Μην προσπαθείς περισσότερο (απ' όσο προσπαθεί ο θεραπευόμενος σου)!
9 Νοεμβρίου 2019Θέματα ψυχολογίας,ΆρθραNARM
Έχω την τύχη να παρακολουθώ ένα πολύ ενδιαφέρον, κατά την άποψη μου, εισαγωγικό σεμινάριο στο Νεύρο - Θυμικό Σχεσιακό Μοντέλο (The NeuroAffective Relational Model™, ΝΑRM) που είναι μια προηγμένη κλινική εκπαίδευση για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας που εργάζονται με το σύνθετο τραύμα.
Για τις εντυπώσεις μου από την παρέμβαση θα αναφέρω διεξοδικά σε μια από τις επόμενες αναρτήσεις μου. Προς το παρόν θα ήθελα απλά να σχολιάσω πάνω σε μια καίρια παρατήρηση του εκπαιδευτή Michael Mokrus, για την προσπάθεια που καταβάλουμε οι θεραπευτές για κάποιους απ' τους θεραπευόμενους μας:
"ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΑ ΑΠ' ΟΣΟ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ Ο ΠΕΛΑΤΗΣ ΣΟΥ".
Αν προσπαθώ υπερβολικά ο λόγος που το κάνω είναι δικός μου και ανάγεται στην σκληρή ανάγκη μου να είμαι ένας "τέλειος" θεραπευτής, πιθανά για να αντιπαλέψω τις δικές μου εσωτερικές φωνές ανεπάρκειας ή για να εκπληρώσω την ναρκισσιστική ανάγκη μου να είμαι ο καλύτερος -αν όχι ο μόνος- θεραπευτής εκεί έξω!
Και όσο αφορά τον πελάτη μου εκείνο που ουσιαστικά τον μαθαίνει η στάση μου είναι πως υπάρχει το ενδεχόμενο να κάνω εκ μέρους του το περισσότερο της δουλειάς που έχει -αποκλειστική- ευθύνη να κάνει εκείνος για τον εαυτό του.
Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά τροφοδοτώ διαρκώς την εξάρτησης του, γινόμενος το πρότυπο της ανάγκης του να συνεχίσει να ψάχνει για ανθρώπους που θα συνεχίσουν το έργο της ανάληψης των ευθυνών της δική του ζωής.
Το τελικό αποτέλεσμα των παραπάνω; Η θεραπεία αντί να είναι δρόμος ωρίμανσης για τους ανθρώπους γίνεται άλλη μια αιτία καθήλωσης σε ανώριμα αναπτυξιακά στάδια και παιδικόμορφες συμπεριφορές ανευθυνότητας και εκμετάλλευσης.
Όσον αφορά τέλος τις “αγνές” μου προθέσεις! Ο δρόμος για την κόλαση είναι λένε στρωμένος από δαύτες..
Περί εναλλακτικών και άλλων τινών
21 Οκτωβρίου 2019Θέματα ψυχολογίας,ΆρθραΘεραπεία
Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τα εναλλακτικά “θεραπευτικά” σχήματα και τις ριζοσπαστικές παρεμβάσεις που υπόσχονται θαυματουργικά αποτελέσματα για τις ψυχικές νόσους . Από (συνταγογραφούμενες) βόλτες στην φύση αντί για φάρμακα, μέχρι χοροθεραπεία, εικαστική θεραπεία, ανθιάματα, βελονισμό, φιλοσοφία, ποίηση. Ένας ευρύτατος κύκλος διαρκώς αυξανόμενων “θεραπευτών” τείνει να υπόσχεται τα πάντα στους πάντες με ελαφρά τη καρδία και ακόμα ελαφρότερη τη συνείδηση.
Ως εκπρόσωπος της συστημικής ή καθεστηκυίας “επιστήμης” και βασισμένος στη διαρκή μελέτη και την υπέρ-δεκαετή δουλειά μου με τραυματισμένους ανθρώπους σας διαβεβαιώ ότι στην γεμάτη αγωνία ερώτηση ενός θεραπεύομενου για την πιθανότητα ίασης η απάντηση μου ------παρότι ενθαρρυντική--- δεν είναι ποτέ εφησυχαστική.
Το μόνο που μπορώ να υποσχεθώ στον ασθενή μου και το μόνο που μπορώ να τον διαβεβαιώσω είναι για την πρόθεση μου να δουλέψω ευσυνείδητα μαζί του χρησιμοποιώντας τα εργαλεία που μου προσφέρει η επιστήμη μου. Για να υπάρξει επιτυχές θεραπευτικό αποτέλεσμα θα απαιτηθούν δεκάδες ή εκατοντάδες ώρες σκληρής και επίπονης προσπάθειας, αγωνίας, πόνου και δυστυχίας. Γιατί αυτός είναι ο δρόμος της θεραπείας! Γιατί ο ψυχικός πόνος έχει μόνο μια έξοδο και περνάει αναγκαστικά μέσα απ’ τον ίδιο τον πόνο.
Εύκολες και άκοπες λύσεις δεν υπάρχουν κι όποιος υποστηρίζει το αντίθετο ---συνειδητά ή μη--- εξαπατά ψευδόμενος.
Το
εύρος των
αλλαγών που θα χρειαστεί να κάνει
ο θεραπευόμενος
στη ζωή του είναι
τόσο μεγάλο
όσο μεγάλο υπήρξε το αναπτυξιακό κενό
των παιδικών του χρόνων. Στις πιο σοβαρές
περιπτώσεις (διατροφικές διαταραχές-διαταραχες
προσωπικότητας κλπ) το προ-νοσηρό
παρελθόν μοιάζει να μην έχει
υπάρξει ποτέ.
Οι ψυχικά ασθενείς λανθάνουν στα γνωστικά σχήματα ερμηνείας του περιβάλλοντος και του εαυτού, είναι αποκομμένοι κοινωνικά ή έχουν μια χαοτική δίχως νόημα υπερκοινωνικότητα, έχουν απολέσει προ πολλού την ικανότητα τους να αισθάνονται, να σκέφτονται ψύχραιμα, να επιλέγουν, να αποφασίζουν, να σχεδιάζουν, να κάνουν όνειρα για το αύριο. Για να ανακτήσουν ---μέρος έστω---- αυτών των δεξιοτήτων χρειάζεται σκληρή δουλειά αποφασιστικότητα και στήριξη. Και πάνω απ’ όλα χρειάζεται η ενεργητική παρουσία τους στη θεραπεία και κατ’ επέκταση στη ζωή τους.
Δεν θα το κάνει κάνεις εκ μέρους τους! Και δεν θα το κάνει και τίποτα εκ μέρους τους. Ούτε η θεατρική αγωγή, ούτε φυσικά η ζωγραφική και η ποίηση. Και δεν θα το κάνει ούτε η ψυχοθεραπεία αν θεωρήσουν ότι η ψυχοθεραπεία είναι κάτι που μπορεί να γίνει ερήμην τους.
Οι βόλτες στην φύση είναι ευεργετικές, η ενασχόληση με την τέχνη, η βαλεριάνα ή το χαμομήλι, τα ανθιάματα που φτιάνουν μια πιο χαλαρή ατμόσφαιρα, ο χορός ως μηχανισμός έκφρασης και ενεργοποίησης, το θέατρο, το διάβασμα, όλα τους είναι βοηθητικά και είναι από τα πράγματα που συνήθως “συνταγογραφούμε” οι θεραπευτές.
Άλλα δεν είναι θεραπεία. Γιατί η θεραπεία είναι είναι η αλλαγή, η επιτακτική ανάγκη να κάνουμε διαφορετικά πράγματα με τα οποία είχε συνδεθεί άλλοτε η επιβίωση μας .
Art:
Instant
Relief Therapy --- Michael
Sowa
Καλώς ορίσατε
23 Μαρτίου 2019Θέματα ψυχολογίας
Είμαι ο Κωνσταντίνος Μπλέτσος – Ψυχολόγος (M.Sc, BA) Συστημικός θεραπευτής ατόμου, ζεύγους και οικογένειας. Εργάζομαι στη Μονάδα Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας Εφήβων του Σισμανόγλειου -Αμ. Φλέμινγκ ΓΝΑ. Είμαι επιστημονικά υπεύθυνος των ξενώνων μακροχρόνιας φιλοξενίας εφήβων με ψυχιατρικές διαταραχές " Όρμος" και "Το Σπίτι" στην Παλλήνη, επιστημονικός συνεργάτης και μέλος της θεραπευτικής ομάδας του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών και εισηγητής σε θέματα Ψυχολογίας του Ανοικτού Ιδρύματος Εκπαίδευσης. Παράλληλα διατηρώ ιδιωτικό γραφείο στην Νέα Ιωνία.
Έχω εκπαιδευτεί με τα άλλα μέλη της θεραπευτικής ομάδας του ΕΚΔΔ απο την Dr. Laura Hill στο Brain-Based Family Eating Disorders Treatment, μια πρωτοποριακή μέθοδο αντιμετώπισης των διατροφικών διαταραχών βασισμένη στην νευροβιολογία του εγκεφάλου.
Στην παρούσα φάση εξειδικεύομαι στο Certified Clinical Trauma Specialist – Family (CCTSF) που αποτελεί την πλέον εξελιγμένη οικογενειακή θεραπευτική παρέμβαση στην αντιμετώπιση του σύνθετου ψυχικού τραύματος.
Τα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα εστιάζονται στα κοινωνικά και ψυχολογικά φαινόμενα των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου και ιδιαίτερα στους τομείς της συγκρότησης της εφηβικής ταυτότητας και τη μελέτη των επιπτώσεων της κατάχρησης του διαδικτύου στους νεανικούς και εφηβικούς πληθυσμούς, καθώς και στην έρευνα για τις επιδράσεις των διατροφικών διαταραχών στους εφήβους.
Αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα υπάρχει εδώ
Τι είναι η συναισθηματική νοημοσύνη
Sticky8 Φεβρουαρίου 2019Θέματα ψυχολογίας,Συναισθηματική νοημοσύνη,Εκπαιδευτικό υλικόΆρθρα
Η συναισθηματική νοημοσύνη (Εmotional Ιnteligence) αναφέρεται στην ικανότητα αντίληψης, ελέγχου και αξιολόγησης των συναισθημάτων. Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν πως η (ΕΙ) αποτελεί αντικείμενο μάθησης (άρα και βελτίωσης), ενώ άλλοι την αντιμετωπίζουν ως ενδογενές χαρακτηριστικό του ατόμου. Οι Salovey and Mayer (1990), περιγράφουν την (ΕΙ) ως το “κομμάτι εκείνο της Κοινωνικής νοημοσύνης που περιλαμβάνει τη δυνατότητα παρακολούθησης (monitor) των συναισθημάτων και των αισθήσεων, τη διαφοροποίηση μεταξύ τους, και τη χρήση τους ως οδηγούς στη σκέψη και τις πράξεις”.
Οι ίδιοι ερευνητές προτείνουν ένα μοντέλο τεσσάρων βημάτων της συναισθηματικής νοημοσύνης:
Η πρόσληψη (perceive) των συναισθημάτων
Αποτελεί το πρώτο βήμα στην διαδικασία αντίληψης των συναισθημάτων. Σε πολλές περιπτώσεις περιλαμβάνει τα μη λεκτικά σημεία της επικοινωνίας όπως είναι η γλώσσα και η στάση του σώματος, η εκφράσεις του προσώπου κλπ.
