67). Routledge.

Τα συμφραζόμενα μεταβάλλουν το νόημα

Εκείνοι που ασκούν τη θεωρία των οικογενειακών συστημάτων εξετάζουν το πλαίσιο των ατόμων και των οικογενειών τους προκειμένου να κατανοήσουν πλήρως ένα πρόβλημα. Τα συμφραζόμενα μεταβάλλουν το νόημα. Ένα αναγωγιστικό παράδειγμα θα έκανε κάποιον να υποθέσει ότι το πρόβλημα υπάρχει μόνο του. Ένα ολιστικό παράδειγμα οικογενειακών συστημάτων διερευνά το­ πλαίσιο του προβλήματος μέσα στις οικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις.

Αλληλεξάρτηση

Τα συστήματα (ή υποσυστήματα) είναι αλληλεξαρτώμενα και δεν υπάρχουν μεμονωμένα. Η αλληλεξάρτηση μπορεί να θεωρηθεί ως κάθε μέρος του συστήματος που έχει επίδραση σε κάθε άλλο μέρος του συστήματος. Η αλλαγή σε ένα μέρος του συστήματος θα έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή σε ένα άλλο μέρος του συστήματος. Οι Capuzzi και Gross (1999) περιγράφουν την αλληλεξάρτηση των συστημάτων χρησιμοποιώντας τη μεταφορά του φαινομένου κυματισμού που παρατηρείται όταν ένας βράχος ρίχνεται σε μια λίμνη. Στην αρχή, ο κυματισμός θα είναι πολύ μικρός, αλλά τελικά εξαπλώνεται σε ολόκληρη τη λίμνη. Επειδή οι θεραπευτές οικογενειακών συστημάτων πιστεύουν στην αλληλεξάρτηση, πιστεύουν ότι η αλλαγή σε ένα μέλος της οικογένειας απαιτεί αλλαγή σε άλλα μέλη.

Μια έννοια που σχετίζεται με την αλληλεξάρτηση εντός της θεωρίας συστημάτων είναι ότι το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του. Κάποιος θα μπορούσε να μελετήσει το υδρογόνο και το οξυγόνο απομονωμένα το ένα από το άλλο για πάντα, αλλά ποτέ δεν ανακάλυπτε το νερό. Το υδρογόνο και το οξυγόνο πρέπει να αλληλεπιδράσουν πριν επιτευχθεί νερό (Bellinger, 2000).

Η μη-αθροιστικότητα είναι ο ισχυρισμός ότι ένα σύστημα είναι η δική του οντότητα που είναι μεγαλύτερη από το απλό άθροισμα των μερών του· αυτό εξηγείται συχνά χρησιμοποιώντας τη μαθηματική εξίσωση, 1 + 1 = 3. Εάν ένα σύστημα έχει δύο άτομα, τότε έχει τρία μέρη. Ένα μέρος αποτελείται από κάθε άτομο στο σύστημα και ένα μέρος αποτελείται από την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο ανθρώπων στο σύστημα.

Image by me

Ανάδραση

Η ανατροφοδότηση σε ένα οικογενειακό σύστημα είναι η διαδικασία με την οποία η είσοδος κάθε μέλους της οικογένειας οδηγεί σε μια πιο σύνθετη, προσανατολισμένη στα συστήματα έξοδο. Προκειμένου να κατανοήσουμε την οικογένεια, η παραγωγή δεν καθορίζεται μεμονωμένα, αλλά το σύνολο γίνεται κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του. Με την ανατροφοδότηση των συστημάτων, υποθέτουμε ότι η δυσλειτουργία οποιουδήποτε ατόμου δεν προκαλείται από μια ενδοψυχική κατάρρευση, αλλά από την αποτυχία του ίδιου του συστήματος να λειτουργήσει σωστά. Συνήθως, ένα άτομο χαρακτηρίζεται από το σύστημα ως το πρόβλημα. Οι οικογενειακοί θεραπευτές αποκαλούν αυτό το άτομο τον αναγνωρισμένο ασθενή ή IP. Οι οικογενειακοί θεραπευτές βλέπουν αυτό το άτομο ως φορέα συμπτωμάτων για δυσλειτουργία στο οικογενειακό σύστημα.

Οι βρόχοι ανατροφοδότησης είναι οι κύκλοι με τους οποίους τα άτομα επηρεάζουν το ένα τις ενέργειες του άλλου. Ο αντίκτυπος που έχει μια συμπεριφορά στο σύστημα και η ανταπόκριση του συστήματος σε αυτή τη συμπεριφορά θεωρείται από την άποψη της θετικής και αρνητικής ανατροφοδότησης. Οι «θετικές» και οι «αρνητικές» δεν είναι αξιολογικές κρίσεις σχετικά με τη συμπεριφορά, αλλά μάλλον υποδεικνύουν εάν έχει συμβεί αλλαγή στο σύστημα. Ένας θετικός βρόχος ανάδρασης ενισχύεται. Εάν έχει συμβεί μια αλλαγή και έχει γίνει αποδεκτός ο έφηβος από το σύστημα, έχει συμβεί ένας θετικός βρόχος ανάδρασης. Το status quo δεν διατηρήθηκε, επομένως η διαδικασία αναφέρεται ως θετική ανατροφοδότηση. Η αρνητική ανάδραση, από την άλλη πλευρά, μπορεί να οδηγήσει σε σχεδόν σταθερή συμπεριφορά με ήπιες διακυμάνσεις, παρόμοια με έναν θερμοστάτη που διατηρεί μια συγκεκριμένη θερμοκρασία δωματίου. Εάν ένα ζευγάρι τσακωθεί, αλλά και οι δύο πηγαίνουν σε διαφορετικά μέρη του σπιτιού για να ηρεμήσουν, ώστε να αποφύγουν να πουν άσχημα πράγματα ο ένας στον άλλο, έχει προκύψει αρνητική ανατροφοδότηση. Αν και ένα σύστημα χρειάζεται σταθερότητα, πρέπει επίσης να είναι σε θέση να δέχεται αλλαγές και να προσαρμόζεται.

Σταθερότητα/Προσαρμοστικότητα

Η αλλαγή είναι κάτι που οι οικογένειες πρέπει να αγκαλιάσουν καθώς και να  αποφύγουν. Είναι μια δύσκολη πράξη εξισορρόπησης. Προκειμένου  να αποφευχθεί η αποσύνθεση και το χάος, ένα σύστημα πρέπει να εξισορροπήσει τη σταθερότητα με την προσαρμοστικότητα. Η ικανότητα ενός συστήματος να παραμένει σταθερό στο πλαίσιο της αλλαγής και να αλλάζει στο πλαίσιο της σταθερότητας είναι κεντρικής σημασίας για  την επιβίωσή του.

Ένα σύστημα έχει δύο μηχανισμούς που λειτουργούν ταυτόχρονα για την επίτευξη αυτής της ισορροπίας. Η μορφόσταση είναι η τάση ενός συστήματος προς σταθερότητα ή σταθερή κατάσταση. Το σύστημα πρέπει να συμμετέχει σε ρύθμιση και έλεγχο καθώς και να διαχειρίζεται τη θέση του στο υπερσύστημα, Αυτή η ρύθμιση και ο έλεγχος συμβάλλουν στην τάξη και σε μια κατάσταση δυναμικής ισορροπίας  για το σύστημα. Ταυτόχρονα, το σύστημα διαθέτει έναν μηχανισμό που επιτρέπει την ανάπτυξη, τη δημιουργικότητα, την καινοτομία και την αλλαγή που ονομάζεται μορφογένεση.

Η ισορροπία μεταξύ αυτών των δύο μηχανισμών είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος. Οι Becvar και Becvar (1996) περιγράφουν αυτή την ισορροπία ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Keeney (1983, σελ. 70) απεικονίζει την αλληλεξάρτηση της μορφόστασης και της μορφογένεσης με τη δήλωσή του «η αλλαγή δεν μπορεί να βρεθεί χωρίς μια στέγη σταθερότητας πάνω από το κεφάλι της. Ομοίως, η σταθερότητα θα έχει πάντα τις ρίζες της στις υποκείμενες διαδικασίες αλλαγής» (όπως αναφέρεται στο Becvar and Becvar, 1996).

Image by me

Γραμμική έναντι κυκλικής αιτιότητας

Η είσοδος σε ένα οικογενειακό σύστημα οδηγεί σε έξοδο που τροφοδοτείται πίσω στο σύστημα, καθιστώντας έτσι είσοδο στην επόμενη έξοδο της οικογένειας ή του ζευγαριού. Αυτή η κυκλική διαδικασία είναι σημαντική για την κατανόηση των οικογενειακών συστημάτων. Στη σκέψη των οικογενειακών συστημάτων, μια κυκλική διαδικασία εμπλέκεται στο μοντέλο ανατροφοδότησης της αιτιότητας. Η θεώρηση της πραγματικότητας από αυτό το κυκλικό μοντέλο αιτιότητας σημαίνει ότι τα γεγονότα είναι πολλαπλά αιτιώδη και αμοιβαία.

Η αμοιβαία αιτιότητα είναι πολύ διαφορετική από τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία μας συνήθως κατανοεί τα γεγονότα. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε εκπαιδευτεί να σκεφτόμαστε με όρους γραμμικής αιτιότητας, ή το  Α προκαλεί το Β (βλ. Σχήμα 21·3}· Εγώ ο αναγνώστης μπορεί να κάνει μετατόπιση από γραμμική σε κυκλική σκέψη με τη σκέψη για δύο ή περισσότερους ανθρώπους και όχι για έναν. Κάθε φορά που περιγράφουμε ένα άτομο, περιγράφουμε επίσης ένα μέρος μιας αλληλεπίδρασης. Για παράδειγμα, αν κάποιος περιγράφει τον πατέρα σε μια συγκεκριμένη οικογένεια ως «ελεγκτικό», δεν μπορούμε να σταματήσουμε με αυτή τη «μονόδρομη» (δηλαδή γραμμική) περιγραφή της αλληλεπίδρασης. Οι στοχαστές των συστημάτων θέλουν επίσης να καταλάβουν σε τι αντιδρά ο πατέρας – ίσως ένας έφηβος γιος του οποίου η συμπεριφορά ο πατέρας πιστεύει ότι είναι «απρόσεκτη». Τώρα μπορούμε να διευρύνουμε τις περιγραφές μας για να συμπεριλάβουμε μια «αμφίδρομη» αλληλεπίδραση. Όταν ο γιος συμπεριφέρεται απρόσεκτα, ο πατέρας γίνεται ελεγκτικός. Όσο περισσότερο ελέγχει ο πατέρας, τόσο πιο απρόσεκτος γίνεται ο γιος. Η κατανόηση της αμοιβαίας συνιστώσας οποιασδήποτε αλληλεπίδρασης είναι κεντρικής σημασίας για την κυκλική, συστημική σκέψη. Αυτό συχνά αναφέρεται πιο επίσημα ως αμοιβαία αιτιότητα (βλ. σχήμα 2.3). Η συμπεριφορά του Α είναι το λογικό αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Β και η συμπεριφορά του  Β είναι το λογικό αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του Α.