O συλλογισμός (reasoning) στη βάση των συναισθημάτων
Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει τη χρήση των συναισθημάτων στη προαγωγή της σκέψης και γνωστικής ενεργοποίησης. Τα συναισθήματα βοηθούν στο να θέσουμε προτεραιότητες σε σχέση με το τι προσέχουμε και σε τι αντιδρούμε. Και αντιδρούμε σε πράγματα και καταστάσεις που τραβούν την προσοχή μας.
Κατανόηση των συναισθημάτων
Τα συναισθήματα που προσλαμβάνουμε μπορεί να μεταφέρουν μια ευρεία γκάμα νοημάτων. Όταν για παράδειγμα κάποιος εκφράζει αισθήματα θυμού, ο παρατηρητής θα πρέπει να υποθέσει την αιτία του θυμού και το πιθανό νόημα της.
Διαχείριση των συναισθημάτων
Η ικανότητα της αποτελεσματικής ρύθμισης των συναισθημάτων αποτελεί το σημείο κλειδί της συναισθηματικής νοημοσύνης. Η ρύθμιση των συναισθημάτων, η κατάλληλη απόκριση στα συναισθήματα, αλλά και η απόκριση στα συναισθήματα των άλλων αποτελούν σημαντικές διαστάσεις στη ρύθμιση των συναισθημάτων.
Σταθμοί στη μελέτη της συναισθηματικής νοημοσύνης
Η Kedra (2013) παρουσιάζει τις ημερομηνίες σταθμούς στη εξέλιξη της μελέτης της συναισθηματικής νοημοσύνης:
- 1930’s Ο Edward Thordike περιγράφει την έννοια της κοινωνικής ευφυίας ως την ικανότητα να συνυπάρχουμε με άλλους ανθρώπους.
- 1940s O David Wechsler προτείνει πως οι συναισθηματικές διαστάσεις της νοημοσύνης είναι ουσιώδεις παράγοντες για την επιτυχία στη ζωή.
- 1950’s Ανθρωπιστές ψυχολόγοι όπως ο Abraham Maslow περιγράφουν πως οι άνθρωποι μπορούν να κατασκευάσουν το ψυχικό σθένος.
- 1975 Ο Howard Gardner παρουσιάζει το βιβλίο του The Shattered Mind εισάγοντας την έννοια της πολλαπλής νοημοσύνης.
- 1990 Οι Salovey and Mayer δημοσιεύουν το άρθρο τους Συναισθηματική Νοημοσύνη στο περιοδικό Imagination, Cognition, and Personality.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η συναισθηματική νοημοσύνη
Η (ΕΙ) επηρεάζει:
Τις επιδόσεις στην εργασία
Η συναισθηματική νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει το άτομο να προσανατολιστεί στο πολύπλοκο εργασιακό περιβάλλον, να ηγηθεί και να καθοδηγήσει τους άλλους. Στην πράξη όταν οι εταιρίες προσλαμβάνουν πλέον προσωπικό δίνουν μεγαλύτερη σημασία στην συναισθηματική νοημοσύνη παρά στην ευφυΐα.
Την υγεία
Όταν κάποιος αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το stress, μπορεί να οδηγηθεί σε σημαντικά προβλήματα υγείας. Το stress μπορεί να προκαλέσει υπέρταση, να αποδιοργανώσει το ανοσοποιητικό σύστημα, να προκαλέσει καρδιολογικά προβλήματα.
Την ψυχική υγεία
Το μη διαχειρίσιμο stress μπορεί επίσης να επηρεάσει την ψυχική υγεία καθιστώντας το άτομο ευάλωτο στο άγχος και την κατάθλιψη. Ακόμη η δυσχέρεια στη ρύθμιση των συναισθημάτων πιθανά θα επηρεάσει την ικανότητα του ατόμου στη δημιουργία “ισχυρών” δεσμών, πράγμα το οποίο συχνά οδηγεί σε ένα χρόνιο αίσθημα μοναξιάς και κοινωνικής απομόνωσης.
Οι Martins et.al (2010) σε μια πρόσφατη μετά ανάλυση τους, βρήκαν πως η συναισθηματική νοημοσύνη είναι ένας ισχυρός προβλεπτικός δείκτης για την ψυχική υγεία. Τις σχέσεις. Η κατανόηση και ο έλεγχος των συναισθημάτων οδηγεί το άτομο σε καλύτερη έκφραση του πώς αισθάνεται αλλά και σε καλύτερη κατανόηση του πως αισθάνονται οι άλλοι. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να επικοινωνήσει αποτελεσματικότερα και να δημιουργήσει στενότερους δεσμούς τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο (Segal and Smith, 2013).
Σύμφωνα με τις δύο συγγραφείς η ΕΙ δεν αποτελεί μια ιδιότητα της προσωπικότητας με σταθερά και σχετικά αναλλοίωτα χαρακτηριστικά, αλλά αντίθετα πρόκειται για μια συνεχόμενη διαδικασία μάθησης στην κατεύθυνση της κατανόησης και του έλεγχου της συναισθηματικής πλευράς του εγκεφάλου μας. Στην βάση αυτή προτείνουν πέντε δεξιότητες που οι άνθρωποι θα πρέπει να καλλιεργήσουν για να βελτιώσουν τη συναισθηματική νοημοσύνη τους.
Πρώτη δεξιότητα: Ταχεία αποκλιμάκωση του stress.
Τα υψηλά επίπεδα stress καταλαμβάνουν το μυαλό και το σώμα παρεμβαίνοντας στην ικανότητα του ατόμου.
- Να “διαβάσει” σωστά μια κατάσταση.
- Να ακούσει τι λέει κάποιος άλλος.
- Να είναι ενήμερο των αισθημάτων και των αναγκών του.
- Να μπορεί να επικοινωνήσει.
Μια αποτελεσματική εκπαίδευση στην ταχεία αποκλιμάκωση του stress περιλαμβάνει:
α) Τη συνειδητοποίηση των στρεσσογόνων καταστάσεων. Το πρώτο βήμα για τη μείωση του stress είναι η αναγνώριση του τι ακριβώς βιώνουμε.ο καθένας
β) Την αναγνώριση της απόκρισης στο stress. Το κάθε άτομο αντιδρά διαφορετικά στο stress. Aν κάποιος έχει την τάση να αντιδρά με θυμό στις στρεσσογόνες καταστάσεις, είναι πιθανό να ωφεληθεί με δραστηριότητες χαλάρωσης. Αν αντίθετα κάποιος παγώνει συναισθηματικά είναι πιο πιθανό να ωφεληθεί από καταστάσεις που ευνοούν τη δραστηριότητα.
γ) Την ανακάλυψη των τεχνικών που δουλεύουν καλύτερα. Ο καλύτερος τρόπος για να μειωθεί το stress περιλαμβάνει την εμπλοκή μιας ή περισσότερων αισθήσεων, (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή). Το κάθε άτομο αντιδρά διαφορετικά στο προσλαμβανόμενα ερεθίσματα, οπότε θα πρέπει ο καθένας ξεχωριστά να ανακαλύψει τι είναι αυτό που τον ηρεμεί ή τον ενεργοποιεί αντίστοιχα.
Δεύτερη δεξιότητα: Συναισθηματική επίγνωση.
Αναφέρεται στην ικανότητα της σύνδεσης με τα συναισθήματα, ιδιαίτερα με τα ισχυρά όπως ο θυμός, η θλίψη, ο φόβος, η χαρά. Οι δυσκολίες στη συναισθηματική σύνδεση είναι συχνά αποτέλεσμα πρώιμων παιδικών εμπειριών σε περιβάλλοντα που επέβαλαν την καταπίεση των συναισθημάτων. Και παρότι μπορούμε να στρεβλώσουμε, να κρύψουμε ή ακόμη και να θάψουμε τα συναισθήματα μας, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να τα εξαφανίσουμε.
Τρίτη δεξιότητα: Μη λεκτική επικοινωνία.
Το να επικοινωνεί κάποιος αποτελεσματικά απαιτεί περισσότερα από την καλή χρήση της γλώσσας. Είναι εξάλλου γνωστό ότι πολλές φορές δεν έχει τόση σημασία το τι λέει κανείς αλλά το πώς το λέει. Έτσι τα μη λεκτικά κομμάτια της επικοινωνίας (εκφράσεις του προσώπου, στάσεις του σώματος, κινήσεις των χεριών κλπ) είναι εξίσου αν όχι πιο σημαντικά από τα λεκτικά. Ακόμη κι όταν κάποιος δεν μιλάει, συνεχίζει να επικοινωνεί μη λεκτικά. Μια καλή τεχνική περιλαμβάνει την ερώτηση στον εαυτό “ Αυτά που λέω ανταποκρίνονται σε αυτά που αισθάνομαι”.
Τεχνικές καλής επικοινωνίας.
Εστιάστε στο πρόσωπο του συνομιλητή σας. Αν σκέφτεστε τι θα απαντήσετε στη συνέχεια ή αν το μυαλό σας τρέχει αλλού, είναι σίγουρο πως θα χάσετε το πολύ σημαντικό κομμάτι της εξωλεκτικής επικοινωνίας. Κρατήστε οπτική επαφή. Η οπτική επαφή επικοινωνεί ενδιαφέρον και διατηρεί την ροή της συζήτησης. Δώστε σημασία στις εκφράσεις του προσώπου, τις κινήσεις των χεριών και τη στάση του σώματος του ομιλητή σας, την επαφή, τον τόνο της φωνής.
Τέταρτη δεξιότητα: Χρησιμοποιήστε το χιούμορ και το παιχνίδι για να αντιμετωπίσετε τις προκλήσεις.
Το χιούμορ, το γέλιο και το παιχνίδι αποτελούν φυσικά αντίδοτα, στις δυσκολίες της ζωής. Το αυθεντικό γέλιο μειώνει το stress, ανεβάζει τη διάθεση και το νευρικό σύστημα σε ισορροπία. Η επικοινωνία μέσα απ’ το παιχνίδι διευρύνει την ΕΙ και προάγει: Την αναπλαισίωση (refrmaming) των δύσκολων και απογοητευτικών καταστάσεων, επιτρέποντας τη θέαση καινούργιων οπτικών μέσω της νοητικής ευελιξίας (reflexibility).
Η αναπλαισίωση είναι μια απλή και εξαιρετικά δυνατή θεραπευτική τεχνική που ξεκίνησε από τη συστημική θεραπεία αλλά πλέον αποτελεί κοινό κτήμα της Ψυχολογικής επιστήμης. Κατά βάση στηρίζεται στη φαινομενολογική προσέγγιση η οποία πρεσβεύει πως δεν υπάρχει μια και μοναδική αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά ότι υπάρχουν πολλές και διαφορετικές υποκειμενικές εμπειρίες οι οποίες αντιστοιχούν σε διαφορετικές θεάσεις του ίδιου πράγματος. Αυτό που έχει επομένως σημασία είναι η εμπειρία του ατόμου και η σημασία την οποία αποδίδει σε αυτήν. Διαφορετικές οπτικές παράγουν διαφορετικές σημασίες αλλά και διαφορετικά συναισθήματα που δίνουν νόημα στην εμπειρία. Η έννοια της ευελιξίας έρχεται σε συνέχεια της αναπλαισίωσης και αφορά τη δυνατότητα του ατόμου να είναι ανοιχτό στην εμπειρία και τη θέαση διαφορετικών οπτικών σε σχέση με τις εξωτερικές και εσωτερικές εμπειρίες του.