Υποσυστήματα

Μέσα σε ένα οικογενειακό σύστημα υπάρχουν επίσης μικρότερα, αυτόνομα, αλλά αλληλένδετα συστήματα που ονομάζονται υποσυστήματα. Για παράδειγμα, οι γονείς σε μια οικογένεια αποτελούν ένα γονικό υποσύστημα που έχει το δικό του σύνολο κανόνων, ορίων και στόχων. Οι ίδιοι γονείς μπορούν επίσης να παντρευτούν και να αποτελέσουν ένα ακόμη υποσύστημα γνωστό ως συζυγικό υποσύστημα. Αδελφοί και αδελφές, θετοί αδελφοί και θετές αδελφές, ετεροθαλείς αδελφοί και ετεροθαλείς αδελφές είναι όλοι διαφορετικοί σχηματισμοί του αδελφικού υποσυστήματος.

Η έννοια της ιεραρχίας αναφέρεται στο γεγονός ότι κάθε πολύπλοκο σύστημα είναι επίσης ένα υποσύστημα ενός συστήματος υψηλότερης τάξης. Για παράδειγμα, η τοπική σχολική περιφέρεια, η θρησκευτική κοινότητα, η ιατρική κοινότητα και η επιχειρηματική κοινότητα είναι υποσυστήματα της ευρύτερης κοινότητας για κάθε πόλη. Ακριβώς όπως οι πόλεις έχουν μέσα τους υποσυστήματα, το ίδιο κάνουν και οι οικογένειες.

Ένα άλλο υποσύστημα είναι το προσωπικό υποσύστημα και τα συστατικά του στοιχεία. Κάθε άτομο έχει βιολογικές, γνωστικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές συνιστώσες που αποτελούν το άτομο (Kantor and Lehr, 1976) και επηρεάζουν τα άλλα υποσυστήματα και συστήματα, και αντίστροφα αυτά τα συστήματα επηρεάζουν το προσωπικό υποσύστημα του ατόμου.

Οικογενειακά πρότυπα

Όλα τα συστήματα παρουσιάζουν μοτίβα που έχουν αναδρομικό χαρακτήρα. Τα μοτίβα είναι συνηθισμένοι, περιττοί τρόποι συμπεριφοράς και επικοινωνίας στις σχέσεις. Τα συστήματα αποτελούνται από μοτίβα αλληλεπίδρασης που τείνουν να επαναλαμβάνονται. Όλα τα συστήματα θέλουν να διατηρήσουν ισορροπία ή σταθερή κατάσταση. Ως αποτέλεσμα, αυτά τα μοτίβα οδηγούν σε προβλεψιμότητα ότι μια αλληλεπίδραση θα τελειώσει το ίδιο ανεξάρτητα από τον τρόπο που ξεκίνησε, ανεξάρτητα από το θέμα ή το περιεχόμενο (δηλαδή, την είσοδο) της αλληλεπίδρασης. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι έφηβοι θα μπορούσαν να προβλέψουν πώς θα αντιδρούσαν οι γονείς τους αν έμεναν έξω όλη τη νύχτα χωρίς να τηλεφωνήσουν στο σπίτι. Αυτοί οι έφηβοι καταλαβαίνουν πώς το οικογενειακό τους σύστημα θα δείξει ένα μοτίβο που είναι πιθανό να είναι σε θέση να προβλέψουν. Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν ένα μέλος της οικογένειας ή ένας σύντροφος πρέπει απλώς να σας ρίξει μια «ματιά» και φαίνεται να ξεκινά μια διαφωνία. Το ίδιο το «βλέμμα» ­είναι ένας προγνωστικός δείκτης ενός επερχόμενου μοτίβου αλληλεπίδρασης που αντικατοπτρίζει την κυκλική αιτιότητα. Όλα τα συστήματα έχουν μοτίβα αλληλεπίδρασης που μπορούν να γίνουν προβλέψιμα με την πάροδο του χρόνου. Ομοιόσταση σε μια οικογένεια είναι η επιθυμία να διατηρηθεί η σταθερότητα ή το status quo. Στους ανθρώπους τείνουν να αρέσει η προβλεψιμότητα. Αυτή η προβλεψιμότητα προσφέρεται για ομοιόσταση.

Κανόνες και ρόλοι

Οι οικογενειακοί κανόνες και ρόλοι συμβάλλουν στη διατήρηση της σταθερότητας. Οι οικογενειακοί κανόνες είναι αντιλήψεις ή συμφωνίες στις οικογένειες που οργανώνουν τις αλληλεπιδράσεις των μελών της οικογένειας. Οι κανόνες μπορεί να είναι φανεροί ή συγκεκαλυμμένοι. Παραδείγματα τέτοιων εμφανών κανόνων περιλαμβάνουν «Στην οικογένειά μας πηγαίνουμε στην εκκλησία κάθε Κυριακή» ή «Εκείνοι που δεν κάνουν τις δουλειές τους δεν παίρνουν το επίδομά τους». Οι συγκεκαλυμμένοι κανόνες είναι εκείνοι που υπονοούνται αλλά δεν δηλώνονται απροκάλυπτα, όπως «Ποτέ μην προκαλείς τη μητέρα σου» ή «Μην κάνεις σεξ μέχρι να παντρευτείς».

Οι οικογενειακοί ρόλοι είναι ατομικά προδιαγεγραμμένα πρότυπα συμπεριφοράς που ενισχύονται από τις προσδοκίες και τους κανόνες της οικογένειας. Αυτοί οι ρόλοι μπορεί να καθορίζονται από το φύλο, ή από ταλέντα, ή ικανότητες, και ούτω καθεξής. Ο ρόλος ενός πατέρα μπορεί να είναι να μένει ξύπνιος μέχρι αργά με άρρωστα παιδιά, επειδή μπορεί να τα καταφέρει με λιγότερο ύπνο από τη σύζυγό του. Οι ρόλοι μπορεί να αφορούν απτά καθήκοντα ή μπορεί να αφορούν περισσότερο χαρακτηριστικά όπως ο ρόλος του «μαύρου προβάτου», του «κλόουν», του «επιτυχημένου» και ούτω καθεξής.

Όρια

Ένα όριο συστήματος μπορεί να θεωρηθεί ως το σημείο στο οποίο ρέουν δεδομένα (π.χ. έξοδος) από ένα σύστημα σε άλλο (π.χ. είσοδος). Στη θεωρία των οικογενειακών συστημάτων, τα όρια καθορίζουν ποιος είναι μέσα και ποιος είναι έξω από το σύστημα. Τα όρια μπορούν να διαχωρίζουν τα υποσυστήματα, τις γενιές ή την ταυτότητα των ελασμάτων.

Ο βαθμός στον οποίο τα δεδομένα είναι ελεύθερα να ρέουν από το ένα σύστημα στο άλλο είναι γνωστός ως διαπερατότητα του ορίου. Ένα διαπερατό όριο επιτρέπει στα δεδομένα να ρέουν ελεύθερα, με αποτέλεσμα ένα ανοιχτό σύστημα. Ένα αδιαπέραστο όριο είναι αυτό που ελέγχει αυστηρά (ή ακόμα και αρνείται) την αποδοχή ή τη διανομή δεδομένων, με αποτέλεσμα ένα κλειστό σύστημα. Στα οικογενειακά συστήματα είναι μερικές φορές δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ υποσυστημάτων, γεγονός που μπορεί να υποδηλώνει έλλειψη ορίων ή διάχυτα όρια. Για παράδειγμα, δεν είναι ασυνήθιστο να βλέπουμε ένα παιδί ως μέρος ενός γονικού υποσυστήματος. Ένα παιδί μπορεί να έχει «γονεϊκοποιηθεί» επειδή είναι το μεγαλύτερο και αναμένεται να φροντίσει τα μικρότερα αδέλφια χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες του από τους γονείς.

Ή ίσως ένας γονέας δεν λειτουργεί στο γονεϊκό ρόλο, όπως μπορεί να συμβαίνει εάν ένας γονέας αγωνίζεται με πρόβλημα κατάχρησης ουσιών. Σε μια τέτοια περίπτωση, ένα παιδί μπορεί να προσπαθήσει να καλύψει το ρόλο και να γίνει μέρος του γονικού υποσυστήματος. Σε άλλες περιπτώσεις, υπάρχουν  άκαμπτα όρια και τα μέλη της οικογένειας είναι τόσο ξεχωριστά που είναι δύσκολο να πει κανείς ότι τα μέλη είναι μέλη της ίδιας οικογένειας. Για παράδειγμα, μπορεί να υπάρχει μικρή επικοινωνία μεταξύ γονέων και παιδιών, όπως απεικονίζεται στο ρητό, «Τα παιδιά πρέπει να φαίνονται και να μην ακούγονται!»

Τα συστήματα μπορούν να είναι κλειστά ή ανοιχτά. Τα κλειστά συστήματα δεν έχουν καμία ανταλλαγή με το περιβάλλον τους. Για παράδειγμα, τα μηχανήματα είναι κλειστά συστήματα. Τα ανοικτά συστήματα ανταλλάσσουν ύλη, ενέργεια ή πληροφορίες με το περιβάλλον τους. Τα περισσότερα βιολογικά και κοινωνικά συστήματα είναι ανοικτά συστήματα. Τα φυτά είναι ένα παράδειγμα ανοικτών συστημάτων. Το περιβάλλον παρέχει στο φυτό υγρασία και τρόφιμα και το εργοστάσιο παρέχει οξυγόνο στο περιβάλλον. Το ένα επηρεάζει το άλλο.

Τα οικογενειακά συστήματα είναι ανοικτά συστήματα. "Ένα ανοιχτό σύστημα είναι ένα σύνολο αντικειμένων με χαρακτηριστικά που συσχετίζονται σε ένα περιβάλλον. Το σύστημα διαθέτει ιδιότητες ολότητας, αλληλεξάρτησης, ιεραρχίας, αυτορρύθμισης, περιβαλλοντικής ανταλλαγής, ισορροπίας, προσαρμοστικότητας και ισότητας» (Littlejohn, 1983, σελ. 32). Οι οικογένειες έχουν συνεχή ανταλλαγή με το περιβάλλον τους. Οι αξίες που ενθαρρύνονται στο σχολείο, την εργασία ή τα θρησκευτικά ιδρύματα επηρεάζουν τις αξίες στο σπίτι και αντίστροφα. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να γυρίσει σπίτι από το σχολείο μια μέρα κοροϊδεύοντας έναν συμμαθητή του επειδή είναι διαφορετικός.

Οι γονείς μπορούν να συζητήσουν την ανοχή και τη συμπόνια για εκείνους που είναι διαφορετικοί με το παιδί, το οποίο με τη σειρά του επιστρέφει στο σχολείο και μοιράζεται αυτές τις ιδέες με άλλα παιδιά.οι οποίοι στη συνέχεια φιλτράρουν αυτές τις πληροφορίες στις οικογένειές τους. Οι οικογένειες επηρεάζουν το περιβάλλον τους και ταυτόχρονα το περιβάλλον επηρεάζει τις οικογένειες. Η προσαρμοστικότητα είναι η ικανότητα μιας οικογένειας να αλλάζει πρότυπα ανταποκρινόμενη σε μεταβαλλόμενες συνθήκες, όπως αναπτυξιακές ή περιστασιακές κρίσεις ή περιστατικά. Για παράδειγμα, μια οικογένεια που κάνει απαγόρευση κυκλοφορίας αργότερα για έναν έφηβο που ήταν υπεύθυνος αλλά επιθυμεί να μείνει έξω λίγο αργότερα, δείχνει προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού. Οι οικογένειες πρέπει να αλλάξουν και να αναδιαρθρωθούν για να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν. Η ισοδυναμία είναι η ικανότητα μιας οικογένειας να επιτύχει παρόμοιους στόχους, αλλά με διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, δεν είναι όλοι οι γονείς ίδιοι. Ωστόσο, οικογένειες με διαφορετικά στυλ ανατροφής μπορεί να έχουν παιδιά που συμπεριφέρονται με αποδεκτό τρόπο. Αυτό δείχνει την ικανότητα των οικογενειακών συστημάτων να επιτύχουν τους ίδιους στόχους, αλλά από διάφορες διαφορετικές διαδρομές. Το αντίθετο της ισοδυναμίας είναι η ισοδυναμία. Η ισοδυναμία συμβαίνει όταν η ίδια αιτία μπορεί να παράγει διαφορετικά αποτελέσματα. Τόσο η ισοδυναμία όσο και η ισοδυναμία αναφέρονται στην ιδέα ότι δεν υπάρχουν μεμονωμένες αιτίες ή αποτελέσματα στη θεωρία συστημάτων.

Μερικές φορές οι οικογένειες ελαχιστοποιούν την ανταλλαγή με το περιβάλλον τους, ειδικά αν αυτό το περιβάλλον θεωρείται ότι απειλεί την ακεραιότητα του συστήματος. Για παράδειγμα, οι Amish έχουν ισχυρά όρια μεταξύ του έξω κόσμου και του κόσμου τους, προκειμένου να διατηρήσουν τα πολιτιστικά και θρησκευτικά ιδεώδη. Από την αρνητική πλευρά ενός κλειστού συστήματος, ορισμένες οικογένειες μπορεί να επιθυμούν να προστατεύσουν ένα μυστικό, όπως η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση, και έτσι να αποφύγουν τον έξω κόσμο, έτσι ώστε κανείς να μην γνωρίζει τι συμβαίνει στην οικογένεια.

Ένα σύστημα σε οποιοδήποτε άκρο της ανοιχτότητας / κλειστότητας βρίσκεται σε μέγιστη αταξία και αποσύνθεση, που αναφέρεται ως εντροπία. Ένα σύστημα πρέπει να βρει μια ισορροπία διαπερατών ορίων, έτσι ώστε να μπορεί να είναι ανοικτό για να λάβει τις πληροφορίες που χρειάζεται για να επιβιώσει και να κλείσει τις πληροφορίες που απειλούν τον ακέραιο αριθμό του συστήματος. Μια τέτοια ισορροπία ονομάζεται negentropy. Υποδεικνύει ένα σύστημα με τη μέγιστη σειρά. Συνήθως, οι οικογενειακοί θεραπευτές συναντούν οικογένειες σε κατάσταση εντροπίας και είναι δουλειά τους να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της negentropy στο οικογενειακό σύστημα.

Τα ανοικτά συστήματα ανταλλάσσουν πληροφορίες με το περιβάλλον τους. Οι οικογένειες ανταλλάσσουν πληροφορίες μέσω της συμπεριφοράς και της επικοινωνίας. Όλη η συμπεριφορά είναι επικοινωνία και είναι αδύνατο να μην επικοινωνήσουμε (Watzlawick, Beavin και Jackson, 1967). Ακόμα και καθώς κάθεστε διαβάζοντας αυτό το βιβλίο αυτή τη στιγμή, επικοινωνείτε με τους γύρω σας – ίσως δείχνετε ότι μελετάτε (με τη σιωπηλή σας ανάγνωση), ότι βαριέστε (χασμουριέται) ή ότι ενδιαφέρεστε (από το βλέμμα στο πρόσωπό σας καθώς διαβάζετε). Η επικοινωνία χρησιμεύει ως είσοδος και έξοδος στο σύστημα.

Υπάρχουν δύο τύποι επικοινωνίας: ψηφιακή και αναλογική. Η ψηφιακή επικοινωνία είναι ο λεκτικός τρόπος επικοινωνίας, ο προφορικός λόγος ή το περιεχόμενο της επικοινωνίας. Η αναλογική επικοινωνία είναι ο συνδυασμός του μη λεκτικού τρόπου επικοινωνίας (π.χ. τόνος φωνής, κλίση φωνής, χειρονομίες, έκφραση προσώπου και στάση σώματος) και το πλαίσιο του μηνύματος. Είναι η αναλογική επικοινωνία ή διαδικασία επικοινωνίας που ενδιαφέρει περισσότερο τους οικογενειακούς θεραπευτές επειδή αυτό· Η επικοινωνία μας λέει για τις διαπροσωπικές σχέσεις.

Στην οικογενειακή θεραπεία, ο θεραπευτής συνήθως επικεντρώνεται πολύ περισσότερο στην αναλογική επικοινωνία στη συνεδρία οικογενειακής θεραπείας. Εξετάζει τη διαδικασία της επικοινωνίας και την αποκρυπτογραφεί από την άποψη του τι σημαίνει σχετικά με τη σχέση των μελών της οικογένειας με τους άλλους. Το περιεχόμενο των όσων λέγονται είναι πολύ λιγότερο σημαντικό από το πώς λέγονται.

Για παράδειγμα, σκεφτείτε ότι η ψηφιακή επικοινωνία (περιεχόμενο) είναι η ίδια στα ακόλουθα μηνύματα, αλλά η αναλογική επικοινωνία είναι διαφορετική και στα τρία παραδείγματα:

  • Αν κάποιος πει, «Έι, πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή», με χαρούμενο τόνο και φιλικό χαμόγελο, πιθανότατα θα το θεωρούσατε μια πρόσκληση να κάνετε κάτι διασκεδαστικό με αυτό το άτομο.
  • Αν κάποιος πει, «Έι, πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή», με λίγο πάθος ή ενδιαφέρον για τη φωνή του, ενώ κοιτάζει μακριά, μπορεί να νομίζετε ότι είναι ευγενικός, αλλά δεν ενδιαφέρεται να συναντηθεί πραγματικά.
  • Για άλλη μια φορά, το "Ει, θα πρέπει να βρεθούμε κάποια στιγμή" μπορεί να έχει ένα πολύ διαφορετικό μήνυμα εάν το πλαίσιο είναι ότι περπατάτε στο διάδρομο μιας φυλακής και το άτομο που στέλνει το μήνυμα είναι κρατούμενος.

Εάν η διαδικασία και το περιεχόμενο του μηνύματος δεν είναι σύμφωνα,  μπορεί να προκύψει  ένα διπλό μήνυμα. Αν κάποιος πει, «Φαίνεσαι πραγματικά ωραίος σήμερα», αλλά γυρίζει τα μάτια του σαρκαστικά ενώ το λέει, λαμβάνετε ένα διπλό μήνυμα. Η επικοινωνία είναι το κλειδί για κάθε μορφή ψυχοθεραπείας.

Οι οικογενειακοί θεραπευτές προσβλέπουν στην επικοινωνία για να ρυθμίσουν το οικογενειακό σύστημα. Αν και το περιεχόμενο είναι σημαντικό για τον οικογενειακό θεραπευτή να εξετάσει, αυτός ή αυτή θα παρακολουθεί συνεχώς τη διαδικασία  επικοινωνίας της οικογένειας, καθώς εκεί συμβαίνουν οι είσοδοι και οι έξοδοι στο σύστημα.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ: Hecker, L. L., Mims, G. A., & Boughner, S. R. (2015). General systems theory, cybernetics, and family therapy. In J. L. Wetchler & L. L. Hecker (Eds.), An introduction to marriage and family therapy (2nd ed., pp. 39–67). Routledge.

(ΓΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ)


Γενική Θεωρία Συστημάτων, Κυβερνητική και Οικογενειακή Θεραπεία: Μια Συνθετική Παρουσίαση

Εισαγωγή στη Γενική Θεωρία Συστημάτων

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων αποτελεί μια διεπιστημονική προσέγγιση που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αποσκοπώντας στην κατανόηση και ανάλυση πολύπλοκων συστημάτων που συνδέονται μεταξύ τους. Ουσιαστικά, η θεωρία αυτή εξετάζει τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις των επιμέρους στοιχείων που απαρτίζουν ένα σύστημα, αντί να επικεντρώνεται αποκλειστικά σε αυτά καθαυτά. Αυτή η προσέγγιση καθιστά ευκολότερη τη μελέτη των συστημάτων, από οικολογικά και κοινωνικά, μέχρι οργανωτικά και οικογενειακά.