Ακόμη το χιούμορ και το παιχνίδι βοηθάει στην απάλυνση των διαφορών, την αποδραματοποίηση των καταστάσεων και την έκφραση, την ταχεία εναλλαγή φάσεων ενεργοποίησης – χαλάρωσης, τη συνεργασία, την αύξηση της δημιουργικότητας με την απελευθέρωση του ατόμου από τετριμμένα και ανελαστικά μοτίβα σκέψης.
Πέμπτη δεξιότητα: Επιλύστε τις διαφορές με γόνιμο τρόπο.
Οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι των ανθρώπινων σχέσεων. Η διαρκής και πολλές φορές μάταια προσπάθεια αποφυγής των διαφωνιών, οδηγεί συχνά σε μεγαλύτερα προβλήματα γιατί συσσωρεύει θυμό που καθίσταται με την πάροδο του χρόνου δύσκολα διαχειρίσιμος. Η ορθή διαχείριση των συγκρούσεων περιλαμβάνει τις κάτωθι συμβουλές:
Μείνετε εστιασμένοι στο παρόν. Όταν δε είστε υπέρμετρα “κολλημένοι” με τις παλιές ιστορίες μπορεί να αντιληφθείτε την πραγματικότητα της παρούσας κατάστασης ως ευκαιρία να διαχειριστείτε τα αρνητικά σας συναισθήματα σε σχέση με την σύγκρουση.
Επιλέξτε τις συγκρούσεις. Οι συγκρούσεις απαιτούν χρόνο και ενέργεια. Σκεφτείτε για ποια πράγματα αξίζει να συγκρουστείτε και για ποια όχι. Σταματήστε τη σύγκρουση που δεν επιλύεται. Χρειάζονται δυο για να διατηρηθεί μια σύγκρουση. Μπορείτε πάντα να επιλέξετε να σταματήσετε τη σύγκρουση αν κρίνετε ότι είναι πλέον άγονη ή χωρίς νόημα. Συγχωρέστε. Για να επιλυθούν κάποιες συγκρούσεις θα πρέπει να εγκαταλείψετε τα αισθήματα τιμωρίας και εκδίκησης (Segal and Smith, 2013).
Συστημική σκέψη και θεραπεία
8 Φεβρουαρίου 2019Θέματα ψυχολογίας,Συστημική σκέψη,Συστημική θεραπείαΆρθρα,Συστημική σκέψη
Συστημική Θεωρία
Παρότι υπάρχουν πολλοί ορισμοί της έννοιας σύστημα, θα προτιμήσουμε εκείνον του Wilke (1993), όπως αναφέρεται από τους Schlippe & Schweitzer (2008), σύμφωνα με τον οποίον σύστημα είναι “Μια συνάφεια μερών, των οποίων η σχέση μεταξύ τους είναι ποσοτικά πιο εντατική και ποιοτικά πιο παραγωγική απ ότι η σχέση τους με άλλα στοιχεία. Αυτή η διαφορετικότητα των σχέσεων συνιστά τα όρια του συστήματος, τα οποία διαχωρίζουν το σύστημα από το περιβάλλον του” (σ. 69).
H πρώιμη συστημική θεωρία αναφερόταν κυρίως στους τρόπους με τους οποίους οι παράμετροι ενός συστήματος μπορούν να διατηρηθούν σταθερές κάτω από μεταβαλλόμενες συνθήκες (ομοιόσταση). H ομοιόσταση, λένε οι Schlippe & Schweitzer (2008), εξασφαλίζεται μέσα από την αρνητική ανατροφοδότηση, η οποία αναφέρεται στις αντισταθμιστικές ενέργειες ενός συστήματος ως απόρροια της απόκλισης του από το σημείο ισορροπίας (πχ κάποιος γονιός χτυπάει το παιδί του για να σταματήσει να κάνει αταξίες).
Αντίθετα η έννοια της θετικής ανατροφοδότησης περιγράφει την κατάσταση κατά την οποία την ανάδραση μιας απόκλισης από την ιδανική κατάσταση ενός συστήματος (που επιτυγχάνεται με την αρνητική ανατροφοδότηση) ακολουθούν πράξεις που εκτρέπουν το σύστημα ακόμη περισσότερο από την κατάσταση ισορροπίας και το ωθούν προς την κλιμάκωση. Για παράδειγμα ο γονιός χτυπά το παιδί του κι εκείνο απαντά στα χτυπήματα με χτυπήματα με αποτέλεσμα να το χτυπάει πιο δυνατά κ.ο.κ (οπ. σ.77). Η έννοια της ομοιόστασης προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ιδανικής κατάστασης και επομένως η (όποια) παρούσα κατάσταση του συστήματος δεν αποτελεί παρά το βαθμό της απόκλισης από εκείνη την ιδανική κατάσταση (Schlippe & Schweitzer, 2008).
Τι είναι η Συστημική Θεραπεία;
Η Συστημική Θεραπεία είναι η εφαρμογή της Συστημικής θεωρίας στον χώρο της ψυχικής υγείας. Εμφανίστηκε την δεκαετία του ’40 και έστρεψε την ψυχολογική ματιά από το άτομο στο «όλον» και από τις προσωπικές ιδιότητες στις σχέσεις.
Ήταν μια διευρυμένη θεώρηση του ανθρώπου που εμπλούτισε την ατομική, ομαδική και οικογενειακή συμβουλευτική και την ψυχοθεραπεία. Κάθε αλλαγή σε κάποιο στοιχείο του συστήματος επιφέρει αλλαγές σε ολόκληρο το σύστημα (Bateson,1972).
Μια οικογένεια, μια θεραπευτική ή εργασιακή ομάδα, μια σχολική τάξη, μια επιχείρηση είναι ένα ανθρώπινο σύστημα. Σε κάθε σύστημα κάθε μέλος συνδέεται με όλα τα άλλα μέλη με ένα πλέγμα σχέσεων που υπερβαίνει τα μέλη και καθορίζει την πορεία και την εξέλιξη όλων. Τα μέλη μιας οικογένειας αλληλοεπηρεάζονται και αλληλο-προσδιορίζονται έτσι ώστε να γίνεται ανέφικτη η εξέταση και η κατανόηση της συμπεριφοράς του ενός ανεξάρτητα από την συμπεριφορά του άλλου.
Η οικογένεια όπως και κάθε ζωντανό σύστημα, δεν είναι μια απλή σύναξη ατόμων, αλλά μια ενότητα, «ένα σύνολο» με τη δική του δομή, δικούς του κανόνες και στόχους. Αυτή η θεωρητική προσέγγιση καθώς και η παρατήρηση της συναλλαγής ανάμεσα στα μέλη, αρχικά, οικογενειών σχιζοφρενών, οδήγησε στην ριζοσπαστική για την εποχή της θέση, πως η ψυχική ασθένεια δεν είναι ατομική υπόθεση αλλά οικογενειακή. Κατά συνέπεια και όλα τα άλλα συμπτώματα, δυσκολίες αλλά και αλλαγές που μπορεί να παρουσιάσει ένα άτομο στην προσωπική του πορεία και εξέλιξη είναι σε άμεση αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση με τα σημαντικά συστήματα στα οποία ανήκει (ΕΛΕΣYΘ, 2014).
Εκπρόσωποι της συστημικής θεραπείας
Παρότι δεν είχε ασκήσει ποτέ ψυχοθεραπευτικό έργο, ο Gregory Bateson υπήρξε ο θεωρητικός που επηρέασε την συστημική σκέψη, όσο κανένας άλλος στον κλινικό τομέα. Κυριότερη συνεισφορά του, η θεωρία του διπλού δεσμού (double bind) που ανέπτυξε με τους Donald Jackson, Jay Haley, & John Weakland στο Palo Alto. Η έννοια του διπλού δεσμού, παρότι δεν επιβεβαίωσε τις υψηλές προσδοκίες των ερευνητών ότι θα γίνει μια θεωρία της σχιζοφρένειας, ανέδειξε την επικοινωνιακή διάσταση των σχιζοφρενικών επικοινωνιών στο επίπεδο της οικογένειας.
Ψυχαναλυτής και Ψυχίατρος, ο Murrey Bowen υπήρξε από τους πρωτοπόρους της συστημικής σκέψης στην Ψυχοθεραπεία. Έχει συνεισφέρει πλήθος εννοιών που εξακολουθούν να συναρπάζουν με την σαφήνεια και την τεκμηρίωση τους:
Διαφοροποίηση του Εαυτού.
Η πιο σημαντική συνεισφορά του. Αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να διαφοροποιηθεί γνωστικά και συναισθηματικά από την πατρική του οικογένεια.
Τρίγωνα.
Αφορά τις τριγωνικές σχέσεις στις οποίες εμπλέκονται συνήθως οι δύο γονείς με ένα από τα παιδιά. Το παιδί μέσα σε μια τριγωνική σχέση δέχεται ισχυρή συναισθηματική πίεση στο βαθμό που χρησιμεύει ως ρυθμιστής, αλλά και αγωγός των συναισθημάτων.
Θεμελιωτής της δομικής σχολής της συστημικής θεραπείας ο Salvador Minuchin εξέλιξε ένα στιβαρό σύνολο εννοιών και τεχνικών, το οποίο επέβαλε σε αυστηρή εμπειρική τεκμηρίωση. Παρότι λαμπρός ακαδημαϊκός (Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Harvard) με υψηλό κύρος και καταξίωση δεν ξέχασε ποτέ την ταπεινή καταγωγή του (παιδί οικογένειας μεταναστών). Δούλεψε χρόνια με φτωχές και περιθωριακές οικογένειες στα γκέτο της Φιλαδέλφειας και του Σικάγο. Η κυριότερη συμβολή του υπήρξε το ψυχοσωματικό μοντέλο για τη θεραπεία της νευρικής ανορεξίας, που αποτελεί ακόμη και σήμερα τη βάση των οικογενειακών παρεμβάσεων στις διατροφικές διαταραχές.
Η Σχολή του Μιλάνο υπήρξε η σημαντικότερη Ευρωπαϊκή συνεισφορά στην Οικογενειακή θεραπεία. Δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 70 απο τους Palazzoli, Boscolo, Gecchin και Prate. Παρουσίασε την έννοια του Παράδοξου και του Αντιπαράδοξου στην θεραπεία. Παράδοξο είναι το αίτημα της οικογένειας που έρχεται στη θεραπεία με την προτροπή, αλλάξτε μας αρκεί να μας αφήσετε όπως είμαστε, στο οποίο οι θεραπευτές απαντούν με τον ίδιο παράδοξο τρόπο. Η συστημική σχολή του Μιλάνο πρόσφερε σημαντικές έννοιες και τεχνικές που χρησιμοποιούνται ευρύτατα απο τους Οικογενειακούς θεραπευτές:
Συστημική Υπόθεση.
Είναι οι προσωρινές περιγραφές της οικογενειακής πραγματικότητας που κατασκευάζουν οι θεραπευτές για να ερμηνεύσουν την κατάσταση. Οι υποθέσεις πρέπει να είναι κυκλικές (να αφορούν δηλαδή αλληλεπιδραστικές και αμοιβαίες σχέσεις).
Οι κυκλικές ερωτήσεις (circular questioning).
Η βάση της θεωρίας αυτής βρίσκεται στο αξίωµα του Bateson, ότι κάθε πληροφορία παράγει διαφορά (Bateson et al., 1987). Στόχος των κυκλικών ερωτήσεων είναι ο εντοπισµός των διαφορών µεταξύ των µελών της οικογένειας ή ο καθορισµός µιας σχέσης (Boscolo et al., 1987).
Η θετική σηµασιοδότηση (Positive connotation).
Δίνεται θετική σηµασιοδότηση τόσο του συµπτώµατος, όσο και όλων των "παθολογικών" συµπεριφορών της οικογένειας (Boscolo et al., 1987).
Η Αφηγηματική (Narrative) Σχολή αποτελεί την πλέον μοντέρνα εξέλιξη της συστημικής σχολής. Θεµελιωτής της αφηγηµατικής θεραπείας θεωρείται ο Michael White.
Ο White επηρεάστηκε αρχικά από τις θέσεις του Bateson για την λειτουργία των συστηµάτων, στην συνέχεια όµως δέχθηκε σηµαντική επιρροή από τις θέσεις του J. Bruner και του M. Foucault. Η βασική θέση του Bruner, που επηρέασε τον White, είναι οι ιστορίες που αφηγούνται οι άνθρωποι δεν είναι απλές περιγραφές, αλλά δοµούνται, πλάθονται από τους ίδιους.
Στην θεραπευτική διαδικασία ο White έδινε ιδιαίτερη σηµασία στον τρόπο µε τον οποίο τα προβλήµατα επηρεάζουν τα άτοµα και τις οικογένειες. Βασική υπόθεση αυτής της θεώρησης είναι ότι οι άνθρωποι πλάθουν ιστορίες για την ζωή τους και βλέπουν τον εαυτό τους µέσα από αυτές. Οι αφηγήσεις αποτελούν τον τρόπο µε τον οποίο οι άνθρωποι δηλώνουν τον εαυτό τους, αλλά και τον τρόπο µε τον οποίο αναδιαµορφώνεται ο εαυτός.
Όπως αναφέρει ο Bruner (2002), δεν υπάρχει ένας εαυτός· αντίθετα µέσα από τις αφηγήσεις µας συνηθίζουµε να δηµιουργούµε και να αναδηµιουργούµε συνεχώς τον εαυτό µας. Τα άτοµα µε προβλήµατα ορίζουν τον εαυτό και την ζωή τους µε αφηγήσεις στις οποίες οι αλλαγές δεν φαίνονται εφικτές. Τα προβλήµατα επισκιάζουν τις άλλες πτυχές της ζωής (Περπερίδου και Διδιροπούλου, n/a).
Η θεραπευτική αλλαγή επομένως μπορεί να προέλθει μέσα από μια διαφορετική αφήγηση της ιστορίας του ατόμου.
Η διαφοροποίηση των συναισθημάτων
21 Ιανουαρίου 2019Θέματα ψυχολογίας,Άρθρα
Η διαφοροποίηση των συναισθημάτων ξεκινάει πρώιμα στην βρεφική ηλικία.Παρακολουθήστε τις ταχύτατες συναισθηματικές εναλλαγές και τις αντιδράσεις φόβου του μικρού Emerson.
Δουλεύοντας με εφήβους σε Μονάδα Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας. Μια συστημική ματιά στην νοσηλευτική σκέψη και πρακτική.
11 Δεκεμβρίου 2018Παιδί και έφηβος,Θέματα ψυχολογίας,Συστημική σκέψηΝοσηλεία,Άρθρα
Μπλέτσος, Κ. (2016). Δουλεύοντας με εφήβους σε Μονάδα Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας. Μια συστημική ματιά στην νοσηλευτική σκέψη και πρακτική. Συστημική Σκέψη και Ψυχοθεραπεία, Τεύχος 8.
Περίληψη
Η συστημική σκέψη προκάλεσε μια επανάσταση στην κλινική πρακτική, μέσω της αλλαγής παραδείγματος (Kuhn, 2000), από το ατομικό και την εσωτερική παθολογία, στις σχέσεις και τα ευρύτερα κοινωνικά δίκτυα. Η εφαρμογή των συστημικών πεποιθήσεων στη δουλειά της Νοσηλευτικής ομάδας της Μονάδας Εσωτερικής Νοσηλείας Εφήβων της Ψυχιατρικής Παίδων Εφήβων του Σισμανόγλειου - Αμ.Φλέμινγκ ΓΝΑ, έδωσε την ευκαιρία για την πληρέστερη θεώρηση της θεραπευτικής πραγματικότητας, προσφέροντας ενδιαφέρουσες υποθέσεις και αναστοχασμούς πάνω στην αλληλεπίδραση μεταξύ των εφήβων και των μελών της θεραπευτικής ομάδας. Παράλληλα με τα παραπάνω, η συστημική πρακτική προσέφερε τα εργαλεία και τις τεχνικές για την εφαρμογή της θεωρίας στην καθημερινή κλινική πρακτική.
Λέξεις - Κλειδιά: Μονάδα Εσωτερικής Νοσηλείας Εφήβων, συστημική σκέψη, νοσηλευτική πρακτική
Εισαγωγή
Σύμφωνα με την Κυβερνητική Α’ τάξης, το σύστημα θεραπευόμενου/ θεραπευτή γίνεται αντιληπτό ως ένα δοσμένο αντικειμενικό “πράγμα”, που μπορεί να μελετηθεί, να διαχωριστεί και να γίνει αντικείμενο χειρισμού. Αντίθετα η Κυβερνητική Β’ τάξης αντιλαμβάνεται την σχέση μεταξύ ενός συστήματος που θεραπεύει κι ενός συστήματος που βρίσκεται σε θεραπεία ως μια αδιαχώριστη θεραπευτική διεργασία, το αποτέλεσμα της οποίας εξαρτάται από την ποιότητα της αλληλεπίδρασης (Heylighen, 2001).
Η έννοια της αυτοποίησης, που εισάγεται από τους Maturana & Varela (1987), προβλέπει τη λειτουργική αυτονομία των συστημάτων και επομένως καθιστά προβληματική την έννοια της θεραπευτικής καθοδήγησης. Από τη στιγμή όμως που θεραπευτής και θεραπευόμενος γίνονται αντιληπτοί ως υποσυστήματα του αδιαίρετου θεραπευτικού συστήματος, η αναγωγιστική διχοτόμηση καθοδήγησης/ μη- καθοδήγησης καθίσταται άνευ ουσιαστικής σημασίας. Δεν μιλάμε πλέον για τη δυνατότητα ενός συστήματος να επηρεάσει ένα άλλο αυτόνομο σύστημα, αλλά για μια νέα συνθήκη που προσδιορίζεται από τη θεραπευτική σχέση και οριοθετείται από το πλαίσιο (context) εντός του οποίου εξελίσσονται τα κοινωνικά δρώμενα (στην περίπτωση μας την μονάδα νοσηλείας).
Από αυτή την έννοια η θεραπεία αποτελεί μια μετα-συνθήκη (μια συνθήκη ανώτερου επιπέδου) συν- κατασκευής νοήματος (Bruner, 1990), με τη χρήση της γλώσσας ως βασικού ταξινομητή και τη διαμεσολάβηση των πολύπλοκων επικοινωνιακών διεργασιών (Watzlawick et.al, 2011).
Ο θεραπευτής, δεν νοείται σύμφωνα με τα παραπάνω, αποκλειστικά ως οδηγός, αλλά και ως συνοδοιπόρος που όταν οι συνθήκες το απαιτούν καθοδηγεί, ή πορεύεται στο πλάι, ή ακολουθεί τον έφηβο στο δρόμο της ανάρρωσης.
“Ο σκοπός της θεραπείας δεν είναι τόσο να οδηγήσουμε, όσο να εφεύρουμε από κοινού τρόπους για να φτιαχτούν οι δρόμοι….”
Οι νοσηλευτές συνοδεύουν τις εφηβικές ταυτίσεις άλλοτε ως εναλλακτικά γονικά πρότυπα, άλλοτε ως αυθεντικά υποκατάστατα των απόντων φυσικών ή ακόμη και ως μεταβατικά αντικείμενα των εφηβικών ενορμήσεων. Θεραπευτής και θεραπευόμενος εργάζονται από κοινού για την κατασκευή της θεραπευτικής -δια του λόγου-πραγματικότητας. Τούτο μεταφράζεται ως αμφισβήτηση της εξουσίας, που υπήρξε αποτέλεσμα της διαφοράς στην κατοχής της γνώσης (Foucault, 1980), αλλά και ως μετατόπιση του θεραπευτή από μια θέση γνώσης σε μια θέση περιέργειας και εν τέλει σε μια θέση ασέβειας[1] απέναντι στα προκαθορισμένα σχήματα γνώσης και πράξης (Cecchin, 1992).
Τα παλιά, εμπεδωμένα και σε μεγάλο βαθμό λειτουργικά σχήματα (της καθοδήγησης και του ελέγχου) παραμένουν φυσικά κυρίαρχα.[2] Είναι όμως πλέον πιο ανοιχτά στην εκ των υστέρων κριτική και τη δυναμική αναθεώρηση. Η αλλαγή της θέσης (και της θέασης) επιτρέπει την αποτίμηση των συμπεριφορών όχι -αποκλειστικά- ως γραμμικό αποτέλεσμα των βασικών και αναλλοίωτων χαρακτηριστικών της προσωπικότητας, αλλά κυρίως ως αποτέλεσμα των κυκλικών σχέσεων αλληλεπίδρασης μεταξύ των ατόμων (Selvini et.al, 1980).
Παρότι η συγκεκριμένη οπτική αποτελεί “ναρκισσιστικό πλήγμα” στην αυτάρεσκη θεραπευτική παντοδυναμία, μπορεί να επιδράσει λυτρωτικά στη δυναμική ισορροπία του συστήματος, στο βαθμό που επιτρέπει μια αναστοχαστική (self reflective) θεώρηση των πεπραγμένων -κατά το δυνατόν- απαλλαγμένη από τους μύθους της παντοδυναμίας και της “απλοϊκής” γνώσης. Ο εαυτός, λέει ο Tsekeris (2010), είναι μάλλον αναστοχαστικά επανα-δημιουργούμενος, αναγκαστικά συνυφασμένος με τον «πραγματικό κόσμο» και διαλεκτικά ανα-συγκροτημένος διαμέσου της συνεχούς, αμοιβαίας, συν-εργετικής και (χαοτικής) αυτο-οργανωτικής αλληλεπίδρασης του Εγώ (ego) με:
- Τις αναδυόμενες κοινωνικές δομές.
- Με τους σημαντικούς άλλους (πραγματικούς, φανταστικούς, ή και συνεπαγόμενους) .
Με τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι ο συστημικός τρόπος σκέψης και πρακτικής δεν αντικαθιστά άλλα αντίθετα, επεκτείνει τα προηγούμενα μοντέλα, προτείνοντας νέους τρόπους ευέλικτης θεώρησης της θεραπευτικής πραγματικότητας, στην οποία η συμπεριφορά δεν είναι αποτέλεσμα των στατικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας, αλλά της πολύπλοκης και αλληλεπιδραστικής σχέσης με τον Άλλο και το πλαίσιο.
Η θεωρία της πολυπλοκότητας αναφέρεται σε συστήματα που παρουσιάζουν πολύπλοκες, οικουμενικές συμπεριφορές, ως αποτέλεσμα της τοπικής αλληλεπίδρασης των συστατικών, ή παραγόντων που τα συναποτελούν και των οποίων η συμπεριφορά προσδιορίζεται με σχετικά απλούς κανόνες (Cohen & Stewart, 1994).