Η προέλευση της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων μπορεί να αναχθεί στα μέσα του 20ου αιώνα, με αξιόλογους επιστήμονες, όπως ο Ludwik Fleck και ο Norbert Wiener, να συμβάλλουν στην ανάπτυξή της. Ο Wiener, ιδιαίτερα με το έργο του στην κυβερνητική, συνέβαλε στη δημιουργία ενός πλαισίου που υπογραμμίζει τη σημασία των πληροφοριών και της επικοινωνίας μέσα στα συστήματα. Ουσιαστικά, η κυβερνητική προσφέρει εργαλεία και μοντέλα για την κατανόηση της δυναμικής των συστημάτων.

Η κεντρική ιδέα της θεωρίας αυτής βασίζεται στην αντίληψη ότι οι διάφορες οντότητες - είτε πρόκειται για ανθρώπους, οργανισμούς ή φυσικά φαινόμενα - δεν μπορούν να μελετηθούν απομονωμένα, αλλά πρέπει να θεωρούνται ως μέρη ενός ολικού συστήματος. Οι βασικές αρχές της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων περιλαμβάνουν την έννοια της ανατροφοδότησης, την πολυπλοκότητα και τη διασύνδεση. Αυτές οι αρχές είναι κρίσιμες για την κατανόηση των πολύπλοκων φαινομένων που παρατηρούμε στην καθημερινή ζωή, Από τη διοίκηση έως την οικογενειακή θεραπεία, η Γενική Θεωρία Συστημάτων παρέχει ένα πλαίσιο που επιτρέπει τη βαθύτερη ανάλυση και κατανόηση των αλληλοσυνδέσεων.

Βασικές Αρχές της Κυβερνητικής

Η κυβερνητική αποτελεί έναν διεπιστημονικό τομέα που εστιάζει στη μελέτη των συστημάτων, τη διαχείριση της πληροφορίας και τον έλεγχο μέσω της ανατροφοδότησης. Μια από τις κεντρικές έννοιες της κυβερνητικής είναι η ανατροφοδότηση, η οποία επιτρέπει σε ένα σύστημα να προσαρμόζεται ανάλογα με τις διαφοροποιήσεις του περιβάλλοντός του και τις εσωτερικές του διεργασίες. Η ανατροφοδότηση μπορεί να είναι θετική, ενισχύοντας τις διαδικασίες και την ανάπτυξη, ή αρνητική, οδηγώντας στον έλεγχο και τη σταθεροποίηση του συστήματος.

Ακόμη, η αρχή του ελέγχου είναι θεμελιώδης για την κυβερνητική. Αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία τα συστήματα αξιολογούν τις διακυμάνσεις των παραμέτρων τους μέσω της συνεχούς παρακολούθησης και ανάλυσης των δεδομένων. Ο έλεγχος επιτρέπει στα συστήματα να διατηρούν την ακεραιότητά τους και να διασφαλίζουν την επιτυχία τους μέσω προγραμματισμένων μοναδικών στρατηγικών. Η σύνθεση αυτού του ελέγχου με την ανατροφοδότηση δημιουργεί έναν κύκλο βελτίωσης που ενισχύει την αποτελεσματικότητα του συστήματος.

Η επικοινωνία εντός των συστημάτων καταλαμβάνει επίσης έναν σημαντικό ρόλο στις βασικές αρχές της κυβερνητικής. Η διακίνηση πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των επιμέρους στοιχείων ενός συστήματος ενδυναμώνουν την ικανότητά τους να ανταγωνίζονται και να συνεργάζονται σε διάφορα επίπεδα. Αυτή η επικοινωνία είναι κρίσιμη για τη λειτουργία κοινωνικών, βιολογικών και τεχνικών συστημάτων, καθώς εξασφαλίζει την αλληλοσύνδεση και τη συνοχή μεταξύ των στοιχείων τους. Η συνειδητοποίηση αυτών των αρχών βοηθά στην κατανόηση της λειτουργίας περιπλοκών όπως οι οικογένειες, οι οργανισμοί και οι κοινότητες.

Σύνδεση Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και Κυβερνητικής

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων (ΓΘΣ) και η Κυβερνητική είναι δύο θεμελιώδεις επιστημονικές προσεγγίσεις που αλληλοσυμπληρώνονται και επηρεάζουν την αντίληψή μας για την πραγματικότητα. Η ΓΘΣ αναφέρεται στη μελέτη των συστημάτων ως έννοιες που εκτείνονται πέρα από τη σωματική ή την πεπερασμένη διάσταση μιας υποκείμενης επιστήμης. Επικεντρώνεται στις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις των στοιχείων εντός ενός συστήματος, προσδιορίζοντας την αναγκαιότητα της συνολικής προσέγγισης στη μελέτη πολύπλοκων φαινομένων.

Από την άλλη πλευρά, η Κυβερνητική, που θεμελιώθηκε από τον Norbert Wiener, ασχολείται με τη μελέτη των συστημάτων ελέγχου και της επικοινωνίας σε ζωντανούς οργανισμούς, μηχανές και κοινωνικές δομές. Η ύπαρξη ανατροφοδοτικών διαδικασιών είναι κεντρική στη διοίκηση και τον έλεγχο των συστημάτων, γεγονός που αναδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ δεδομένων και αποφάσεων, ενώ ανάγεται σε βασική αρχή στη μελέτη του πώς διαφορετικά συστήματα προσαρμόζονται στο περιβάλλον τους.

Οι αρχές της Κυβερνητικής, όπως η ανατροφοδότηση και η αυτορύθμιση, προσφέρουν εργαλεία για την κατανόηση της δυναμικής των συστημάτων. Μαζί με την ΓΘΣ, αυτές οι αρχές βοηθούν στην ανάλυση της πολυπλοκότητας που περιβάλει συστήματα, όπως οικογενειακές δομές ή κοινωνικά δίκτυα. Με αυτή τη συνεργασία, οι θεωρίες αυτές ενισχύουν την ικανότητά μας να κατανοούμε και να επιλύουμε προβλήματα, προάγοντας τη συνθετική γνώση που είναι κρίσιμη για την επιστημονική έρευνα και την εφαρμογή στην πράξη. Η συμβολή της Κυβερνητικής στο πεδίο της ΓΘΣ διευρύνει τη δυνατότητά μας να αναλύουμε και να ερμηνεύουμε πολύπλοκες διασυνδέσεις με τρόπο που είναι τόσο ρεαλιστικός όσο και εφαρμοσμένος.

Οικογενειακή Θεραπεία: Θεωρητικά Πλαίσια

Η οικογενειακή θεραπεία αποτελεί ένα πολυδιάστατο πεδίο της ψυχολογίας, το οποίο έχει αναπτυχθεί μέσα από ποικίλες θεωρητικές προσεγγίσεις. Η συστημική προσέγγιση είναι ίσως η πιο θεμελιώδης. Αυτή η θεωρία βλέπει την οικογένεια ως ένα δυναμικό σύστημα, όπου οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών επηρεάζουν τη συναισθηματική και ψυχική ευημερία του καθενός. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, τις παθογένειες και τις προκλήσεις που κρατούν την οικογένεια σε δυσλειτουργία, είναι αποτέλεσμα συνεχών αλληλεπιδράσεων και δεν μπορούν να απομονωθούν σε μεμονωμένα άτομα.

Από την άλλη πλευρά, η κυβερνητική προσέγγιση προάγει την ιδέα ότι οι οικογενειακές σχέσεις ρυθμίζονται από κανόνες, δομές και διαδικασίες. Οι θεραπευτές που εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο εστιάζουν συχνά στην κατανόηση των κωδίκων επικοινωνίας που διέπουν την οικογένεια και προσπαθούν να δημιουργήσουν μηχανισμούς ανατροφοδότησης που επιτρέπουν αλλαγές στις αλληλεπιδράσεις και στις συμπεριφορές. Ανάλογα με την κατάσταση, οι θεραπευτές ενδέχεται να εφαρμόσουν στρατηγικές που θα βοηθήσουν σε ανατροφοδοτούμενες διαδικασίες μάθησης.

Πέρα από τις συστημικές και κυβερνητικές προσεγγίσεις, σημαντικές επιρροές συναντώνται από διάφορες ψυχολογικές σχολές σκέψης, όπως είναι η ψυχαναλυτική και η ανθρώπινη προσέγγιση. Η ψυχαναλυτική προσέγγιση αναγνωρίζει τη σημασία των υποσυνείδητων δυνατοτήτων που επηρεάζουν τις οικογενειακές σχέσεις, ενώ η ανθρωπιστική κατεύθυνση εστιάζει στην αυτοδιάθεση και την ανάπτυξη των μελών της οικογένειας. Οι θεραπευτές της οικογενειακής θεραπείας μπορεί να επιλέξουν να συνδυάσουν στοιχεία από αυτές τις διαφορετικές σχολές για να παρέχουν πιο ολοκληρωμένες και εξατομικευμένες παρεμβάσεις.

Εφαρμογή Κυβερνητικής στην Οικογενειακή Θεραπεία

Η κυβερνητική, που αφορά τη μελέτη των συστημάτων, του ελέγχου και της ανατροφοδότησης, έχει σημαντική εφαρμογή στην οικογενειακή θεραπεία. Στην οικογενειακή δυναμική, οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις των μελών της οικογένειας μπορούν να κατανοηθούν πιο αποτελεσματικά μέσω των αρχών της κυβερνητικής. Η οικογένεια μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σύστημα που λειτουργεί μέσω συνεχιζόμενων αλληλεπιδράσεων, και μέσω της κυβερνητικής, οι θεραπευτές μπορούν να αναλύσουν και να παρέμβουν σε αυτές τις σχέσεις.