Σε ένα στατικό, “ομοιστατικό” κόσμο, οι θεραπευτές μπορούν ανεπηρέαστοι να παρατηρούν, να ερμηνεύουν, να ταξινομούν στη βάση προκατασκευασμένων σχημάτων που περιγράφουν το πώς οφείλει να είναι ο “κανονικός” έφηβος. Κατέχοντας παράλληλα την ικανότητα να προσδιορίζουν τον βαθμό απόκλισης του συγκεκριμένου εφήβου από τη νόρμα, μπορούν εύκολα σχετικά να προτείνουν συνταγές για την αποκατάσταση της διασαλευθείσας ισορροπίας.
Στον ρευστό κόσμο της πολυπλοκότητας αντίθετα, δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε πώς οφείλει να είναι ο “κανονικός¨ έφηβος. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οφείλουμε να παραμένουμε διαθέσιμοι και περίεργοι να κατανοήσουμε την ξεχωριστή πραγματικότητα του κάθε εφήβου. Με τις γνώσεις και τις άξιες μας οι νοσηλευτές λειτουργούμε ως πρότυπα ενδεχόμενων επιλογών και όχι ως γνώστες του μοναδικού δρόμου προς την “αλήθεια”. Χρησιμοποιούμε τον συνεργατικό διάλογο ως πρόσκληση για μια ενδεχόμενη πορεία προς την αλλαγή, διατηρώντας παράλληλα τη θεραπευτική ευθύνη ως οδηγό για να προστατευτούμε από αυθαίρετες ερμηνείες και καταχρηστικές πρακτικές. Αυτή η συνθήκη προφυλάσσει τη θεραπευτική σχέση από τον κίνδυνο της ακραίας αυθαιρεσίας[3] όπου όλες οι εκδοχές είναι εξίσου καλές με τις άλλες, δίχως παράλληλα να επιτρέπει την άκοπη επιστροφή στην αφελή “γνώση” του παρελθόντος.
Σύμφωνα με την Anderson (2013), o συνεργατικός διάλογος είναι μια επικοινωνιακή διεργασία που έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
● Είναι μια φυσική, αυθόρμητη δραστηριότητα που πραγματοποιείται κάθε στιγμή.
● Περιλαμβάνει την συνεργατική σχεδίαση, η οποία απαιτεί την πρόσκληση, τη μάθηση και τον σεβασμό στην εμπειρία του άλλου ατόμου.
● Κάθε διάλογος είναι μοναδικός για τους συμμετέχοντες, τις καταστάσεις, τις περιστάσεις και την ημερήσια διάταξη.
● Οι διαφορές, όπως στην ένταση, τη σαφήνεια, την αβεβαιότητα κλπ είναι απαραίτητες για έναν παραγωγικό διάλογο.
● Ο διάλογος είναι πολυδιάστατος.
● Κάθε συνάντηση – σχέση και συζήτηση – είναι μέρος του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος των συμμετεχόντων.
● Ο διάλογος συνεπάγεται την πολλαπλότητα των φωνών, των παρόντων και των απόντων.
● Το πλαίσιο είναι το σκηνικό για τον διάλογο: Το ιστορικό, πολιτιστικό, οργανωτικό, σχεσιακό πλαίσιο.
● Ο συνεργατικός διάλογος προϋποθέτει:
○ Να μιλάς, να ακούς και να αποκρίνεσαι.
○ Την πλήρη εμπιστοσύνη και την ικανότητα να είσαι ανοικτός στην άλλη άποψη και τη διαφορετικότητα.
○ Να μην υποθέτεις ότι ξέρεις τι εννοεί το άλλο άτομο, να μην συμπληρώνεις τα κενά ή τα στοιχεία της ιστορίας του άλλου ατόμου με ότι πιστεύεις ότι είναι πίσω από την ιστορία.
○ Να ελέγχεις για να βεβαιωθείς ότι έχεις κατανοήσει την οπτική γωνία του άλλου όσο καλύτερα μπορείς. Η κατανόηση δεν σημαίνει συμφωνία
○ Χρόνο για εσωτερική και εξωτερική συζήτηση.
○ Χρόνο για εσωτερικούς και εξωτερικούς αναστοχασμούς.
○ Παύσεις και σιωπές. Παρέχουν ευκαιρία για προβληματισμό, εσωτερική συζήτηση και προετοιμασία για ομιλία.
Προτείνουμε λοιπών στα πλαίσια του συνεργατικού διαλόγου, εναλλακτικά σχήματα εξηγήσεων και αναζητούμε τις διαφορές, τις εξαιρέσεις, τις ανατροπές, που θα μπορούσαν να προξενήσουν μ ια πρώτη - και την ελάχιστη ακόμη- ρωγμή στο τσιμεντένιο τοίχο των αφηγήσεων της διαταραχής.
Εφαρμογή των συστημικών ιδεών στην καθημερινή πρακτική
Σε κάθε οργάνωση υπάρχουν δύο κανάλια επικοινωνιακών ροών. Το τυπικό και το άτυπο. Το τυπικό εκφράζεται από το επίσημο οργανόγραμμα και τους θεσμικούς ρόλους των ατόμων (Ασθενής, Ιατρός, Ψυχολόγος, Νοσηλευτής, Προϊστάμενος, Υφιστάμενος) και το ανεπίσημο που άφορα στις άτυπες επικοινωνίες μεταξύ των μελών. Σύμφωνα με τους Allen et.al, (2007), το άτυπο δίκτυο επικοινωνίας είναι πιο σημαντικό για τη διαμόρφωση των δυναμικών εντός του οργανισμού.
Λαμβάνοντας το παραπάνω υπόψη θεωρούμε ότι η μετατροπή της άτυπης επικοινωνίας σε τυπική βοηθάει στη διαχείριση των συναισθηματικών αντιδράσεων και των παρορμητικών ενεργειών, λεκτικοποιεί τα αρνητικά συναισθήματα, ικανοποιεί τοπερί δικαίου αίσθημα, απομυθοποιεί, και αποδραματοποεί τις αντιδράσεις, ξεκαθαρίζει παρεξηγήσεις και πάνω απ όλα αναγνωρίζει τον ασθενή έφηβο ως πρόσωπο (person), σύμφωνα με την οπτική της φιλοσοφίας του Rogers (2012).
Από την αρχή της λειτουργίας της ΜΕΝΕ η δουλειά σε μικρές ομάδες χρησιμοποιείται ευρύτατα στη θεραπευτική διαδικασία. Ομαδικές συναντήσεις εφήβων προ(σ)καλούνται ad hoc ως διαδικασίες αντιμετώπισης κρίσεων, έκφρασης συναισθημάτων και επίλυσης συγκρούσεων. Δεν υπάρχει σαφής δομή σε αυτές τις ομαδικές συναντήσεις[4]. Πέρα από τους βασικούς κανόνες ευπρεπούς κοινωνικής συναλλαγής, δεν υπάρχουν συγκεκριμένες διαδικασίες, αυστηρή στόχευση, τυπικό ή ουσιαστικό πρόγραμμα, ούτε φυσικά διαδικασίες πρόσκλησης και αποκλεισμού. Ο καθένας είναι ελεύθερος να εισέλθει ή να αποχωρήσει από αυτές τις ομαδικές συναντήσεις όποια στιγμή επιθυμεί σε εντελώς προαιρετική βάση, ακόμη και κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. Ακόμη και αυτό, το βασικό στην τυπική θεραπευτική ομάδα πλαίσιο, μεταβάλλεται όταν και εφόσον το απαιτούν οι συνθήκες. Έχουν γίνει ομαδικές συναντήσεις στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, στο γραφείο των νοσηλευτών, στο γραφείο της προϊσταμένης, στο εστιατόριο, στα δωμάτια των παιδιών, στο εξωτερικό προαύλιο, μέρα ή νύχτα, με 2 ή με 10 παιδιά, όπου και όταν οι ανάγκες επιτάσσουν.
Πιστεύουμε στηνάμεση χρήση της μικρής ad hoc ομάδας ως αποτελεσματικό μηχανισμό επίλυσης συγκρούσεων και ρύθμισης συναισθημάτων. Επί της ουσίας, είναι σαν να υπάρχει μια εν δυνάμει ομαδική συνάντηση που τρέχει έτσι δίχως πρόγραμμα από την αρχή της λειτουργίας της μονάδας. Το μόνο που αλλάζει (ή μήπως το μόνο που μένει σταθερό;) είναι η διαρκής εναλλαγή των μελών, σε μια ατέρμονη παράθεση αφηγήσεων και προσώπων που εξυφαίνουν τον μίτο της Αριάδνης στο χωρο-χρονικό συνεχές, δημιουργώντας την αίσθηση της οικειότητας και της ασφάλειας ακόμη και για τα πιο απομονωμένα κοινωνικά μέλη της ομάδας.
Οι αφηγήσεις[5] των εφήβων ακολουθούνται από σιωπές. Τα βλέμματα στήριξης εναλλάσσονται με επιφωνήματα, τα συναισθήματα μεταβάλλονται, οι αποσιωποιημένες από καιρό φωνές αναδύονται στη συνείδηση. Με τον τρόπο αυτό καταλύεται η σιωπή της ψυχικής νόσου, ρευστοποιείται το απόλυτο της δυσλειτουργικής πραγματικότητας, καθίσταται εν τέλει πιο διαχειρίσιμο το βάρος του ψυχικού πόνου. Τούτη η αναπλαισιωτική[6] διεργασία επιτρέπει την “ασφαλή” προσέγγιση ακόμη και του βαθύτερου τραύματος[7] καθώς ενδύει με λόγο ακόμη και την πλέον μύχια και απωθημένη εμπειρία, εκείνη της γύμνιας και της σεξουαλικής κακοποίησης. Όλα αυτά σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και ενσυναισθητικής κατανόησης η οποία προάγεται μέσα από τους κάτωθι μηχανισμούς:
● Της αποδοχής του εφήβου ως αυτό που είναι (Rogers, 2012).
● Της απόλυτης ελευθερίας στην έκφραση σκέψεων και συναισθημάτων, ακόμη και των πιο επικριτικών για τη θεραπευτική ομάδα.
● Της μη κριτικής στάσης.
● Της αυτοαποκάλυψης.
Απ την άλλη μεριά ο αναστοχαστικός λόγος της θεραπευτικής ομάδας. Η εξήγηση, η εμπειρία, το παράδειγμα, η απολογία για τις ενδεχόμενα λαθεμένες πρακτικές, η θεραπευτική δύναμη της συγνώμης. Ο Yalom (1983), πιστεύει ότι οι θεραπευτικές ομάδες στα πλαίσια του νοσοκομείου έχουν διάρκεια όση και η συνεδρία τους. Για εμάς μοιάζει να υπάρχει μια συνεχής ομάδα από τις απαρχές της λειτουργίας της ΜΕΝΝ.
Η έννοια της κυκλικής αιτιότητας, έννοια ορόσημο της συστημικής σκέψης μας επιτρέπει να απομακρυνθούμε απ’ το άγονο παιχνίδι της αλληλοκατηγορίας και των συγκρούσεων. Οι σχέσεις δεν είναι γραμμικές, συνκατασκευάζονται στον (πυκνό)[8] χρόνο της νοσηλείας και ανελίσσονται σπειροειδώς στον χώρο/χρόνο. Η θεμελιώδης δεξιότητα της ενσυναίσθησης γίνεται με τον τρόπο αυτό αντικείμενο διεργασίας, όπως και η αποκάλυψη της ατομικής ευθύνης για τα σχεσιακά κενά στοεδώ και τώρα της ζωής του κάθε εφήβου.
Ο συντονιστής των ομαδικών συναντήσεων θα ψάξει παράλληλα για «τις διαφορές που κάνουν την διαφορά» (Bateson, 1972). Θα προσπαθήσει να αλιεύσει την πληροφορία από ένα σύνολο δεδομένων, θα αναζητήσει τις διαφορετικές οπτικές των εφήβων, θα προσπαθήσει να συνθέσει τις διαφορετικές φωνές της ομάδας, θα αναζητήσει τις εξαιρέσεις, τις ρωγμές στη στιβαρή αφήγηση της νόσου. Ο σκοπός είναι εδώ η ανάδειξη ενός διαφορετικού λόγου για το χθες, η αναδιατύπωση της ιστορίας του πόνου, η συρραφή των μνημονικών κενών , η παροχή ελπίδας και φυσικά η εμπέδωση του αισθήματος της συνέχειας για τους εφήβους που πάσχουν από την αφόρητη έλλειψη νοήματος[9].
Η έννοια του αποδιοπομπαίου τράγου (scapegoat) μας βοηθάει να στεκόμαστε με κριτικό βλέμμα απέναντι στις προτιμήσεις μας, στις ταξινομίες, στις κατηγοριοποιήσεις, στον άξονα 2 του DSM[10]. Για ποιους λόγους κάποια παιδιά είναι πιο συμπαθητικά από κάποια άλλα παιδιά; Για ποιους λόγους σε κάποια παιδιά είμαστε διαθέσιμοι για περισσότερες παραχωρήσεις και μεγαλύτερες ανοχές. Είναι η ομορφιά και η ευφυΐα, ως φαινόμενο του φωτοστέφανου (Nisbett & Wilson, 1977), λόγοι ικανοί να θολώσουν την κρίση μας; Είναι οι τραγικές ιστορίες κάποιων παιδιών; Είναι ότι μας μοιάζουν; Είναι ότι μοιραζόμαστε μαζί τους κοινή μοίρα;
Και οι νοσηλευτές τι ρόλο παίζουμε σε όλα αυτά; Η συστημική σοφία μας λέει πως όταν συναντούμε ένα παιδί, επί της ουσίας συναντιούνται οι ιστορίες μας. Οι φωνές των σημαντικών άλλων μέσα στο κεφάλι μας. Τα δικά μας τραύματα και τα δικά μας κενά. Τα αδιέξοδα που βιώσαμε, οι λύσεις που δώσαμε, οι επιλογές και τα σφάλματα στα οποία υποπέσαμε.
Οι δράσεις μας έχουν φυσικά πληθώρα αποτελεσμάτων. Αναπτύσσουμε ιδιαίτερες σχέσεις με κάποια παιδιά, γινόμαστε τα πρόσωπα αναφοράς τους, αλλά δεν παύουμε να είμαστε μέλη της θεραπευτικής ομάδας. Η παρουσία μας ολοκληρώνεται στο τέλος της οκτάωρης βάρδιας αλλά το παιδί θα συνεχίσει να ζει στο πλαίσιο και μετά την αποχώρηση μας.[11]
Η ΜΕΝΕ φυσικά, όπως και κάθε παρόμοια δομή, στηρίζεται στις βασικές επιταγές του συμπεριφορισμού (επιβράβευση, τιμωρία, απόσβεση, συντελεστική μάθηση κλπ) σε μια προσπάθεια να θέσει υπό έλεγχο τις παρεκκλίνουσες συμπεριφορές. Ο συμπεριφορισμός έχει ορισμένα πλεονεκτήματα, τα οποία είναι σημαντικά στη νοσηλεία των οξέων περιστατικών. Το κυριότερα πλεονέκτημά του είναι ότι δρα αποτελεσματικά σε βραχύ χρόνο. Από την άλλη μεριά οι μοντέρνες εξελίξεις της ψυχονευρολογίας[12] θέτουν υπό αμφισβήτηση πολλά από όσα θεωρούμε ως δεδομένα. Τα “δύσκολα” παιδιά δεν είναι αναγκαστικά “δύσκολα” επειδή θέλουν, αλλά επειδή δεν μπορούν να είναι αλλιώς. Ο εγκέφαλος τους δεν είναι σε θέση να επιτελέσει σωστά το πολυσύνθετο έργο της συναισθηματικής ρύθμισης, με αποτέλεσμα τη μειωμένη ικανότητα κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Το παρήγορο εδώ είναι ότι ο εγκέφαλος έχει την ικανότητα να μάθει εκ νέου τρόπους αλληλεπίδρασης, χρησιμοποιώντας τον μηχανισμό της νευροπλαστικότητας[13] (Rakic, 2002).
Αυτό που χρειάζεται είναι να δώσουμε φωνή στο εφηβικό acting out και μετά να βοηθήσουμε τα παιδιά να αποκτήσουν δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων (Green, 2008).
Το φαινόμενο της περιστρεφόμενης πόρτας (Haywood et.al, 1995), οι συχνές επανεισαγωγές και η συχνή δυσκολία προσαρμογής των εφήβων σε άλλα πλαίσια[14], μας κάνει σκεπτικούς σε σχέση με το πόσο οι ανταμοιβές και οι τιμωρίες είναι ικανές να προκαλέσουν ουσιαστικές και σε βάθος χρόνου διατηρήσιμες αλλαγές στις ζωές των εφήβων. Τα περισσότερα παιδιά που νοσηλεύονται στην ΜΕΝΕ έχουν δεχθεί κατά το παρελθόν πλήθος ποινών και τιμωριών από διάφορα πλαίσια (σπίτι, σχολείο, νομικό σύστημα) με τα αποτελέσματα στην αλλαγή της συμπεριφοράς να είναι μάλλον φτωχά. Οι συγκεκριμένοι έφηβοι μοιάζει να έχουν αποκτήσει ανοσία στις τιμωρίες (Lewis, 2015).
Συζήτηση
Θα μπορούσε βέβαια η ζωή να εμπεριέχει το νόημα της. Η πίστη βοηθάει σε αυτή την κατεύθυνση. Η πίστη στην αφθαρσία της ψυχής, η πίστη στη μεταθανάτιο ζωή και την ουράνια δικαίωση. Οι Χριστιανοί πιστεύουμε ότι υπάρχουν όλα αυτά. Αλλά όχι εδώ και όχι τώρα. Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι όπως ο Nietzsche, και ο Kierkegaard, (McDonald, 2005), αντίθετα δεν πιστεύουν πως η ζωή έχει κάποιο αυθύπαρκτο νόημα (May, 1961). Το νόημα είναι, σύμφωνα με τη δική τους ανάγνωση, προσωπική ευθύνη και καθήκον. Το νόημα είναι αυτό που ο καθένας από εμάς αποδίδει στη ζωή του.
Τα σημαντικά πράγματα, οι σημαντικές σχέσεις, οι αξίες, τα ιδανικά, τα όνειρα και οι ελπίδες. Τα νοήματα κοιτάνε μπροστά και πίσω στο χρόνο. Έρχονται από το παρελθόν ως αόρατες κλωστές που μας δένουν με τους προγόνους μας. Μύθοι και αφηγήσεις της οικογενειακής ιστορίας, φαντάσματα και σκιές, φωτεινές και θλιβερές στιγμές του απώτερου και μακρινού, μέσα από διηγήσεις, ονόματα, τοπωνύμια και χάρτες, μορφοποιούνται σε σχήματα σχέσεων και συμπεριφορών που προσδίδουν στο άτομο μια έννοια συνέχειας και επάρκειας.
Κάποιες φορές όμως είναι ορισμένα τραυματικά γεγονότα της παιδικής ηλικίας, που προκαλούν τη ρήξη και την ασυνέχεια, που σκορπίζουν στα τέσσερα σημεία της ψυχής, κάθε έννοια εμπιστοσύνης και ασφάλειας.
“Τίποτε δεν είναι όπως ήταν πριν. Ότι γέμιζε αγάπη και σιγουριά την ύπαρξη είναι πλέον πηγή αφόρητου πόνου, άγχους και ματαίωσης”
Έπειτα ακολουθεί για το παιδί η απέλπιδα προσπάθεια επιβίωσης. Που αναγκαστικά θα περιορίσει την πολυπλοκότητα των συναισθημάτων στα βασικά που ακουμπάνε τις αρχέγονες συγκινήσεις του σώματος. Μια προσπάθεια απαρτίωσης σε ότι απέμεινε μετά τον κατακερματισμό και τη διάσπαση. Το παιδί κλείνεται για να μη σκορπίσει στη ψύχωση. Παγώνει εσωτερικά για να κρατήσει υπό έλεγχο ένα τραύμα που αιμορραγεί. Και το κενό, η απουσία εσωτερικών αντικειμένων (Μάτσα, 2008), να αιωρείται μέσα του. Το βάραθρο που καταπίνει αχόρταγο τα νοήματα, τα σημαντικά και σημαίνοντα της ζωής που δεν βρίσκουν κάπου να πατήσουν και καταρρέουν ατέρμονα. Αυτό είναι το κόστος για να μη βιωθεί ξανά αυτός ο απίστευτος πόνος της μνήμης (Miller, 2003).
Έτσι, αργά αλλά σταθερά, το παιδί σταματάει να αισθάνεται για να μη θυμάται, προκαλεί τον πόνο για να νιώσει, επιθυμεί την καταστροφή για να προσποιηθεί ότι υπάρχει, χρησιμοποιεί παρηγοριές για να ζεσταθεί, προσπαθεί κάποτε να σκοτώσει τον εαυτό του για να θυμηθεί (και να θυμίσει!) πως μόνο οι ζωντανοί έχουν αυτή την επιλογή.
Η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών που νοσηλεύονται στη ΜΕΝ έχουν τραυματικά παιδικά και εφηβικά χρόνια. Η σεξουαλική κακοποίηση ειδικά, προκαλεί ένα πλήθος αρνητικών επιπτώσεων στα παιδιά. Τραυματίζει ανεξίτηλα το σώμα και την ψυχή τους και αφήνει ουλές ανθεκτικές στον χρόνο και τη θεραπεία. Ιδιαίτερα η σεξουαλική κακοποίηση που γίνεται εντός της οικογένειας επιφέρει τις μέγιστες αρνητικές επιπτώσεις στο βαθμό που, εκτός των άλλων, υπονομεύει με καταστροφικό τρόπο την αίσθηση ασφάλειας και την εμπιστοσύνη, βασικά χαρακτηριστικά των υγιών σχέσεων. Το παιδί για να αντιμετωπίσει τον πόνο και τη σύγχυση κατασκευάζει γνωστικά σχήματα που περιγράφουν τον εαυτό με τα πιο μελανά χρώματα της απαξίωσης, της αυτομομφής, της ντροπής και του θυμού:
Ο μπαμπάς είναι καλός, για να μου κάνει αυτό που μου έκανε, εγώ φταίω
Δεν είμαι άξια να αγαπηθώ
Οι σχέσεις πονάνε
Αν εμπιστευτώ, θα με εκμεταλλευτούν
Τα σχήματα αυτά, απότοκα της διπολικής παιδικής σκέψης αλλά και της ανάγκης για επιβίωση σε ένα δυσμενές περιβάλλον, σταθεροποιούνται καθώς ακολουθούν την πορεία προς την ενήλικη ζωή. Όλα τα είδη των σχέσεων (φιλικές, ερωτικές, επαγγελματικές) συνωστίζονται μέσα σε αυτό το στενό -κενό συναισθημάτων- καλούπι. Διάχυτος ερωτισμός, σαγήνη, χειριστικές μανούβρες, δραματοποίηση, απαξίωση και εξιδανίκευση, όλα στην υπηρεσία της μιας και μοναδικής ανάγκης, να επιβεβαιωθούν τα βασικά σχήματα της αναξιότητας του εαυτού.