Μία από τις βασικές έννοιες της κυβερνητικής στην οικογενειακή θεραπεία είναι η ανατροφοδότηση. Η ανατροφοδότηση αναφέρεται στην πληροφορία που επιστρέφεται σε ένα σύστημα και η οποία μπορεί να τροποποιήσει τις συμπεριφορές και τις αλληλεπιδράσεις του. Για παράδειγμα, όταν ένα μέλος της οικογένειας εκφράζει τα συναισθήματά του σχετικά με μια κατάσταση, αυτή η πληροφορία μπορεί να πυροδοτήσει αλλαγές στις συμπεριφορές των άλλων, οδηγώντας έτσι σε μια σειρά θετικών ή αρνητικών ανατροφοδοτήσεων. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι οικογενειακοί θεραπευτές μπορούν να ενθαρρύνουν πιο υγιείς, λειτουργικές αλληλεπιδράσεις.

Επιπλέον, η έννοια του ελέγχου στην κυβερνητική είναι επίσης κρίσιμη. Ο έλεγχος αναφέρεται στις διαδικασίες με τις οποίες ένα σύστημα επιτυγχάνει τους στόχους του. Στην οικογενειακή θεραπεία, οι θεραπευτές συχνά εργάζονται για να βοηθήσουν τις οικογένειες να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τους μηχανισμούς ελέγχου που χρησιμοποιούν, καθώς αυτοί οι μηχανισμοί επηρεάζουν τη δυναμική της οικογένειας και την ικανότητά της να επιλύει προβλήματα. Μέσα από την κατανόηση αυτών των αρχών, οι οικογένειες μπορούν να αναπτύξουν στρατηγικές για να διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά τις προκλήσεις τους.

Στρατηγικές Οικογενειακής Θεραπείας με Βάση τη Γενική Θεωρία Συστημάτων

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων παρέχει ένα ισχυρό πλαίσιο για την ανάλυση και κατανόηση των οικογενειακών δυναμικών. Βασίζεται στην ιδέα ότι οι οικογένειες είναι «συστήματα» που αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τη συναισθηματική κατάσταση των μελών τους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι στρατηγικές οικογενειακής θεραπείας εστιάζουν στη διαπίστωση και την παρέμβαση στις αλληλεπιδράσεις και τις σχέσεις μεταξύ των μελών.

Μια βασική στρατηγική είναι η συστημική παρέμβαση, όπου οι θεραπευτές εξετάζουν τις σχέσεις και τις επικοινωνίες εντός της οικογένειας για να εντοπίσουν τα προβλήματα που επηρεάζουν την ισορροπία και τη λειτουργία του οικογενειακού συστήματος. Αυτή η προσέγγιση προάγει μια ολιστική θεώρηση, επιτρέποντας στους θεραπευτές να βοηθήσουν τα μέλη της οικογένειας να κατανοήσουν τις επιρροές που έχουν ο ένας στον άλλο.

Μια άλλη στρατηγική περιλαμβάνει την ενίσχυση των θετικών αλληλεπιδράσεων μέσα στην οικογένεια. Οι θεραπευτές μπορούν να προτείνουν δραστηριότητες που προάγουν την επικοινωνία και τη συνεργασία, όπως οι οικογενειακές δραστηριότητες ή οι συνεδρίες επικοινωνίας. Η προώθηση θετικών σχέσεων συμβάλλει στη δυναμική της οικογένειας, βοηθώντας τα μέλη να οικοδομήσουν μια υποστηρικτική δομή.

Επιπλέον, η καλλιέργεια αυτογνωσίας είναι κρίσιμη στη θεραπεία. Οι θεραπευτές ενθαρρύνουν τα μέλη της οικογένειας να εξερευνήσουν τους ρόλους και τις προσδοκίες τους, αναγνωρίζοντας πώς αυτές οι παραδοχές επηρεάζουν τη λειτουργία της οικογένειας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, μπορεί να προκύψει μια καλύτερη κατανόηση της οικογενειακής δυναμικής.

Η εφαρμογή αυτών των στρατηγικών μπορεί να είναι αποτελεσματική στη βελτίωση της οικογενειακής υποστήριξης και της συναισθηματικής υγείας, βασιζόμενη στις αρχές της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων.

Βιβλιογραφικές Αναφορές και Σημαντικές Μελέτες

Η Γενική Θεωρία Συστημάτων, η κυβερνητική και η οικογενειακή θεραπεία είναι τρεις τομείς που αλληλοσυμπληρώνονται και προσφέρουν πλούσιες προοπτικές για την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της κοινωνικής δυναμικής. Η εν λόγω ενότητα παρουσιάζει μια επιλεγμένη βιβλιογραφία και σημαντικές μελέτες που θα είναι χρήσιμες για αναγνώστες που επιθυμούν να εμβαθύνουν σε αυτές τις θεματικές.

Μια από τις κλασικές αναφορές στη Γενική Θεωρία Συστημάτων είναι το έργο του Ludwig von Bertalanffy, "General System Theory: Foundations, Development, Applications" (1968). Αυτό το έργο θεμελίωσε τη δράση των συστημάτων και επέστησε την προσοχή στη σημασία της ενότητας στη μελέτη σύνθετων φαινομένων.

Επιπλέον, η κυβερνητική, που προήλθε από τις εργασίες του Norbert Wiener, προσφέρει μια διεπιστημονική προσέγγιση για την κατανόηση των επικοινωνιακών διαδικασιών και της αυτορρύθμισης. Το βιβλίο του Wiener "Cybernetics: Or Control and Communication in the Animal and the Machine" (1948) αποτελεί θεμελιώδη αναφορά για όσους μελετούν θέματα που αφορούν την αυτονομία και τη νοημοσύνη, τόσο στα οργανικά όσο και στα τεχνητά συστήματα.

Στην οικογενειακή θεραπεία, το έργο του Salvador Minuchin, "Families and Family Therapy" (1974), προσφέρει ορατές προσεγγίσεις στην οικογενειακή δυναμική και θεραπεία. Μέσω αυτής της μελέτης, οι αναγνώστες μπορούν να κατανοήσουν τη σύνθεση και τη λειτουργία των οικογενειακών συστημάτων.

Άλλες σημαντικές μελέτες που αξίζει να αναφερθούν περιλαμβάνουν ερευνητικά έργα που διερευνούν την εφαρμογή της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων στους τομείς της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Αυτό περιλαμβάνει αναλύσεις που εξετάζουν πώς οι συστημικές προσεγγίσεις συμβάλλουν στη βελτίωση της θεραπευτικής διαδικασίας, ενισχύοντας τη σύνδεση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου.

Αυτή η βιβλιογραφία παρέχει μια σταθερή βάση για την κατανόηση της αλληλεπίδρασης μεταξύ θεωρίας και πρακτικής στις διάφορες σχετικές πειθαρχίες.

Προκλήσεις και Μελλοντικές Κατευθύνσεις

Στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, επαγγελματίες και ερευνητές αντιμετωπίζουν ποικίλες προκλήσεις που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεών τους. Ένα από τα κύρια ζητήματα είναι η ποικιλία των οικογενειακών δομών και δυναμικών που αναδύονται στις σύγχρονες κοινωνίες. Οι παραδοσιακές θεωρίες δεν επαρκούν πλέον για να εξηγήσουν ορθά τα ζητήματα που προκύπτουν από πολυσύνθετες οικογενειακές συνθήκες, όπως οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι οικογένειες με διαφορετικές πολιτισμικές προελεύσεις. Για το λόγο αυτό, οι επαγγελματίες της οικογενειακής θεραπείας καλούνται να υιοθετήσουν πιο ενοποιημένες και ευέλικτες προσεγγίσεις.

Επιπλέον, η ανάπτυξη των ψηφιακών εργαλείων και η πρόσβαση στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες έχουν δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, αλλά και προκλήσεις για την οικογενειακή θεραπεία. Η τηλεθεραπεία, για παράδειγμα, προσφέρει πρόσβαση σε υποστήριξη για πολλά άτομα, ωστόσο, εγείρει επίσης ζητήματα που σχετίζονται με την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια των δεδομένων. Η αποτελεσματική εκπαίδευση των θεραπευτών στη χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών είναι καίριας σημασίας.

Κοιτώντας το μέλλον, οι θεωρίες και οι πρακτικές στην οικογενειακή θεραπεία αναμένονται να προσαρμοστούν στις κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές. Η ενσωμάτωση των αρχών της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και της Κυβερνητικής μπορεί να προσφέρει νέες διαστάσεις στην κατανόηση της αλληλεπίδρασης των μελών της οικογένειας. Η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ θεραπευτών, κοινωνικών επιστημόνων και άλλων επαγγελματιών υγειονομικής περίθαλψης θα μπορούσε να αποδειχθεί σημαντική, νέες κλινικές προσεγγίσεις θα μπορούσαν να αναπτυχθούν βάσει αυτής της συνεργασίας.

Συμπεράσματα

Η διασύνδεση μεταξύ Γενικής Θεωρίας Συστημάτων, κυβερνητικής και οικογενειακής θεραπείας προσφέρει πολύτιμα εργαλεία τόσο στους επαγγελματίες όσο και στους θεραπευόμενους. Η Γενική Θεωρία Συστημάτων προάγει την κατανόηση ότι οικογένειες δεν αποτελούν απλώς σύνολα ατόμων, αλλά ζωντανά συστήματα στα οποία οι αλληλεπιδράσεις και οι σχέσεις είναι κρίσιμες. Αυτή η προοπτική ενθαρρύνει την ανάδειξη των σχέσεων που επηρεάζουν τη δυναμική της οικογενειακής λειτουργίας, οδηγώντας σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση της θεραπείας.

Η κυβερνητική, με την έμφαση στη δυναμική των συστημάτων και την ανατροφοδότηση, συνδυάζεται άριστα με τη Γενική Θεωρία Συστημάτων. Μέσα από την εφαρμογή κυβερνητικών αρχών, οι επαγγελματίες βρίσκουν τρόπους να εντοπίσουν και να επανασχεδιάσουν τα μοτίβα συμπεριφοράς, προάγοντας την αλλαγή και τη βελτίωση της οικογενειακής επικοινωνίας. Χρησιμοποιώντας μοντέλα ανατροφοδότησης, είναι δυνατόν να κατανοηθούν οι επιδράσεις των ατομικών δράσεων στο σύνολο της οικογένειας και έτσι να διαμορφωθούν αποτελεσματικές στρατηγικές παρέμβασης.

Τέλος, η σύνθεση αυτών των θεωριών ενδυναμώνει τους επαγγελματίες στον τομέα της οικογενειακής θεραπείας, προσφέροντάς τους μια διαφανή και πολυδιάστατη κατασκευή της οικογενειακής πραγματικότητας. Με την υποστήριξη της Γενικής Θεωρίας Συστημάτων και της κυβερνητικής, οι θεραπευτές μπορούν να προτείνουν λύσεις που θίγουν όχι μόνο τα επιφανειακά συμπτώματα, αλλά και τις βαθύτερες ρίζες των οικογενειακών ζητημάτων. Η αρμονική συνύπαρξη αυτών των παραγόντων δεν ενισχύει απλώς την αποτελεσματικότητα της θεραπείας αλλά και εμπλουτίζει τη θεωρητική βάση της οικογενειακής ψυχολογίας.


facebook application icon

«Εφηβεία και διατροφικές διαταραχές, ο ρόλος των Social Media στην ανάπτυξη και πυροδότηση της νόσου κατά τη διάρκεια της πανδημίας»

To Ελληνικό Κέντρο Διατροφικών Διαταραχών οργανώνει ενημερωτική εκδήλωση με τίτλο «Μια νέα πανδημία σε εξέλιξη: διατροφικές διαταραχές σε παιδιά και εφήβους» και με επίσημη καλεσμένη τη διεθνώς αναγνωρισμένη καθηγήτρια Ψυχιατρικής, Dr. Laura Hill, στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά.

Πρόγραμμα Ενημερωτικής Ημερίδας «Μια νέα πανδημία σε εξέλιξη: Διατροφικές διαταραχές σε παιδιά και εφήβους»

17.00 -17.05: Χαιρετισμός της Δρ. Μαρίας Τσιάκα, Διευθύντρια Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών

17.05.-18.10: «Ποιοι παράγοντες ευθύνονται για την έναρξη αλλά και την πυροδότηση των Διατροφικών Διαταραχών σε παιδιά και εφήβους, τι πρέπει να γνωρίζουν ειδικοί, εκπαιδευτικοί και γονείς;» - Dr. Laura Hill, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ψυχιατρικής στο Ohio State University και Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχιατρικής στο University of California, San Diego.

18.10 -18.45: «Ποιος ο ρόλος της οικογένειας στη διαχείριση και αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών, σε παιδιά και εφήβους» - Δρ. Μαρίας Τσιάκα, Διευθύντρια Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών

18.45-19.15: «Το μονοπάτι της ανάρρωσης, μια δύσβατη διαδρομή με αίσιο τέλος» Μαρτυρίες ασθενών που ανάρρωσαν από διατροφικές διαταραχές.

19.15-19.30: Διάλειμμα

19.30- 20.00: «Εφηβεία και διατροφικές διαταραχές, ο ρόλος των Social Media στην ανάπτυξη και πυροδότηση της νόσου κατά τη διάρκεια της πανδημίας» Κώστας Μπλέτσος, Ψυχολόγος Παιδοψυχιατρικής Μονάδας Σισμανογλείου Νοσοκομείου, συνεργάτης του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών

20.00-20.20: «Πώς βοήθησα το παιδί μου να νικήσει την νόσο» - Μαρτυρίες γονιών με παιδιά που ανάρρωσαν από διατροφικές διαταραχές.

20.20-20.45: «Η τροφή ως θεραπευτική αγωγή , ποιος ο ρόλος των διαιτολόγων στην θεραπεία των διατροφικών διαταραχών» - Αλεξία Κατσαρού PhD, Διαιτολόγος και Ειρήνη Λυκουρέση MSc Διαιτολόγος, συνεργάτες του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών.

20.45- 21.00: Ερωτήσεις -Συμπεράσματα -Κλείσιμο

ΙNFO: Παρασκευή 12 Μαΐου στις 17:00, στο αίθριο της Δημοτικής Πινακοθήκης Πειραιά (Παλαιό Ταχυδρομείο, Φίλωνος 29, Πειραιάς). Θα υπάρξουν μαρτυρίες ασθενών και των οικογενειών τους. Είσοδος ελεύθερη.

Συνδιοργάνωση: Ελληνικό Κέντρο Διατροφικών Διαταραχών, Διεύθυνση Παιδείας και Δια Βίου Μάθησης, Διεύθυνση Πολιτισμού του Δήμου Πειραιά, με την αρωγή των εκπαιδευτηρίων «Παιδαγωγική-Birds».


Αναπτυξιακό τραύμα και διατροφικές διαταραχές

https://youtu.be/bQ5vKOGKvb4
Αναπτυξιακό τραύμα και διατροφικές διαταραχές σε παιδιά και εφήβους

Πλήθος ερευνών έχουν τεκμηριώσει τις τραυματικές ιστορίες των ανθρώπων που πάσχουν από διατροφικές διαταραχές (Dalle Grave, Rigmonti, Todisco & Oliosi, 1996; Reyes-Rodriguez et al., 2011), με την σεξουαλική κακοποίηση της παιδικής ηλικίας childhood sexual abuse (CSA) να είναι το συνηθέστερο τραύμα (De Groot & Rodin, 1999; Wonderlich et al., 2001).

Ο Brewerton (2007) συνοψίζει τα ερευνητικά ευρήματα λέγοντας ότι η σεξουαλική κακοποίηση της παιδικής ηλικίας είναι στατιστικά σημαντικός αλλά μη ειδικός παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη διατροφικής διαταραχής.

Σε μια πρόσφατη μετα-ανάλυση 37 μακροχρονίων μελετών βρέθηκε ότι η παιδική σεξουαλική κακοποίηση συσχετίζεται με αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη, διαταραχές διατροφής, διαταραχή μετατραυματικού στρες, διαταραχές ύπνου και απόπειρες αυτοκτονίας στην ενήλικη ζωή (Chen, Murad, Paras, Colbenson, Sattler, 2010).

Αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι οι σεξουαλικά κακοποιημένες γυναίκες είναι πιθανότερο να αναφέρουν μια διατροφική διαταραχή και φτωχή ψυχική υγεία σε σχέση με μη σεξουαλικά κακοποιημένες γυναίκες (Faravelli, Giugni, Salvatori & Ricca, 2004; Tagay, Schlegl & Senf, 2010).

Άλλοι τύποι τραύματος που αναφέρουν οι ασθενείς που πάσχουν από διατροφικές διαταραχές περιλαμβάνουν:

Φυσική και συναισθηματική κακοποίηση (Kent, Waller & Dagnan, 1999; Rorty, Yager & Rossotto, 1994), παρενόχληση και bullying (Matteo & Espelage, 2002), διαζύγιο και απώλεια κάποιου μέλους της οικογένειας (Dalle Grave, Rigmonti, Todisco & Oliosi, 1996; Mahon, Bradeley, Harvey, Winston & Paler, 2001)

Ειδικότερα το τραύμα είναι συχνότερο σε ασθενείς που πάσχουν από Βουλιμία σε σχέση με μη βουλιμικούς ασθενείς (Smolak & Murnen, 2002; Striegel-Moore, Dohm, Pike, Wilfley & Fairburn, 2002)

Η επικράτηση των τραυματικών γεγονότων στις πάσχουσες από διατροφικές διαταραχές κυμαίνεται απο 37% μέχρι 100% (Dalle Grave et al., 1996; Mitchell et al., 2012)

Συμπεριφορές  τραυματισμένων παιδιών:

  • Θυμός-Ευερεθιστότητα
  • Επιθετικότητα/tantrums
  • Παρορμητικότητα Συναισθηματικές μεταπτώσεις
  • Δυσκολία στη σύναψη και διατήρηση σχέσεων

Η Συμπεριφορά των τραυματισμένων παιδιών δεν είναι επιλογή, είναι βιολογία!

Τι προκαλεί το τραύμα

Μεταβολικές διαταραχές

  • Adrenaline
  • Noradrenaline
  • Cortisole
  • Testosterone

Συναισθηματικές & Συμπεριφορικές διαταραχές

  • Θυμός
  • Επιθετικότητα
  • Φόβος

Η (νευρολογική) κατάσταση του σώματος επηρεάζει:

  • Τα συναισθήματα
  • Την συμπεριφορά
  • Την σκέψη

Πως αντιδρά το σώμα στην απειλή, το τοξικό στρές  και τις αντιξοότητες ;

Mε την ενεργοποίηση (επικράτηση) του συμπαθητικού αυτόνομου νευρικού συστήματος

Επικράτηση του συμπαθητικού ΑΝΣ

  • Ο υποθάλαμος ενεργοποιεί τους αδρενεργικούς αδένες να ελευθερώσουν αδρεναλίνη και κορτιζόλη.
  • Οι ορμόνες τους στρες επηρεάζουν το αναπνευστικό και το καρδιαγγειακό σύστημα. Το ήπαρ παράγει γλυκόζη για να αυξήσει την ενέργεια του σώματος.
  • Οι μύες συσπώνται με αποτέλεσμα υπό τάση πονοκέφαλους , μυϊκούς και αυχενικούς πόνους.
  • Οι ορμόνες του στρές εξασθενούν το ανοσοποιητικό σύστημα και μειώνουν την ικανότητα του σώματος να αντιστέκεται σε εξωτερικά παθογόνα.

Αναφορές


Αλήθεια ξέρεις;

Hμερίδα: «Αλήθεια, ξέρεις;»,  υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (ΠΕ Φθιώτιδας) και του Ιατρικού Συλλόγου Φθιώτιδας .

Εισήγηση με θέμα "Αλήθεια, ξέρετε τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια της θεραπείας;"

Λαμία 7/12/2019


Τι είναι η συναισθηματική νοημοσύνη

Η συναισθηματική νοημοσύνη (Εmotional Ιnteligence) αναφέρεται στην ικανότητα αντίληψης, ελέγχου και αξιολόγησης των συναισθημάτων. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν πως η (ΕΙ) αποτελεί αντικείμενο μάθησης (άρα και βελτίωσης), ενώ άλλοι την αντιμετωπίζουν ως ενδογενές χαρακτηριστικό του ατόμου. Οι Salovey and Mayer (1990), περιγράφουν την (ΕΙ) ως το “κομμάτι εκείνο της Κοινωνικής νοημοσύνης που περιλαμβάνει τη δυνατότητα παρακολούθησης (monitor) των συναισθημάτων και των αισθήσεων, τη διαφοροποίηση μεταξύ τους, και τη χρήση τους ως οδηγούς στη σκέψη και τις πράξεις”.