Το σχετίζεσθαι δεν είναι στην περίπτωση αυτή ζήτημα επιλογής. Το παιδί θα συνδεθεί με τον μόνο τρόπο που έμαθε στο κακοποιητικό περιβάλλον που μεγάλωσε. Πείθει τον αυτό του ότι είναι ανάξιο, διαβολικό, ότι έχει ένα σκοτεινό και πανούργο κομμάτι που ζει για να τιμωρεί. Είναι πλέον σίγουρο ότι ήρθε στην ζωή για να καταστρέφει και να καταστρέφεται. Σύντονα με τα παραπάνω η συμπεριφορά θα ρυθμιστεί κατάλληλα ώστε, δίκην αυτοεκπληρούμενης προφητείας, να προκαλέσει αργά ή γρήγορα τον μέγιστο φόβο. Τη μοναξιά και την εγκατάλειψη.
Με τον τρόπο αυτό, ο Άλλος δεν προσκαλείται στη ζωή του παιδιού ως σύντροφος, φίλος ή συμμαθητής, αλλά ως θεατής στον δράμα της κατακερματισμένης ύπαρξης. Δεν γίνεται αρωγός και συνοδοιπόρος, αλλά κυματοθραύστης συναισθημάτων, αντικείμενο φθόνου, πόθου, λατρείας, μίσους, εξιδανίκευσης και απαξίωσης. Συχνά πυκνά η νοσηλευτική ομάδα γίνεται το αντικείμενο αυτών των αρχαϊκών συσχετίσεων. Άλλοτε ως εξιδανικευμένη μητέρα, κι άλλοτε ως φονική μέδουσα, ως μερικό σύμβολο και ως χιμαιρική μορφή ενός εσωτερικού κόσμου χωρισμένου στα δύο. Όπως ακριβώς χωρίστηκε (split) κάποτε και το πρωταρχικό αντικείμενο.
Και οι σχέσεις αντιμετωπίζονται, συχνά με όρους αντοχής και απόστασης. Πόσο θα αντέξεις δίπλα μου; Αν είσαι κοντά μου πονάω και αν φύγεις μακριά φοβάμαι! Ως αποτέλεσμα ο βαθύς υπαρξιακός πόνος της πρωταρχικής απόρριψης συνεχώς πυροδοτείται από την αδυναμία για σχέσεις με συναισθηματικό δέσιμο και ουσία. Στον βαθύ πόνο της κακοποίησης προστίθεται και ο καθημερινός πόνος της ανυπαρξίας νοήματος. Και αρκεί μια σταγόνα, ένα μεγάλο ή μικρό από τα καθημερινά για να ξεχειλίσει το ποτήρι. Τότε ο πόνος γίνεται αφόρητος καθώς ξεσπάει με βία απέναντι στον ανάξιο εαυτό (Gustafson, 1986). Αυτοτραυματισμοί, ριψοκίνδυνες συμπεριφορές, απόπειρες αυτοκαταστροφής. Και ο θάνατος ακόμη δεν φαντάζει τόσο αποκρουστικός, όχι τουλάχιστον περισσότερο από μια αβίωτη ζωή (Linehan, 1999). Η θεραπεία σε αυτή την φάση, δεν είναι θεραπεία με τον λόγο. Είναι περισσότερο θεραπεία με την παρουσία:
Είμαι εδώ για εσένα και είμαι ικανός να αντέξω τον δικό σου πόνο σου και τον δικό μου φόβο της ευθύνης.
Δεν σε κρίνω, πίσω από όσα κάνεις (που βάσει των συνθηκών είναι κατανοητά) υπάρχει η τραυματισμένη ψυχή σου που χρειάζεται φροντίδα. Τα λόγια -και οι τεχνικές- μπορούν να περιμένουν.
Στην κρίσιμη αυτή φάση η φροντίδα της νοσηλευτικής ομάδας είναι ανυπολόγιστης αξίας. Η ζεστασιά της αγκαλιάς, η φροντίδα και η περιποίηση, το καθρέφτισμα των συναισθημάτων, η εμπερίεξη. Ως εμπερίεξη (containment) ορίζεται η τοποθέτηση ενός ορίου γύρω από μια εμπειρία ή συναίσθημα. Η εμπειρία ή το συναίσθημα θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο διαχείρισης ή άρνησης, θα μπορούσε να διατηρηθεί ή να μετακυλιστεί, να βιωθεί ή να αποφευχθεί, έτσι ώστε τα αποτελέσματα της/του θα μπορούσαν να μετριαστούν ή να ενισχυθούν. O Bion (1970), περιγράφει τη σχέση μεταξύ του περιεχομένου και του δοχείου, υποδεικνύοντας ότι το δοχείο θα μπορούσε να δράσει είτε ως ένα φίλτρο ή σφουγγάρι, για τη διαχείριση δύσκολων συναισθημάτων, ή θα μπορούσε να γίνει ένα άκαμπτο πλαίσιο που εμποδίζει ή περιορίζει – καθιστώντας έτσι το περιεχόμενο κάτι που μπορεί να βιωθεί ως απειλή ή ως σωτηρία.
H νοσηλευτική ομάδα έχει το βαρύ φορτίο να γίνεται το αντικείμενο των εφηβικών ενορμήσεων, συχνά δρώντας ως αλεξικέραυνο για τα κατακλυσμιαία αρνητικά τους συναισθήματα. Η επαρκής μητέρα, σύμφωνα με τον Winnicott (1960), ικανή και πρόθυμη να αντέξει στην “αγκαλιά” της (holding) όλη την καταστροφικότητα και το μίσος του παιδιού προς το πρωταρχικό αντικείμενο (συμβολικά το γυναικείο στήθος). Με τον τρόπο αυτό η νοσηλευτική ομάδα γίνεται ο μεταβολίτης των οδυνηρών συναισθημάτων παρεμποδίζοντας το «πέρασμα στην πράξη» (acting out).
Με τις παραπάνω διεργασίες η νοσηλεία καθίσταται για τους εφήβους μια επανορθωτική εμπειρία νοηματοδότησης, συνάντησης με τον Άλλο και ταύτισης με επαρκέστερα πρότυπα. Απώτερος σκοπός της νοσηλευτικής παρέμβασης είναι να βοηθήσει τους εφήβους να γίνουν ικανοί για πραγματικές σχέσεις με νόημα, μέσα από την έμπρακτη διαβεβαίωση ότι αξίζουν την αγάπη και την αποδοχή. Όπως εύστοχα το διατύπωσε ο Paris (2008), “Οι άνθρωποι δεν μπορούν να βρουν μια αγάπη που να διαρκεί, ή ένα καλό άτομο, μέχρι να αισθανθούν ότι αξίζουν να αγαπηθούν”.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]Βέβαια, όπως προειδοποιεί ο Cecchin, για να γίνουμε ασεβείς προς μια θεωρία θα πρέπει να την γνωρίσουμε πρώτα πολύ καλά.
[2]Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι από μια οικολογική σκοπιά, η νοσηλευτική ομάδα δεν λειτουργεί στο πολιτικό και θεσμικό κενό αλλά εντός του ευρύτερου Ιατροκεντρικού μοντέλου που καθορίζεται από τις πολιτικές επιταγές του θεσμοθετημένων οργάνων της Πολιτείας (Κυβέρνηση, Υπουργείο Υγείας, Διοίκηση του Νοσοκομείου κλπ).
[3]Όπως αναφέρουν οι Schlippe & Schweitzer (2008), στην αναγωγή της θεραπείας σε συζήτηση υπάρχει ο κίνδυνος της αυθαιρεσίας και της (επακόλουθης) ανεπάρκειας (σ.99).
[4]Οι ομαδικές συναντήσεις των εφήβων δεν αποτελούν θεραπευτικές ομάδες με την τυπική έννοια του όρου. Αποτελούν περισσότερο ευκαιρίες συνδιαλλαγής και αλληλεπίδρασης που βασίζονται στο εδώ και τώρα, στην καθημερινή δηλαδή πραγματικότητα που ορίζει το πλαίσιο. Φυσικά στην καθημερινή λειτουργία της ΜΕΝΕ υπάρχουν και οι τυπικές ομάδες πχ ομάδες εστίασης, διαβίωσης κλπ.
[5]Η βουλιμία σε κάποιο παράδειγμα είναι σανίδα σωτηρίας στο βαθύ πέλαγο του συναισθηματικού κενού.
[6]Κατά τη διάρκεια μια ομαδικής συνάντησης εφήβων, ένα από τα κορίτσια αναφέρθηκε με έκδηλα συναισθήματα ντροπής και ενοχής στο γεγονός της σύλληψης της για πορνεία έξω από το αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας. Ο συντονιστής ανα-πλαισίωσε το συμβάν λέγοντας πως “Μόνο ένα βαθιά ηθικό άτομο σαν εσένα θα επέλεγε να κάνει πιάτσα έξω από αστυνομικό τμήμα”.
[7] Παρότι οι συντονιστές προσπαθούν φυσικά να εστιάζουν τις συζητήσεις στο εδώ και τώρα και τις σχέσεις μεταξύ των εφήβων
[8]Πυκνός κατά την έννοια του δυσανάλογου φόρτου επικοινωνιακών μηνυμάτων και συναισθημάτων, σε σχέση με την κανονική ζωή του εφήβου.
[9] Μια ιδιαίτερα χρήσιμη άσκηση για τις ομάδες εφήβων είναι το Δέντρο της ζωής, η οποία προέρχεται από την Αφηγηματική Σχολή. Το Δέντρο της ζωής έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία στη αντιμετώπιση του παιδικού τραύματος σε ιδιαίτερα σκληρά και βίαια περιβάλλοντα (πχ πόλεμοι, πανδημίες AIDS).. Περισσότερα για τoΔέντρο της ζωής θα βρείτε στον υπερσύνδεσμο που ακολουθεί http://dulwichcentre.com.au/the-tree-of-life/
[10]Ο άξονας 2 του DSM περιλαμβάνει τις διαταραχές προσωπικότητας.
[11]Στα πλαίσιά του προσώπου αναφοράς, είχα κάποτε αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση με ένα “δύσκολο” παιδί που ένοιωθε τόσο ασφαλές από την παρουσία μου και μόνο, ώστε να κοιμάται ήσυχο όταν δούλευα νυχτερινή βάρδια. Θεωρούσα λοιπών την παρουσία μου θεραπευτική για το παιδί και ιδιαίτερα παραγωγική για τον χώρο.. Δεν πέρασε πολύς χρόνος μέχρι να ανακαλύψω την κόλαση που ζούσε το παιδί (και οι συνάδελφοι μου) όταν δεν ήμουνα νυχτερινή βάρδια. Όλοι οι νοσηλευτές έχουν παρόμοιες ιστορίες να διηγηθούν απ την εμπειρία τους.
[12]Για παράδειγμα ξέρουμε πια ότι η ρύθμιση της ανθρώπινης συμπεριφοράς γίνεται στον προμετωπιαίο φλοιό και ότι πολλοί από τους εφήβους μας ανήκουν σε κλινικές κατηγορίες ( ADHD, ODD, PTSD) που παρουσιάζουν ελλείμματα στην φυσιολογική ανάπτυξη και λειτουργικότητα στη συγκεκριμένη εγκεφαλική περιοχή.
[13] Η νευροπλαστικότητα αναφέρεται στην ικανότητα του εγκεφάλου να δημιουργεί εκ νέου νευρικές συνάψεις και να αποκαθιστά τη λειτουργικότητα του.
[14] Όπως για παράδειγμα η επιστροφή στο σπίτι ή το σχολείο μετά το εξιτήριο.
Βιβλιογραφία
Ελληνική
Μάτσα, Κ. (2008) Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση: Το "παράδειγμα" του 18 Άνω, Αθήνα : Άγρα.
Miller, A. (2003). Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας ή Το δράμα του προικισμένου παιδιού, Αθήνα: ΡΟΕΣ.
Schlippe, A.,V. Schweitzer, J. (2008). Εγχειρίδιο της συστημικής θεραπείας και συμβουλευτικής, Βιργινία Ιωαννίδου (επιμ), University Studio Press.
Ξενόγλωσση
Allen, J., James, A. D., & Gamlen, P. (2007). Formal versus informal knowledge networks in R&D: a case study using social network analysis. R&D Management, 37(3), 179-196.
Anderson, H. (2013). Collaborative-Dialogue Tips For Optimizing The Possibility. Retrieved November 18, 2015, from http://www.taosinstitute.net/Websites/taos/images/ Resources BriefEncounters/2013-10_ Brief_Encounters_-Dialogue_Tips_-_Harlene_Anderson.pdf.
Bateson, G. (1972). Steps to an ecology of mind: Collected essays in anthropology, psychiatry, evolution, and epistemology. University of Chicago Press.
Bion, W. R. (1970). Attention and Interpretation. London: Tavistock Publications.
Bruner, J. S. (1990). Acts of meaning. Harvard University Press.
Cecchin, G., Lane, G., & Ray, W. A. (1992). Irreverence: A strategy for therapists' survival. Karnac Books.
Cohen, J., & Stewart, I. (1994). The collapse of chaos: Discovering simplicity in a complex world. New York: Viking.
Foucault, M. (1980). Power/knowledge: Selected interviews and other writings, 1972-1977. Pantheon.
Friedrich Nietzsche (Stanford Encyclopedia of Philosophy). Retrieved November 15, 2015, fromhttp://plato.stanford.edu/entries/nietzsche/.
Gustafson, J. P. (1986). The complex secret of brief psychotherapy. Norton.
Heylighen, F., & Joslyn, C. (2001). Cybernetics and second order cybernetics. Encyclopedia of physical science & technology, 4, 155-170.
Haywood, T. W., Kravitz, H. M., Grossman, L. S., & Cavanaugh Jr, J. L. (1995). Predicting the "revolving door" phenomenon among patients with schizophrenic, schizoaffective, and affective disorders. The American journal of psychiatry, 152(6), 856.
Kuhn, T. (2000). The Structure of Scientific Revolutions. The University of Chicago Press. pp. 24–25. ISBN 978-1-4432-5544-8.
Lewis, K. (2015). What If Everything You Knew About Disciplining Kids Was Wrong? Retrieved January 22, 2016, from http://www.motherjones.com/politics/2015/05/ schools-behavior-discipline-collaborative-proactive-solutions-ross-greene
Linehan, M. (2009) Dialectic Behavioral Therapy. Retrieved January 22, 2016 from http://www.psychiatrictimes.com/articles/marsha-linehan-dialectic-behavioral-therapy-0
Maturana, H. R., & Varela, F. J. (1987). The tree of knowledge: The biological roots of human understanding.. New Science Library/Shambhala Publications.
May, R. E. (1961). Existential psychology, New York: Crown Publishing Group
McDonald, W. (2005). Kierkegaard, Søren | Internet Encyclopedia of Philosophy. Retrieved December,11, 2015 fromhttp://www.iep.utm.edu/kierkega/.
Nisbett, R. E., & Wilson, T. D. The halo effect: Evidence for unconscious alteration of judgments. Journal of personality and social psychology, 35(4), 250, 1977.
Paris, J. (2008). Treatment of Borderline Personality Disorder: Guide to Evidence Based Practice, Guilford Press.
Rakic, P. (2002). Neurogenesis in adult primate neocortex: an evaluation of the evidence, Nature Reviews Neuroscience 3 (1): 65–71. doi:10.1038/nrn700.PMID11823806.
Rogers, C. (2012). On becoming a person: A therapist's view of psychotherapy. Houghton Mifflin Harcourt.
Selvini, M. P., Boscolo, L., Cecchin, G., & Prata, G. Hypothesizing— circularity— neutrality: Three guidelines for the conductor of the session. Family process, 19(1), 3-12, 1980.
Tsekeris, C. Reflections on reflexivity: sociological issues and perspectives.Suvremene teme, (3), 28-37, 2010.
Watzlawick, P., Bavelas, J. B., Jackson, D. D., & O'Hanlon, B. (2011). Pragmatics of human communication: A study of interactional patterns, pathologies and paradoxes. WW Norton & Company.
Winnicott, D. The Theory Of The Parent-Infant Relationship, IJPA, Vol. 41-pps, 585-595, 1960. Retrieved Octomber 12, 2015, from http://icpla.edu/wp-content/uploads/2013/09/Winnicott-D.- The-Theory-of-the-Parent-Infant -Relationship-IJPA-Vol.-41-pps.-585-595.pdf.
Yalom, I. D. (1983). Inpatient group psychotherapy. Basic Books.
Πως μιλάμε στα παιδιά για το διαζύγιο
11 Δεκεμβρίου 2018Θέματα ψυχολογίας,Εκπαιδευτικό υλικό,ΔιαζύγιοΚρίση,Άρθρα
Ζούμε σε μια εποχή μακρόχρονης και γενικευμένης κρίσης, κρίσης οικονομικής θεσμών άλλα και αξιών.
Η κρίση πρωτίστως σημαίνει αναπροσαρμογή σε μια ταχέως μεταβαλλόμενη κοινωνική πραγματικότητα. Η οικογένεια, ως βασικό κύτταρο του κοινωνικού ιστού, διανύει μια μεταβατική φάση και ως ζωντανός οργανισμός χρειάζεται αναπροσαρμογή.
Το διαζύγιο αποτελεί έναν πολύ ισχυρό παράγοντα κινδύνου για τη δημιουργία κρίσης στην οικογένεια. Όπως κάθε κρίση παρουσιάζεται με ορισμένα συναισθηματικά χαρακτηριστικά που λίγο ως πολύ επηρεάζουν το κάθε μέλος και ιδιαίτερα τα παιδιά.
Το διαζύγιο βιώνεται ως μια διαδικασία πένθους, που εμπεριέχει μια σειρά αλληλοεπικαλυπτόμενων σταδίων: άρνηση, απώλεια, κατάθλιψη, θυμό και αμφιθυμία, επαναπροσδιορισμό της προσωπικής ταυτότητας και νέα σχέδια για τη ζωή.
Δεν υπάρχουν επομένως ανώδυνα διαζύγια και δεν υπάρχει περίπτωση τα παιδιά μιας οικογένειας να βγουν αλώβητα από μια τέτοια έντονη και συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση.
Με ψυχολογικούς όρους μιλώντας οι παρεμβάσεις των γονέων αλλά και των ειδικών (ψυχολόγων – συμβούλων γάμου – νομικών- δικαστικών αρχών --εκπαιδευτικών ) θα πρέπει να εστιάζουν στον περιορισμό της βλάβης (harm reduction) και την εν εύθετο χρόνω αποκατάσταση των βλαβερών επιδράσεων του διαζυγίου στα παιδιά
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ
Πέρα από τις άμεσες συναισθηματικές επιπτώσεις του πένθους οι έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά στην συνθήκη ενός διαζυγίου βιώνουν μικρότερη οικονομική ασφάλεια, έχουν χαμηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις αλλά και μικρότερα ποσοστά απασχολησιμότητας ως νεαροί ενήλικες.
Απο την άλλη μεριά παράγοντες όπως η ηλικία των παιδιών, ο χρόνος που μεσολάβησε απ το διαζύγιο, το γονεϊκό στυλ, η οικονομική σταθερότητα, η μορφή της γονικής σύγκρουσης πριν και μετά το διαζύγιο, είναι αποφασιστικής σημασίας για την ικανότητα προσαρμογής των παιδιών.
Να θυμάστε ότι η επανασύσταση της αρχικής οικογένειας είναι συχνά το φαντασιακό ζητούμενο των παιδιών ακόμη και με την παρέλευση δεκαετιών απ’ το διαζύγιο των γονιών τους.
ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ
Πολλές φορές οι γονείς εμπλέκουν τα παιδιά στις διαμάχες τους και επιχειρούν να τα έχουν συμμάχους στον “πόλεμο” εναντίον του άλλου γονέα.
Τα παιδιά όμως, σε μια τέτοια συνθήκη βιώνουν σύγχυση και συναισθηματικό διχασμό, καθώς σε κάθε επιλογή τους θα έχουν αναγκαστικά να αντιμετωπίσουν τα αφόρητα συναισθήματα του φόβου της απόρριψης αλλά και της ενοχής απέναντι στον ένα από τους δυο γονείς τους.
Ένα σημαντικό μήνυμα προς τους γονείς είναι να μην λησμονούν ότι οι άνθρωποι χωρίζουν από σύζυγοι και όχι από γονείς των παιδιών τους
Είναι επομένως απόλυτα απαραίτητο να αποφεύγεται η χρησιμοποίηση των παιδιών από τους γονείς, στο βαθμό που μια τέτοια πρακτική προκαλεί έντονες συναισθηματικές συγκρούσεις και αναστέλλει τις διαδικασίες προσαρμογής τους στη μετά το διαζύγιο εποχή.
Ενισχυτικοί παράγοντες στην προσαρμογή των παιδιών είναι:
H
σωστή
ενημέρωση από
τους γονείς, ο διάλογος για το διαζύγιο
και τις αιτίες του (αναλόγως φυσικά της
ηλικίας τους) , ο περιορισμός στις
διαμάχες των γονέων και η ικανότητα
αυτού που έχει την επιμέλεια για
ουσιαστική επικοινωνία, φροντίδα και
επίβλεψη.H
ποιότητα
των σχέσεων του παιδιού με τους γονείς
του πριν
και μετά
το διαζύγιο.
Ειδικότερα, η σχέση του παιδιού με τον
γονέα που φεύγει είναι ιδιαίτερα
σημαντική. Η ασυνεπής και σπάνια
επικοινωνία μπορεί να ερμηνευθεί ως
έλλειψη αγάπης και ενδιαφέροντος.Η ενσυναισθητική
στάση (που
σημαίνει την ικανότητα των γονέων να
μπαίνουν στη θέση των παιδιών τους και
να βιώνουν τα συναισθήματα τους), και
η ανοιχτή
ακρόαση
χωρίς κριτική απέναντι στα επώδυνα
συναισθήματα των παιδιών τους.Η σταδιακή
αποκατάσταση του αισθήματος ασφάλειας
και η έμπρακτη
διαβεβαίωση των πραγματικών αισθημάτων
της αγάπης
απέναντι στα παιδιά, που είναι ίσως η
λυδία λίθος για την ομαλή ψυχοκοινωνική
τους εξέλιξη.
Μπλέτσος Κων/νος – Ψυχολόγος PhD (c), Msc , BA
Ψυχιατρική Παίδων Εφήβων Σισμανόγλειο – Αμ. Φλέμινγκ ΓΝΑ