Οι ίδιοι ερευνητές προτείνουν ένα μοντέλο τεσσάρων βημάτων της συναισθηματικής νοημοσύνης:

Η πρόσληψη (perceive) των συναισθημάτων

Αποτελεί το πρώτο βήμα στην διαδικασία αντίληψης των συναισθημάτων. Σε πολλές περιπτώσεις περιλαμβάνει τα μη λεκτικά σημεία της επικοινωνίας όπως είναι η γλώσσα και η στάση του σώματος, η εκφράσεις του προσώπου κλπ.

O συλλογισμός (reasoning) στη βάση των συναισθημάτων

Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει τη χρήση των συναισθημάτων στη προαγωγή της σκέψης και γνωστικής ενεργοποίησης. Τα συναισθήματα βοηθούν στο να θέσουμε προτεραιότητες σε σχέση με το τι προσέχουμε και σε τι αντιδρούμε. Και αντιδρούμε σε πράγματα και καταστάσεις που τραβούν την προσοχή μας.

Κατανόηση των συναισθημάτων

Τα συναισθήματα που προσλαμβάνουμε μπορεί να μεταφέρουν μια ευρεία γκάμα νοημάτων. Όταν για παράδειγμα κάποιος εκφράζει αισθήματα θυμού, ο παρατηρητής θα πρέπει να υποθέσει την αιτία του θυμού και το πιθανό νόημα της.

Διαχείριση των συναισθημάτων

Η ικανότητα της αποτελεσματικής ρύθμισης των συναισθημάτων αποτελεί το σημείο κλειδί της συναισθηματικής νοημοσύνης. Η ρύθμιση των συναισθημάτων, η κατάλληλη απόκριση στα συναισθήματα, αλλά και η απόκριση στα συναισθήματα των άλλων αποτελούν σημαντικές διαστάσεις στη ρύθμιση των συναισθημάτων.

Σταθμοί στη μελέτη της συναισθηματικής νοημοσύνης

Η Kedra (2013) παρουσιάζει τις ημερομηνίες σταθμούς στη εξέλιξη της μελέτης της συναισθηματικής νοημοσύνης:

  • 1930’s Ο Edward Thordike περιγράφει την έννοια της κοινωνικής ευφυίας ως την ικανότητα να συνυπάρχουμε με άλλους ανθρώπους.
  • 1940s  O David Wechsler προτείνει πως οι συναισθηματικές διαστάσεις της νοημοσύνης είναι ουσιώδεις παράγοντες για την επιτυχία στη ζωή.
  • 1950’s  Ανθρωπιστές ψυχολόγοι όπως ο Abraham Maslow περιγράφουν πως οι άνθρωποι μπορούν να κατασκευάσουν το ψυχικό σθένος.
  • 1975   Ο Howard Gardner παρουσιάζει το βιβλίο του The Shattered Mind εισάγοντας την έννοια της πολλαπλής νοημοσύνης.
  • 1990   Οι Salovey and Mayer δημοσιεύουν το άρθρο τους Συναισθηματική Νοημοσύνη στο περιοδικό Imagination, Cognition, and Personality.

Γιατί είναι τόσο σημαντική η συναισθηματική νοημοσύνη

Η (ΕΙ) επηρεάζει:

Τις επιδόσεις στην εργασία

Η συναισθηματική νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει το άτομο να προσανατολιστεί στο πολύπλοκο εργασιακό περιβάλλον, να ηγηθεί και να καθοδηγήσει τους άλλους. Στην πράξη όταν οι εταιρίες προσλαμβάνουν πλέον προσωπικό δίνουν μεγαλύτερη σημασία στην συναισθηματική νοημοσύνη παρά στην ευφυΐα.

Την υγεία

Όταν κάποιος αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το stress, μπορεί να οδηγηθεί σε σημαντικά προβλήματα υγείας. Το stress μπορεί να προκαλέσει υπέρταση, να αποδιοργανώσει το ανοσοποιητικό σύστημα, να προκαλέσει καρδιολογικά προβλήματα.

Την ψυχική υγεία

Το μη διαχειρίσιμο stress μπορεί επίσης να επηρεάσει την ψυχική υγεία καθιστώντας το άτομο ευάλωτο στο άγχος και την κατάθλιψη. Ακόμη η δυσχέρεια στη ρύθμιση των συναισθημάτων πιθανά θα επηρεάσει την ικανότητα του ατόμου στη δημιουργία “ισχυρών” δεσμών, πράγμα το οποίο συχνά οδηγεί σε ένα χρόνιο αίσθημα μοναξιάς και κοινωνικής απομόνωσης.

Οι Martins et.al (2010) σε μια πρόσφατη μετά ανάλυση τους, βρήκαν πως η συναισθηματική νοημοσύνη είναι ένας ισχυρός προβλεπτικός δείκτης για την ψυχική υγεία. Τις σχέσεις. Η κατανόηση και ο έλεγχος των συναισθημάτων οδηγεί το άτομο σε καλύτερη έκφραση του πώς αισθάνεται αλλά και σε καλύτερη κατανόηση του πως αισθάνονται οι άλλοι. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να επικοινωνήσει αποτελεσματικότερα και να δημιουργήσει στενότερους δεσμούς τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο (Segal and Smith, 2013).

Σύμφωνα με τις δύο συγγραφείς η ΕΙ δεν αποτελεί μια ιδιότητα της προσωπικότητας με σταθερά και σχετικά αναλλοίωτα χαρακτηριστικά, αλλά αντίθετα πρόκειται για μια συνεχόμενη διαδικασία μάθησης στην κατεύθυνση της κατανόησης και του έλεγχου της συναισθηματικής πλευράς του εγκεφάλου μας. Στην βάση αυτή προτείνουν πέντε δεξιότητες που οι άνθρωποι θα πρέπει να καλλιεργήσουν για να βελτιώσουν τη συναισθηματική νοημοσύνη τους.

Πρώτη δεξιότητα: Ταχεία αποκλιμάκωση του stress.

Τα υψηλά επίπεδα stress καταλαμβάνουν το μυαλό και το σώμα παρεμβαίνοντας στην ικανότητα του ατόμου.

  • Να “διαβάσει” σωστά μια κατάσταση.
  • Να ακούσει τι λέει κάποιος άλλος.
  • Να είναι ενήμερο των αισθημάτων και των αναγκών του.
  • Να μπορεί να επικοινωνήσει.

Μια αποτελεσματική εκπαίδευση στην ταχεία αποκλιμάκωση του stress περιλαμβάνει:

α) Τη συνειδητοποίηση των στρεσσογόνων καταστάσεων. Το πρώτο βήμα για τη μείωση του stress είναι η αναγνώριση του τι ακριβώς βιώνουμε.ο καθένας

β) Την αναγνώριση της απόκρισης στο stress. Το κάθε άτομο αντιδρά διαφορετικά στο stress. Aν κάποιος έχει την τάση να αντιδρά με θυμό στις στρεσσογόνες καταστάσεις, είναι πιθανό να ωφεληθεί με δραστηριότητες χαλάρωσης. Αν αντίθετα κάποιος παγώνει συναισθηματικά είναι πιο πιθανό να ωφεληθεί από καταστάσεις που ευνοούν τη δραστηριότητα.

γ) Την ανακάλυψη των τεχνικών που δουλεύουν καλύτερα. Ο καλύτερος τρόπος για να μειωθεί το stress περιλαμβάνει την εμπλοκή μιας ή περισσότερων αισθήσεων, (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή). Το κάθε άτομο αντιδρά διαφορετικά στο προσλαμβανόμενα ερεθίσματα, οπότε θα πρέπει ο καθένας ξεχωριστά να ανακαλύψει τι είναι αυτό που τον ηρεμεί ή τον ενεργοποιεί αντίστοιχα.

Δεύτερη δεξιότητα: Συναισθηματική επίγνωση.

Αναφέρεται στην ικανότητα της σύνδεσης με τα συναισθήματα, ιδιαίτερα με τα ισχυρά όπως ο θυμός, η θλίψη, ο φόβος, η χαρά. Οι δυσκολίες στη συναισθηματική σύνδεση είναι συχνά αποτέλεσμα πρώιμων παιδικών εμπειριών σε περιβάλλοντα που επέβαλαν την καταπίεση των συναισθημάτων. Και παρότι μπορούμε να στρεβλώσουμε, να κρύψουμε ή ακόμη και να θάψουμε τα συναισθήματα μας, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να τα εξαφανίσουμε.

Τρίτη δεξιότητα: Μη λεκτική επικοινωνία.

Το να επικοινωνεί κάποιος αποτελεσματικά απαιτεί περισσότερα από την καλή χρήση της γλώσσας. Είναι εξάλλου γνωστό ότι πολλές φορές δεν έχει τόση σημασία το τι λέει κανείς αλλά το πώς το λέει. Έτσι τα μη λεκτικά κομμάτια της επικοινωνίας (εκφράσεις του προσώπου, στάσεις του σώματος, κινήσεις των χεριών κλπ) είναι εξίσου αν όχι πιο σημαντικά από τα λεκτικά. Ακόμη κι όταν κάποιος δεν μιλάει, συνεχίζει να επικοινωνεί μη λεκτικά. Μια καλή τεχνική περιλαμβάνει την ερώτηση στον εαυτό “ Αυτά που λέω ανταποκρίνονται σε αυτά που αισθάνομαι”.

Τεχνικές καλής επικοινωνίας.

Εστιάστε στο πρόσωπο του συνομιλητή σας. Αν σκέφτεστε τι θα απαντήσετε στη συνέχεια ή αν το μυαλό σας τρέχει αλλού, είναι σίγουρο πως θα χάσετε το πολύ σημαντικό κομμάτι της εξωλεκτικής επικοινωνίας. Κρατήστε οπτική επαφή. Η οπτική επαφή επικοινωνεί ενδιαφέρον και διατηρεί την ροή της συζήτησης. Δώστε σημασία στις εκφράσεις του προσώπου, τις κινήσεις των χεριών και τη στάση του σώματος του ομιλητή σας, την επαφή, τον τόνο της φωνής.

Τέταρτη δεξιότητα: Χρησιμοποιήστε το χιούμορ και το παιχνίδι για να αντιμετωπίσετε τις προκλήσεις.

Το χιούμορ, το γέλιο και το παιχνίδι αποτελούν φυσικά αντίδοτα, στις δυσκολίες της ζωής. Το αυθεντικό γέλιο μειώνει το stress, ανεβάζει τη διάθεση και το νευρικό σύστημα σε ισορροπία. Η επικοινωνία μέσα απ’ το παιχνίδι διευρύνει την ΕΙ και προάγει: Την αναπλαισίωση (refrmaming) των δύσκολων και απογοητευτικών καταστάσεων, επιτρέποντας τη θέαση καινούργιων οπτικών μέσω της νοητικής ευελιξίας (reflexibility).

Η αναπλαισίωση είναι μια απλή και εξαιρετικά δυνατή θεραπευτική τεχνική που ξεκίνησε από τη συστημική θεραπεία αλλά πλέον αποτελεί κοινό κτήμα της Ψυχολογικής επιστήμης. Κατά βάση στηρίζεται στη φαινομενολογική προσέγγιση η οποία πρεσβεύει πως δεν υπάρχει μια και μοναδική αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά ότι υπάρχουν πολλές και διαφορετικές υποκειμενικές εμπειρίες οι οποίες αντιστοιχούν σε διαφορετικές θεάσεις του ίδιου πράγματος. Αυτό που έχει επομένως σημασία είναι η εμπειρία του ατόμου και η σημασία την οποία αποδίδει σε αυτήν. Διαφορετικές οπτικές παράγουν διαφορετικές σημασίες αλλά και διαφορετικά συναισθήματα που δίνουν νόημα στην εμπειρία. Η έννοια της ευελιξίας έρχεται σε συνέχεια της αναπλαισίωσης και αφορά τη δυνατότητα του ατόμου να είναι ανοιχτό στην εμπειρία και τη θέαση διαφορετικών οπτικών σε σχέση με τις εξωτερικές και εσωτερικές εμπειρίες του.

Ακόμη το χιούμορ και το παιχνίδι βοηθάει στην απάλυνση των διαφορών, την αποδραματοποίηση των καταστάσεων και την έκφραση, την ταχεία εναλλαγή φάσεων ενεργοποίησης – χαλάρωσης, τη συνεργασία, την αύξηση της δημιουργικότητας με την απελευθέρωση του ατόμου από τετριμμένα και ανελαστικά μοτίβα σκέψης.

Πέμπτη δεξιότητα: Επιλύστε τις διαφορές με γόνιμο τρόπο.

Οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι των ανθρώπινων σχέσεων. Η διαρκής και πολλές φορές μάταια προσπάθεια αποφυγής των διαφωνιών, οδηγεί συχνά σε μεγαλύτερα προβλήματα γιατί συσσωρεύει θυμό που καθίσταται με την πάροδο του χρόνου δύσκολα διαχειρίσιμος. Η ορθή διαχείριση των συγκρούσεων περιλαμβάνει τις κάτωθι συμβουλές:

Μείνετε εστιασμένοι στο παρόν. Όταν δε είστε υπέρμετρα “κολλημένοι” με τις παλιές ιστορίες μπορεί να αντιληφθείτε την πραγματικότητα της παρούσας κατάστασης ως ευκαιρία να διαχειριστείτε τα αρνητικά σας συναισθήματα σε σχέση με την σύγκρουση.

Επιλέξτε τις συγκρούσεις. Οι συγκρούσεις απαιτούν χρόνο και ενέργεια. Σκεφτείτε για ποια πράγματα αξίζει να συγκρουστείτε και για ποια όχι. Σταματήστε τη σύγκρουση που δεν επιλύεται. Χρειάζονται δυο για να διατηρηθεί μια σύγκρουση. Μπορείτε πάντα να επιλέξετε να σταματήσετε τη σύγκρουση αν κρίνετε ότι είναι πλέον άγονη ή χωρίς νόημα. Συγχωρέστε. Για να επιλυθούν κάποιες συγκρούσεις θα πρέπει να εγκαταλείψετε τα αισθήματα τιμωρίας και εκδίκησης (Segal and Smith, 2013).


Πως μιλάμε στα παιδιά για το διαζύγιο

Ζούμε σε μια εποχή μακρόχρονης και γενικευμένης κρίσης, κρίσης οικονομικής θεσμών άλλα και αξιών.

Η κρίση πρωτίστως σημαίνει αναπροσαρμογή σε μια ταχέως μεταβαλλόμε­νη κοινωνική πραγματικότητα. Η οικογένεια, ως βασικό κύτταρο του κοινωνικού ιστού, διανύει μια μεταβατική φάση και ως ζω­ντανός οργανισμός χρειάζεται αναπροσαρμογή.

Το διαζύγιο αποτελεί έναν πολύ ισχυρό παράγοντα κινδύνου για τη δημιουργία κρίσης στην οικογένεια. Όπως κάθε κρίση παρουσιάζεται με ορισμένα συναισθηματικά χαρακτηριστικά που λίγο ως πολύ επηρεάζουν το κάθε μέλος και ιδιαίτερα τα παιδιά.

Το διαζύγιο βιώνεται ως μια διαδικασία πένθους, που εμπεριέχει μια σειρά αλληλοεπικαλυπτόμενων σταδίων: άρνηση, απώλεια, κατάθλιψη, θυμό και αμφιθυμία, επαναπροσδιορισμό της προσωπικής ταυτότητας και νέα σχέδια για τη ζωή.


Δεν υπάρχουν επομένως ανώδυνα διαζύγια και δεν υπάρχει περίπτωση τα παιδιά μιας οικογένειας να βγουν αλώβητα από μια τέτοια έντονη και συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση.

Με ψυχολογικούς όρους μιλώντας οι παρεμβάσεις των γονέων αλλά και των ειδικών (ψυχολόγων – συμβούλων γάμου – νομικών- δικαστικών αρχών --εκπαιδευτικών ) θα πρέπει να εστιάζουν στον περιορισμό της βλάβης (harm reduction) και την εν εύθετο χρόνω αποκατάσταση των βλαβερών επιδράσεων του διαζυγίου στα παιδιά

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ

Πέρα από τις άμεσες συναισθηματικές επιπτώσεις του πένθους οι έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά στην συνθήκη ενός διαζυγίου βιώνουν μικρότερη οικονομική ασφάλεια, έχουν χαμηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις αλλά και μικρότερα ποσοστά απασχολησιμότητας ως νεαροί ενήλικες.

Απο την άλλη μεριά παράγοντες όπως η ηλικία των παιδιών, ο χρόνος που μεσολάβησε απ το διαζύγιο, το γονεϊκό στυλ, η οικονομική σταθερότητα, η μορφή της γονικής σύγκρουσης πριν και μετά το διαζύγιο, είναι αποφασιστικής σημασίας για την ικανότητα προσαρμογής των παιδιών.

Να θυμάστε ότι η επανασύσταση της αρχικής οικογένειας είναι συχνά το φαντασιακό ζητούμενο των παιδιών ακόμη και με την παρέλευση δεκαετιών απ’ το διαζύγιο των γονιών τους.

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

Πολλές φορές οι γονείς εμπλέκουν τα παιδιά στις διαμάχες τους και επιχειρούν να τα έχουν συμμάχους στον “πόλεμο” εναντίον του άλλου γονέα.

Τα παιδιά όμως, σε μια τέτοια συνθήκη βιώνουν σύγχυση και συναισθηματικό διχασμό, καθώς σε κάθε επιλογή τους θα έχουν αναγκαστικά να αντιμετωπίσουν τα αφόρητα συναισθήματα του φόβου της απόρριψης αλλά και της ενοχής απέναντι στον ένα από τους δυο γονείς τους.

Ένα σημαντικό μήνυμα προς τους γονείς είναι να μην λησμονούν ότι οι άνθρωποι χωρίζουν από σύζυγοι και όχι από γονείς των παιδιών τους

Είναι επομένως απόλυτα απαραίτητο να αποφεύγεται η χρησιμοποίηση των παιδιών από τους γονείς, στο βαθμό που μια τέτοια πρακτική προκαλεί έντονες συναισθηματικές συγκρούσεις και αναστέλλει τις διαδικασίες προσαρμογής τους στη μετά το διαζύγιο εποχή.

Ενισχυτικοί παράγοντες στην προσαρμογή των παιδιών είναι:

  • H
    σωστή
    ενημέρωση
    από
    τους γονείς, ο διάλογος για το διαζύγιο
    και τις αιτίες του (αναλόγως φυσικά της
    ηλικίας τους) , ο περιορισμός στις
    διαμάχες των γονέων και η ικανότητα
    αυτού που έχει την επιμέλεια για
    ουσιαστική επικοινωνία, φροντίδα και
    επίβλεψη.

  • H
    ποιότητα
    των σχέσεων του παιδιού με τους γονείς
    του πριν
    και μετά
    το διαζύγιο.
    Ειδικότερα, η σχέση του παιδιού με τον
    γονέα που φεύγει είναι ιδιαίτερα
    σημαντική. Η ασυνεπής και σπάνια
    επικοινωνία μπορεί να ερμηνευθεί ως
    έλλειψη αγάπης και ενδιαφέροντος.

  • Η ενσυναισθητική
    στάση
    (που
    σημαίνει την ικανότητα των γονέων να
    μπαίνουν στη θέση των παιδιών τους και
    να βιώνουν τα συναισθήματα τους), και
    η ανοιχτή
    ακρόαση

    χωρίς κριτική απέναντι στα επώδυνα
    συναισθήματα των παιδιών τους.

  • Η σταδιακή
    αποκατάσταση του αισθήματος ασφάλειας

    και η έμπρακτη
    διαβεβαίωση των πραγματικών αισθημάτων
    της αγάπης

    απέναντι στα παιδιά, που είναι ίσως η
    λυδία λίθος για την ομαλή ψυχοκοινωνική
    τους εξέλιξη.

Μπλέτσος Κων/νος – Ψυχολόγος PhD (c), Msc , BA
Ψυχιατρική Παίδων Εφήβων Σισμανόγλειο – Αμ. Φλέμινγκ ΓΝΑ


Privacy Preference Center